Από τις 8 το πρωί οι απεργοί οικοδόμοι συρρέουν από όλους τους δρόμους προς το Εργατικό Κέντρο Αθηνών. Μέσα σε λίγη ώρα ολόκληρη η περιοχή από την πλατεία Κουμουνδούρου μέχρι την οδόν Ζήνωνος έχει κατακλυσθεί από απεργούς. Μια πραγματική ανθρωποθάλασσα που πάλλεται από ενθουσιασμό για την απόλυτη επιτυχία της απεργίας. Από τα μεγάφωνα του Εργατικού Κέντρου ανακοινώνεται ότι σ” ολόκληρη την Ελλάδα η απεργία εσημείωσε τεράστια επιτυχία και ότι σε όλα τα Εργατικά Κέντρα της χώρας πραγματοποιούνται την ίδια στιγμή μεγαλειώδεις πανοικοδομικές συγκεντρώσεις. Για την απεργία στην Αθήνα γίνεται γνωστό ότι όλα τα γιαπιά έχουν νεκρωθεί και ότι αστυνομικές δυνάμεις απεστάλησαν σ” όλες τις μεγάλες οικοδομές. Αγανάκτηση προκάλεσε στους συγκεντρωμένους η είδησις ότι η αστυνομία το πρωί διενήργησε συλλήψεις απεργών οι οποίοι κρατούνται σε διάφορα αστυνομικά τμήματα…»
***
1η Δεκέμβρη 1960. Είναι η μεγάλη απεργία των οικοδόμων που πέρασε στην Ιστορία σαν η μέρα που οι οικοδόμοι ξήλωσαν τα πεζοδρόμια!
Είναι η εποχή που η τότε κυβέρνηση Παπανδρέου επικαλούμενη «νοικοκύρεμα των ασφαλιστικών ταμείων» αυξάνει με το νόμο 4104/60 τα ένσημα για την κατώτερη σύνταξη από τα 2.050 στα 4.050. Για τους οικοδόμους αυτό σήμαινε ότι θα έβγαιναν στη σύνταξη στα 65, αν κατόρθωναν να μαζέψουν τα ένσημα. Καθώς η οργή στα γιαπιά βράζει, οι εργατοπατέρες της εποχής προσπαθούν να ησυχάσουν τα πνεύματα μιλώντας για διάλογο με την κυβέρνηση. Τα ταξικά σωματεία των οικοδόμων συγκροτούν τη Συντονιστική Επιτροπή που αφήνει στην άκρη την διοίκηση της Ομοσπονδίας και αρχίζουν έναν παρατεταμένο απεργιακό αγώνα, κορυφαία στιγμή του οποίου είναι η απεργία της 1ης Δεκέμβρη του 1960.
Παραθέτουμε αποσπάσματα από το χρονικό της απεργίας, όπως καταγράφεται στο βιβλίο του Αναστάση Γκίκα «Από την πείρα του κινήματος των οικοδόμων στην Ελλάδα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Κείνη τη μέρα η αστυνομία βρίσκονταν από το πρωί σε πρωτοφανή κινητοποίηση. Σ” όλους τους δρόμους γύρω από το Εργατικό Κέντρο έχουν εγκατασταθεί μεγάλες ομάδες αστυφυλάκων εν στολή. Ομάδες επίσης αστυνομικών έχουν λάβει θέσεις μέχρι την Ομόνοια, ενώ αστυνομικά αυτοκίνητα πλήρη ανδρών σταθμεύουν σε διάφορα σημεία της περιοχής. Γενικά η συγκέντρωσις, πριν ακόμη αρχίσουν οι ομιλίες, ήταν ασφυκτικά πολιορκημένη από ζώνες αστυνομικών…
«Κατέβηκα στο ΕΚΑ κι οι Οικοδόμοι είχαν κιόλας γεμίσει τους γύρω δρόμους. Μέσα στα σωματεία πατείς με – πατώ σε. Αλλοι γράφονταν σαν καινούργια μέλη κι άλλοι πλήρωναν συνδρομές. Τα μεγάφωνα είχαν στηθεί στους γύρω δρόμους. Το μικρόφωνο βρισκόταν στο πρώτο πάτωμα του κτιρίου. Ο Λυκιαρδόπουλος (σ.σ. ο εργατοπατέρας πρόεδρος της τότε Ομοσπονδίας Οικοδόμων) βρισκόταν εκεί και κουβέντιαζε με στελέχη του ΕΚΑ… Γύρω – γύρω, τριγύριζαν αξιωματούχοι της Συνδικαλιστικής Ασφάλειας, με τους κατώτερούς τους. Ανήσυχοι όλοι αυτοί οι κύριοι, για τις χιλιάδες των Οικοδόμων που έρχονταν σαν ποτάμια απ” όλους τους δρόμους… Ο Λυκιαρδόπουλος θα μιλούσε από μέρους της Ομοσπονδίας, πρώτος. Μόλις πήρε το μικρόφωνο στο χέρι και φάνηκε στο παράθυρο, ακούστηκαν λίγα χειροκροτήματα. Οταν άρχισε να μιλάει περί υπουργού, περί υποσχέσεων αρμοδίων υπηρεσιών και «περί καλής θελήσεως», για τους σκληρούς αγώνες της Ομοσπονδίας, άρχισαν από κάτω να τον γιουχαΐζουν. Του φώναζαν «έμπα μέσα προδότη», «φύγε εργατοπατέρα», «να βγει η Συντονιστική να μας μιλήσει». Κρύος ιδρώτας τους έκοψε όλους.» (θυμάται ο Δ. Πατρέλης).
Μετά τις ομιλίες αντιπροσωπεία ξεκίνησε να πάει στο υπουργείο Εργασίας για να καταθέσει τα αιτήματα. «Την στιγμή ακριβώς αυτή οι αστυνομικοί που βρίσκονται στην οδό Κολωνού και Αγησιλάου βγάζουν ως εκ συνθήματος τα κλομπς και εφορμούν εναντίον της συγκεντρώσεως κτυπώντας ανηλεώς τους απεργούς. Επακολουθούν σκηνές πρωτοφανούς αγριότητος. Οι απεργοί πέφτουν αναίσθητοι από τα κτυπήματα των κλομπς, ποδοπατούνται από τους αστυνομικούς, ενώ άλλων απεργών τους στρίβουν τα χέρια, τους ακινητοποιούν και τους χτυπούν στο πρόσωπο, στο στομάχι, στην κοιλιά. Οι απεργοί υποχωρούν προς το κτίριο του Εργατικού Κέντρου, ενώ χάμω στον δρόμο σφαδάζουν τραυματίαι οικοδόμοι καταματωμένοι, με σπασμένα κεφάλια και σχισμένα πρόσωπα.
Η εντελώς απρόκλητη αυτή επίθεσις των αστυνομικών εναντίον ενός πλήθους που διαδήλωνε ειρηνικά την αγανάκτησή του για τον εμπαιγμό που υφίσταται, προκαλεί φοβερή οργή. Γυναίκες που από τα παράθυρα των γύρω σπιτιών παρακολουθούν τις σκηνές φωνάζουν: «Χειρότερα από τους Γερμανούς»! Ενώ η επίθεσις των αστυνομικών συνεχίζεται εναντίον των εργατών που κουβαλούν στους ώμους τους τραυματισμένους συναδέλφους τους, η μάζα των απεργών ανασυντάσσεται μπροστά στο Εργατικό Κέντρο και όταν οι αστυνομικοί επιτίθενται εκ νέου για να τους διαλύσουν οι οικοδόμοι αμύνονται απεγνωσμένα και προσπαθούν με τα σώματά των να συγκρατήσουν την επίθεση. Τα κτυπήματα με τα κλομπς δεν σταματούν ούτε στιγμή. Αστυνομικά αυτοκίνητα σφυρίζοντας δαιμονισμένα φθάνουν στον τόπο των επεισοδίων και αδειάζουν συνεχώς αστυνομικούς. Στην οδόν Πειραιώς, στο ύψος της πλατείας Ωδείου, καταφθάνουν μεγάλα στρατιωτικά αυτοκίνητα γεμάτα στρατό. Οι στρατιώτες κατέρχονται και προχωρούν με τα όπλα προταγμένα και σε σχηματισμό μάχης…
Σε μια στιγμή ακούγονται πυροβολισμοί από την πλευρά της οδού Πειραιώς και η κραυγή των υποχωρούντων απεργών «μας σκοτώνουν», «ρίχνουν στο ψαχνό». Η αγανάκτησις φθάνει στο αποκορύφωμά της. Οι οικοδόμοι αρπάζουν τα ξύλα που βρίσκουν μέσα σε μια αποθήκη της οδού Αγησίλαου, ξηλώνουν τις πλάκες των πεζοδρομίων και ετοιμάζονται να αμυνθούν ενεργητικά υπερασπιζόμενοι τη ζωή τους… Οι αστυνομικοί επιχειρούν νέα, βιαιότερη επίθεση. Αυτή την φορά οι δυνάμεις των αστυνομικών αποκρούονται από τους οικοδόμους. Πέφτουν οι πρώτες πέτρες και οι αστυνομικοί οπισθοχωρούν προσπαθώντας να καλυφθούν στις παρόδους της οδού Αγησιλάου η οποία καταλαμβάνεται και πάλι από τους απεργούς. Σε λίγο όμως και ενώ στο μεταξύ έχουν καταφθάσει ενισχύσεις η αστυνομία εκ νέου εφορμά.
Οι απεργοί καλυπτόμενοι πίσω από τα αυτοκίνητα Ι.Χ. που βρίσκονται στην οδό Αγησιλάου ρίχνουν πέτρες και τούβλα κατά των επιτιθέμενων. Οι αστυνομικοί φθάνουν μέχρι τα αυτοκίνητα αλλά είναι αδύνατον να προχωρήσουν. Τώρα αρπάζουν και αυτοί από χάμω πέτρες και τις ρίχνουν κατά των απεργών. Ενας φοβερός πετροπόλεμος αρχίζει. Ισχυρή αστυνομική δύναμις επιτίθεται από την οδό Βούλγαρη και κόβει τους απεργούς σε δύο τμήματα. Νέα μεγάλη μάχη αρχίζει. Οι αστυνομικοί απωθούν τους οικοδόμους κάτω από το Εργατικό Κέντρο. Στο μεταξύ από την πλευρά της οδού Κολοκυνθούς εκδηλώνεται άλλη επίθεσις των αστυνομικών οι οποίοι φορούν κράνη και αντιασφυξιογόνες προσωπίδες. Ενας αστυνόμος βγάζει το περίστροφό του και πυροβολεί. Ενας νέος εργάτης πέφτει αιμόφυρτος. Η επίθεσις των αστυνομικών συνεχίζεται και στις δύο πλευρές. Βροχή από πέτρες εξαπολύεται και από τις δύο πλευρές. Μεταξύ των απεργών και των αστυνομικών έχει τώρα δημιουργηθεί μια «νεκρή ζώνη». Στην οδό Κεραμικού αστυφύλακες σπάζουν και αυτοί πλάκες των πεζοδρομίων και εφοδιάζουν τους συναδέλφους τους.
Σε μια στιγμή πλάι στα αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα ξεπηδά μια λουρίδα φωτιάς. «Δακρυγόνα’!… Η φωτιά από τα δακρυγόνα μεταδίδεται στη βενζίνη που έχει χυθεί από ένα αναποδογυρισμένο αυτοκίνητο το οποίο αναφλέγεται.
Οι υποχωρούντες απεργοί επιδιώκουν να φθάσουν στο κτίριο του ΕΚΑ. Στη «μάχη» που εξακολουθεί οι αστυνομικοί τρέπονται εις φυγήν αφήνοντας την οδό Αγησιλάου ελεύθερη. Ο δρόμος παρουσιάζει ένα άγριο θέαμα καθώς είναι καλυμμένος από πέτρες, φέιγ – βολάν, από αίματα και από καπέλα αστυφυλάκων και αστυνόμων που τα εγκατέλειψαν κατά την φυγήν των. Το πανδαιμόνιο που κάνουν οι σειρήνες των αστυνομικών αυτοκινήτων, των πυροσβεστικών αντλιών και των ασθενοφόρων αυτοκινήτων που αρχίζουν να καταφθάνουν, οι κραυγές διαμαρτυρίας των απεργών, οι οιμωγές των τραυματισμένων δημιουργούν μια εφιαλτική ατμόσφαιρα».
Ψάχνανε και τότε υποκινητές
Στο κτίριο του ΕΚΑ καταφτάνει ο Ρακιτζής, αστυνομικός διευθυντής Αθηνών που δίνει «λόγο τιμής» ότι δεν θα γίνουν συλλήψεις. Μόλις, όμως, άρχισαν να βγαίνουν οι διαδηλωτές άρχισαν και οι συλλήψεις. Ο απολογισμός της κατασταλτικής μανίας του αστικού κράτους: 173 συλλήψεις και 66 τραυματίες (3 από σφαίρες).
Σε ένα κρεσέντο αντικομμουνισμού το σύνολο του αστικού πολιτικού κόσμου, μαζί τους και οι εργατοπατέρες, ρίχνουν την ευθύνη για τα γεγονότα στους κομμουνιστές. Ο υπουργός Εργασίας Α. Δημητράτος μιλά για απεργούς «οι οποίοι κατευθύνονται από γνωστά κομμουνιστικά στοιχεία» και απειλεί πως «δεν θα ανεχθεί «έκνομους ενέργειας» και «κομμουνιστικήν δράσιν» στα συνδικάτα». Την επομένη 2 Δεκέμβρη, 45.000 οικοδόμοι δίνουν απάντηση με νέα απεργία και διαδήλωση που χτυπιέται επίσης από τον στρατό και την αστυνομία. Στο πλευρό τους τάχθηκαν με ψηφίσματα και απεργίες αλληλεγγύης δεκάδες οργανώσεις: Τυπογράφοι, Μηχανουργοί, Υποδερματεργάτες και Λογιστές της Αθήνας, οι εργαζόμενοι στο Φωταέριο και την Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών – Πειραιώς, οι Οδηγοί και Εισπράκτορες Λεωφορείων, οι Λογιστές, Μηχανουργοί, Νοσηλευτές, Αρτεργάτες και Υαλουργοί του Πειραιά, κ.ά.
Η σημασία της απεργίας, όχι μόνο για τους οικοδόμους, αλλά και για την εργατική τάξη της χώρας μας συνολικότερα, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. «Ο πρώτος ιστορικός σταθμός για την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού και του δημοκρατικού κινήματος στη χώρα μας», αναφέρει στη μαρτυρία του ο παλαίμαχος οικοδόμος Β. Κατσαρός, «είναι το 1960, όταν οι οικοδόμοι πλέον ξέσπασαν, έβγαλαν τελείως κάθε φόβο από πάνω τους και έφτασαν στο σημείο πλέον να κάνουνε ολόκληρη, όχι μόνο την ελληνική κοινή γνώμη, αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη, να κοιτάει στο πρόσωπό τους μπροστά σ” αυτήν την τεράστια κίνηση που κάνανε». «Ηττήθησαν για πρώτη φορά οι δυνάμεις του κράτους από το εγχώριο προλεταριάτο», σημειώνει από τη μεριά του ο Θ. Σταυρόπουλος (συνήγορος υπεράσπισης στη δίκη των οικοδόμων). «Ηταν μεγίστης σημασίας αυτό το γεγονός. Διότι πριν τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1960 όλα τα «“σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», από την άποψη της πολιτικής τρομοκρατίας». «Οι οικοδόμοι», έγραφε ο «Νέος Κόσμος», «έσπασαν τη φοβία που επικρατούσε και έγιναν το αγωνιστικό παράδειγμα για όλους τους άλλους κλάδους, αναδείχθηκαν στην πρωτοπορία των κλαδικών αγώνων».
Πηγή : Βαθύ Κόκκινο
1η Δεκέμβρη 1960. Είναι η μεγάλη απεργία των οικοδόμων που πέρασε στην Ιστορία σαν η μέρα που οι οικοδόμοι ξήλωσαν τα πεζοδρόμια!
Είναι η εποχή που η τότε κυβέρνηση Παπανδρέου επικαλούμενη «νοικοκύρεμα των ασφαλιστικών ταμείων» αυξάνει με το νόμο 4104/60 τα ένσημα για την κατώτερη σύνταξη από τα 2.050 στα 4.050. Για τους οικοδόμους αυτό σήμαινε ότι θα έβγαιναν στη σύνταξη στα 65, αν κατόρθωναν να μαζέψουν τα ένσημα. Καθώς η οργή στα γιαπιά βράζει, οι εργατοπατέρες της εποχής προσπαθούν να ησυχάσουν τα πνεύματα μιλώντας για διάλογο με την κυβέρνηση. Τα ταξικά σωματεία των οικοδόμων συγκροτούν τη Συντονιστική Επιτροπή που αφήνει στην άκρη την διοίκηση της Ομοσπονδίας και αρχίζουν έναν παρατεταμένο απεργιακό αγώνα, κορυφαία στιγμή του οποίου είναι η απεργία της 1ης Δεκέμβρη του 1960.
Παραθέτουμε αποσπάσματα από το χρονικό της απεργίας, όπως καταγράφεται στο βιβλίο του Αναστάση Γκίκα «Από την πείρα του κινήματος των οικοδόμων στην Ελλάδα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Κείνη τη μέρα η αστυνομία βρίσκονταν από το πρωί σε πρωτοφανή κινητοποίηση. Σ” όλους τους δρόμους γύρω από το Εργατικό Κέντρο έχουν εγκατασταθεί μεγάλες ομάδες αστυφυλάκων εν στολή. Ομάδες επίσης αστυνομικών έχουν λάβει θέσεις μέχρι την Ομόνοια, ενώ αστυνομικά αυτοκίνητα πλήρη ανδρών σταθμεύουν σε διάφορα σημεία της περιοχής. Γενικά η συγκέντρωσις, πριν ακόμη αρχίσουν οι ομιλίες, ήταν ασφυκτικά πολιορκημένη από ζώνες αστυνομικών…
«Κατέβηκα στο ΕΚΑ κι οι Οικοδόμοι είχαν κιόλας γεμίσει τους γύρω δρόμους. Μέσα στα σωματεία πατείς με – πατώ σε. Αλλοι γράφονταν σαν καινούργια μέλη κι άλλοι πλήρωναν συνδρομές. Τα μεγάφωνα είχαν στηθεί στους γύρω δρόμους. Το μικρόφωνο βρισκόταν στο πρώτο πάτωμα του κτιρίου. Ο Λυκιαρδόπουλος (σ.σ. ο εργατοπατέρας πρόεδρος της τότε Ομοσπονδίας Οικοδόμων) βρισκόταν εκεί και κουβέντιαζε με στελέχη του ΕΚΑ… Γύρω – γύρω, τριγύριζαν αξιωματούχοι της Συνδικαλιστικής Ασφάλειας, με τους κατώτερούς τους. Ανήσυχοι όλοι αυτοί οι κύριοι, για τις χιλιάδες των Οικοδόμων που έρχονταν σαν ποτάμια απ” όλους τους δρόμους… Ο Λυκιαρδόπουλος θα μιλούσε από μέρους της Ομοσπονδίας, πρώτος. Μόλις πήρε το μικρόφωνο στο χέρι και φάνηκε στο παράθυρο, ακούστηκαν λίγα χειροκροτήματα. Οταν άρχισε να μιλάει περί υπουργού, περί υποσχέσεων αρμοδίων υπηρεσιών και «περί καλής θελήσεως», για τους σκληρούς αγώνες της Ομοσπονδίας, άρχισαν από κάτω να τον γιουχαΐζουν. Του φώναζαν «έμπα μέσα προδότη», «φύγε εργατοπατέρα», «να βγει η Συντονιστική να μας μιλήσει». Κρύος ιδρώτας τους έκοψε όλους.» (θυμάται ο Δ. Πατρέλης).
Μετά τις ομιλίες αντιπροσωπεία ξεκίνησε να πάει στο υπουργείο Εργασίας για να καταθέσει τα αιτήματα. «Την στιγμή ακριβώς αυτή οι αστυνομικοί που βρίσκονται στην οδό Κολωνού και Αγησιλάου βγάζουν ως εκ συνθήματος τα κλομπς και εφορμούν εναντίον της συγκεντρώσεως κτυπώντας ανηλεώς τους απεργούς. Επακολουθούν σκηνές πρωτοφανούς αγριότητος. Οι απεργοί πέφτουν αναίσθητοι από τα κτυπήματα των κλομπς, ποδοπατούνται από τους αστυνομικούς, ενώ άλλων απεργών τους στρίβουν τα χέρια, τους ακινητοποιούν και τους χτυπούν στο πρόσωπο, στο στομάχι, στην κοιλιά. Οι απεργοί υποχωρούν προς το κτίριο του Εργατικού Κέντρου, ενώ χάμω στον δρόμο σφαδάζουν τραυματίαι οικοδόμοι καταματωμένοι, με σπασμένα κεφάλια και σχισμένα πρόσωπα.
Η επίθεση και η αντεπίθεση
Η εντελώς απρόκλητη αυτή επίθεσις των αστυνομικών εναντίον ενός πλήθους που διαδήλωνε ειρηνικά την αγανάκτησή του για τον εμπαιγμό που υφίσταται, προκαλεί φοβερή οργή. Γυναίκες που από τα παράθυρα των γύρω σπιτιών παρακολουθούν τις σκηνές φωνάζουν: «Χειρότερα από τους Γερμανούς»! Ενώ η επίθεσις των αστυνομικών συνεχίζεται εναντίον των εργατών που κουβαλούν στους ώμους τους τραυματισμένους συναδέλφους τους, η μάζα των απεργών ανασυντάσσεται μπροστά στο Εργατικό Κέντρο και όταν οι αστυνομικοί επιτίθενται εκ νέου για να τους διαλύσουν οι οικοδόμοι αμύνονται απεγνωσμένα και προσπαθούν με τα σώματά των να συγκρατήσουν την επίθεση. Τα κτυπήματα με τα κλομπς δεν σταματούν ούτε στιγμή. Αστυνομικά αυτοκίνητα σφυρίζοντας δαιμονισμένα φθάνουν στον τόπο των επεισοδίων και αδειάζουν συνεχώς αστυνομικούς. Στην οδόν Πειραιώς, στο ύψος της πλατείας Ωδείου, καταφθάνουν μεγάλα στρατιωτικά αυτοκίνητα γεμάτα στρατό. Οι στρατιώτες κατέρχονται και προχωρούν με τα όπλα προταγμένα και σε σχηματισμό μάχης…
Σε μια στιγμή ακούγονται πυροβολισμοί από την πλευρά της οδού Πειραιώς και η κραυγή των υποχωρούντων απεργών «μας σκοτώνουν», «ρίχνουν στο ψαχνό». Η αγανάκτησις φθάνει στο αποκορύφωμά της. Οι οικοδόμοι αρπάζουν τα ξύλα που βρίσκουν μέσα σε μια αποθήκη της οδού Αγησίλαου, ξηλώνουν τις πλάκες των πεζοδρομίων και ετοιμάζονται να αμυνθούν ενεργητικά υπερασπιζόμενοι τη ζωή τους… Οι αστυνομικοί επιχειρούν νέα, βιαιότερη επίθεση. Αυτή την φορά οι δυνάμεις των αστυνομικών αποκρούονται από τους οικοδόμους. Πέφτουν οι πρώτες πέτρες και οι αστυνομικοί οπισθοχωρούν προσπαθώντας να καλυφθούν στις παρόδους της οδού Αγησιλάου η οποία καταλαμβάνεται και πάλι από τους απεργούς. Σε λίγο όμως και ενώ στο μεταξύ έχουν καταφθάσει ενισχύσεις η αστυνομία εκ νέου εφορμά.
Οι απεργοί καλυπτόμενοι πίσω από τα αυτοκίνητα Ι.Χ. που βρίσκονται στην οδό Αγησιλάου ρίχνουν πέτρες και τούβλα κατά των επιτιθέμενων. Οι αστυνομικοί φθάνουν μέχρι τα αυτοκίνητα αλλά είναι αδύνατον να προχωρήσουν. Τώρα αρπάζουν και αυτοί από χάμω πέτρες και τις ρίχνουν κατά των απεργών. Ενας φοβερός πετροπόλεμος αρχίζει. Ισχυρή αστυνομική δύναμις επιτίθεται από την οδό Βούλγαρη και κόβει τους απεργούς σε δύο τμήματα. Νέα μεγάλη μάχη αρχίζει. Οι αστυνομικοί απωθούν τους οικοδόμους κάτω από το Εργατικό Κέντρο. Στο μεταξύ από την πλευρά της οδού Κολοκυνθούς εκδηλώνεται άλλη επίθεσις των αστυνομικών οι οποίοι φορούν κράνη και αντιασφυξιογόνες προσωπίδες. Ενας αστυνόμος βγάζει το περίστροφό του και πυροβολεί. Ενας νέος εργάτης πέφτει αιμόφυρτος. Η επίθεσις των αστυνομικών συνεχίζεται και στις δύο πλευρές. Βροχή από πέτρες εξαπολύεται και από τις δύο πλευρές. Μεταξύ των απεργών και των αστυνομικών έχει τώρα δημιουργηθεί μια «νεκρή ζώνη». Στην οδό Κεραμικού αστυφύλακες σπάζουν και αυτοί πλάκες των πεζοδρομίων και εφοδιάζουν τους συναδέλφους τους.
Σε μια στιγμή πλάι στα αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα ξεπηδά μια λουρίδα φωτιάς. «Δακρυγόνα’!… Η φωτιά από τα δακρυγόνα μεταδίδεται στη βενζίνη που έχει χυθεί από ένα αναποδογυρισμένο αυτοκίνητο το οποίο αναφλέγεται.
Οι υποχωρούντες απεργοί επιδιώκουν να φθάσουν στο κτίριο του ΕΚΑ. Στη «μάχη» που εξακολουθεί οι αστυνομικοί τρέπονται εις φυγήν αφήνοντας την οδό Αγησιλάου ελεύθερη. Ο δρόμος παρουσιάζει ένα άγριο θέαμα καθώς είναι καλυμμένος από πέτρες, φέιγ – βολάν, από αίματα και από καπέλα αστυφυλάκων και αστυνόμων που τα εγκατέλειψαν κατά την φυγήν των. Το πανδαιμόνιο που κάνουν οι σειρήνες των αστυνομικών αυτοκινήτων, των πυροσβεστικών αντλιών και των ασθενοφόρων αυτοκινήτων που αρχίζουν να καταφθάνουν, οι κραυγές διαμαρτυρίας των απεργών, οι οιμωγές των τραυματισμένων δημιουργούν μια εφιαλτική ατμόσφαιρα».
Ψάχνανε και τότε υποκινητές
Στο κτίριο του ΕΚΑ καταφτάνει ο Ρακιτζής, αστυνομικός διευθυντής Αθηνών που δίνει «λόγο τιμής» ότι δεν θα γίνουν συλλήψεις. Μόλις, όμως, άρχισαν να βγαίνουν οι διαδηλωτές άρχισαν και οι συλλήψεις. Ο απολογισμός της κατασταλτικής μανίας του αστικού κράτους: 173 συλλήψεις και 66 τραυματίες (3 από σφαίρες).
Σε ένα κρεσέντο αντικομμουνισμού το σύνολο του αστικού πολιτικού κόσμου, μαζί τους και οι εργατοπατέρες, ρίχνουν την ευθύνη για τα γεγονότα στους κομμουνιστές. Ο υπουργός Εργασίας Α. Δημητράτος μιλά για απεργούς «οι οποίοι κατευθύνονται από γνωστά κομμουνιστικά στοιχεία» και απειλεί πως «δεν θα ανεχθεί «έκνομους ενέργειας» και «κομμουνιστικήν δράσιν» στα συνδικάτα». Την επομένη 2 Δεκέμβρη, 45.000 οικοδόμοι δίνουν απάντηση με νέα απεργία και διαδήλωση που χτυπιέται επίσης από τον στρατό και την αστυνομία. Στο πλευρό τους τάχθηκαν με ψηφίσματα και απεργίες αλληλεγγύης δεκάδες οργανώσεις: Τυπογράφοι, Μηχανουργοί, Υποδερματεργάτες και Λογιστές της Αθήνας, οι εργαζόμενοι στο Φωταέριο και την Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών – Πειραιώς, οι Οδηγοί και Εισπράκτορες Λεωφορείων, οι Λογιστές, Μηχανουργοί, Νοσηλευτές, Αρτεργάτες και Υαλουργοί του Πειραιά, κ.ά.
Η σημασία της απεργίας, όχι μόνο για τους οικοδόμους, αλλά και για την εργατική τάξη της χώρας μας συνολικότερα, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. «Ο πρώτος ιστορικός σταθμός για την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού και του δημοκρατικού κινήματος στη χώρα μας», αναφέρει στη μαρτυρία του ο παλαίμαχος οικοδόμος Β. Κατσαρός, «είναι το 1960, όταν οι οικοδόμοι πλέον ξέσπασαν, έβγαλαν τελείως κάθε φόβο από πάνω τους και έφτασαν στο σημείο πλέον να κάνουνε ολόκληρη, όχι μόνο την ελληνική κοινή γνώμη, αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη, να κοιτάει στο πρόσωπό τους μπροστά σ” αυτήν την τεράστια κίνηση που κάνανε». «Ηττήθησαν για πρώτη φορά οι δυνάμεις του κράτους από το εγχώριο προλεταριάτο», σημειώνει από τη μεριά του ο Θ. Σταυρόπουλος (συνήγορος υπεράσπισης στη δίκη των οικοδόμων). «Ηταν μεγίστης σημασίας αυτό το γεγονός. Διότι πριν τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1960 όλα τα «“σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», από την άποψη της πολιτικής τρομοκρατίας». «Οι οικοδόμοι», έγραφε ο «Νέος Κόσμος», «έσπασαν τη φοβία που επικρατούσε και έγιναν το αγωνιστικό παράδειγμα για όλους τους άλλους κλάδους, αναδείχθηκαν στην πρωτοπορία των κλαδικών αγώνων».
Πηγή : Βαθύ Κόκκινο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου