Ταξική Αντεπίθεση (ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών)
Είναι ήδη σαφές πως η εξάπλωση της κορωνοϊού, αφορά πολλά περισσότερα από μια υγειονομική -και μόνο- απειλή.Χωρίς να παραγνωρίσουμε την σημασία της δημόσιας υγείας, που αυτή τη στιγμή δοκιμάζεται από έναν ανεξέλεγκτο ιό, θεωρούμε πως ο πυρήνας της διαχείρισης της πανδημίας δεν αφορά την αποκατάσταση της υγειονομικής ασφάλειας, αλλά την αντιμετώπιση των καταστροφικών συνεπειών της πάνω στην οικονομία.
Το ξέσπασμα της πανδημίας δεν εμφανίστηκε σε ουδέτερο ιστορικό χρόνο, αλλά στη δίνη των κοσμοϊστορικών αλλαγών που συμβαίνουν (τουλάχιστον) την τελευταία δεκαετία με το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης. Είναι δεδομένο λοιπόν, πως η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης ενσωματώνεται εκ των πράγματων στην ευρύτερη διαχείριση της κρίσης του συστήματος και των αδιεξόδων που αυτό έχει περιέλθει. Αυτή τη στιγμή, η πανδημία επιταχύνει ραγδαία τον ιστορικό χρόνο και εντείνει τις ήδη προϋπάρχουσες αποσταθεροποιητικές τάσεις στην παγκόσμια οικονομία (ύφεση, ανυπαρξία επενδύσεων, εμπορικοί-ενεργειακοί ανταγωνισμοί) με κάτι ακόμα πιο δραστικό. Με το πρωτοφανές, εν καιρώ ειρήνης, φαινόμενο ακαριαίας επιβράδυνσης ή ακόμα και καθήλωσης της παραγωγής.
Η παγκόσμια οικονομία είναι σάπια και νοσεί. Και η πανδημία, ως συγκυριακό φαινόμενο, ενσωματώνει όλες τις αντιθέσεις της εποχής που εκδηλώνεται. Τις αναδεικνύει και τις πολλαπλασιάζει με τον πλέον ωμό τρόπο. Έτσι, το βραχυκύκλωμα που επέφερε στην οικονομία η εξάπλωση του κορωνοϊού, επιταχύνει την αναγκαιότητα μιας ακόμα καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, αυτή τη φορά όμως σε ένα πολεμικό περιβάλλον. Στο περιβάλλον της παγκόσμιας οικονομικής αποτελμάτωσης και της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου (για άλλη μια φορά) στην χρηματοπιστωτική σφαίρα και τη δημιουργία μιας ‘’φούσκας’’ ακόμα πιο επικίνδυνης από αυτή που οδήγησε στην κρίση του 2008. Στο περιβάλλον δηλαδή,της παρατεταμένης κρίσης και της ανυπαρξίας διεξόδου από αυτήν.
Αυτή η ανυπαρξία διεξόδου και η επερχόμενη έκρηξη στην παγκόσμια οικονομία, αποτυπώνεται στην ανηλεή προσπάθεια των κρατών να διατηρήσουν ή να ενισχύσουν τη θέση τους στο ξαναμοίρασμα των αγορών που θα προκύψει. Αποτυπώνεται στην στρατιωτικοποίηση της οικονομίας, είτε με όρους μιας επιθετικής εμπορικής-ενεργειακής πολιτικής (εμπάργκο, σαμποτάζ, κυρώσεις και δασμοί) είτε με όρους άμεσης ή έμμεσης στρατιωτικής εμπλοκής σε περιοχές ενεργειακού και γεωστρατηγικού ενδιαφέροντας. Μέσα σε ένα τέτοιο ξέφρενα ανταγωνιστικό και οριακό περιβάλλον, η πανδημία και οι συνέπειες της στην οικονομία δεν μπορούν παρά να εκτραχύνουν τους ανταγωνισμούς και να επιταχύνουν το ξέσπασμα μίας νέας, ακόμα πιο βαθιάς χρεοκοπίας του συστήματος.
Η έμμεση χρεοκοπία που συμβαίνει αυτή τη στιγμή, σε πρώτη φάση,εκδηλώνεται ως διαδικασία “καταστροφής κεφαλαίου”, με την πανδημία να αποτελεί τον “ασύμμετρο’’ παράγοντα για την επιτάχυνση της. Με άλλα λόγια, η πανδημία αποτελεί απλά τον πυροκροτητή της ωρολογιακής βόμβας μιας παγκόσμιας οικονομίας που ήταν από καιρό έτοιμη να εκραγεί. Έτσι, η στάση της παραγωγής, η μείωση ή εκμηδένιση των κερδών και η συσσώρευση χρεών για μια σειρά κεντρικών κλάδων της οικονομίας (τουρισμός, ενέργεια, εμπόριο), θα δημιουργήσει μια σαρωτική αναδιάταξη της αγοράς με κλείσιμο επιχειρήσεων και μαζικές απολύσεις. Σαφώς, αυτή η “καταστροφή κεφαλαίου’’ θα εξαφανίσει κυρίως τα πιο αδύναμα τμήματα του κεφαλαίου που θα σταθούν ανίκανα να ανταπεξέλθουν στην υπερχρέωση, και αντίστοιχα θα ενισχύσει τα μεγάλα μονοπώλια που θα απορροφήσουν τις ζημιές κυρίως μέσω του δανεισμού από τις κεντρικές τράπεζές των κρατών. Όμως, αυτή η διαδικασία αναστήλωσης των μονοπωλίων θα συμβεί σε ένα ακόμα πιο ασταθές περιβάλλον διεθνώς. Η συρρίκνωση του ΑΕΠ των κρατών, με την Deutsche Bank να το υπολογίζει σε 24% για την ΕΕ (ποσοστό που δεν έχει ξαναεμφανιστεί μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο), το κατρακύλισμα της τιμής του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, η δυσθεώρητη αύξηση του δημοσίου-ιδιωτικού χρέους των κεντρικών καπιταλιστικών κρατών (πχ Ιταλία) και το κραχ στα χρηματιστήρια, σκιαγραφούν το πλήρως ανταγωνιστικό-εμπόλεμο περιβάλλον στο οποίο θα αναμετρηθούν οι εμπορικές-ενεργειακές σχέσεις των κρατών την επάυριο της πανδημίας.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, η εφαρμογή μιας “οικονομίας πολέμου’’ όπως αποτυπώθηκε δια στόματος Κ. Μητσοτάκη, είναι αποκαλυπτική και αρκούντος περιγραφική για την κατάσταση που επικρατεί. Η παρατεταμένη υπολειτουργία της αγοράς και οι αλυσιδωτές επιπτώσεις της σε μια σειρά κλάδων της οικονομίας, λειτουργούν ως επιταχυντικός μοχλός για το ενδεχόμενο ξέσπασμα μιας ακαριαίας και ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας (και) στην Ελλάδα. Το πολεμικό ανακοινωθέν που εξέδωσε ο Μητσοτάκης δεν αφορούσε την “ασύμμετρη απειλή’’ της πανδημίας, αλλά την ολοένα κλιμακούμενη συρρίκνωση της οικονομίας και την πολεμικού τύπου προετοιμασία του κράτους για τη διαχείριση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Η ορολογία που επέλεξε να απευθυνθεί στην κοινωνία ο ανώτατος κρατικός αξιωματούχος και τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση για την ενίσχυση και στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου και της εργοδοσίας που έχουν παραλύσει από τη μείωση της κερδοφορίας, είναι μέτρα που λαμβάνονται μονάχα σε συνθήκες πολέμου και χρεοκοπίας.
Τέτοιου χαρακτήρα “πολεμικές” κρατικές παρεμβάσεις, έγιναν αντίστοιχα το 2010 με την επίσημη χρεοκοπία του Ελληνικού κράτους. Τα έκτακτα μέτρα που αποφάσισε η ΕΕ και η ΕΚΤ με πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 750 δις ευρώ (εκ των οποίων τα 12 δις αφορούν την Ελλάδα), έκτος του ότι δεν προορίζονται για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας ως “ένεση ρευστότητας’’ αλλά για την απορρόφηση των τοξικών ομολόγων που κατέχουν τα funds, εγγράφονται και ως δημόσιο χρέος στους προϋπολογισμούς των κρατών. Και εάν σήμερα παρουσιάζονται ως μέτρα “προστατευτικού’’ χαρακτήρα, αύριο θα αποδειχθούν ακόμα πιο καταστροφικά από εκείνα του 2010, γιατί λειτουργούν συσσωρευτικά εις βάρος μιας διαλυμένης, υπερχρεωμένης και μισοπεθαμένης οικονομίας που ρημάζεται εδώ και μια δεκαετία. Οι ενισχύσεις ρευστότητας από τον κρατικό προϋπολογισμό και οι δανειοδοτήσεις “αλληλεγγύης’’ από την ΕΕ, είναι κεφάλαιο που θα πρέπει να καλυφθεί και να επιστραφεί από μια ήδη χρεοκοπημένη και καθημαγμένη κοινωνία. “Πολεμική οικονομία’’ λοιπόν, σημαίνει ένα νέο γύρο μνημονίων, απολύσεων, μειώσεων μισθών, συντάξεων, κοινωνικών δαπανών και ιδιωτικοποιήσεων. Αυτά που σήμερα δίνει το κράτος για να αναχαιτίσει τη χρεοκοπία του, αύριο θα τα πληρώσουμε με αίμα.
Αυτή τη στιγμή, το κράτος, μέσω της συντεταγμένης προσπάθειας για επιβράδυνση και έλεγχο της εξάπλωσης της πανδημίας, δίνει αγώνα ταχύτητας για την επαναφορά της παραγωγικής κανονικότητας και την άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας. Και η επιβολή των αυστηρών υγειονομικών μέτρων, ως βασική προϋπόθεση για την οριοθέτηση και αντιμετώπιση του ιού, εφαρμόζεται όχι με γνώμονα την προστασία της δημόσιας υγείας όπως προσχηματικά διατείνονται, αλλά την δραστική μείωση της διάρκειας οικονομικής αποσταθεροποίησης. Εδώ θα πρέπει να σταθούμε λίγο παραπάνω. Ακόμα και εάν θεωρούμε πως το επίδικο της συγκυρίας δεν αφορά την διασφάλιση της υγείας αλλά της διάσωση της οικονομίας, δεν σημαίνει πως προσπερνάμε αφελώς τον κίνδυνο της πανδημίας ως ανύπαρκτο. Η κριτική και η θέση μάχης απέναντι στα παρελκόμενα της εποχής οφείλουν πάντα να στέκονται με ωριμότητα και κοινωνική υπευθυνότητα, υπενθυμίζοντας πως η απειλή της δημόσιας υγείας είναι δεδομένη. Και η προστασία της ακόμα περισσότερο.
Ως κοινωνικά-πολιτικά υποκείμενα έχουμε την υποχρέωση να λαμβάνουμε μέτρα υγειονομικής προστασίας χωρίς όμως να ταυτιζόμαστε με τις κρατικές επιταγές. Και δεν θα μπορούσαμε να ταυτιστούμε ποτέ και με κανέναν τρόπο. Γιατί το κράτος, ως εγκληματικός-αντικοινωνικός μηχανισμός, δίνει υγειονομικές-κατασταλτικές εντολές για να μετατοπίσει την ευθύνη της εξάπλωσης του ιού προς την κοινωνία και να απαλλαγεί από την πολιτική ευθύνη της ανυπαρξίας του δημόσιου συστήματος υγείας που το ίδιο διέλυσε. Γιατί το κράτος και οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί του, προβάλουν εντέχνως την “ατομική ευθύνη” και τις κοινωνικές συναθροίσεις ως βασικές αιτίες εξάπλωσης του ιού, και όχι την υποχρηματοδότηση, την υποστελέχωση και το κλείσιμο νοσοκομείων, όχι την έλλειψη αναλώσιμων, φαρμάκων και λειτουργικών Μονάδων Εντατικής Θεραπείας.
Αντίθετα, εμείς λαμβάνουμε μέτρα όχι για να απαλλαγούμε από τις ευθύνες μας αλλά για να τις σηκώσουμε στις πλάτες μας. Γιατί έτσι κι αλλιώς, στις δικές μας πλάτες στοιβάζονται όλοι οι εκβιασμοί αλλά και οι ευθύνες της περιόδου που διανύουμε. Σε εμάς τους εργαζόμενους που μέσα στις πλέον αντίξοες (εργασιακές, υγειονομικές και οικονομικές) συνθήκες υπηρετούμε τη κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη προσφέροντας επάρκεια φαρμάκων, τρόφιμων και νοσηλείας. Σε εμάς τους αναγκαστικά αδειούχους που καλούνται να ζήσουν με έκτακτα επιδόματα μη γνωρίζοντας εάν και πότε θα ξαναγυρίσουμε στις δουλείες μας, σε εμάς τους άνεργους ή τους “μαύρους” που δεν θα λάβουμε καμία πρόνοια, σε εμάς τους κρατούμενους στις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που θα αφεθούμε στη μοίρα μας, και ως πλεονάζων και μη παραγωγικός πληθυσμός εν καιρώ πολέμου, θα νοσήσουμε και θα πεθάνουμε αβοήθητοι.
Μιλάνε και μιλάμε για πόλεμο. Και είναι αλήθεια. Γιατί όσα συμβαίνουν σήμερα γύρω μας μόνο έτσι περιγράφονται. Από την μεγάλη εικόνα και την διαφαινόμενη έναρξη ενός Γ΄ παγκοσμίου πολέμου, μέχρι τα χαρακώματα της καθημερινής ζωής. Από τους χιλιάδες νεκρούς της πανδημίας που θα καταγραφούν ως “θύματα πολέμου’’. Από τις ανατιμήσεις προϊόντων, μέχρι την αισχροκέρδεια και τον μαυραγοριτισμό. Από τα άδεια ράφια των σούπερ μάρκετ μέχρι την αποθήκευση τροφής. Από την “επιστράτευση’’ κάποιων εργαζομένων για τη μείωση των ζημιών της εργοδοσίας μέχρι τις απολύσεις άλλων. Από τον εξαναγκασμό της δουλειάς χωρίς τη στοιχειώδη υγειονομική πρόληψη μέχρι τις υπερωρίες έκτακτης ανάγκης. Από την επίταξη νοσοκομείων και ιατροφαρμακευτικού εξοπλισμού μέχρι την ανεπάρκεια νοσηλευτικού προσωπικού και τη μετατροπή των νοσοκομείων σε θαλάμους στοιβαγμένων “τραυματιών πολέμου” σε ράντζα. Από την απαγόρευση συναθροίσεων, μέχρι την φοβία να επικοινωνήσουμε και να αγγίξουμε ο ένας τον άλλον. Όλα συνηγορούν σε μια εμπόλεμη συνθήκη.
Και ακόμα παραπέρα, η δυστοπία των ημερών μας μπορεί να φαντάζει μικρή μπροστά σε αυτό που θα επακολουθήσει αν η κατάσταση έκτακτης ανάγκης επεκταθεί και η πανδημία εξαπλωθεί σε ανεξέλεγκτο βαθμό. Εάν οι νεκροί αυξηθούν και η ανεργία, η πείνα, τα χρέη και η αδυναμία κάλυψης βασικών αναγκών καταστήσουν μη βιώσιμη την καθημερινότητα. Εάν δηλαδή περάσουμε σε μια κατάσταση γενικευμένης διάλυσης του κοινωνικού ιστού με φαινόμενα έξαρσης της αντικοινωνικής και ενδοοικογενειακής βίας, της κατάθλιψης, των νευρώσεων και των αυτοκτονιών.
Γι’ αυτό και σήμερα, το κίνημα ορμώμενο από το διαχρονικά κορυφαίο πρόταγμα της κοινωνικής-ταξικής αλληλεγγύης, καλείται να λειτουργήσει ως κινητήρια δύναμη (αυτό)περιφρούρησης της κοινωνίας. Όμως η υπεράσπιση της τάξης μας, η υπεράσπιση της αλληλεγγύης ως ζωτικό στοιχείο για την (πνευματική και φυσική) επιβίωση της κοινωνίας, δεν μπορεί να οριοθετείται στην κάλυψη των κενών που αφήνει το κράτος και την αυτοοργάνωση της φτώχειας μας, αλλά στην διεκδίκηση των βασικών κοινωνικών αναγκών ως όχημα για τον συνολικό επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Το σύνθημα επανάσταση ή βαρβαρότητα είναι αυτό που αποτυπώνει το δίλλημα των καιρών μας. Γιατί η κοσμογονική ένταση και έκταση των αντιθέσεων που παράγει ο καπιταλισμός σήμερα, θα οδηγήσει την ανθρωπότητα, ή στην απελευθέρωση ή στην οπισθοδρόμηση της.
Θα πρέπει λοιπόν να επιμείνουμε. Η περίοδος που διανύουμε είναι καθοριστικής σημασίας. Η επίθεση του κράτους, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, μέσω της δεδομένης μετατόπισης των τεράστιων ζημιών που έχει υποστεί το κεφάλαιο προς τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα, όσο και σε πολιτικό, με την μονιμοποίηση της “καραντίνας” απέναντι στην κοινωνία και τις αντιστάσεις της, ξαναθέτουν με τον πλέον εμφατικό τρόπο τα ζητήματα οργάνωσης και αντεπίθεσης του κινήματος ως καθοριστικά για το μέλλον του. Θα κριθεί, για ακόμα μια φορά στην πρόσφατη εγχώρια ιστορία, αν το κίνημα κατανοεί πολιτικά το ιστορικό μέγεθος των ζητημάτων που ανοίγει η συγκυρία, αν (και πως) αντιλαμβάνεται τη θέση και τον ρόλο του μέσα σε αυτή, και τελικά, αν μπορεί να επιτελέσει το ιστορικό του καθήκον, πρώτα ως ανάχωμα αντίστασης απέναντι στην καπιταλιστική-κατασταλτική επιθετικότητα και στη συνέχεια ως κρίσιμη δύναμη για την επαναστατική ανατροπή.
Η αποκρυστάλλωση των πολιτικών επίδικων της συγκυρίας και των επακόλουθων βασικών στόχων που πρέπει να τεθούν, ως συμπύκνωση των συγκεκριμένων εκφράσεων της καπιταλιστικής επιθετικότητας εναντίον μας, μπορούν να δημιουργήσουν προϋποθέσεις κοινωνικής-ταξικής αυτοπεποίθησης, συσπείρωσης και αντεπίθεσης. Η υπεράσπιση της δημόσιας υγείας και η ενίσχυση της με επιπλέον μόνιμο προσωπικό, η δωρεάν χορήγηση των ειδών πρώτης ανάγκης (φάρμακα, τρόφιμα), η απαίτηση υγειονομικής πρόληψης των εργαζόμενων που αναγκάζονται να εκτίθενται στην πανδημία, η στάση πληρωμών (ενοικίων, λογαριασμών κλπ) όλων των άνεργων και των εργαζόμενων που βρίσκονται σε αναγκαστική αργία, η ανάσχεση των απολύσεων και η απαίτηση αποσυμφόρησης των φυλακών και κατάργησης των στρατοπέδων συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών, είναι μερικά από τα σημεία που συμπυκνώνουν την ταξική διαχείριση της πανδημίας και τους αγώνες που πρέπει να ανοίξουν εναντίον της.
Όμως δεν έχουμε αυταπάτες. Οι απαραίτητοι αγώνες τις περιόδου δεν είναι εύκολο να ξεκινήσουν σε μια τόσο ασφυκτική συνθήκη. Η κρίση μας βρίσκει για άλλη μια φορά απροετοίμαστους. Και ακόμα χειρότερα, μας βρίσκει σε ένα καθεστώς απαγόρευσης της δημόσιας συνεύρεσης και παρουσίας μας στους δρόμους. Γι’ αυτό και η αποχή από το δημόσιο πεδίο και την μαζική-συλλογική καταγραφή της αντίστασης σε όσα συμβαίνουν γύρω μας, παραχωρούν πολύτιμο χώρο και χρόνο στον εχθρό. Ο χρόνος και το έδαφος που χάνεται αυτή τη στιγμή είναι αναντικατάστατος και ίσως με το πέρας της πανδημίας να είναι πολύ αργά για να καλυφθούν τα κενά που ήδη αφήνονται. Η ραγδαία ταχύτητα των εξελίξεων και η απουσία συλλογικής επεξεργασίας θέσεων και δράσεων κοινωνικής παρέμβασης, ίσως οδηγήσουν σε μια γενικευμένη κινηματική παραλυσία με καταστροφικές προεκτάσεις. Έστω και τώρα, και με γνώμονα την προστασία της δημόσιας υγείας, οφείλουμε να εξετάσουμε τα περιθώρια της αναγκαίας δημόσιας δράσης μέσα σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης. Ο εχθρός έχει ήδη μεριμνήσει γι’ αυτό. Το ίδιο οφείλουμε να κάνουμε και εμείς.
Αυτή η μέριμνα του εχθρού, μέσω της στρατιωτικοποίησης της κοινωνικής ζωής που επιβάλλεται με πρόσχημα την πανδημία, αφορά τις προληπτικές μεθόδους αντιεξέγερσης και την οχύρωση του κράτους από μια ενδεχόμενη γενικευμένη κοινωνική έκρηξη που θα επιφέρει η επερχόμενη χρεοκοπία. Η κοινωνική καραντίνα ήρθε για να μείνει, και ήδη επιβάλλεται με τον πανοπτικό έλεγχο των πόλεων, την ενσωμάτωση των κρατικών εντολών μέσω των πρωτοφανέρωτων-δυστοπικών μεθόδων αυτοεπιτήρησης της κοινωνίας και της αδρανοποίησης της κλείνοντας την στα σπίτια, αλλά και την ανάπτυξη στρατιωτικών μονάδων στους δρόμους των Ευρωπαϊκών μητροπόλεων. Αν μέσα σε ένα τέτοιο αποστειρωμένο περιβάλλον κοινωνικού εκφασισμού, η μη τήρηση των υγειονομικών εντολών επιφέρει πρόστιμα και συλλήψεις, τότε η αντίσταση σε όποια της μορφή θα πρέπει να θεωρείται de facto ποινικοποιημένη και επικηρυγμένη.
Κάτι αλλάζει και το νιώθουμε όλοι. Ζούμε στην κόψη της ιστορίας, στο μεταβατικό στάδιο μιας σαρωτικής αλλαγής του κόσμου με την μορφή που τον γνωρίζαμε έως σήμερα. Και τα συμπτώματα αυτής της ενδιάμεσης περιόδου, με την μορφή των ανταγωνισμών, των πανδημιών, των κρίσεων, των χρεοκοπιών και της στρατοκρατίας, προεξοφλούν ένα ακόμα πιο δυσοίωνο μέλλον για την ανθρωπότητα. Κάτι αλλάζει και το βλέπουμε όλοι.
Το ερώτημα τώρα τίθεται σε εμάς. Δεν υπάρχουν μεταφυσικές δυνάμεις που κινούν την ιστορία, και η εξάπλωση μιας πανδημίας, θα αποσταθεροποιήσει αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα καταστρέψει τον καπιταλισμό. Η ιστορική ασυνέχεια της κοινωνικής-ταξικής απελευθέρωσης και η καταστροφή του καπιταλισμού, έγκειται στην ανθρώπινη Πράξη και μόνο. Στην βίαιη επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας. Τα κράτη, όσο οι κοινωνίες και οι αντιστάσεις τους στέκουν παροπλισμένες και ανοργάνωτες, απορροφούν τους κραδασμούς των (υγειονομικών, οικονομικών, πολεμικών ) κρίσεων τους και δημιουργούν προϋποθέσεις ακόμα μεγαλύτερης επίθεσης. Με άλλα λόγια, χωρίς την αντίσταση, η κυριαρχία θα σταθεροποιείται, θα αναδιοργανώνεται και θα ισχυροποιείται. Και συγκεκριμένα σήμερα, η απρόσκοπτη έξοδος του καπιταλισμού από την υγειονομική-οικονομική κρίση του, θα αφήσει πίσω της συνθήκες κοινωνικού νεκροταφείου. Σιωπή, φόβο και ανέχεια. Το ερώτημα λοιπόν (ξανά)τίθεται εμφατικά: Ή ΕΜΕΙΣ Ή ΑΥΤΟΙ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου