Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση επιχειρεί να κρύψει τις ευθύνες της για την καθυστέρηση των εμβολιασμών, μεταθέτοντας για άλλη μια φορά την ευθύνη σε μεμονωμένα άτομα και σε εργαζόμενους, οι οποίοι αρνούνται να εμβολιαστούν, κυρίως είτε από άγνοια, είτε από φόβο για τις παρενέργειες των εμβολίων που είναι διαθέσιμα στην Ελλάδα.
Υποκρισία και αποπροσανατολισμός
Την ίδια στιγμή, τα κρούσματα στα νησιά των Κυκλάδων είναι «στο κόκκινο», εξαιτίας της βιασύνης της κυβέρνησης να «ανοίξει» τον τουρισμό σε επισκέπτες από το εξωτερικό που δεν έχουν εμβολιαστεί. Επιπλέον, οι τουρίστες δεν μπαίνουν σε δεκαπενθήμερη καραντίνα, όπως συστήνει ο ΠΟΥ, αλλά κατευθύνονται στους προορισμούς τους με το που θα φτάσουν σε ελληνικά αεροδρόμια.
Επίσης, τα μέσα μαζικής μεταφοράς (αεροπλάνα, τρένα, πλοία, μετρό, λεωφορεία, κ.λπ.) είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, γεμάτα με επιβάτες, στο 100% της πληρότητάς τους χωρίς να προβλέπεται μειωμένη πληρότητα στο 45%. Σε κάποιες περιπτώσεις, όπου εφαρμόζεται μειωμένη πληρότητα, δεν γίνονται έλεγχοι στους επιβάτες για πιστοποιητικά εμβολιασμού ή τεστ αρνητικού αποτελέσματος. Επιπλέον, ο συνωστισμός στα μέσα μαζικής μεταφοράς συνεχίζει να είναι υψηλός, ιδιαίτερα σε λεωφορεία και ΗΣΑΠ, με την κυβέρνηση να μην έχει λάβει παρά μηδαμινά μέτρα για την ελαχιστοποίηση του συνωστισμού στα μέσα μαζικής μεταφοράς, ο οποίος έχει αυξηθεί τους καλοκαιρινούς μήνες εξαιτίας, κατά κύριο λόγο, της τουριστικής κίνησης. Η κυβέρνηση, βεβαίως, νοιάζεται περισσότερο για τα κέρδη των μεγάλων τουριστικών επιχειρήσεων παρά για την υγεία του πληθυσμού, αφού βιάστηκε να «ανοίξει» την οικονομία στις αρχές της τουριστικής σεζόν, δίχως να αντιμετωπίζει τα ζητήματα που προαναφέραμε.
Την ώρα που τα self-test θα είναι επί πληρωμή για τους εργαζόμενους και η κατάσταση στους χώρους εργασίας και στα νοσοκομεία δεν έχει βελτιωθεί καθόλου σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες του lockdown, η κυβέρνηση ανοίγει τον δρόμο για μαζικές απολύσεις εργαζομένων με πρόσχημα το ότι δεν έχουν εμβολιαστεί. Χρησιμοποιεί το νόμο για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για να δώσει το «πράσινο φως» στις επιχειρήσεις να απολύουν, χωρίς αποζημίωση, όσους εργαζομένους τους δεν έχουν εμβολιαστεί. Φυσικά, η κυβέρνηση δεν είχε δείξει την ίδια ευαισθησία όταν μεγάλες επιχειρήσεις δεν εξασφάλιζαν μέτρα υγειονομικής προστασίας στους εργαζομένους ή όταν οι τελευταίοι εργάζονταν (και εργάζονται) στοιβαγμένοι στους χώρους δουλειάς.
Οι αντιεμβολιαστές ως κυβερνητικό άλλοθι
Αντί να προσπαθήσει να πείσει με σοβαρά επιστημονικά επιχειρήματα και ενημέρωση την πλειοψηφία του πληθυσμού ώστε να εμβολιαστεί, η κυβέρνηση επιχειρεί να καλλιεργήσει τον «κοινωνικό αυτοματισμό» με σκοπό να μεταθέσει τις ευθύνες για την χρεοκοπία της στην αντιμετώπιση της πανδημίας και συγκεκριμένα στην υπόθεση του έγκαιρου εμβολιασμού του πληθυσμού στους πάσης φύσεως αρνητές του εμβολιασμού. Για παράδειγμα, άφηνε υπόνοιες για αρκετό καιρό ότι το εμβόλιο της Astra Zeneca ενδέχεται να βλάψει τη γονιμότητα των γυναικών, αλλά ταυτόχρονα δεν έδινε τη δυνατότητα εμβολιασμού με άλλο σκεύασμα στις γυναίκες των ηλικιών 30-39.
Ως μαρξιστές, αντιλαμβανόμαστε απόλυτα την αναγκαιότητα και τη σημασία των επιτευγμάτων της επιστήμης και αυτονόητα πιστεύουμε ότι για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του COVID-19 θα πρέπει όσο το δυνατόν γρηγορότερα να εμβολιαστεί το μέγιστο δυνατό τμήμα του πληθυσμού. Η πραγματική υπαίτια όμως για τα νέα κύματα της πανδημίας και τους θανάτους που προκαλούν είναι η κυβέρνηση που αργοπόρησε εγκληματικά την έναρξη της διαδικασίας των εμβολιασμών. Γενικότερα γι’ αυτή την κατάσταση, υπεύθυνο είναι το καπιταλιστικό σύστημα και οι αστικές κυβερνήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, αφού οι μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες καθυστέρησαν την αποστολή των εμβολίων στα κράτη και, επιπλέον, υπάρχει τρομακτική ανισότητα στην προμήθεια των εμβολίων ανάμεσα στα κράτη. Οι ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες της Δύσης προμηθεύτηκαν μεγαλύτερες ποσότητες εμβολίων για την κάλυψη του πληθυσμού τους, ενώ οι χώρες της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας τα προμηθεύθηκαν πιο αργά και σε πολύ μικρότερες ποσότητες, αποκαλύπτοντας το αποκρουστικό πρόσωπο της καπιταλιστικής αγοράς.
Παρά τα εγκληματικά της λάθη, η κυβέρνηση προσπαθεί να φορτώσει τη νέα έξαρση της πανδημίας στην κοινωνική μειοψηφία των «αρνητών των εμβολίων», αποκρύπτοντας τις δικές της ευθύνες. Σε αυτήν την κατηγορία των «αρνητών» πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι από τη μία πλευρά υπάρχει μια μερίδα από αυτούς που φοβάται πραγματικά για τις παρενέργειες των εμβολίων στην υγεία (κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους μπορεί να έχουν και χρόνια προβλήματα υγείας). Σε αυτούς τους ανθρώπους δεν μπορεί να υπάρξει καμία άλλη αντιμετώπιση από την προσπάθεια της πειθούς στη βάση των δεδομένων της επιστήμης.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ένα τμήμα καθυστερημένων μορφωτικά και πολιτικά ανθρώπων, κύρια από μικροαστικά στρώματα, που αποτελούν το παραδοσιακό ακροατήριο αντιδραστικών και ακροδεξιών τσαρλατάνων, οι οποίοι προσπαθούν να εκμεταλλευθούν την κατάσταση για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη. Ωστόσο αυτό το τμήμα του πληθυσμού είναι γενικά μικρό (όπως έδειξαν και τα «αντιεμβολιαστικά» συλλαλητήρια των λίγων χιλιάδων ατόμων) και από μόνο του δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην υπόθεση της δημιουργίας ανοσίας στον πληθυσμό.
Τέλος, στις τάξεις των αρνητών του εμβολιασμού υπάρχει και ένα απροσδιόριστου μεγέθους ποσοστό ανθρώπων που με τη στάση αυτή εκφράζει σε έναν ορισμένο βαθμό (ασφαλώς με έναν αδιέξοδο και αντικειμενικά επιζήμιο για τη δημόσια υγεία τρόπο) έναν γενικότερο σκεπτικισμό απέναντι στις πολιτικές της κυβέρνησης, τον παρασιτικό ρόλο των φαρμακευτικών εταιρειών και το ίδιο το σύστημα. Η στάση αυτών των ανθρώπων περιλαμβάνεται στο γενικότερο τίμημα που πληρώνει η κοινωνία για την ύπαρξη του καπιταλιστικού συστήματος και της παρασιτικής άρχουσας τάξης.
Η υποχρεωτικότητα και ο αγώνας για ενίσχυση της Δημόσιας Υγείας
Πριν η κυβέρνηση ασχοληθεί με τον υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού, θα έπρεπε να έχει απολογηθεί στο λαό για την πολύμηνη καθυστέρηση που εμφανίστηκε στο εμβολιαστικό της πρόγραμμα. Αντί για απειλές στους πάσης φύσης αρνητές των εμβολίων η κυβέρνηση θα έπρεπε ήδη να έχει διεξάγει μια καθημερινή, εξατομικευμένη και δια ζώσης εκστρατεία πειθούς στους ηλικιωμένους και σε άτομα από ευπαθείς ομάδες που αρνούνται να εμβολιαστούν, από ιατρικό και επιστημονικό προσωπικό. Παράλληλα, για τους ανήμπορους και τους ηλικιωμένους θα έπρεπε ήδη να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για να ξεκινήσουν οι εμβολιασμοί κατ’ οίκον και στους οικογενειακούς τους γιατρούς (ειδικά για ηλικιωμένους, ανάπηρους και όσους διαμένουν σε απομονωμένες επαρχιακές περιοχές, στις οποίες δεν υπάρχει νοσοκομείο ή κάποιο Κέντρο Υγείας).
Μια ειδική εκστρατεία καθημερινής, δια ζώσης ενημέρωσης γύρω από την αναγκαιότητα του εμβολιασμού θα πρέπει ασφαλώς να διεξαχθεί και στους νέους, στον αντίποδα της γελοίας κυβερνητικής απόπειρας εξαγοράς του εμβολιασμού ορισμένων από αυτούς με 150 ευρώ. Για το ζήτημα της υποχρεωτικότητας αυτό καθ’ αυτό, αυτονόητα αυτή θα πρέπει να αφορά τους υγειονομικούς και γενικότερα όσους εργαζόμενους στο κράτος φροντίζουν ηλικιωμένους και ευπαθείς ομάδες, αλλά χωρίς απολύσεις και εκδικητικά μέτρα, εξαντλώντας τη δυνατότητα να πειστούν για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού και να υιοθετήσουν μια κοινωνικά υπεύθυνη στάση. Αν όμως υπάρξει επιμονή στην άρνηση εμβολιασμού, τότε όσοι αρνούνται θα πρέπει να μετατίθενται σε άλλη κρατική υπηρεσία με τον ίδιο μισθό και τους ίδιους όρους εργασίας, και να αντικαθίστανται από άλλους εργαζόμενους που έχουν εμβολιαστεί.
Σε αυτές τις κατηγορίες εργαζόμενων οι οποίοι απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα η επιβολή υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού θα γίνει απλώς το άλλοθι για την πραγματοποίηση απολύσεων. Αυτή η πραγματικότητα προσθέτει έναν ακόμα επείγοντα λόγο για να διεκδικηθεί και να κατακτηθεί η απαλλοτρίωση όλων των ιδιωτικών μονάδων παροχής υπηρεσιών υγείας και φροντίδας σε ηλικιωμένους και άλλες ευπαθής ομάδες.
Απέναντι σε αυτήν την επικίνδυνη κατάσταση για τη δημόσια υγεία, το εργατικό κίνημα και η Αριστερά θα πρέπει να παλέψουν για να αυξηθούν οι δαπάνες για την Υγεία, να γίνουν προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, να επιταχτούν άμεσα και χωρίς αποζημίωση οι κερδοσκοπικές ιδιωτικές κλινικές και εργαστήρια. Φυσικά, αυτές οι διεκδικήσεις για τη δημόσια Υγεία δεν πρόκειται να πραγματοποιηθούν από μια κυβέρνηση που υπηρετεί το κεφάλαιο, όπως η σημερινή. Το εργατικό κίνημα και η νεολαία πρέπει να παλέψουν λοιπόν για την ανάδειξη μιας εργατικής κυβέρνησης στην εξουσία, η οποία ξεριζώνοντας το καπιταλιστικό σύστημα, θα θεμελιώσει ένα σύστημα Υγείας που θα υπηρετεί τις ανάγκες του εργαζόμενου λαού.
Κωνσταντίνος Αυγέρος
Ο συντάκτης δεν έχει πάρει ακόμα χαμπάρι,αυτό που έχει πιά επιβεβαιωθεί,ότι οι εμβολιασμένοι και νοσούν και μεταδίδουν τον ιό.Γι' αυτό γέμισαν τα νησά κορωνοϊό.Δε θέλει ακόμα να κατανοήση (γιατί άραγε;),ότι η κυβέρνηση θα προτιμούσε χωρίς άλλο την πειθώ,για τον εμβολιασμό,αντί να ξεσηκώνη τον κόσμο σε διαδηλώσεις,με τα συνθήματα "κάτω η Νέα Δικτατορία" και "Κούλη,φασίστα παραιτήσου",αλλά η πειθώ στηρίζεται στη λογική και στην αλήθεια.Όταν αυτά τα δυό απουσιάζουν,δεν υπάρχει άλλη επιλογή,από τον εκβιασμό,την απειλή και τη βία.Επίσης δε θέλουν στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι μαρξιστές,να κάνουν τη διάκριση ανάμεσα στην επιστημονική γνώση από τη μιά και την εφαρμοσμένη τεχνολογία από την άλλη,που κάλλιστα μπορεί να υπηρετή σκοπιμότητες και συμφέροντα.Εννοείται φυσικά,ότι σε κάθε περίπτωση πολυεθνικές και διεθνή καπιταλιστικά κέντρα είναι υπεράνω πάσης υποψίας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι κάτι ακόμα.Δεν έχει αναρωτηθεί ο συντάκτης και οι άλλοι υποστηριχτές των μαζικών εμβολιασμών με τα πειραματικά σκευάσματα,γιατί τα πολύ αποτελεσματικά φάρμακα παραμένουν επιλογή για λίγους και εκλεκτούς;
ΑπάντησηΔιαγραφή