Του Δημήτρη ΞΕΚΑΛΑΚΗ*
Τα σενάρια για συνεργασία κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι καινούργια. Τα έχουμε δει να καλλιεργούνται κατά καιρούς με δηλώσεις αρκετών στελεχών όλων των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, με παραινέσεις διαφόρων οικονομικών παραγόντων και προτροπές του αστικού Τύπου. Τις τελευταίες μέρες έχουμε ένα «μπαράζ» δηλώσεων, παρεμβάσεων, πληροφοριών και διαρροών σ' αυτήν την κατεύθυνση από τα διάφορα κέντρα μέσω του αστικού Τύπου κλπ.
Σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι τυχαίο ότι ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Παπαδημούλης ζητάει έντονα συνάντηση Σαμαρά - Τσίπρα, ενώ εγκαλεί τον πρωθυπουργό ότι δε συζητάει με τον πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Εθεσε ως «ατζέντα» της συζήτησης την πρόταση Τσίπρα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που αφορά συμφωνία πακέτο για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, προσδιορισμό ημερομηνίας των εκλογών και απομείωση του χρέους.
Οι εξελίξεις αυτές «φωτίζουν» μια σειρά από αστικές στοχεύσεις.
Από τη μία, προβάλλονται προκειμένου να απορριφθούν άμεσα, υπηρετώντας την όξυνση της πόλωσης και των εκβιαστικών διλημμάτων, ιδιαίτερα μπροστά σε εκλογές, που αποπροσανατολίζουν από τις πραγματικές αιτίες και την ταξική ουσία των προβλημάτων, θολώνοντας έτσι το κριτήριο των λαϊκών στρωμάτων.
Από την άλλη, χρησιμεύουν για να στήνονται μελλοντικές γέφυρες ανάμεσα στις δυνάμεις της αστικής διαχείρισης, που θα χρησιμοποιηθούν σε «περίπτωση ανάγκης» με την επίκληση των δυσκολιών και της ανάγκης ενός αρραγούς εσωτερικού εθνικού μετώπου.
Βεβαίως, μία πιθανή εξέλιξη συνεργασίας των δύο βασικών πόλων της αστικής διακυβέρνησης, της σοσιαλδημοκρατίας με τα φιλελεύθερα ή συντηρητικά κόμματα, ούτε ξαφνιάζει, ούτε αποτελεί καμιά ιστορική πρωτοτυπία. Αλλωστε, τα ζούμε σήμερα στην Ελλάδα, βλέπε συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, αλλά και σε διεθνές επίπεδο, όπως, για παράδειγμα, ο μεγάλος κυβερνητικός συνασπισμός στη Γερμανία.
Στην ίδια αντιλαϊκή όχθη
Η δυνατότητα συνεργασίας και συνεννόησης του ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ και άλλα κόμματα του ευρωμονόδρομου και της αστικής διαχείρισης, υπαρκτά ή υπό διαμόρφωση, έχει αντικειμενική βάση.
Οι άσφαιρες «αντιμνημονιακές» διακηρύξεις του δεν μπορούν να κρύψουν τη στρατηγική του υπόκλιση στην αστική τάξη και τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες που τη στηρίζουν, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Οι προτάσεις του κινούνται εντός των τειχών της καπιταλιστικής ανάπτυξης
Ορκίζεται στο στόχο της ανταγωνιστικότητας και επιχειρεί να καλλιεργήσει τη συναίνεση των εργαζομένων μέσα από ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο», έχοντας τη στήριξη του ΣΕΒ. Ο στόχος για «πρωτογενές πλεόνασμα», που προβάλλει η κυβέρνηση, αλλά και ο στόχος της επαναδιαπραγμάτευσης με νέο «κούρεμα», που πλασάρει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν οδηγούν σε ανάκτηση των μεγάλων απωλειών του λαού την περίοδο της κρίσης. Η πορεία προς μια Ελλάδα ανταγωνιστική και εξωστρεφή είναι η συνέχιση του ίδιου «έργου», που οδήγησε στην καπιταλιστική κρίση και τη λαϊκή χρεοκοπία, προς όφελος των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, αν θα δούμε ή όχι δηλαδή στο αμέσως επόμενο διάστημα την περιβόητη «εθνική συνεννόηση», οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών επιβεβαιώνουν ότι:
Από μόνη της η ίδια η συζήτηση για τους όρους και τις προϋποθέσεις μιας τέτοιας συνεννόησης αναδεικνύει την ουσιαστική σύγκλιση στις βασικές στρατηγικές επιλογές των κομμάτων της αστικής διακυβέρνησης, ανεξάρτητα από τις υπαρκτές μεταξύ τους διαφορές στην επιλογή του μείγματος της διαχείρισης που επιλέγουν.
Αφήνει ανοιχτή την πόρτα αυτό που σήμερα, ιδιαίτερα σε προεκλογικές συνθήκες, μοιάζει απίθανο να γίνει, να αποτελέσει στο μέλλον εναλλακτική λύση.
Οι συμμαχίες, κοινωνικές και πολιτικές, ενός κόμματος καθορίζονται από τις στρατηγικές επιλογές.
Η δυνατότητα συνεργασίας και συνεννόησης του ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ και άλλα κόμματα του ευρωμονόδρομου και της αστικής διαχείρισης, υπαρκτά ή υπό διαμόρφωση, έχει αντικειμενική βάση.
Οι άσφαιρες «αντιμνημονιακές» διακηρύξεις του δεν μπορούν να κρύψουν τη στρατηγική του υπόκλιση στην αστική τάξη και τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες που τη στηρίζουν, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Οι προτάσεις του κινούνται εντός των τειχών της καπιταλιστικής ανάπτυξης
Ορκίζεται στο στόχο της ανταγωνιστικότητας και επιχειρεί να καλλιεργήσει τη συναίνεση των εργαζομένων μέσα από ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο», έχοντας τη στήριξη του ΣΕΒ. Ο στόχος για «πρωτογενές πλεόνασμα», που προβάλλει η κυβέρνηση, αλλά και ο στόχος της επαναδιαπραγμάτευσης με νέο «κούρεμα», που πλασάρει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν οδηγούν σε ανάκτηση των μεγάλων απωλειών του λαού την περίοδο της κρίσης. Η πορεία προς μια Ελλάδα ανταγωνιστική και εξωστρεφή είναι η συνέχιση του ίδιου «έργου», που οδήγησε στην καπιταλιστική κρίση και τη λαϊκή χρεοκοπία, προς όφελος των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, αν θα δούμε ή όχι δηλαδή στο αμέσως επόμενο διάστημα την περιβόητη «εθνική συνεννόηση», οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών επιβεβαιώνουν ότι:
Από μόνη της η ίδια η συζήτηση για τους όρους και τις προϋποθέσεις μιας τέτοιας συνεννόησης αναδεικνύει την ουσιαστική σύγκλιση στις βασικές στρατηγικές επιλογές των κομμάτων της αστικής διακυβέρνησης, ανεξάρτητα από τις υπαρκτές μεταξύ τους διαφορές στην επιλογή του μείγματος της διαχείρισης που επιλέγουν.
Αφήνει ανοιχτή την πόρτα αυτό που σήμερα, ιδιαίτερα σε προεκλογικές συνθήκες, μοιάζει απίθανο να γίνει, να αποτελέσει στο μέλλον εναλλακτική λύση.
Οι συμμαχίες, κοινωνικές και πολιτικές, ενός κόμματος καθορίζονται από τις στρατηγικές επιλογές.
Νέα αστική συμμαχία
Σε συνέντευξή του ο γραμματέας της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφής: «...δεν πρόκειται να αγνοήσουμε τις δυνατότητες για μικρές και μεγάλες συμμαχίες και με κοινωνικές δυνάμεις που παραδοσιακά τηρούσαν απόσταση από την αριστερά, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο με δυνάμεις και πρόσωπα που δίνουν εξετάσεις για την αξιοπρέπεια του λαού μας....» Αλήθεια, ποιες κοινωνικές δυνάμεις τηρούσαν απόσταση από την αριστερά και τώρα στο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ αποκαθιστούν τη σχέση τους; Ενώ ο ίδιος διαπιστώνει συνέπεια στην «αντιμνημονιακή στάση» των ΑΝΕΛ και αφήνει ανοιχτό το θέμα της συνεργασίας μαζί τους.
Εδώ βέβαια ταιριάζει «γάντι» η δήλωση του Α. Μητρόπουλου ότι «εάν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είναι ενδεχόμενο να συνεχίσει τη "μνημονιακή πολιτική"». Για να μην τον αδικούμε, η δήλωση έχει διπλή ερμηνεία, με το ίδιο βέβαια ταξικό περιεχόμενο. Λέει λοιπόν: `Η μας ψηφίζετε και έχουμε αυτοδυναμία προκειμένου να μην αναγκαστούμε από τους συμμάχους μας να ασκήσουμε τις σημερινές γνωστές κατευθύνσεις της «μνημονιακής πολιτικής» ή, αν δεν είμαστε αυτοδύναμοι, η κυβέρνηση στην οποία θα συμμετέχουμε είναι ενδεχόμενο να συνεχίσει την ίδια πολιτική.
Την ίδια στιγμή, η περιβόητη πλατιά «αντιμνημονιακή» συμμαχία διευρύνεται ακόμα περισσότερο με αυτούς που δε θα ψηφίσουν για Πρόεδρο της Δημοκρατίας και, από την άλλη, από στελέχη και συμβούλους του Γ. Παπανδρέου, όπως Κρίτων Αρσένης, Κατσέλη, Κοτζιάς, Ρουμπάτης κλπ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας ρόλο «τιμονιέρη» στην αστική διαχείριση, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να περάσει τις «εξετάσεις» και καθημερινά δίνει δείγματα γραφής στο κεφάλαιο για την ικανότητα και τη φερεγγυότητα που διαθέτει να εξυπηρετήσει αποτελεσματικά τα συμφέροντά του.
Αυτήν την πρακτική βλέπουμε να εφαρμόζει όπου κλήθηκε να ασκήσει διοίκηση, π.χ., στην Περιφέρεια Αττικής, όπου, η προσκείμενη σ' αυτόν, διοίκηση της Ρ. Δούρου ψήφισε τον προϋπολογισμό που είχε καταρτίσει η προηγούμενη «μνημονιακή» διοίκηση του Γ. Σγουρού.
Αυτήν την προσπάθεια υπηρετούν τα «πήγαινε - έλα» των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ στα διάφορα συνέδρια, ινστιτούτα και «ευαγή» ιδρύματα των κεφαλαιοκρατών και τις εκδηλώσεις τύπου ΣΕΒ, Brookings, Τέξας, Λονδίνο κλπ., οι διεθνείς του συμμαχίες.
Αυτήν την επιλογή υπηρετούν οι συναντήσεις «κορυφής» του αρχηγού του κ. Τσίπρα με τα στελέχη της Ε.Ε., «αντισυστημικούς» επιχειρηματίες, τα ιδρύματα των εφοπλιστικών ομίλων κλπ.
Αυτήν τη γραμμή υπηρετεί η αντιπολίτευση που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ στη συγκυβέρνηση διεκδικώντας το ρόλο του καλύτερου διαχειριστή με όρκους πίστης στην ανταγωνιστικότητα, την υγιή επιχειρηματικότητα και στηρίζοντας μια πολιτική εντός των τειχών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Αυτήν τη στόχευση υπηρετεί και η «ορθή» επανάληψη της ανακοίνωσης του ΣΥΡΙΖΑ για την επέτειο του Πολυτεχνείου, με την οποία απάλειψαν την επίμαχη φράση για «αμερικανοκίνητη χούντα» που υπήρχε στην πρώτη ανακοίνωσή του, που είχε στείλει λίγες ώρες νωρίτερα.
Σ' αυτές τις εξετάσεις φαίνεται η αστική τάξη να δίνει στον ΣΥΡΙΖΑ καλή «βαθμολογία», γι' αυτό και τώρα που βρίσκεται προ των πυλών της διακυβέρνησης όχι μόνο το σύστημα δεν ανησυχεί αλλά κάποιοι τους «σπρώχνουν» κιόλας.
Αυτός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτή είναι η πολιτική του και έτσι καθορίζει και τις συμμαχίες του και ο κατάλογος των αποδείξεων είναι μακρύς.
Σε συνέντευξή του ο γραμματέας της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφής: «...δεν πρόκειται να αγνοήσουμε τις δυνατότητες για μικρές και μεγάλες συμμαχίες και με κοινωνικές δυνάμεις που παραδοσιακά τηρούσαν απόσταση από την αριστερά, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο με δυνάμεις και πρόσωπα που δίνουν εξετάσεις για την αξιοπρέπεια του λαού μας....» Αλήθεια, ποιες κοινωνικές δυνάμεις τηρούσαν απόσταση από την αριστερά και τώρα στο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ αποκαθιστούν τη σχέση τους; Ενώ ο ίδιος διαπιστώνει συνέπεια στην «αντιμνημονιακή στάση» των ΑΝΕΛ και αφήνει ανοιχτό το θέμα της συνεργασίας μαζί τους.
Εδώ βέβαια ταιριάζει «γάντι» η δήλωση του Α. Μητρόπουλου ότι «εάν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είναι ενδεχόμενο να συνεχίσει τη "μνημονιακή πολιτική"». Για να μην τον αδικούμε, η δήλωση έχει διπλή ερμηνεία, με το ίδιο βέβαια ταξικό περιεχόμενο. Λέει λοιπόν: `Η μας ψηφίζετε και έχουμε αυτοδυναμία προκειμένου να μην αναγκαστούμε από τους συμμάχους μας να ασκήσουμε τις σημερινές γνωστές κατευθύνσεις της «μνημονιακής πολιτικής» ή, αν δεν είμαστε αυτοδύναμοι, η κυβέρνηση στην οποία θα συμμετέχουμε είναι ενδεχόμενο να συνεχίσει την ίδια πολιτική.
Την ίδια στιγμή, η περιβόητη πλατιά «αντιμνημονιακή» συμμαχία διευρύνεται ακόμα περισσότερο με αυτούς που δε θα ψηφίσουν για Πρόεδρο της Δημοκρατίας και, από την άλλη, από στελέχη και συμβούλους του Γ. Παπανδρέου, όπως Κρίτων Αρσένης, Κατσέλη, Κοτζιάς, Ρουμπάτης κλπ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας ρόλο «τιμονιέρη» στην αστική διαχείριση, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να περάσει τις «εξετάσεις» και καθημερινά δίνει δείγματα γραφής στο κεφάλαιο για την ικανότητα και τη φερεγγυότητα που διαθέτει να εξυπηρετήσει αποτελεσματικά τα συμφέροντά του.
Αυτήν την πρακτική βλέπουμε να εφαρμόζει όπου κλήθηκε να ασκήσει διοίκηση, π.χ., στην Περιφέρεια Αττικής, όπου, η προσκείμενη σ' αυτόν, διοίκηση της Ρ. Δούρου ψήφισε τον προϋπολογισμό που είχε καταρτίσει η προηγούμενη «μνημονιακή» διοίκηση του Γ. Σγουρού.
Αυτήν την προσπάθεια υπηρετούν τα «πήγαινε - έλα» των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ στα διάφορα συνέδρια, ινστιτούτα και «ευαγή» ιδρύματα των κεφαλαιοκρατών και τις εκδηλώσεις τύπου ΣΕΒ, Brookings, Τέξας, Λονδίνο κλπ., οι διεθνείς του συμμαχίες.
Αυτήν την επιλογή υπηρετούν οι συναντήσεις «κορυφής» του αρχηγού του κ. Τσίπρα με τα στελέχη της Ε.Ε., «αντισυστημικούς» επιχειρηματίες, τα ιδρύματα των εφοπλιστικών ομίλων κλπ.
Αυτήν τη γραμμή υπηρετεί η αντιπολίτευση που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ στη συγκυβέρνηση διεκδικώντας το ρόλο του καλύτερου διαχειριστή με όρκους πίστης στην ανταγωνιστικότητα, την υγιή επιχειρηματικότητα και στηρίζοντας μια πολιτική εντός των τειχών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Αυτήν τη στόχευση υπηρετεί και η «ορθή» επανάληψη της ανακοίνωσης του ΣΥΡΙΖΑ για την επέτειο του Πολυτεχνείου, με την οποία απάλειψαν την επίμαχη φράση για «αμερικανοκίνητη χούντα» που υπήρχε στην πρώτη ανακοίνωσή του, που είχε στείλει λίγες ώρες νωρίτερα.
Σ' αυτές τις εξετάσεις φαίνεται η αστική τάξη να δίνει στον ΣΥΡΙΖΑ καλή «βαθμολογία», γι' αυτό και τώρα που βρίσκεται προ των πυλών της διακυβέρνησης όχι μόνο το σύστημα δεν ανησυχεί αλλά κάποιοι τους «σπρώχνουν» κιόλας.
Αυτός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτή είναι η πολιτική του και έτσι καθορίζει και τις συμμαχίες του και ο κατάλογος των αποδείξεων είναι μακρύς.
Οπορτουνιστικές εφεδρείες
Γι' αυτό του είναι χρήσιμο να συντηρεί και το φιλολαϊκό του άλλοθι, τις «αριστερές» φωνές στο εσωτερικό του, που κάποιες φορές ανεβάζουν τους εσωκομματικούς αντιπολιτευτικούς τόνους, ενώ στην ουσία στηρίζουν σιωπηλά τις κεντρικές πολιτικές επιλογές. Πρόκειται για δυνάμεις που αντικειμενικά αποτελούν μια ακόμη οπορτουνιστική εφεδρεία του συστήματος για το μέλλον. Ενα τέτοιο άλλοθι προσπαθούν να υπηρετήσουν οι ταυτόχρονες προτάσεις συνεργασίας και «επιθέσεις» φιλίας στο ΚΚΕ, που εναλλάσσονται με χυδαίες επιθέσεις και αντικομουνισμό.
Η πραγματική διέξοδος βρίσκεται σήμερα στην οργάνωση της πάλης του λαού, ενάντια στις αιτίες που γεννούν και αναπαράγουν τα δεινά της ζωής του, στην ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, της εξουσίας των μονοπωλίων, την αποδέσμευση από τις διεθνείς λυκοσυμμαχίες της αστικής τάξης, όπως είναι η ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την αναγέννηση ενός ταξικά προσανατολισμένου εργατικού κινήματος, για την ενίσχυση της κοινωνικής συμμαχίας όλων όσοι υποφέρουν, ενάντια στα μονοπώλια και το καπιταλιστικό σύστημα.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη να ισχυροποιηθεί το ΚΚΕ, ώστε να ενισχυθεί η «εργατική - λαϊκή αντιπολίτευση» παντού, απέναντι στην αστική πολιτική, είτε σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης είτε σε συνθήκες μιας ορισμένης ανάκαμψης του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτή αποτελεί τη μόνη ενεργητικά θετική θέση στις συγκεκριμένες συνθήκες, που δρομολογείται η εναλλαγή πόλου στη διακυβέρνηση με στόχο την απορρόφηση της λαϊκής δυσαρέσκειας από την κυβερνητική πολιτική. Είναι η μόνη πολιτική θέση η οποία βρίσκεται σε αντιστοιχία με τη θέση της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, οι οποίοι βρίσκονται αντικειμενικά σε θέση αντιπολίτευσης απέναντι στο κεφάλαιο, την εργοδοσία, το αστικό κράτος και την ΕΕ.
*Ο Δημήτρης Ξεκαλάκης είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Γι' αυτό του είναι χρήσιμο να συντηρεί και το φιλολαϊκό του άλλοθι, τις «αριστερές» φωνές στο εσωτερικό του, που κάποιες φορές ανεβάζουν τους εσωκομματικούς αντιπολιτευτικούς τόνους, ενώ στην ουσία στηρίζουν σιωπηλά τις κεντρικές πολιτικές επιλογές. Πρόκειται για δυνάμεις που αντικειμενικά αποτελούν μια ακόμη οπορτουνιστική εφεδρεία του συστήματος για το μέλλον. Ενα τέτοιο άλλοθι προσπαθούν να υπηρετήσουν οι ταυτόχρονες προτάσεις συνεργασίας και «επιθέσεις» φιλίας στο ΚΚΕ, που εναλλάσσονται με χυδαίες επιθέσεις και αντικομουνισμό.
Η πραγματική διέξοδος βρίσκεται σήμερα στην οργάνωση της πάλης του λαού, ενάντια στις αιτίες που γεννούν και αναπαράγουν τα δεινά της ζωής του, στην ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, της εξουσίας των μονοπωλίων, την αποδέσμευση από τις διεθνείς λυκοσυμμαχίες της αστικής τάξης, όπως είναι η ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την αναγέννηση ενός ταξικά προσανατολισμένου εργατικού κινήματος, για την ενίσχυση της κοινωνικής συμμαχίας όλων όσοι υποφέρουν, ενάντια στα μονοπώλια και το καπιταλιστικό σύστημα.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη να ισχυροποιηθεί το ΚΚΕ, ώστε να ενισχυθεί η «εργατική - λαϊκή αντιπολίτευση» παντού, απέναντι στην αστική πολιτική, είτε σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης είτε σε συνθήκες μιας ορισμένης ανάκαμψης του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτή αποτελεί τη μόνη ενεργητικά θετική θέση στις συγκεκριμένες συνθήκες, που δρομολογείται η εναλλαγή πόλου στη διακυβέρνηση με στόχο την απορρόφηση της λαϊκής δυσαρέσκειας από την κυβερνητική πολιτική. Είναι η μόνη πολιτική θέση η οποία βρίσκεται σε αντιστοιχία με τη θέση της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, οι οποίοι βρίσκονται αντικειμενικά σε θέση αντιπολίτευσης απέναντι στο κεφάλαιο, την εργοδοσία, το αστικό κράτος και την ΕΕ.
*Ο Δημήτρης Ξεκαλάκης είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου