Με την «έξοδο» από την καραντίνα η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει συγκεκριμένα την κατεύθυνση πάνω στην οποία θα προσπαθήσει να διαμορφώσει τη νέα κατάσταση.
Οι εργαζόμενοι θα διαπιστώσουν ότι η έξοδος από την καραντίνα είναι το σύνθημα για να συγκεκριμενοποιηθεί το περιεχόμενο των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου που προετοιμάστηκαν στον καιρό του lockdown ως, τάχα, προσωρινά μέτρα. Οι Βρούτσης και Σταϊκούρας ανακοίνωσαν υπουργικές αποφάσεις που «απελευθερώνουν» πλήρως το εργοδοτικό δικαίωμα για απολύσεις, που μετατρέπουν τις ΣΣΕ σε κουρελόχαρτα, που μειώνουν δραστικά το μισθό και ειδικότερα το μισθό των πιο χαμηλόμισθων τμημάτων της τάξης μας.
Οι εργαζόμενοι θα διαπιστώσουν ότι η έξοδος από την καραντίνα είναι το σύνθημα για να συγκεκριμενοποιηθεί το περιεχόμενο των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου που προετοιμάστηκαν στον καιρό του lockdown ως, τάχα, προσωρινά μέτρα. Οι Βρούτσης και Σταϊκούρας ανακοίνωσαν υπουργικές αποφάσεις που «απελευθερώνουν» πλήρως το εργοδοτικό δικαίωμα για απολύσεις, που μετατρέπουν τις ΣΣΕ σε κουρελόχαρτα, που μειώνουν δραστικά το μισθό και ειδικότερα το μισθό των πιο χαμηλόμισθων τμημάτων της τάξης μας.
Το αστείο είναι ότι κατά το κυβερνητικό ρεπορτάζ, οι Βρούτσης και Σταϊκούρας θεωρούνται από τον Μητοστάκη όχι επαρκώς ενθουσιώδεις οπαδοί των αντιμεταρρυθμίσεων και κατά συνέπεια ως υποψήφιοι να αντικατασταθούν στον επερχόμενο ανασχηματισμό. Γι’ αυτό, ίσως, σπεύδουν να συμμορφωθούν παίρνοντας πάνω τους της βάρβαρη κυβερνητική παρέμβαση στις εργασιακές σχέσεις.
Τα εργασιακά είναι απολύτως κρίσιμα, αλλά όχι τα μόνα πεδία της κυβερνητικής παρέμβασης.
Το νομοσχέδιο του Χατζηδάκη για το περιβάλλον είναι μια μεγάλη πρόκληση. Ακριβώς όπως η κατάργηση των πιο βασικών εργατικών δικαιωμάτων θεωρείται από την κυβέρνηση ως ενίσχυση της απασχόλησης, έτσι και η κατάργηση των πιο ελάχιστων προστατευτικών για το περιβάλλον προϋποθέσεων επιχειρηματικής δράσης προβάλλεται σήμερα σαν ενίσχυση των προοπτικών ανάπτυξης. Μια αντίληψη που, φυσιολογικά, είναι απολύτως ταυτισμένη με την απληστία της ιδιωτικοποίησης δημοσίων αγαθών και δημόσιων χώρων που απογειώνει το νομοσχέδιο Χατζηδάκη.
Η έμφαση σε ανάλογες «μεταρρυθμίσεις» πάει χέρι-χέρι με τη συσκότιση άλλων βασικών υποχρεώσεων της κυβέρνησης: Η ενίσχυση του ΕΣΥ βυθίζεται στη στασιμότητα, η οχύρωση κοινωνικών χώρων ιδιαίτερα ευάλωτων στην επιδημία δεν έχει κάνει βήμα (camps προσφύγων, φυλακές, στρατόπεδα…), η Κεραμέως στέλνει τα παιδιά στα σχολεία χωρίς να έχει καλύψει καμιά από τις αναγκαίες προϋποθέσεις κ.ο.κ.
Αυτή η συνολική κατεύθυνση της κυβέρνησης δεν είναι απλώς «ταξικά μεροληπτική», είναι απροκάλυπτα αντιδραστική. Γι’ αυτό στη ΝΔ έχουν συνείδηση ότι θα χρειαστούν τα μέτρα και τους μηχανισμούς καταστολής. Τα «επεισόδια» στην Αγία Παρασκευή και στην Κυψέλη δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ως μεμονωμένα ούτε ως «λάθη» κάποιων θερμοκέφαλων της Δεξιάς. Είναι προετοιμασία, είναι πρόβα, για μια τακτική πιο γενικευμένης χρήσης των μηχανισμών καταστολής που εκτιμούν ότι πιθανότατα θα χρειαστούν.
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση θα πάρει κι άλλα μέτρα. Μια νέα διεθνής βαθιά επιδείνωση της καπιταλιστικής οικονομίας είναι ήδη σε εξέλιξη. Δέκα μόλις χρόνια μετά την κρίση του 2008-10, χρόνια που τα ζήσαμε σε βάρβαρη μνημονιακή λιτότητα. Αυτή τη φορά δεν θα υπάρχει έδαφος για παραπειστικές δικαιολογίες: ούτε «μαζί τα φάγαμε», ούτε κάποιο «σπάταλο κράτος» λειτουργούσε παράγοντας ελλείμματα. Αυτή τη φορά η αντιπαράθεση θα είναι χωρίς φτιασίδια, γυμνή και ωμή: Ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο της νέας κρίσης; Αυτοί ή εμείς;
Οι απαντήσεις δεν θα είναι εύκολες για καμιά από τις πλευρές. Ο κόσμος μας βγαίνει από μια πολυετή προσπάθεια, που περιλάμβανε σκληρούς μαζικούς αγώνες αλλά και εκλογική/πολιτική αντιπαράθεση, που όμως οδηγήθηκε στην ήττα, μέσα από τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και τη νεοφιλελεύθερη-νεομνημονιακή πολιτική των κυβερνήσεων Τσίπρα που ακολούθησαν. Οι «από πάνω» έχουν την πρωτοβουλία και το κράτος στα χέρια τους, αλλά γνωρίζουν ότι θα οφείλουν να φτάσουν το μαχαίρι στο κόκκαλο του κόσμου, όπως επίσης γνωρίζουν ότι η εργατική και λαϊκή πλειοψηφία έχει αποκτήσει μια εκπαίδευση και μια πείρα στα χρόνια που προηγήθηκαν. Ο Μητσοτάκης φτάνοντας μπροστά στην ανάγκη για ένα νέο, δικό του, «Καστελόριζο», μπροστά στην ανάγκη για την εξαγγελία ενός νέου, ακόμα σκληρότερου, μνημονίου, δεν θα πρέπει να ξεχνά τη μοίρα του Γιώργου Παπανδρέου και του κόμματός του.
Για ανάλογου μεγέθους καθήκοντα θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε στην περίοδο που έρχεται, τόσο μέσα στο κίνημα όσο και στην πολιτική Αριστερά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου