του Δημήτρη Μπελαντή
Δημήτρης Μπελαντής |
Οι εκλογές στις 25 του Γενάρη θα αποτελέσουν μια καμπή στην ιστορία αυτού του τόπου και στην πορεία της ταξικής πάλης στην χώρα μας. Η συσσώρευση της λαϊκής οργής, της απόγνωσης και της κοινωνικής δυσαρέσκειας επί τέσσερα χρόνια, η εμπειρία της συμμετοχής στους εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες (από τις μεγάλες απεργίες του 20-2011, το κίνημα των πλατειών και της έμπρακτης μομφής στο πολιτικό σύστημα ώς τις κινητοποιήσεις του φθινοπώρου του 2011 που ανέτρεψαν τον Γιώργο Παπανδρέου, τις εργατικές συγκρούσεις στο Μετρό και το κίνημα των εκπαιδευτικών το 2013, τις Σκουριές και τη μεγάλη κινητοποίηση το 2013 για το κλείσιμο της ΕΡΤ κ.ά.), η εμπειρία της αδυναμίας να κατακτηθεί ένα κοινωνικό και εργασιακό πλαίσιο απέναντι σε μια αμείλικτη και απολύτως άκαμπτη διακυβέρνηση του κεφαλαίου, της Ε.Ε. και των διεθνών κέντρων εξουσίας, όλα αυτά τώρα συμποσούνται σε μια στιγμή κρίσιμης κοινοβουλευτικής αναμέτρησης.
Παρά το γεγονός ότι το κοινοβουλευτικό πεδίο δεν είναι ούτε το κύριο πεδίο ούτε το πιο πρόσφορο για να ανατραπεί οριστικά ο βασικός ταξικός συσχετισμός δύναμης, είναι πια σε όλους και σε όλες καθαρό ότι η κατοχή του κυβερνητικού κέντρου εξουσίας από την Αριστερά είναι κομβική για να σταματήσει η «ατμομηχανή» της αντιλαϊκής καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης και της συνεχούς αναδιανομής πλούτου υπέρ του κεφαλαίου, το τραίνο να ακινητοποιηθεί και να αρχίσει μια διαδικασία ανάστροφη αλλαγών και μεταρρυθμίσεων υπέρ της εργατικής τάξης, των αγροτών, των κατεστραμμένων επαγγελματιών και μικρομεσαίων, της εξαθλιωμένης διανόησης και νεολαίας, των φτωχών και αποκλεισμένων είτε ελληνικής εθνότητας είτε προσφύγων και μεταναστών.
Είναι απολύτως σωστή η διαπίστωση ότι η κινηματική οπισθοχώρηση μετά το 2012 και η σχετική προσαρμογή των πολιτικών της Αριστεράς σε αυτήν την οπισθοχώρηση (αυτό που από καιρό χαρακτηρίζουμε ως «μετριοπαθή μετατόπιση» της Αριστεράς) καθιστά την πολιτική και κοινωνική ανατροπή στην Ελλάδα και στην Ευρώπηεπαχθέστερη και δυσκολότερη σε κάθε περίπτωση και ότι καμία κυβέρνηση της Αριστεράς δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της χωρίς μαζική κοινωνική κινητοποίηση και χωρίς τον διαρκή εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, ώστε να μην υπαναχωρήσει και να μην εγκαταλείψει την οπτική της ταξικής μεροληψίας και επιλεκτικότητας. Άλλο τόσο, όμως, είναι ορθό το ότι χωρίς την αλλαγή της κατοχής του κυβερνητικού κέντρου εξουσίας οι εργαζόμενοι δεν θα ανακτήσουν εύκολα την αυτοπεποίθησή τους και την ταξική τους περηφάνεια και δεν θα λειτουργήσει η ανατροφοδότηση του κοινωνικού από το πολιτικό επίπεδο. Άρα, η κοινοβουλευτική πολιτική ανατροπή της Δεξιάς και των μνημονιακών κομμάτων γίνεται τώρα απολύτως αναγκαία και επιτακτική.
Ή η Αριστερά με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ θα νικήσει τις εκλογές και θα εφαρμόσει με συνέπεια το πρόγραμμά της ή θα ηττηθεί και θα πέσει «μαχόμενη» και με ψηλά το κεφάλι ή θα αναδιπλωθεί και θα χάσει την πολιτική και την ηθική ηγεμονική της ικανότητα. Η δεύτερη και η τρίτη πολιτική έκβαση θα είναι καταστροφικές για την μισθωτή εργασία και για τις λαϊκές τάξεις στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Άρα, πρέπει υποχρεωτικά οι δυνάμεις της Αριστεράς να νικήσουν. Δεν έχουμε καμία άλλη επιλογή. Κανείς από τους εχθρούς μας δεν θα μας λυπηθεί, αν χάσουμε την μάχη είτε στις 25 είτε στο διάστημα μετά από μια εκλογική νίκη. Que victis.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η ενότητα της Αριστεράς
Μια βασική παράμετρος της μεγάλης ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στη διπλή εκλογική μάχη του Μαΐου και του Ιουνίου 2012 ήταν η επιλογή του να θέσει ως βασικό ζήτημα την κοινωνική και την πολιτική ενότητα της Αριστεράς, να καλέσει το ΚΚΕ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες αριστερές και αντιμνημονιακές δυνάμεις (μεταξύ των οποίων και δυνάμεις που έγκαιρα και έντιμα ώς το 2012 αποχώρησαν από τα αριστερά από την σοσιαλδημοκρατία από αριστερές και φιλοκοινωνικές θέσεις) να συμπορευθούν και να οργανώσουν ένα κοινωνικό και πολιτικό Ενιαίο Μέτωπο της Αριστεράς. Ένα Μέτωπο της εργατικής τάξης, των μισθωτών, των αγροτών, της νεολαίας, της διανόησης, των πληττόμενων μεσαίων στρωμάτων. Μάλιστα, σε μια περίοδο όπου εκ των πραγμάτων η θέση του ΣΥΡΙΖΑ «Καμία θυσία για το ευρώ» ήταν πολύ ισχυρότερη και διαυγέστερη από ό,τι είναι σήμερα για μια σειρά από λόγους, η δυνατότητα σύναψης ενός πολιτικού Ε.Μ.Α. ήταν πολύ ευκολότερη και πιθανότερη και η προοπτική μιας κυβέρνησης όλων των δυνάμεων της Αριστεράς μπορούσε να επιτευχθεί τότε με μικρότερη προσπάθεια- η πρωτοβουλία αυτή του ΣΥΡΙΖΑ τότε σε συνδυασμό με τον πολύ ορθό στόχο της κυβέρνησης της Αριστεράς μετατόπισαν σημαντικές δυνάμεις από την Κεντροαριστερά αλλά και από το ΚΚΕ προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Τότε αλλά και στην πορεία, η κατηγορηματική άρνηση του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να μπουν σε μια τέτοια κατεύθυνση όχι μόνο συνέβαλαν στην εκλογική ήττα του 2012 αλλά και έριξαν βαρειά τη σκιά τους στην υποχώρηση του μαζικού κινήματος μετά το 2012. Αντιλήψεις που λένε ότι η υποχώρηση του κινήματος είχε σχέση αποκλειστικά με ζητήματα που ανάγονται στην αυτονομία και την ιδιοσυστασία του και καθόλου στον αριστερό πολιτικό υποκειμενικό παράγοντα είναι λαθεμένες και απολογητικές. Τόσο η διάσπαση της Αριστεράς όσο και προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και των άλλων αριστερών δυνάμεων έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.
Σήμερα, παρά τις δυσκολότερες κατά πολύ κινηματικά και συνειδησιακά συνθήκες αλλά και σε μια συγκυρία όπου η αγανάκτηση τρέφει ένα εκλογικό τσουνάμι υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, η ευκαιρία δεν έχει ολοκληρωτικά απωλεσθεί. Οι υπαρκτές και σοβαρές προγραμματικές διαφωνίες μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του Σχεδίου Β’ και άλλων αριστερών και αντιμνημονιακών δυνάμεων- ιδίως στα ζητήματα της ευρωζώνης , της Ε.Ε., της νομισματικής πολιτικής και ορισμένων συναφών θεμάτων- δεν μπορούν να επιλυθούν άμεσα είτε με έναν τεχνητό και συγκαλυπτικό τρόπο. Το πώς θα χειριστεί μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και το θέμα της ευρωζώνης θα κριθεί όχι οριστικά στο πεδίο των εκλογικών διακηρύξεων αλλά μέσα στη δυναμική της σύγκρουσης με το ελληνικό κεφάλαιο, την ηγεσία της ευρωζώνης-Ε.Ε. καθώς το διεθνές χρηματοπιστωτικό πλέγμα. Οι πρωτοβουλίες που θα αναληφθούν, αν ο ΣΥΡΙΖΑ μείνει πιστός ακόμη και στο μίνιμουμ πρόγραμμα της ΔΕΘ, θα επιφέρουν αλληλοδιαδοχικές αντιπαραθέσεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και θα βάλουν νέα και απρόβλεπτα ζητήματα στο τραπέζι.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, το στρατηγικό πεδίο είναι σε κάποιον βαθμό ακόμη ανοιχτό. Σε αυτό το πεδίο η συγκρότηση ενός κοινωνικού και ταξικού μετώπου από «τα κάτω», όπως η σύνθεσή του έχει περιγραφεί, θα χρειασθεί και μια συμμετρική αλληλεγγύη των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς από «τα πάνω». Θα χρειασθούμε, αν δεν θέλουμε να αναδιπλωθούμε και να ηττηθούμε, ακόμη και αν θέλουμε αρχικά να εφαρμόσουμε ένα αντινεοφιλελεύθερο και φιλολαϊκό μεταβατικό πρόγραμμα, που θα ανοίγει όμως τον δρόμο σε σοσιαλιστική προοπτική, μια μεγάλη πολιτική πρωτοβουλία σαν αυτήν που έχτισε σε ένα εστιατόριο του Παρισιού το 1934 το γαλλικό Λαϊκό Μέτωπο (με όλες τις αντιρρήσεις που θεωρητικά έχουμε απέναντι στα Λαϊκά Μέτωπα ως κυβερνητική εμπειρία). Σαν αυτήν που έχτισε στην Χιλή το 1970 την συμμαχία της Λαϊκής Ενότητας, σαν αυτήν που οικοδόμησε –με όλα τα πολιτικά προβλήματα που είχε- στην Γαλλία του 1970 το Κοινό Πρόγραμμα της Αριστεράς. Ποιο θα ήταν το αντικείμενο μιας τέτοιας πολιτικής; Νομίζουμε ότι δεν είναι δύσκολο να σκιαγραφήσουμε τους βασικούς άξονες, οι οποίοι ξεκινούν από το σημερινό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά μπορεί και να το υπερβούν στην πορεία :
– Σταμάτημα της ανθρωπιστικής κρίσης, πόροι και δημόσια αγαθά, όπως η τροφή, το ρεύμα, το νερό, η στέγη για όλους χωρίς καμία εξαίρεση.
– Κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων. Άμεσα, άνοδος του μισθού και των συντάξεων, κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, αφορολόγητο αξιοπρεπούς διαβίωσης, εξαίρεση των δημοσίων επενδύσεων από τις μνημονιακές ρυθμίσεις και το Σύμφωνο Σταθερότητας της Ε.Ε.
– Ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών προστασίας των εργαζομένων.
– Αποκατάσταση των σ.σ.ε. και του συλλογικού εργατικού δικαίου, αποκατάσταση του απεργιακού δικαιώματος νομοθετικά και νομολογιακά.
– Κατάργηση των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας και των αυταρχικών νόμων κατά των διαδηλώσεων. Χτύπημα του φασισμού με πολιτικά και όχι αποκλειστικά με νομικά μέσα.
– Τερματισμός των απολύσεων στο Δημόσιο και πολιτική επαναπροσλήψεων.
– Κατάργηση των υπαλληλοκτόνων πειθαρχικών μέτρων (αργία κλπ). Αξιοκρατία και εκδημοκρατισμός στην διοίκηση και στην δικαστική λειτουργία.
– Προστασία των προσφύγων και κατάργηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης για πρόσφυγες και μετανάστες.
– Διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους της χώρας με άμεσο σταμάτημα πληρωμής των τοκοχρεωλυσίων όσο θα διαρκέσει η διαπραγμάτευση για το χρέος. Διαπραγμάτευση χωρίς μνημόνια και χωρίς προαπαιτούμενα.
– Δίκαιο φορολογικό σύστημα. Φορολόγηση του μεγάλου πλούτου και κατάργηση των απαλλαγών για τα μονοπωλιακά συγκροτήματα και τους εφοπλιστές . Διάσωση του ασφαλιστικού συστήματος σε μια μη κεαφαλαιοποιητική βάση.
– Έλεγχος και δημόσια ιδιοκτησία στις τράπεζες , ικανοποιητική ρύθμιση των δημοσίων και ιδιωτικών χρεών.
– Άμεση αποκατάσταση της ΕΡΤ και μεσοπρόθεσμη ανάκτηση των βασικών δημοσίων επιχειρήσεων, κτιρίων και γης ως εργαλείων οικονομικής πολιτικής, κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ και επανέλεγχος των συμβάσεων παραχώρησης του δημοσίου πλούτου.
– Απαίτηση για μη εφαρμογή σε μια οικονομία υπό κατάρρευση των ρητρών και των μεγεθών των ευρωπαϊκών υπερμνημονίων.
– Ανεξάρτητη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, εγκαινίαση μιας πορείας εξόδου από το ΝΑΤΟ, μη συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικά σχέδια.
– Σύγκρουση με τις επιχειρηματικές και ποδοσφαιρικές «μαφίες» κάθε μορφής.
– Ηθικοποίηση της κρατικής πολιτικής , σχέση εμπιστοσύνης και αλήθειας μιας κυβέρνησης της Αριστεράς με τον λαό. Αποφυγή της «κρατικοποίησης της Αριστεράς» κατά τα πρότυπα του ΠΑΣΟΚ το 1980.
– Αποκατάσταση της δημοκρατικής και διαφανούς λειτουργίας του κοινοβουλευτισμού και κατάργηση της νομοθεσίας με «εξαιρετικό» τρόπο.
Θα μας αντιτείνουν οι σ. του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλων αριστερών οργανώσεων ότι αυτά τα παραπάνω δεν είναι ένα «καθαρό» αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, δεν συνιστούν μια σαφή και καθαρή ρήξη με την Ε.Ε, δεν είναι ο σοσιαλισμός. Πιθανόν να είναι και έτσι. Όμως, η υλοποίηση αυτού του πλαισίου των 15 σημείων από μια ενωμένη Αριστερά θα μπορούσε να είναι η αποκλειστικά δυνατή αρχή μιας διαδικασίας ρήξεων με το κεφάλαιο και τις πραγματικές δομές της Ε.Ε., η αποκλειστικά δυνατή έναρξη μιας μακράς πορείας προς τον σοσιαλισμό, της οποίας η τελική έκβαση είναι ακόμη απρόβλεπτη. Η προβολή των «προγραμματικών διαφωνιών» για να μην προχωρήσει η ενότητα της Αριστεράς –πέρα από υπαρκτές ευθύνες και προβλήματα και του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ – συχνά λειτουργεί ως ένα άλλοθι για την διατήρηση μιας επισφαλούς «καθαρής ταυτότητας» που δεν προχωρά σε καμία αλλαγή και που τελικά είναι η υπεκφυγή για να μην αλλάξει τίποτε σε αυτήν την χώρα. Είναι μια συντηρητική πολιτική των «μικρών διαφορών» και των «ασφαλών ταυτοτήτων» που ευνοεί όχι μόνο το κεφάλαιο αλλά και τις ηγεσίες της ευρωζώνης και της Ε.Ε. Δεν είναι τυχαίο όσον αφορά το Κ.Κ.Ε. –παρά τον σεβασμό στην ιστορική του προσφορά- ότι δέχεται τόσα και τέτοια συγχαρητήρια πό τον ταξικό αντίπαλο για την «καθαρή στάση» του και για την υπευθυνότητά του.
Παρ’ όλα αυτά, παρά τις μομφές και επικρίσεις, μπροστά σε μια μεγάλη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και χωρίς καμία αλαζονεία για αυτήν την νίκη, όσοι και όσες αγωνιζόμαστε εντός του ΣΥΡΙΖΑ θα κρατήσουμε ανοιχτό το χέρι της ενότητας προς το ΚΚΕ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το Σχέδιο Β’, τους ανένταχτους αγωνιστές/τριες της Αριστεράς. Είμαστε σίγουροι ότι στο τέλος οι σ. αυτοί, ατομικά και συλλογικά , δεν θα μας διαψεύσουν ούτε θα στρέψουν την πλάτη τους στην Ιστορία.
Πηγή : ekdohi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου