Διαβάστε ένα ενδιαφέρον άρθρο της Κομμουνιστικής Τάσης του ΣΥΡΙΖΑ, που γράφτηκε με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις της σ. Ρένας Δούρου για την Εκκλησία.
Η συνέντευξη της σ. Ρένας Δούρου στο «Αγιορείτικο Βήμα» (Α΄ μέρος 20/3/2014 και Β΄ μέρος 21/3/2014) αναμφίβολα δεν είναι μια επιλογή που εντάσσεται αποκλειστικά στα πλαίσια της προεκλογικής της καμπάνιας για την Περιφέρεια Αττικής, αλλά συμβαδίζει με την ευρύτερη στρατηγική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία της προς την ανάληψη της κυβέρνησης. Στα πλαίσια αυτά, είναι φανερή η προσπάθεια πολλών στελεχών να αποσπάσουν τη συμπάθεια τμημάτων της ηγεσίας της ορθόδοξης Εκκλησίας.
Στη συνέντευξη της η σ. Δούρου με ύφος «κατανυκτικού» σεβασμού προς τα «ιερά» της Ορθοδοξίας, διαβεβαιώνει το κοινό του αντιδραστικότατου «Αγιορείτικου Βήματος» ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν θα προχωρήσει σε «μονομερείς ενέργειες» σύμφωνα με τις προγραμματικές διακηρύξεις της σχετικά με τον διαχωρισμό Εκκλησίας και κράτους. Επίσης, υποστήριξε πως δεν πρόκειται να αμφισβητήσει «κεκτημένα», όπως το άβατο των γυναικών στο Άγιο Όρος, ενώ αναγνωρίζει στην Αθωνική Πολιτεία σημαντικό ρόλο στην «εξωτερική πολιτική» της χώρας – υποθέτουμε λόγω της στενής «πνευματικής» σχέσης των μονών του Αγίου Όρους με τους ομόδοξους ολιγάρχες της Ρωσίας και άλλων δημοκρατιών….
Αναγνωρίζοντας στη βυθισμένη στα οικονομικά σκάνδαλα ηγεσία της Εκκλησίας κοινές αξίες με την Αριστερά (!) και σύμπλευση στο ζήτημα της κοινωνικής αλληλεγγύης (παρόλο που ο ΣΥΡΙΖΑ στις διακηρύξεις του δηλώνει αντίθετος με τη λογική της «φιλανθρωπίας»), η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν διαφέρει από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα του παρελθόντος. Η λογική του «ν' αρχίσει από κάπου να ξηλώνεται το πλεκτό αυτού του συγκεκριμένου πολιτικού συστήματος· ν' ανοίξει κάπως ο δρόμος και μετά βλέπουμε» (όπως το διατύπωσε πρόσφατα σε άρθρο – υποστήριξη προς τη σ. Δούρου αρθογράφος στον «Δρόμο» της Αριστεράς), στα πλαίσια της οποίας αναζητούνται συμμαχίες ακόμα και με τμήματα της αντιδραστικής ιεραρχίας που βαφτίζεται «προοδευτική» (σε σχέση με τα πιο σκοταδιστικά τμήματά της), με αντάλλαγμα τη διατήρηση των σκανδαλωδών προνομίων της, είναι όχι μόνο πολιτικά αβάσιμη, αλλά και επικίνδυνη για την Αριστερά και για το κίνημα συνολικά.
Η πολιτική αυτή βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα μιας αληθινά αριστερής, σοσιαλιστικής πολιτικής για τη θρησκεία. Το γεγονός ότι το πρωτεύον ζήτημα είναι η ενότητα των εργαζομένων στην ταξική πάλη και όχι η διαίρεσή τους ανάλογα με το θρήσκευμα, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι οι σοσιαλιστές πρέπει να αποκρύπτουν τις επιστημονικές τους αντιλήψεις για τον κόσμο, για να τις φέρουν υποτίθεται στην επιφάνεια όταν κάποιοι αφηρημένοι μελλοντικοί «κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί» το επιτρέψουν. Αντιθέτως, πρέπει με ειλικρίνεια να εκθέτουν στο λαό τις προγραμματικές θέσεις τους για πλήρη διαχωρισμό του κράτους από την Εκκλησία και να καταδεικνύουν, πως ανεξάρτητα από τις απόψεις του καθενός για την επουράνια ζωή, είναι αναγκαία και δυνατή η ενότητα για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση ενός καλύτερου κόσμου.
Στον αγώνα αυτόν δεν έχει θέση η αντιδραστική εκκλησιαστική ιεραρχία – αντιθέτως, εκείνη βρίσκεται απέναντι. Η ενεργή συμμετοχή απλών κληρικών σε κινήματα του παρελθόντος αποτελούσε εξαίρεση που δεν αντανακλούσε τη στάση της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, αλλά το επαναστατικό πνεύμα των μαζών με τις οποίες έρχονταν σε καθημερινή επαφή οι απλοί κληρικοί.
Κατά συνέπεια, το πρόβλημα με τη συνέντευξη της σ. Δούρου και των επιλογών της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την Εκκλησία έγκειται στο γεγονός ότι αντανακλούν μια στάση συμβιβασμού και υποχώρησης ως προς τα κεκτημένα προνόμια της αντιδραστικής ιεραρχίας και του συστήματος εξουσίας που εκπροσωπεί, ενώ τα τμήματα των πλατιών μαζών που σήμερα ριζοσπαστικοποιούνται απαιτούν την ανατροπή κάθε βραχίονα της αστικής εξουσίας, της εκκλησιαστικής συμπεριλαμβανομένης. Στον αγώνα γι’ αυτή την ανατροπή, ο λαός, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, έχει ανάγκη από πραγματική ηγεσία στη μάχη και όχι από μια δύναμη άτακτου συμβιβασμού πριν καν η μάχη αυτή ξεκινήσει, εξοπλισμένη με ένα πρόγραμμα που θα περιλαμβάνει τον πλήρη χωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος και την κοινωνικοποίηση της τεράστιας και προκλητικής Εκκλησιαστικής και Μοναστηριακής περιουσίας.
Η συνέντευξη της σ. Ρένας Δούρου στο «Αγιορείτικο Βήμα» (Α΄ μέρος 20/3/2014 και Β΄ μέρος 21/3/2014) αναμφίβολα δεν είναι μια επιλογή που εντάσσεται αποκλειστικά στα πλαίσια της προεκλογικής της καμπάνιας για την Περιφέρεια Αττικής, αλλά συμβαδίζει με την ευρύτερη στρατηγική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία της προς την ανάληψη της κυβέρνησης. Στα πλαίσια αυτά, είναι φανερή η προσπάθεια πολλών στελεχών να αποσπάσουν τη συμπάθεια τμημάτων της ηγεσίας της ορθόδοξης Εκκλησίας.
Στη συνέντευξη της η σ. Δούρου με ύφος «κατανυκτικού» σεβασμού προς τα «ιερά» της Ορθοδοξίας, διαβεβαιώνει το κοινό του αντιδραστικότατου «Αγιορείτικου Βήματος» ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν θα προχωρήσει σε «μονομερείς ενέργειες» σύμφωνα με τις προγραμματικές διακηρύξεις της σχετικά με τον διαχωρισμό Εκκλησίας και κράτους. Επίσης, υποστήριξε πως δεν πρόκειται να αμφισβητήσει «κεκτημένα», όπως το άβατο των γυναικών στο Άγιο Όρος, ενώ αναγνωρίζει στην Αθωνική Πολιτεία σημαντικό ρόλο στην «εξωτερική πολιτική» της χώρας – υποθέτουμε λόγω της στενής «πνευματικής» σχέσης των μονών του Αγίου Όρους με τους ομόδοξους ολιγάρχες της Ρωσίας και άλλων δημοκρατιών….
Αναγνωρίζοντας στη βυθισμένη στα οικονομικά σκάνδαλα ηγεσία της Εκκλησίας κοινές αξίες με την Αριστερά (!) και σύμπλευση στο ζήτημα της κοινωνικής αλληλεγγύης (παρόλο που ο ΣΥΡΙΖΑ στις διακηρύξεις του δηλώνει αντίθετος με τη λογική της «φιλανθρωπίας»), η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν διαφέρει από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα του παρελθόντος. Η λογική του «ν' αρχίσει από κάπου να ξηλώνεται το πλεκτό αυτού του συγκεκριμένου πολιτικού συστήματος· ν' ανοίξει κάπως ο δρόμος και μετά βλέπουμε» (όπως το διατύπωσε πρόσφατα σε άρθρο – υποστήριξη προς τη σ. Δούρου αρθογράφος στον «Δρόμο» της Αριστεράς), στα πλαίσια της οποίας αναζητούνται συμμαχίες ακόμα και με τμήματα της αντιδραστικής ιεραρχίας που βαφτίζεται «προοδευτική» (σε σχέση με τα πιο σκοταδιστικά τμήματά της), με αντάλλαγμα τη διατήρηση των σκανδαλωδών προνομίων της, είναι όχι μόνο πολιτικά αβάσιμη, αλλά και επικίνδυνη για την Αριστερά και για το κίνημα συνολικά.
Η πολιτική αυτή βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα μιας αληθινά αριστερής, σοσιαλιστικής πολιτικής για τη θρησκεία. Το γεγονός ότι το πρωτεύον ζήτημα είναι η ενότητα των εργαζομένων στην ταξική πάλη και όχι η διαίρεσή τους ανάλογα με το θρήσκευμα, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι οι σοσιαλιστές πρέπει να αποκρύπτουν τις επιστημονικές τους αντιλήψεις για τον κόσμο, για να τις φέρουν υποτίθεται στην επιφάνεια όταν κάποιοι αφηρημένοι μελλοντικοί «κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί» το επιτρέψουν. Αντιθέτως, πρέπει με ειλικρίνεια να εκθέτουν στο λαό τις προγραμματικές θέσεις τους για πλήρη διαχωρισμό του κράτους από την Εκκλησία και να καταδεικνύουν, πως ανεξάρτητα από τις απόψεις του καθενός για την επουράνια ζωή, είναι αναγκαία και δυνατή η ενότητα για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση ενός καλύτερου κόσμου.
Στον αγώνα αυτόν δεν έχει θέση η αντιδραστική εκκλησιαστική ιεραρχία – αντιθέτως, εκείνη βρίσκεται απέναντι. Η ενεργή συμμετοχή απλών κληρικών σε κινήματα του παρελθόντος αποτελούσε εξαίρεση που δεν αντανακλούσε τη στάση της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, αλλά το επαναστατικό πνεύμα των μαζών με τις οποίες έρχονταν σε καθημερινή επαφή οι απλοί κληρικοί.
Κατά συνέπεια, το πρόβλημα με τη συνέντευξη της σ. Δούρου και των επιλογών της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την Εκκλησία έγκειται στο γεγονός ότι αντανακλούν μια στάση συμβιβασμού και υποχώρησης ως προς τα κεκτημένα προνόμια της αντιδραστικής ιεραρχίας και του συστήματος εξουσίας που εκπροσωπεί, ενώ τα τμήματα των πλατιών μαζών που σήμερα ριζοσπαστικοποιούνται απαιτούν την ανατροπή κάθε βραχίονα της αστικής εξουσίας, της εκκλησιαστικής συμπεριλαμβανομένης. Στον αγώνα γι’ αυτή την ανατροπή, ο λαός, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, έχει ανάγκη από πραγματική ηγεσία στη μάχη και όχι από μια δύναμη άτακτου συμβιβασμού πριν καν η μάχη αυτή ξεκινήσει, εξοπλισμένη με ένα πρόγραμμα που θα περιλαμβάνει τον πλήρη χωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος και την κοινωνικοποίηση της τεράστιας και προκλητικής Εκκλησιαστικής και Μοναστηριακής περιουσίας.
Πηγή : marxismos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου