Ανακοίνωση
Η κοινωνική αντίσταση στο αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο και η ταχύτατη φθορά της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμένου, έχουν επιταχύνει εντυπωσιακά τις πολιτικές εξελίξεις.
Επιβεβαιώνεται η εκτίμηση ότι το αποτέλεσμα των εκλογών στις 20/9 στηρίχθηκε στην υφαρπαγή της εργατικής και λαϊκής ψήφου, στις ελπίδες ότι το Μνημόνιο 3 θα εφαρμοστεί με «ανθρώπινο πρόσωπo» και στις δημαγωγίες για ένα τάχα «παράλληλο πρόγραμμα». Η πανίσχυρη μνημονιακή πλειοψηφία στη βουλή δεν αντανακλούσε μια βαθύτερη κοινωνική μεταστροφή, τη διαμόρφωση μιας κοινωνικής πλειοψηφίας φιλομνημονιακής. Αντίθετα, η αντίσταση στη λιτότητα, η διαχωριστική μνημόνιο-αντιμνημόνιο παρέμεινε ως ενεργό κοινωνικό ρήγμα, ικανό να δώσει ισχυρούς κοινωνικούς και πολιτικούς σεισμούς. Τα γρήγορα αντανακλαστικά όσων κάλεσαν αμέσως μετά την 20/9 σε κοινωνική αντίσταση (με την πρώτη απεργία στις 12 Νοέμβρη!) αποδείχθηκαν ότι πατούσαν σε στέρεα βάση.
Ο πρώτος «σεισμός» που συντάραξε και συνταράσσει την κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου ήρθε μαζί με την πρώτη προσπάθειά τους να εφαρμόσουν συγκεκριμένα τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν με την κατάπτυστη συμφωνία της 13ης Ιουλίου, με την αντιμεταρρύθμιση στο Ασφαλιστικό.
Επιβεβαιώνεται η εκτίμηση ότι το αποτέλεσμα των εκλογών στις 20/9 στηρίχθηκε στην υφαρπαγή της εργατικής και λαϊκής ψήφου, στις ελπίδες ότι το Μνημόνιο 3 θα εφαρμοστεί με «ανθρώπινο πρόσωπo» και στις δημαγωγίες για ένα τάχα «παράλληλο πρόγραμμα». Η πανίσχυρη μνημονιακή πλειοψηφία στη βουλή δεν αντανακλούσε μια βαθύτερη κοινωνική μεταστροφή, τη διαμόρφωση μιας κοινωνικής πλειοψηφίας φιλομνημονιακής. Αντίθετα, η αντίσταση στη λιτότητα, η διαχωριστική μνημόνιο-αντιμνημόνιο παρέμεινε ως ενεργό κοινωνικό ρήγμα, ικανό να δώσει ισχυρούς κοινωνικούς και πολιτικούς σεισμούς. Τα γρήγορα αντανακλαστικά όσων κάλεσαν αμέσως μετά την 20/9 σε κοινωνική αντίσταση (με την πρώτη απεργία στις 12 Νοέμβρη!) αποδείχθηκαν ότι πατούσαν σε στέρεα βάση.
Ο πρώτος «σεισμός» που συντάραξε και συνταράσσει την κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου ήρθε μαζί με την πρώτη προσπάθειά τους να εφαρμόσουν συγκεκριμένα τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν με την κατάπτυστη συμφωνία της 13ης Ιουλίου, με την αντιμεταρρύθμιση στο Ασφαλιστικό.
Οι κυβερνητικές ιδέες για το Ασφαλιστικό -που κακώς χρεώνονται μόνον ως ιδέες Κατρούγκαλου- είναι μια ομαλή συνέχεια στη νεοφιλελεύθερη γραμμή των Σπράου-Γιαννίτση-Αλογοσκούφη-Τσιτουρίδη-Λοβέρδου και Κουτρουμάνη. Ολοκληρώνουν χωρίς μεσοδιαστήματα και μεταβατικές διατάξεις την άγρια αντιασφαλιστική παρέμβαση των Μνημονίων 1 και 2, μετατρέποντας το δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα σε ένα «ελάχιστο προστατευτικό δίχτυ» και ανοίγοντας το δρόμο για έναν μαζικό ρόλο των ιδιωτικών ασφαλίσεων.
2α.
Επίσης δεν υπάρχουν περιθώρια για θεωρήσεις που υποβαθμίζουν το ρόλο των μισθωτών. Η διασφάλιση μιας προσωρινής αδρανοποίησης της εργατικής κινητοποίησης μετά τη σημαντική γενική απεργία στις 4/2 υπήρξε βασικός στόχος του κυβερνητικού και μιντιακού μηχανισμού. Όμως, αργά ή γρήγορα, το νομοσχέδιο θα παρουσιαστεί επισήμως. Και τότε θα καταρρεύσει όλη η κυβερνητική δημαγωγία που τάχα «δεσμεύεται» ότι δεν θα υπάρξουν (πρόσθετες) μειώσεις στις συντάξεις.
Η απαίτηση για αποφασιστικό απεργιακό αγώνα τώρα (και όχι αργότερα, δίνοντας χρόνο στην κυβέρνηση για να κάμψει τους αγρότες...) είναι υποχρέωση όλων των αγωνιστών στα συνδικάτα και όλης της πολιτικής Αριστεράς. Η στάση του ΠΑΜΕ στη ΓΣΕΕ, όπου συμβαδίζοντας με την ΠΑΣΚΕ, επιβάλει αναβολή των απεργιακών κινητοποιήσεων για...όταν έρθει το νομοσχέδιο στη βουλή, είναι μια κακή έκπληξη. Μια στάση που ερμηνεύει την επιλογή των μεγάλων ΜΜΕ που δηλώνουν ότι «διαφωνούν», αλλά σέβονται το ΚΚΕ.
Αν η αντίσταση του κόσμου είναι η Χάρυβδη, η στάση της τρόικας και των δανειστών είναι η Σκύλα για την κυβέρνηση.
Σε πείσμα όλων των αναλύσεων του οικονομικού κυβερνητικού επιτελείου (που διαβεβαίωνε γεμάτο «τεχνική επάρκεια και τεκμηρίωση» ότι μπαίνουμε στην αρχή ενός φωτεινού κύκλου εξόδου από την κρίση και κατά συνέπεια οι δανειστές θα είναι πλέον «ώριμοι» για μια χαλάρωση της θηλιάς του χρέους) η κρίση του καπιταλισμού επιδεινώνεται. Οι διεθνείς αναλυτές παρομοιάζουν το 2016 με ένα νέο 2008, κρατώντας πλέον την αναπνοή τους για τις εξελίξεις στην Ιταλία, στη Γαλλία, στην ίδια τη Γερμανία.
Σε αυτό το πλαίσιο, αντί για την αναμενόμενη χαλάρωση ήρθε το μήνυμα: Εφαρμογή, ηλίθιε! Το Κουαρτέτο απαιτεί εφαρμογή κατά γράμμα των μνημονιακών δεσμεύσεων, ενώ το ΔΝΤ κάνει λόγο για πρόσθετα μέτρα λιτότητας 7,5-9 δισ. και μεταξύ τους βέβαια, μια νέα δραματική περικοπή συντάξεων, τις οποίες χαρακτηρίζει εξαιρετικά...γενναιόδωρες!
Κάτω από αυτά τα χτυπήματα, η πολιτική λύση της κάλπης στις 20/9 έχει μπει σε μεγάλη αστάθεια και αμφισβήτηση πριν καν η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου κλείσει εξάμηνο στην εξουσία.
Αυτό αναδεικνύει η δημόσια συζήτηση για την ανάγκη «διεύρυνσης» της κυβέρνησης. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η ελάχιστη κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153 βουλευτών, αλλά η διαπίστωση ότι οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν έχουν πλέον την πολιτική δύναμη που απαιτείται για να επιβάλουν το Ασφαλιστικό και στη συνέχεια το φορολογικό και το νέο εργασιακό που ζητά το μνημονιακό κουαρτέτο. Και η πολιτική δύναμη αυτή δεν προκύπτει με την προσθήκη ενός εκ των Λεβέντη, Ποτάμι ή ΠΑΣΟΚ. Εξάλλου, τα λεγόμενα «μικρά κόμματα» έχουν, μέσα σε αυτό το καμίνι, μπει σε διαδικασία συρρίκνωσης και αποσυσπείρωσης. Οι πολιτικές εξελίξεις μπαίνουν στην τροχιά είτε των «μεγάλων διευρύνσεων», της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, είτε των εκλογών για να αποτυπωθεί ο νέος πολιτικός συσχετισμός.
Μόνον που αυτή τη φορά οι ευρωηγεσίες δεν δίνουν εύκολα σωσίβιο στον Τσίπρα, δεν συναινούν για προσφυγή στις κάλπες όπως το Σεπτέμβρη, όταν «κατανοούσαν» την ανάγκη να εκκαθαριστεί το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ από τη ριζοσπαστική αριστερή του πτέρυγα.
Πέντε μήνες μετά είμαστε, ξανά, μπροστά σε μια ανεξέλεγκτη πολιτική κρίση. Και κανείς δεν δικαιούται να ξεχνά ότι είμαστε ακόμα στην αρχή...
Σε αυτή τη διαδικασία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν υποχωρεί άτακτα μόνο στο πεδίο της οικονομίας, βυθιζόμενη στη νεοφιλελεύθερη-μνημονιακή μετάλλαξη, υποχωρεί με ραγδαίο ρυθμό σε αντιδραστική κατεύθυνση σε όλα τα μέτωπα.
Για πρώτη φορά από το 1974, μια κυβέρνηση στην Ελλάδα τολμά να καλέσει το ΝΑΤΟ(!) να επέμβει με στρατιωτική δύναμη στην περιοχή. Η νατοϊκή αρμάδα κλήθηκε να αναλάβει της επιβολή της διαβόητης «αποτροπής» των προσφύγων, του πολύνεκρου push-back και να επαναφέρει βίαια εξαθλιωμένους και αβοήθητους ανθρώπους στο σημείο από όπου ξεκίνησαν το μαρτυρικό ταξίδι τους, στα στρατόπεδα στην Τουρκία που ξεχειλίζουν από 2,5-3 εκατομμύρια προσφύγων. Τα αποτελέσματα της πολιτικής «αποτροπής» είναι εκ των προτέρων γνωστά σε όλους: θα πολλαπλασιαστούν τα θύματα. Και κανείς κυβερνητικός «ριζοσπάστης» δεν κοκκινίζει από ντροπή, κανείς δεν παραιτείται...
Σήμερα επείγει η κλιμάκωση μιας αντιρατσιστικής παρέμβασης της Αριστεράς που θα συνολικοποιεί πολιτικά την αλληλεγγύη του κόσμου στους πρόσφυγες: απαιτώντας να πέσουν οι «φράχτες», να σταματήσουν τα εγκλήματα της «αποτροπής», να διασφαλιστεί η ασφαλής διέλευση προς τις χώρες προτίμησής τους, να οργανωθεί μια «ανοιχτή» και αλληλέγγυα υποδοχή όσων και για όσο παραμένουν εδώ, μαζί με την απαίτηση για άμεσο σταμάτημα του πολέμου στη Συρία.
Όμως η παρουσία της νατοϊκής αρμάδας σε μια περιοχή με περίπλοκα ζητήματα, «κυριαρχίας», μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αλλά και ελάχιστα χιλιόμετρα απόστασης από τις ρωσικές φρεγάτες στα ανοιχτά της Συρίας, βάζει με επιτακτικό τρόπο θα ζητήματα της ειρήνης και της αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Ζητήματα για τα οποία μας προϊδέαζε η προσχώρηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην πολιτική του ακροδεξιού Σαμαρά, για ένα στρατιωτικό και διπλωματικό «άξονα» με το κράτος του Ισραήλ και τους δικτάτορες της νέας Αιγύπτου.
Στις μέρες μιας, υποτίθεται, κυβέρνησης της Αριστεράς, γίνεται επιτακτική η ανάγκη μια κινηματικής αντιπολίτευσης που θα συνδυάζει αποφασιστικά τον αντιρατσισμό με την αντι-ιμπεριαλιστική και αντιπολεμική πάλη.
Η κρίση των Τσίπρα-Καμένου, έγινε έγκαιρα αντιληπτή από το καθεστώς. Που επέβαλε στην ηγεσία της ΝΔ τον Κυρ. Μητσοτάκη, προετοιμάζοντας μιαν «πολεμική» εναλλακτική λύση απέναντι στον Τσίπρα. Πρόκειται για μια ηγεσία αμιγώς νεοφιλελεύθερη, που συμβολίζει το μίσος για καθετί το δημόσιο, που υπόσχεται την ακραία «απελευθέρωση» των δυνάμεων της αγοράς από κάθε δέσμευση που δημιουργούν τα εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Μια νίκη της μητσοτακικής ΝΔ, σε συνδυασμό με την αποθάρρυνση και την απογοήτευση που μπορεί να προκαλέσει η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι δυνατό να οδηγήσει σε μια ανατροπή όχι μόνο του πολιτικού αλλά και του πιο ουσιαστικού, του κοινωνικού συσχετισμού δύναμης που διαμόρφωσαν οι μεγάλοι αγώνες της περιόδου 2010-13.
Η ανασυγκρότηση της Αριστεράς, μέσα από την πάλη για να αποκρουστεί το Μνημόνιο 3 και να οικοδομηθεί μια αριστερή εναλλακτική λύση στην κρίση Τσίπρα-Καμένου, οφείλει να συνδυάζεται με μια ξεκάθαρη έμφαση στην αντιδεξιά πολιτική.
Μπροστά σε αυτές τις προκλήσεις και με τις εμπειρίες της προηγούμενης περιόδου, έχει συγκεντρωθεί το πολιτικό «υλικό», οι βασικές συντεταγμένες του μεταβατικού προγράμματος που χρειαζόμαστε σήμερα.
Η πάλη του κόσμου μας για την ανατροπή της λιτότητας ταυτίζεται με την αντίσταση στα Μνημόνια, νέα και παλιά. Συνδέεται με τη διεκδίκηση της στάσης πληρωμών προς τους ντόπιους και διεθνείς τοκογλύφους, με την απαίτηση απονομιμοποίησης και τελικά διαγραφής του χρέους. Με την εθνικοποίηση-υπό δημόσιο, δημοκρατικό, εργατικό έλεγχο-των Τραπεζών. Με την άρνηση στις ιδιωτικοποιήσεις και την επανακρατικοποίηση των μεγάλων Οργανισμών και επιχειρήσεων που ιδιωτικοποιήθηκαν. Με τη βαριά φορολόγηση των κερδών και του μεγάλου πλούτου. Με την άμεση επιβολή μιας δέσμης μέτρων ανακούφισης των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων (μισθός, σύνταξη, φορολογική ελάφρυνση, κοινωνικές δαπάνες κ.ο.κ.). Όλα αυτά σημαίνουν ένα αντίστροφο Μνημόνιο, ένα Μνημόνιο που αυτή τη φορά πρέπει να επιβάλουμε σε βάρος των καπιταλιστών και των δανειστών συμμάχων τους.
Είμαστε στη φάση που πρέπει να συσπειρώσουμε τις δυνάμεις για να βάλουμε ξανά μπροστά το σχέδιο «κυβέρνηση Αριστεράς», με μεταβατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και πορεία προς το Σοσιαλισμό, με μεγαλύτερη και άμεση στήριξη στις κινητοποιημένες δυνάμεις των εργατών και του λαού, στις δικές του κοινωνικές οργανώσεις, έξω από την εκλογική πολιτική της «ανάθεσης» που αποδείχθηκε αποπροσανατολιστική και παγιδευτική.
Μετά την εμπειρία της Κύπρου και πολύ περισσότερο μετά την εμπειρία της «διαπραγμάτευσης» ΣΥΡΙΖΑ, είναι σαφές ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν μπορεί να υλοποιηθεί, δεν μπορεί καν να προχωρήσει, μέσα στα όρια του Ευρώ και με τη συναίνεση των ευρωηγεσιών.
Η ρήξη με το Ευρώ, την ευρωζώνη και την ΕΕ είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ανατροπή της λιτότητας, για την αποκατάσταση των βασικών εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Μια σύγχρονη ριζοσπαστική αντικαπιταλιστική Αριστερά οφείλει να εγγράψει αυτόν το στόχο στο πρόγραμμά της και να επεξεργάζεται όλες τις αναγκαίες τακτικές επιλογές για την επίτευξή του.
Ο στόχος αυτός δεν σημαίνει εθνική αναδίπλωση και περιχαράκωση. Αντίθετα γίνεται προϋπόθεση για τη σύνδεση, για την πραγματική αλληλεγγύη με τους αγώνες και τη μαχόμενη Αριστερά σε όλη την Ευρώπη. Γιατί είδαμε ότι η μνημονιακή υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ, που έγινε υπό τον εκβιασμό του «με κάθε θυσία στο Ευρώ», κατέληξε στο να απογοητεύει, να προκαλεί σοβαρά πολιτικά προβλήματα στους αδελφούς μας στην Ισπανία, στην Πορτογαλία κ.ο.κ. Στη βάση αυτής της εμπειρίας σε όλη την ευρωπαϊκή Αριστερά προωθούνται με σοβαρούς ρυθμούς οι διεργασίες που συνδυάζουν την προσήλωση σε μιαν αντικαπιταλιστική πολιτική ανατροπής της λιτότητας με την υποστήριξη της αναγκαίας ρήξης με το Ευρώ.
Οι προγραμματικές επιλογές είναι πάντα συνδεδεμένες με την τακτική συγκέντρωσης δύναμης που απαιτείται για να τις επιβάλει.
Το Κόκκινο Δίκτυο (ΚΔ) προέρχεται από συντρόφους και συντρόφισσες που έδωσαν πολιτική μάχη και μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Με βάση τις δυνάμεις μας σταθήκαμε στην πρώτη γραμμή της αντίστασης στη νεοφιλελεύθερη-μνημονιακή μετάλλαξη που επέφερε η ηγετική ομάδα Τσίπρα.
Διαχωριστήκαμε απέναντι στις αποφάσεις για συνεργασία με του ΑΝΕΛ, αρνηθήκαμε τη στήριξη στον Παυλόπουλο, συμβάλαμε στο να διατυπωθούν τα «Όχι» και μέσα στη βουλή. Προειδοποιήσαμε για τις συνέπειες της άθλιας συμφωνίας στις 20 Φλεβάρη και δηλώσαμε δημόσια ότι ο «ρεαλισμός» του κυβερνητισμού (με την εγκατάλειψη των αναγκαίων «μονομερών ενεργειών» όπως η στάση πληρωμής στους τοκογλύφους, αλλά και την εγκατάλειψη των φιλεργατικών-φιλολαϊκών δεσμεύσεων από το πρόγραμμα της ΔΕΘ) οδηγούσαν με ταχύτητα στο Μνημόνιο 3.
Από την πρώτη στιγμή τοποθετηθήκαμε στις γραμμές της ΛΑ.Ε., αναγνωρίζοντας την υποχρέωση να παρουσιαστεί-παρόλες τις δυσκολίες-μια αριστερή πολιτική και εκλογική εναλλακτική λύση στους εκβιασμούς του μεταλλαγμένου ΣΥΡΙΖΑ στις 20/9.
Η ΛΑΕ ηττήθηκε στις εκλογές του Σεπτέμβρη. Όμως κράτησε έναν σημαντικό αριθμό αγωνιστών-τριών πανελλαδικά, συγκροτημένων σε τοπικές και κλαδικές οργανώσεις, με πείρα οργάνωσης αγώνων και πείρα συνεργασίας με άλλους αγωνιστές.
Η στάση της ΛΑΕ από την πρώτη στιγμή στους αγώνες αντίστασης και στο Μνημόνιο 3 ήταν ένα σημαντικό κεκτημένο. Μαζί με άλλους, άνοιξε το δρόμο για να αρχίσει να αντιμετωπίζεται η απογοήτευση από τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Εκτιμάμε ότι η ΛΑΕ εξακολουθεί να είναι ένας σημαντικός «τόπος» για την ανασύνταξη όλης της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Όμως δεν έχουμε κανένα συναίσθημα αυτάρκειας.
Από την πρώτη στιγμή δηλώσαμε ότι η ΛΑΕ οφείλει να προχωρήσει ως ένα Μέτωπο «υπό κατασκευή».
Σήμερα πρέπει να γίνουν σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση:
- Η πολιτική και το πρόγραμμα της ΛΑΕ πρέπει να αναπτυχθούν εμπεδώνοντας τον χαρακτήρα ενός Μετώπου της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Ο μετωπικός χαρακτήρας της ΛΑΕ θα πρέπει να διαφυλαχθεί. Με την καθαρή και συγκροτημένη λειτουργία κάθε συνιστώσας της, με σαφείς κανόνες λειτουργίας που θα σέβονται τον πλουραλισμό, που θα δημιουργούν χώρους και ρόλους για τα πολύτιμα ανένταχτα τμήματα αγωνιστών-τριών που εντάσσονται σε αυτήν.
- Ο μετωπικός χαρακτήρας μπορεί να υπηρετηθεί μόνον μέσα από μια ξεκάθαρη δημοκρατική λειτουργία. Με συλλογική ηγεσία. Με δημόσιο λόγο που θα σέβεται το «κλίμα» της εσωτερικής συζήτησης. Με έμφαση στη λειτουργία των περιφερειακών-κλαδικών οργανώσεων και την αναγνώριση της ευθύνης στο χώρο τους. Οι «έκτακτες» συνθήκες συγκρότησης της ΛΑΕ τελειώνουν ως δικαιολογία και η Ιδρυτική Συνδιάσκεψη πρέπει να δώσει ορμή σε μιαν αυθεντικά δημοκρατική λειτουργία.
- Η ΛΑΕ πρέπει να διευρυνθεί. Υποστηρίζουμε τη στενότερη δυνατή συνεργασία με τις συλλογικότητες που απελευθέρωσε (και θα συνεχίσει να απελευθερώνει) η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και συντρόφους-ισσες και συλλογικότητες της μη σεχταριστικής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Η πρόκληση των πολιτικών εξελίξεων (και πιθανών εκλογών) θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από το πλατύτερο δυνατόν φάσμα των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Αυτή η αντιμετώπιση της οικοδόμησης της ΛΑΕ θα πρέπει να συνδυαστεί με την πιο ειλικρινή υποστήριξη του χτισίματος Επιτροπών Βάσης, Λαϊκών πρωτοβουλιών, συνελεύσεις αντίστασης κ.α. οργάνων συσπείρωσης του κόσμου που παλεύει. Ο συνδυασμός αυτών των «κομματικών» και κινηματικών οργανώσεων μετωπικής πάλης υπηρετεί τον στόχο της «επανίδρυσης» μιας ριζοσπαστικής αριστεράς που έχει ήδη υιοθετήσει η ΛΑΕ.
- Το πρόγραμμα, η λειτουργία, η «εσωκομματική» δημοκρατία, η διεύρυνση, η σχέση μας με τον αγωνιζόμενο κόσμο, πρέπει να γίνουν το αντικείμενο μιας βαθειάς, συντροφικής συζήτησης που πρέπει να οργανωθεί σύντομα. Με στόχο, η Ιδρυτική Συνδιάσκεψη της ΛΑΕ να γίνει σταθμός για την αναγκαία πορεία ανασυγκρότησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου