Ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά. Πρώτον, είναι ένας προϋπολογισμός που βρίσκεται κυριολεκτικά στον αέρα. Είναι να απορεί κανείς, πώς μπορούν τα κυβερνητικά οικονομικά επιτελεία να προβλέπουν τόσο αισιόδοξες αυξήσεις στο ΑΕΠ σε πλήρη αντίφαση με τις εκτιμήσεις για την παγκόσμια και ευρωπαϊκή οικονομία. Από το ΔΝΤ, την Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα (FED), την Κομισιόν μέχρι μαρξιστές/ριζοσπάστες οικονομολόγους δεν υπάρχει ούτε μία θετική πρόβλεψη σε σχέση με τους ρυθμούς ανάπτυξης (προβλέπεται συνέχεια ή/και βάθεμα της ύφεσης) αλλά ούτε θετική προοπτική ανάσχεσης του πληθωρισμού που καλπάζει. Όποια έσοδα προκύψουν, θα είναι από την αύξηση των φορολογικών εσόδων από άδικους ενδιάμεσους και οριζόντιους φόρους (όπως ο ΦΠΑ) ενώ οι φοροαπαλλαγές θα αφορούν τα μεγάλα και πολύ μεγάλα εισοδήματα, οξύνοντας τις ανισότητες και μεγαλώνοντας την ψαλίδα μεταξύ μισθών και κερδών.
«Όλα για το κεφάλαιο και τις τράπεζες, σκληρή λιτότητα, φτώχεια, εξαθλίωση για την εργατική τάξη». Έτσι θα μπορούσε να συνοψιστεί το δεύτερο βασικό χαρακτηριστικό του προϋπολογισμού. Οι εξαγγελίες περί αυξήσεων σε μισθούς-συντάξεις από το Μητσοτάκη είναι απολύτως ψευδείς: οι αυξήσεις που υπόσχεται είναι ψίχουλα μπροστά στις συνδυαστικές απώλειες από τον πληθωρισμό και την ακρίβεια ενώ προβλέπονται μειώσεις των μισθολογικών δαπανών για τους/ις εργαζόμενους/ες στο δημόσιο.
Η υποτιθέμενη κόντρα Μητσοτάκη και τραπεζών, είναι ένα πολύ κακόγουστο αστείο. Οι τράπεζες αντέδρασαν αμέσως στις εξαγγελίες κάποιων ελέγχων από την κυβέρνηση, κάνοντας σαφές ότι δεν πρόκειται να αποδεχθούν τον παραμικρό έλεγχο, ακόμα και από την πιο φιλική σε αυτές κυβέρνηση. Οι τράπεζες που τα προηγούμενα δεκαπέντε χρόνια διασώθηκαν κάμποσες φορές με δημόσιο χρήμα (λεηλατώντας ασφαλιστικά ταμεία και λαϊκές αποταμιεύσεις) κάνουν μπίζνες με τα κόκκινα δάνεια βγάζοντας στο σφυρί τη λαϊκή κατοικία, για χρέη λίγων χιλιάδων ευρώ.
Οι δαπάνες για υγεία και παιδεία, βρίσκονται στο ναδίρ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει ακάθεκτη στη σκληρή νεοφιλελεύθερη λογική της περικοπής των δημόσιων δαπανών για την υγεία και την παιδεία, βάζοντας πλάτη στα κέρδη του ιδιωτικού τομέα. Το πρόσφατο νομοσχέδιο διάλυσης και επί της ουσίας ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ, αφήνει τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων και των φτωχών απροστάτευτη, οδηγώντας ταυτόχρονα τους/ις εργαζόμενους/ες στη δημόσια υγεία στην εξαθλίωση. Και αυτό γίνεται όταν τα προηγούμενα δύομιση χρόνια, αναδείχθηκε με τον πιο εμφατικό τρόπο ο αναντικατάστατος ρόλος των δημόσιων συστημάτων υγείας διεθνώς για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Το εξοπλιστικό πρόγραμμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη των δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ και οι αμυντικές δαπάνες, ματώνουν τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας. Πολύτιμοι πόροι κατευθύνονται κάθε χρόνο για την αγορά φρεγατών, Ραφάλ, πυραύλων, μετατρέποντας τη χώρα σε αστακό (σε συνδυασμό με όλες τις συμφωνίες για την επέκταση των ΝΑΤΟϊκών βάσεων). Σε μία συγκυρία που ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός εντείνεται, η εξοπλιστική κούρσα και από τις δύο μεριές του Αιγαίου είναι εξαιρετικά επικίνδυνη και φέρνει πιο κοντά την πιθανότητα πολεμικού επεισοδίου.
Προκλητικά ενισχύονται οι δυνάμεις καταστολής με συστηματικό τρόπο ενάντια και απέναντι στις κοινωνικές ανάγκες. 14 χρόνια μετά την κρατική δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου που πυροδότησε τη μεγάλη νεολαιίστικη εξέγερση του 2008, η κυβέρνηση συνεχίζει να ενισχύει τις δυνάμεις καταστολής και να καλύπτει τη δολοφονική δράση της ΕΛΑΣ. Ο πυροβολισμός στο κεφάλι (!) του 16χρονου Ρομ για 20 ευρώ απλήρωτων καυσίμων, αποκαλύπτει με φρικιαστικό τρόπο την ασυδοσία και την ασυλία που απολαμβάνουν οι δυνάμεις καταστολής. Αμέσως μετά ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε επίδομα 600€ σε κάθε αστυνομικό, στέλνοντας σαφές μήνυμα στήριξης της δράσης της ΕΛΑΣ.
Οι δυσκολίες της κυβέρνησης είναι τεράστιες και το 2023 θα είναι χρονιά εκλογών. Η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι κατώτερη των περιστάσεων και η αντιπολιτευτική γραμμή δεν έχει να προσφέρει τίποτα απέναντι στην πολιτική της κυβέρνησης. Η κοινοβουλευτική αναμονή με την ελπίδα μιας ομαλής κυβερνητικής εναλλαγής, με ένα πρόγραμμα που δεν επιχειρεί ούτε τις στοιχειώδεις παρεμβάσεις για τα συμφέροντα των εργαζομένων και της κοινωνικής πλειοψηφίας, δεν μπορεί να είναι χρήσιμο «εργαλείο» (ούτε εκλογικά) για όσους και όσες ενδιαφέρονται για την ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής.
Οι μαζικές κινητοποιήσεις του προηγούμενου διαστήματος υπογραμμίζουν ότι η δυνατότητα ανατροπής αυτής πολιτικής είναι υπαρκτή και βρίσκεται στο δρόμο των μαζικών ενωτικών αγώνων. Η μαζικότητα της Γενικής Απεργίας στις 9 Νοέμβρη απέδειξε με αγωνιστικό τρόπο την οργή και την αγανάκτηση απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Η μαζικότητα των απεργιακών διαδηλώσεων σε όλη τη χώρα, θύμισε συγκεντρώσεις των μεγάλων απεργιών ενάντια στα μνημόνια. Η μαζική διαδήλωση για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, λίγες μέρες μετά την απεργία, η μαζική συμμετοχή στις γυναικείες-φεμινιστικές κινητοποιήσεις για τις 25 Νοέμβρη, αναδεικνύουν δυνατότητες για τον κόσμο μας. Ταυτόχρονα στάλθηκε ισχυρό μήνυμα τόσο στα κυβερνητικά επιτελεία όσο και στην άρχουσα τάξη: υπάρχουν οι σπίθες που μπορούν να βάλουν φωτιά σε ολόκληρο τον κάμπο.
Το βάρος της ανατροπής της κυβερνητικής πολιτικής πέφτει στις πλάτες του εργατικού κινήματος, της ριζοσπαστικής – αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και στον κόσμο των κινημάτων και των αγώνων. Η ανατροπή αυτή χρειάζεται την κλιμάκωση και μαζικοποίηση των αγώνων, πατώντας πάνω στις θετικές παρακαταθήκες της Γενικής Απεργίας και της επετείου του Πολυτεχνείου.
Eχοντας το υπόβαθρο της κρίσης, της ρευστότητας, της αβεβαιότητας, κάθε εκτίμηση που βασίζεται στην ομαλή θεσμική και κοινοβουλευτική εξέλιξη των πραγμάτων είναι μετέωρη. Η μαζική επανεμφάνιση της εργατικής-λαϊκής κινητοποίησης στο προσκήνιο είναι αυτή που μπορεί να παίξει τον καθοριστικό ρόλο απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Σε αυτό το καθήκον λογοδοτούμε και θα εργαστούμε με όλες μας τις δυνάμεις: για την κλιμάκωση των αγώνων ενάντια στην κυβέρνηση του ταξικού πολέμου και του αυταρχισμού, με μία Αριστερά μαζική, ενωτική, ριζοσπαστική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου