ΠΑΝΘΗΡΑΣ * 29

* Ιστοσελίδα Ενημέρωσης Της Μαχόμενης Αριστεράς Για Τον ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ * Για επικοινωνία : thanasis.ane@gmail.com * Οι δημοσιεύσεις δεν εκφράζουν και τις απόψεις της ιστοσελίδας * Αριστερά και Ενιαίο Μέτωπο Ενάντια στην Βαρβαρότητα*

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

Η Νέα Ύφεση, Οι Βδέλλες, Οι Κοριοί Και Η Συσσωρευμένη Οργή /// του Σταμάτη Καραγιαννόπουλου

 

Ανάλυση των τελευταίων διεθνών και ελληνικών εξελίξεων. Παγκόσμια ύφεση - παγκόσμια εξαθλίωση - παγκόσμια επανάσταση. Το ψευτοδίλημμα «ύφεση ή πληθωρισμός». Αδυσώπητη σύγκρουση μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Πώς εξελίσσεται ο πόλεμος στην Ουκρανία. Η Ελλάδα ξαναβυθίζεται στην κρίση. «Κοριοί» στα τηλέφωνα και «ψύλλοι» στ’ αυτιά της άρχουσας τάξης. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ και ο εκλογικός νόμος. Η κατάσταση και η συνείδηση της εργατικής τάξης. Το εργατικό κίνημα, η νεολαία, η Αριστερά και το ζήτημα της εξουσίας.

Σταμάτης Καραγιαννόπουλος


Η λαϊκή εξέγερση που ξέσπασε στη Σρι Λάνκα το καλοκαίρι, λίγους μόνο μήνες μετά την πνιγμένη στο αίμα εξέγερση στο Καζακστάν, αρχίζει να καθρεφτίζεται αυτές τις μέρες σε μαζικά κινήματα που αναπτύσσονται στην Ευρώπη ενάντια στην κερδοσκοπική ακρίβεια, με μαζικές διαδηλώσεις σε Γερμανία, Τσεχία, Ιταλία και Βρετανία. Και όχι μόνο στην Ευρώπη. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές προετοιμάζεται στις ΗΠΑ για τις 16 Σεπτεμβρίου μια μεγάλη απεργία των συνολικά 90.000 εργαζομένων στους εμπορευματικούς σιδηροδρόμους, ενάντια στις αφόρητες εργασιακές συνθήκες, η οποία αναμένεται να μπλοκάρει το 40% των εμπορευματικών μεταφορών σε όλη τη χώρα.

Αυτά τα μαζικά γεγονότα αντιπροσωπεύουν ένα ορόσημο εισόδου σε μια νέα φάση της παγκόσμιας κατάστασης. Σε αυτήν τη νέα φάση, μετά τις ειδικές περιστάσεις που διαμόρφωσε η πανδημία, αναδεικνύονται κυρίαρχα στο προσκήνιο τα «κλασικά» δεινά του καπιταλισμού, η μαζική εξαθλίωση, η ακρίβεια, η γενικευμένη απειλή της ανεργίας, ο πόλεμος και οι ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις, κινητοποιώντας και ριζοσπαστικοποιώντας την εργατική τάξη και τη νεολαία, που αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι το πρόβλημα της κοινωνίας είναι η εκμεταλλεύτρια τάξη που έχει την εξουσία και το σύστημά της.

Παγκόσμια ύφεση – παγκόσμια εξαθλίωση – παγκόσμια επανάσταση

Μια στοιχειωδώς προσεκτική ματιά στον αστικό Τύπο μαρτυρά την απελπισία και την απόγνωση που διακατέχουν την τάξη των καπιταλιστών μπροστά στην είσοδο της παγκόσμιας οικονομίας στο απροσδιόριστου μήκους τούνελ του στασιμοπληθωρισμού (συνδυασμός οικονομικής στασιμότητας και πληθωρισμού) και μπροστά στις φοβερές διεθνείς επιπτώσεις της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης με επίκεντρο την Ουκρανία. Αυτή η ψυχολογία των αστών απολογητών, με τη σειρά της φανερώνει γλαφυρά την ίδια την απουσία εναλλακτικής λύσης γι’ αυτά τα προβλήματα πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού.

Η ταυτόχρονη διολίσθηση της παγκόσμιας οικονομίας στη δεύτερη ύφεση μέσα σε 2,5 μόνο χρόνια, είναι πλέον ένα αναπότρεπτο γεγονός. Όλοι οι βασικοί πυλώνες της παγκόσμιας οικονομίας βιώνουν ταχύτατη επιβράδυνση. Η παραγωγική καρδιά της οικονομίας, ο κλάδος της μεταποίησης, είναι εκείνος που οδηγεί την κούρσα προς την ύφεση. Έτσι, τον περασμένο Αύγουστο ο λεγόμενος δείκτης υπευθύνων προμηθειών στη μεταποίηση, γνωστός ως δείκτης PMI, κατέγραψε σοβαρή κάμψη της ζήτησης και των νέων παραγγελιών. Σύμφωνα με τον S&P Global, για τα 19 κράτη-μέλη της Ευρωζώνης αυτός ο δείκτης μειώθηκε στις 49,6 μονάδες τον Αύγουστο από 49,8 μονάδες τον Ιούλιο, αντανακλώντας το γεγονός ότι η ζήτηση βιομηχανικών εμπορευμάτων βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία, ως αποτέλεσμα της ακρίβειας στην ενέργεια και σε μια σειρά άλλα βασικά αγαθά και υπηρεσίες. Στην Ασία, ο δείκτης μειώθηκε στην Ιαπωνία, ενώ στην Ταϊβάν και τη Νότια Κορέα μειώθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Μάιο και τον Ιούλιο του 2020 αντίστοιχα, με τις δύο αυτές βιομηχανικές χώρες να αντιμετωπίζουν μείωση της ζήτησης για μικροτσίπ, εξαρτήματα που αποτελούν βασικά εξαγωγικά τους είδη.

Οι δύο από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές βιομηχανικές δυνάμεις, η Γερμανία και η Ιταλία σημείωσαν στον συγκεκριμένο δείκτη τις χειρότερες επιδόσεις των τελευταίων 26 μηνών. Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις 34 οικονομολόγων που δημοσίευσε το Reuters, η γερμανική οικονομία είναι κοντά στο να γνωρίσει τρία συνεχόμενα τρίμηνα συρρίκνωσης του ΑΕΠ (τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2022 και πρώτο του 2023), με τον «τεχνικό» ορισμό της τεχνικής ύφεσης να απαιτεί δύο.

Καθόλου τυχαία στην αναθεωρημένη «Διεθνή Οικονομική Επιθεώρηση» (“World Economic Outlook”) που έδωσε στη δημοσιότητα στις 26/7/22 το ΔΝΤ, περιέχεται ένα σενάριο που ο επικεφαλής οικονομολόγος του, Πιερ-Ολιβιέ Γκουρίνχας, χαρακτηρίζει «εύλογο», κατά το οποίο τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Ευρωζώνη «θα βιώσουν σχεδόν μηδενική ανάπτυξη» και η παγκόσμια οικονομία θα πέσει σε έναν ρυθμό ανάπτυξης «στον οποίο έχει πέσει μόλις πέντε φορές από το 1970». Εμείς θα συμπληρώναμε, ότι το γεγονός πως από τις 5 αυτές φορές, οι 2 θα αφορούν τα τελευταία 2,5 χρόνια, μόνο τυχαίο δεν μπορεί να είναι. Φανερώνει γλαφυρά το ίδιο το ιστορικό αδιέξοδο του καπιταλισμού.

Αυτό δεν αποτελεί έναν ιδεολογικό αφορισμό. Προκύπτει από την ίδια την αντικειμενική πραγματικότητα. Όλοι οι βασικοί κίνδυνοι που σύμφωνα με τον Γκουρίνχας οδηγούν στην ύφεση, δηλαδή η διαταραχή των ευρωπαϊκών ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, ο «επίμονα υψηλός πληθωρισμός» και οι εμπορικοί πόλεμοι, είναι βγαλμένοι απευθείας από το DNA του καπιταλισμού. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία και ο γενικευμένος εμπορικός πόλεμος που τον συνοδεύει και συντελεί στην ακρίβεια της ενέργειας, είναι το αποτέλεσμα ενός αδυσώπητου ανταγωνισμού που απορρέει από τις ίδιες τις καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, ενώ ο «επίμονα υψηλός πληθωρισμός» είναι το τελικό προϊόν της επίμονης καπιταλιστικής αισχροκέρδειας που πηγάζει από τον σκοπό του κέρδους στον οποίο υποτάσσεται η καπιταλιστική παραγωγή.

Υπάρχει και ένας ακόμα παράγοντας στην ίδια έκθεση που επίσης υπογραμμίζεται σαν «σοβαρός κίνδυνος» από τον ίδιο κορυφαίο αστό οικονομολόγο. Αυτός είναι οι «κοινωνικές αναταραχές που προκαλούνται από την άνοδο των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας». Η υπογράμμιση του κινδύνου αυτού, φανερώνει πως οι στρατηγικοί αναλυτές του κεφαλαίου, όπως συμβαίνει συνήθως, φθάνουν σε κοινά συμπεράσματα με τους μαρξιστές και κατανοούν τις επαναστατικές συνέπειες που αναπόφευκτα θα έχει η παρούσα εκδήλωση του ιστορικού αδιεξόδου του συστήματός τους. Οι μόνοι που αρνούνται επίμονα να κάνουν το ίδιο, είναι οι κάθε είδους ρεφορμιστές και σεχταριστές μέσα στην Αριστερά, οι οποίοι ανεξάρτητα από τι συμβαίνει γύρω τους δεν πρόκειται να κουραστούν να μας μιλούν για τον «συντηρητισμό» και το «χαμηλό επίπεδο» της εργατικής τάξης, επιδιώκοντας πάντα να καμουφλάρουν με αυτόν τον τρόπο τον δικό τους οργανικό συντηρητισμό και πεσιμισμό, το δικό τους χαμηλό επίπεδο επαφής με τη συνείδηση των εργαζόμενων.

Το ψευτοδίλημμα «ύφεση ή πληθωρισμός»

Για να καταπολεμήσουν τον στασιμοπληθωρισμό, τα κεντρικά αστικά οικονομικά επιτελεία δηλώνουν μήνες τώρα ότι είναι αντιμέτωπα με το ακόλουθο (πλαστό όπως θα δούμε) δίλημμα: «ύφεση ή πληθωρισμός;». Να συνεχίσουν την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων προσπαθώντας να αποφύγουν την ύφεση (ή έστω να «επιβραδύνουν την οικονομική επιβράδυνση») ή να αυξήσουν τα επιτόκια για να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό αφαιρώντας χρήμα από την κυκλοφορία;

Η απάντηση που έχουν ήδη έμπρακτα δώσει είναι υπέρ της δεύτερης επιλογής. Η FED (Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ) προέβη τον Ιούλιο στην τέταρτη διαδοχική αύξηση επιτοκίων (+0,25% τον Μάρτιο, +0,25% τον Μάιο, +0,75% τον Ιούνιο και +0,75% τον Ιούλιο), ενώ η ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) προχώρησε τον Ιούλιο στην πρώτη αύξηση των επιτοκίων της έπειτα από 11 χρόνια (+0,50%) και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές προχώρησε σε νέα αύξηση κατά 0,75% του βασικού της επιτοκίου, το οποίο πλέον διαμορφώνεται στο 1,25%. Συνολικά, περισσότερες από 80 Κεντρικές Τράπεζες έχουν αυξήσει ήδη τα δικά τους επιτόκια εντός του έτους.

Στην πραγματικότητα το δίλημμα που επικαλούνται τα αστικά οικονομικά επιτελεία είναι ψεύτικο. Καμία από τις δύο επιλογές δεν είναι δυνατό να αποτρέψει εκείνο που θεωρητικά επιδιώκει. Σε τι μπορεί να οδηγήσει η παρούσα αύξηση των επιτοκίων; Από τη μία πλευρά θα ανεβάσει το κόστος δανεισμού για τις κυβερνήσεις, τις εταιρείες και τα νοικοκυριά, και θα εντείνει την εξελισσόμενη τάση προς πτώση της ζήτησης και των επενδύσεων, συντελώντας σε έναν βαθμό στον ερχομό της ύφεσης. Από την άλλη όμως, δεν θα αντιμετωπίσει άμεσα τον πληθωρισμό, αφού αυτός σε τελική ανάλυση έχει σαν βασική αιτία την αχαλίνωτη κερδοσκοπία και όχι την αυξημένη νομισματική κυκλοφορία, έναν παράγοντα δηλαδή που τους προηγούμενους μήνες δημιούργησε ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τον πληθωρισμό, αλλά που σε καμία περίπτωση δεν τον δημιούργησε.

Ο αυξημένος πληθωρισμός σήμερα έχει βαθιά συστημικά αίτια. Είναι αυθεντική εκδήλωση του παρασιτισμού, της παρακμής και του αδιεξόδου του ίδιου του συστήματος. Χωρίς μια αποφασιστική παρέμβαση στις σχέσεις παραγωγής, δηλαδή στις καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, δεν μπορεί να χτυπηθεί αποφασιστικά το τέρας του πληθωρισμού πριν συντελέσει στον ερχομό μια βαθιάς ύφεσης, η οποία με τη σειρά της βέβαια, μέσω της ίδιας της καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων και του περαιτέρω τσακίσματος της ζήτησης, σε κάποιο στάδιο θα οδηγήσει σε πτώση τις τιμές.

Αλλά και η συνέχιση της πολιτικής των χαμηλών (έως και αρνητικών επιτοκίων) από μόνη της, χρόνια τώρα, έχει αποδειχθεί ανεπαρκής για να αποτρέπει την εμφάνιση των υφέσεων. Η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό είναι οι δύο προηγούμενες από την ύφεση της πανδημίας (2000 και 2008) υφέσεις, οι οποίες ξέσπασαν παρά την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, ενώ και η ύφεση που προετοιμάζεται σήμερα στην παγκόσμια οικονομία έχει ξεκινήσει ως επιβράδυνση πριν ακόμα αρχίσουν οι κεντρικές τράπεζες να αυξάνουν τα επιτόκια.

Η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία είναι παγιδευμένη σε αξεπέραστες δομικές αντιφάσεις που γεννούν διαρκώς κρίσεις και υφέσεις, με κυρίαρχη την αντίφαση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την τάση της για διαρκή επέκταση από τη μία πλευρά, και στο καθεστώς της ατομικής ιδιοκτησίας που χαρακτηρίζει τον καπιταλισμό και στα εμπόδια που αυτό θέτει στην τάση της για επέκταση από την άλλη. Οι κεντρικές τράπεζες παρεμβαίνοντας μόνο στη νομισματική κυκλοφορία και όχι στην ίδια την παραγωγή, σε τελική ανάλυση δεν μπορούν να αποτρέψουν την εμφάνιση καμίας ύφεσης.

Η ακρίβεια, η απειλή της πείνας και ο παγερός ευρωπαϊκός χειμώνας

Στη σημερινή εποχή της ιστορικά πρωτοφανούς αφθονίας σε αγροτικά και βιομηχανικά αγαθά και των τεχνολογικών και επιστημονικών «θαυμάτων», ο καπιταλισμός επιφυλάσσει στην ανθρωπότητα εφιαλτικούς μήνες εξαθλίωσης, πείνας και παγωνιάς.

Σύμφωνα με υπολογισμούς του ΟΗΕ που δημοσιοποιήθηκαν την 1/9 ο αριθμός των ανθρώπων που βρίσκονται υπό την άμεση απειλή της πείνας έχει αυξηθεί από 135 εκατομμύρια άτομα το 2019 στα 345 εκατομμύρια σήμερα! Και η μοίρα της εξαθλίωσης δεν αφορά μόνο τις υπανάπτυκτες καπιταλιστικές χώρες. Το Resolution Foundation προβλέπει ότι 3 εκατομμύρια Βρετανοί θα βυθιστούν στην απόλυτη φτώχεια, φτάνοντας συνολικά τα 45 εκατ. άτομα έως τον Ιανουάριο του 2023. Η παιδική φτώχεια θα φτάσει στο υψηλότερό της επίπεδο από τη δεκαετία του 1990. Επιπλέον, σύμφωνα με μελέτη των Μάικλ Μάρμοτ, επικεφαλής του «Ινστιτούτου για την Ισότητα στην Υγεία» του University College London, και Ίαν Σίνχα, ειδικού συμβούλου για αναπνευστικά ζητήματα στο νοσοκομείο Παίδων Alder Hey του Λίβερπουλ, λόγω της ακρίβειας στην ενέργεια τα παιδιά στην Βρετανία θα αντιμετωπίσουν μια σειρά σοβαρών αναπνευστικών ασθενειών που θα τα συνοδεύουν στην ενήλικη ζωή και «τοξικό στρες» που θα επηρεάσει την ανάπτυξη του εγκεφάλου τους.

Στην Ευρωζώνη, όπου σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat ο ετήσιος πληθωρισμός τον Αύγουστο εκτινάχθηκε στο 9,1% και κατέγραψε νέο ιστορικό ρεκόρ από την αρχή των καταγραφών το 1997, οι τιμές στην ενέργεια αποτέλεσαν τη βασική πηγή της ακρίβειας, σημειώνοντας άνοδο κατά 38,3%, ενώ ο κλάδος τροφίμων – αλκοόλ – καπνού ακολούθησε με αύξηση 10,6%. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι στις αρχές του 2023 το κόστος των υψηλών τιμών στο φυσικό αέριο, και επομένως στο ηλεκτρικό ρεύμα, θα ανέλθει σε 2 τρισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 15% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, ενώ το συνολικό κόστος για την ακρίβεια που αναμένεται να πληρώσουν τα νοικοκυριά θα είναι τρομακτικό και θα ξεπεράσει το 50% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ!

Η μία μετά την άλλη οι αστικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ανακοινώνουν μέτρα στο όνομα της καταπολέμησης της ακρίβειας στην ενέργεια, τα οποία όμως στην πραγματικότητα δεν θωρακίζουν το βιοτικό επίπεδο των εργατικών και φτωχών λαϊκών μαζών, αλλά την κερδοσκοπία των εταιρειών ενέργειας, σπαταλώντας το χρήμα των εργαζόμενων φορολογούμενων όπως συμβαίνει στη Γερμανία και την Ελλάδα για να τις επιδοτούν, να τις «διασώζουν» όπως συμβαίνει στη Σουηδία και την Αυστρία ή ακόμα και να τις «εθνικοποιούν» όπως συμβαίνει στη Γαλλία, όπου η κυβέρνηση περνά υπό κρατική ιδιοκτησία την εταιρεία παροχής ηλεκτρικής ενέργειας EDF, μόνο και μόνο για να αναλάβει το κράτος τις ζημιές της, αναζητώντας νέους μελλοντικούς ιδιοκτήτες.

Την ίδια στιγμή, ενώ γράφονται αυτές οι γραμμές, η Κομισιόν φέρεται «αποφασισμένη» να ανακοινώσει σύμφωνα με το Bloomberg, μέτρα που «θα στοχεύουν στην αποσύνδεση των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, όπως η επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, υιοθετώντας το μοντέλο που ήδη έχουν εφαρμόσει κατ’ εξαίρεση η Ισπανία και η Πορτογαλία και το οποίο κρατά τις τιμές χονδρικής στις τιμές του ρεύματος των δυο χωρών στα χαμηλότερα ευρωπαϊκά επίπεδα».

Πράγματι, ως αποτέλεσμα της λεγόμενης Ιβηρικής εξαίρεσης, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στα τέλη Αυγούστου ήταν στα 182,9 ευρώ η MWh σε Ισπανία και Πορτογαλία και στα 616,38 ευρώ στην Ελλάδα. Αυτό συνέβη επειδή οι δύο αυτές χώρες στα τέλη Μαρτίου με την έγκριση της Κομισιόν εξαιρέθηκαν για έναν χρόνο από την λεγόμενη οριακή τιμολόγηση στο Χρηματιστήριο Ενέργειας και έτσι το ρεύμα που παράγουν δεν τιμολογείται με τιμές φυσικού αερίου όπως συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη. Γιατί όμως επιτράπηκε αυτή η εξαίρεση;

Καταρχάς πρέπει να σημειωθεί ότι αυτές οι χώρες είναι αποκομμένες από τον ιστό των αγωγών και την προσφορά ρωσικού φυσικού αερίου που τροφοδοτεί μεγάλο μέρος της Ευρώπης, και έτσι η οποιαδήποτε επιβολή πλαφόν δεν έχει αντίκτυπο στις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας. Η αγαπημένη εκδοχή των ρεφορμιστών στην ευρωπαϊκή και ελληνική Αριστερά (βλέπε τοποθετήσεις ηγεσιών ΣΥΡΙΖΑ και ΜέΡΑ25) είναι ότι αυτή η εξαίρεση είναι το προϊόν της φιλολαϊκής στάσης των «σοσιαλιστικών» κυβερνήσεων του Σάντσεθ στην Ισπανία και του Κόστα στην Πορτογαλία. Ωστόσο, η πραγματική αιτία είναι ότι σε αυτές τις χώρες έχει δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια ένα σύστημα υποδομών για την εισαγωγή φυσικού αερίου από τη Βόρεια και Δυτική Αφρική, τις ΗΠΑ και αλλού, το οποίο, στις συνθήκες που διαμορφώνει ο διακηρυγμένος σκοπός της ΕΕ για πλήρη απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, αποκτά στρατηγική σημασία για ολόκληρο τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό.

Η Ισπανία και η Πορτογαλία αντιπροσωπεύουν το 1/3 της ικανότητας της Ευρώπης να επεξεργάζεται υγροποιημένο αέριο (L.N.G.). Η Ισπανία έχει ένα εκτεταμένο δίκτυο αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου από την Αλγερία και τη Νιγηρία, καθώς και μεγάλες εγκαταστάσεις αποθήκευσης, ενώ η Πορτογαλία διαθέτει την πιο «στρατηγική» τοποθεσία,  με τον πορτογαλικό τερματικό σταθμό στο Σίνες να είναι ο πλησιέστερος στις ΗΠΑ και στη Διώρυγα του Παναμά και να αναγνωρίζεται από κοινού από την ΕΕ και τις ΗΠΑ ως σπουδαία πύλη εισαγωγής ενέργειας στην Ευρώπη. Το ενδιαφέρον μάλιστα της Γερμανίας για τον στρατηγικό ρόλο των χωρών της Ιβηρικής στην υπόθεση της απεξάρτησης της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο εκφράστηκε πριν από έναν περίπου μήνα με την ανακοίνωση του λεγόμενου σχεδίου του Γερμανού καγκελαρίου Σολτς για κατασκευή νέων αγωγών φυσικού αερίου, οι οποίοι θα συνδέουν την Πορτογαλία και την Ισπανία με την Κεντρική Ευρώπη μέσω Γαλλίας. Αυτόν τον στρατηγικό ρόλο είναι που αξιοποιούν οι κυβερνήσεις της Ιβηρικής με την (προσωρινή) εξαίρεσή τους από τους κανόνες τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας που ισχύουν για τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ και όχι τις (ανύπαρκτες) «σοσιαλιστικές προθέσεις» τους ή τις ιδιαίτερες διαπραγματευτικές τους ικανότητες.

Η υιοθέτηση από όλη την ΕΕ του μοντέλου του πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου δεν θα είναι μια απλή υπόθεση, όπως έδειξε η αποτυχία επίτευξης συμφωνίας στη σύνοδο υπουργών Ενέργειας στις 9/9. Ο Πούτιν διεμήνυσε στις 7/9 ότι μια τέτοια απόπειρα θα λάμβανε ως απάντηση από τη Ρωσία την πλήρη διακοπή της προμήθειας αερίου στην Ευρώπη, με μεγαλύτερα θύματα την Γερμανία, την Ιταλία και την Αυστρία και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που είναι οι περισσότερο εξαρτημένες χώρες από το ρωσικό αέριο. Παρά τα αυστηρά σχέδια «έκτακτης ανάγκης» που έχουν εκπονηθεί για εξοικονόμηση ενέργειας στις διάφορες χώρες της ΕΕ και τα οποία παραπέμπουν σε παροχή ενέργειας με το δελτίο, μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι δυνατό να την αντέξουν τα περισσότερα από αυτά τα κράτη, καθώς θα έρθουν αντιμέτωπα με βαθιά ύφεση και πολλαπλασιασμό της λαϊκής οργής, η οποία θα αυξήσει τη μαζικότητα και την ισχύ των κινητοποιήσεων που βλέπουμε σήμερα να ξεσπούν ενάντια στην ακρίβεια, στη μία ευρωπαϊκή χώρα μετά την άλλη.

Αυτές οι μαζικές κινητοποιήσεις, και όχι οι προστατευτικές για την κερδοσκοπία και κοινωνικά ανάλγητες για τις εργατικές και λαϊκές μάζες πολιτικές της ΕΕ, αντιπροσωπεύουν τη μόνη ελπίδα για μια ριζική και οριστική λύση στο πρόβλημα της αχαλίνωτης ακρίβειας. Η σημαντικότερη πολιτική προϋπόθεση όμως για να πραγματοποιηθεί αυτή η λύση είναι οι μαζικοί αγώνες να αποκτήσουν ένα πρόγραμμα εξουσίας, που για να είναι ικανό να αλλάξει ριζικά τη ζωή των δοκιμαζόμενων από την ακρίβεια εργατικών και λαϊκών μαζών θα πρέπει να περιλαμβάνει την κοινωνικοποίηση των εταιρειών παραγωγής και διανομής ενέργειας. Όμως οι σοσιαλδημοκράτες και οι λοιποί «αριστεροί» ηγέτες στα συνδικάτα και τα κόμματα που στηρίζει η εργατική τάξη αρνούνται να υπερασπίσουν ένα τέτοιο πρόγραμμα. Επιμένουν να αναζητούν λύσεις μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο του αστικού κράτους και του καπιταλισμού, επιμένοντας να δηλώνουν πιστοί υπερασπιστές της αρχής της «ελεύθερης αγοράς» την ώρα ακριβώς που ο καπιταλισμός γνωρίζει τη βαθύτερη ιστορική του κρίση.

Έτσι κάθε συνειδητός αγωνιστής ή αγωνίστρια του κινήματος της εργατικής τάξης και της νεολαίας οφείλει να συνειδητοποιήσει πως η οικοδόμηση σήμερα μιας μαζικής επαναστατικής τάσης μέσα στο εργατικό κίνημα και την Αριστερά γύρω από το πρόγραμμα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, αντιπροσωπεύει τη μόνη πολιτική λύση ενάντια στο «τσουνάμι» της ακρίβειας και της ενεργειακής φτώχειας, με το οποίο πνίγει σήμερα την ανθρωπότητα ο παρηκμασμένος καπιταλισμός.

Αδυσώπητη σύγκρουση μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων

Παρά το γεγονός ότι η παγκόσμια έκρηξη του πληθωρισμού ευνοείται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και από τα μέτρα εμπορικού πολέμου που έχει λάβει ο αμερικάνικος και ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός ενάντια στη Ρωσία, το ΝΑΤΟ και η αμερικανική κυβέρνηση συνεχίζουν να ρίχνουν «λάδι στη φωτιά», με τον Γ.Γ της εύστοχα αποκαλούμενης από το ΚΚΕ ιμπεριαλιστικής λυκοσυμμαχίας, Γ. Στόλτενμπεργκ, και τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Α. Μπλίνκεν, σε κοινή τους συνέντευξη να καλούν τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές συμμάχους τους να εξοπλίσουν όσο περισσότερο μπορούν το Κίεβο ενόψει του χειμώνα.

Την ίδια στιγμή, τα στρατηγικά επιτελεία του κεφαλαίου, με μια λιγότερο υστερική ματιά, δεν παύουν να τονίζουν – όπως έκανε το ΔΝΤ με την έκθεσή του στα τέλη Ιουλίου, ότι ο μεγάλος χαμένος από τις κυρώσεις που επιβάλει η Δύση στη Ρωσία είναι ήδη, και θα παραμείνει, ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός. Στην ίδια έκθεση όμως, επίσης τονίζεται ότι παρά την ενίσχυση του ρουβλιού και τα αυξημένα έσοδα από την άνοδο των τιμών στην ενέργεια, η καπιταλιστική Ρωσία δεν πρόκειται να βγει αλώβητη από την ιμπεριαλιστική σύγκρουση, όπως φαντάζονται κάποιοι θαυμαστές του Πούτιν και μέσα στην ελληνική Αριστερά. Η έκθεση εκτιμά ενδεικτικά ότι η ρωσική οικονομία θα υποστεί μεγάλη συρρίκνωση μέσα στο 2022, κοντά στο -6%.

Ακόμα πιο ευάλωτη, όπως είναι αναμενόμενο, είναι η κατακτημένη κατά περίπου 20% από τη Ρωσία πλέον, Ουκρανία, η οποία βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση, με τον Ζελένσκι, ανησυχώντας για τη βιωσιμότητα του καθεστώτος του να καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να διαθέσει επειγόντως το επόμενο ποσό της οικονομικής βοήθειας και να ζητά ένα νέο κύμα κυρώσεων κατά της Ρωσίας.

Όλες οι εμπλεκόμενες στους κολοσσιαίους σημερινούς διεθνείς ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς πλευρές, υφίστανται σοβαρές απώλειες. Αυτό συμβαίνει και με την Κίνα, η οποία, εκτός από τον πληθωρισμό και την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ της, μετά την σφοδρή διπλωματική της αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ γύρω από το ζήτημα της Ταϊβάν το καλοκαίρι, είδε μεγάλες δυτικές εταιρείες όπως η Apple και η Google να μεταφέρουν εκτός Κίνας την παραγωγή τους, στρεφόμενες στην Ινδία και το Βιετνάμ.

Χαρακτηριστικό δείγμα της σφοδρότητας της σύγκρουσης δυτικού ιμπεριαλισμού και Ρωσίας είναι το γεγονός ότι αντανακλάται πλέον άμεσα στις πολιτικές εξελίξεις στα Βαλκάνια.
Στις αρχές Αυγούστου είχαμε ένταση ανάμεσα στο Κόσοβο και τη Σερβία, η οποία καθόλου τυχαία ήρθε κατόπιν της άρνησης της δεύτερης να συνταχθεί υπέρ των δυτικών κυρώσεων στη Μόσχα, μετά τη νέα συμφωνία που υπέγραψε η σερβική κυβέρνηση μαζί της για προμήθεια φθηνού ρωσικού αερίου και τις αξιώσεις της Γερμανίας και του Ευρωκοινοβουλίου τον Ιούλιο για αναγνώριση του Κοσόβου από την Σερβία.

Επίσης, στο Μαυροβούνιο είχαμε την καταψήφιση της κυβέρνησης στη Βουλή και την πτώση της, με κατηγορίες ότι δεν επιτάχυνε την ενσωμάτωση της χώρας στους δυτικούς αντιρωσικούς σχεδιασμούς και ότι έχει αγαστές σχέσεις με τη Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία, που θεωρείται ενεργούμενο της Μόσχας. Στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη μεθοδεύεται, παρά τις αντιρρήσεις της Ρωσίας, η παράταση παραμονής της «ειρηνευτικής» δύναμης EUFOR στη χώρα. Ενδεικτικές επίσης είναι και οι εξελίξεις στη Βουλγαρία, όπου στις αρχές του καλοκαιριού έπεσε από το κοινοβούλιο η φιλοδυτική κυβέρνηση Πετκόφ, η οποία είχε αρνηθεί να πληρώσει για το ρωσικό φυσικό αέριο με τους νέους όρους που έθεσε η Μόσχα, με αποτέλεσμα να διακοπούν οι αποστολές αερίου από την «Gazprom». Την έχει διαδεχθεί μια υπηρεσιακή κυβέρνηση που επιχειρεί να έρθει σε μια ορισμένη συνεννόηση με τη Ρωσία.

Τέλος, στις ΗΠΑ, απηχώντας την ανησυχία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού για την επιρροή της Ρωσίας στα Βαλκάνια, Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί Γερουσιαστές κατέθεσαν στις αρχές Αυγούστου νομοσχέδιο «για τη δημοκρατία και την ευημερία των Δυτικών Βαλκανίων».

Πώς εξελίσσεται ο πόλεμος στην Ουκρανία

Σε αυτή καθ’ αυτή την πολεμική σύγκρουση στην Ουκρανία, φαίνεται ότι από τα μέσα καλοκαιριού τα σχέδια για μια επίτευξη των στρατιωτικών στόχων της Μόσχας μετά την αναδίπλωση στην νοτιοανατολική Ουκρανία έχουν συναντήσει σοβαρά προβλήματα, ως αποτέλεσμα της συστηματικής στρατιωτικής βοήθειας της Ουκρανίας από το ΝΑΤΟ. Αποκορύφωμα, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές είναι η ανακατάληψη από τις ουκρανικές δυνάμεις των πόλεων Κουπιάνσκ και Ιζιούμ στην περιφέρεια του Χαρκόβου.

Σύμφωνα με μια πρόσφατη ανάλυση του περιοδικού Foreign Affairs, ο εμφανής πλέον σκοπός της Ρωσίας να επιτύχει την προσάρτηση και την κατοχή των ουκρανικών επαρχιών της Χερσώνας, του Λουγκάνσκ και της Ζαπορίζια για να κηρύξει πιθανά αμέσως μετά μια κατάπαυση του πυρός ώστε να ανασυντάξει τον στρατό της χώρας «θα απαιτήσει σημαντικό όγκο ανθρώπινου δυναμικού και πολεμικού εξοπλισμού, δεδομένου ότι εκεί οι ρωσικές δυνάμεις υφίστανται αντάρτικες επιθέσεις».

Σύμφωνα με την ανάλυση αυτή, η Ρωσία έχει χάσει τον πιο προηγμένο εξοπλισμό της και παρότι διατηρεί σαφή υπεροπλία έναντι της Ουκρανίας, η αμυντική της βιομηχανία λόγω των δυτικών κυρώσεων θα δυσκολευτεί να παράγει μαζικά νέο εξοπλισμό σε σύντομο χρονικό διάστημα. Επιπλέον, ο ρωσικός στρατός έχει υποστεί δεκάδες χιλιάδες απώλειες, συμπεριλαμβανομένου καλά εκπαιδευμένου προσωπικού, το οποίο είναι πολύ δύσκολο να αντικατασταθεί. Ωστόσο, η ανάλυση καταλήγει σημειώνοντας ότι τα προβλήματα της Ρωσίας καθόλου δεν εγγυώνται την επιτυχία της Ουκρανίας, αφού το Κίεβο έχει χάσει ακόμα περισσότερα στρατεύματα και όπλα, και θα πρέπει να αποσπάσει ακόμα μεγαλύτερη οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από τη Δύση για να αποτρέψει την ενσωμάτωση των κατεχόμενων περιφερειών στη Ρωσία.

Σε αυτό το σημείο, ωστόσο, οφείλουμε να προσθέσουμε ότι όσο η ενεργειακή πίεση από την Ρωσία στην ΕΕ θα συνεχίσει να αυξάνεται, τόσο περισσότερο θα υπονομεύεται η ενεργή στήριξη των Ευρωπαίων νατοϊκών συμμάχων στην Ουκρανία. Υπό την απειλή μιας καταστροφικής ύφεσης στην Ευρώπη, οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, ως σύνολο ή κατά ένα σημαντικό μέρος, αναπόφευκτα τους επόμενους λίγους μήνες θα πιέσουν ασφυκτικά το Κίεβο να δεχθεί τα τετελεσμένα της ρωσικής κατοχής ενός μέρους των ουκρανικών εδαφών και να συρθεί σε μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, με πιθανό αντάλλαγμα μια νέα ευρωπαϊκή οικονομική βοήθεια στο φιλοδυτικό ουκρανικό καθεστώς.

Σε κάθε περίπτωση ένα τέτοιο τέλος στον πόλεμο θα συνιστά νίκη για τη Ρωσία και ένα πλήγμα συνολικά για τον δυτικό ιμπεριαλισμό, καθώς και τη δημιουργία συνθηκών για μια σοβαρή αποδοκιμασία του καθεστώτος στην Ουκρανία από τον χιλιοβασανισμένο ουκρανικό λαό. Εάν όμως, αντίθετα, η υπάρχουσα φθορά της Ρωσίας στα πεδία των μαχών κλιμακωθεί και η Ρωσία αποτύχει να προσαρτήσει τις περιοχές που επιδιώκει, αυτό θα μπορούσε να σημάνει την κατάρρευση του Πούτιν και την έναρξη ενός μαζικού κινήματος ενάντια στην άρχουσα τάξη μέσα στην ίδια τη Ρωσία.

Η Ελλάδα ξαναβυθίζεται στην κρίση

Το παραπάνω διεθνές σκηνικό συνιστά το χειρότερο δυνατό περιβάλλον για την απόπειρα της ελληνικής άρχουσας τάξης να επιτύχει μια πραγματική ανάκαμψη του ελληνικού καπιταλισμού από την μεγάλη κρίση του 2010-2015. Ο πληθωρισμός τον Αύγουστο σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σημείωσε αύξηση 11,4%, από αύξηση 11,6% τον Ιούλιο και έναντι ποσοστού 1,9% τον Αύγουστο πέρυσι, με τις αυξήσεις τιμών σε βασικά τρόφιμα να κυμαίνονται από 17,1% έως 25,5%, ενώ και στον ηλεκτρισμό, την ενέργεια και τα καύσιμα οι αυξήσεις είναι πολλαπλάσιες του γενικού δείκτη, με αποκορύφωμα την αύξηση 261,3% στο φυσικό αέριο!

Η Ελλάδα εξακολουθεί να διαθέτει το υψηλότερο χρέος στην Ευρωζώνη με 357,665 δισ. ευρώ για το α’ τρίμηνο του 2022 έναντι 344,248 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο του 2021, με ποσοστό 189,3% του ΑΕΠ, με δεύτερο υψηλότερο εκείνο της Ιταλίας (152,6%). Ο βασικός λόγος για τον οποίο το χρέος έχει μειωθεί τον τελευταίο χρόνο ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι η αύξηση του πληθωρισμού, που φουσκώνει τεχνητά την αποτίμηση των παραγόμενων εμπορευμάτων στη χώρα.

Σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική κατάσταση, η κυβέρνηση επίσημα δεν εκφράζει ανησυχίες, τονίζοντας την ικανοποίησή της για την υπέρβαση των φορολογικών εσόδων κατά 4,2 δισ. το 7μηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου, κυρίως λόγω του αυξημένου ΦΠΑ από την ακρίβεια. Όμως, παρά την πολυετή μνημονιακή λιτότητα και την ασφυκτική ευρωπαϊκή-διεθνή επιτήρηση το έλλειμμα αναμένεται να κλείσει στο τέλος του χρόνου στο 4-5% του ΑΕΠ και το πρωτογενές έλλειμμα κοντά στο 2%, συνεχίζοντας την ελληνική «παράδοση» των ελλειμμάτων. Και το πρόβλημα αναμένεται να γίνει ακόμα μεγαλύτερο το 2023, όπου τυπικά έχει προγραμματιστεί η επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα.

Αυτό το γεγονός έχει ήδη αρχίσει να επισημαίνεται με έμφαση από διάφορους απολογητές του κεφαλαίου. Ένας από αυτούς, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank, Χόλγκερ Σμίντιγκ, ανέφερε στις 31/8 στην «Καθημερινή» ότι «θα είναι αρκετά δύσκολο για την κυβέρνηση να πετύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους, ειδικά την επόμενη χρονιά». Η διεθνής ανησυχία για τον ελληνικό καπιταλισμό, όπως έχουμε αρκετές φορές τονίσει, πολλαπλασιάζεται από την ανοδική πορεία των ελληνικών ομολόγων. Τα ελληνικά δεκαετή ομόλογα, η απόδοση των οποίων την προηγούμενη διετία παρέμενε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, τώρα πλέον έχουν το υψηλότερο επιτόκιο στην Ευρωζώνη με 4,30%. Αυτό σημαίνει ότι ο δρόμος του δανεισμού, αν από του χρόνου δεν αρχίσουν να επιτυγχάνονται πλεονάσματα, θα είναι πιθανότατα κλειστός, σε μια εποχή μάλιστα κατά την οποία η άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ στο όνομα της καταπολέμησης του πληθωρισμού αυξάνει γενικά το κόστος δανεισμού. Κι όπως σημείωσε ο δημοσιογράφος Χιούγκο Ντίξον σε πρόσφατο άρθρο του στο Reuters, το οποίο αναδημοσίευσε η «Καθημερινή», «λίγα χρόνια μετά τη λήξη του εφιάλτη του Grexit, οι πιστωτές, οι επενδυτές και οι σύμμαχοι της Ελλάδας θα πρέπει και πάλι να ανησυχούν».

Λαμβανομένων υπόψη όλων των προαναφερθέντων, οι θριαμβολογίες της κυβέρνησης στις 20 Αυγούστου για την περιβόητη «έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας» μόνο γέλιο μπορούν να προκαλέσουν. Το διεθνές τούνελ του στασιμοπληθωρισμού θα αναδείξει και πάλι το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η βαθιά κρίση του ελληνικού καπιταλισμού με το 3ο μνημόνιο και την αναβολή του Grexit τo 2015, όχι μόνο δεν επιλύθηκε, αλλά οξύνθηκε. Η ανάκαμψη που ακολούθησε δεν έλυσε κανένα από τα βασικά του προβλήματα και το κρατικό χρέος έγινε προσωρινά ανεκτό, όπως έχουμε εξηγήσει, μόνο δια μέσω της μετάθεσης μεγάλων πληρωμών για το μέλλον. Τα προβλήματα απλώς χώθηκαν σαν τη σκόνη προσωρινά κάτω από το χαλί και τώρα αρχίζουν και πάλι να βγαίνουν στην επιφάνεια. Μαζί τους, μετά την παρένθεση κυβερνητικής σταθερότητας και σχετικής ταξικής ειρήνης που είχαμε τα τελευταία 7 χρόνια, θα επανέλθουν αναπόφευκτα και οι μαζικοί ταξικοί αγώνες και η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης και της νεολαίας.

«Κοριοί» στα τηλέφωνα και «ψύλλοι» στ’ αυτιά της άρχουσας τάξης

Το μεγάλο σκάνδαλο της παρακολούθησης τηλεφώνων χιλιάδων πολιτών με μια απλή εισαγγελική εντολή για «λόγους εθνικής ασφαλείας», με την προσωπική εποπτεία στην ΕΥΠ από τον πρωθυπουργό, έχει σημαντικές επιπτώσεις. Έχει αναδείξει την φοβερή σήψη της άρχουσας τάξης και του καθεστώτος της, σε σημείο που προκαλεί πολύ επικριτικά δημοσιεύματα στον διεθνή αστικό Τύπο. Πιο πρόσφατο παράδειγμα ήταν το προαναφερθέν άρθρο του Ντίξον στο Reuters, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται πως «το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων απειλεί την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και οδηγεί σε παρατεταμένη πολιτική αστάθεια».

Πάνω απ’ όλα, αυτό το σκάνδαλο έχει αποκαλύψει στα μάτια τον μαζών, για μία ακόμα φορά, την βαθιά αντιδημοκρατική, αυταρχική φύση του αστικού κράτους και σε συνδυασμό με την τεράστια λαϊκή δυσαρέσκεια από την ακρίβεια, έχει οδηγήσει σε σοβαρή πτώση την εκλογική επιρροή της Δεξιάς, πτώση η οποία αποτυπώνεται και στις (συνήθως μη αξιόπιστες) δημοσκοπήσεις. Έτσι σε γκάλοπ που δημοσιεύθηκε στις 10/9 από την εταιρεία Pro Rata για την «Εφημερίδα των Συντακτών», η ΝΔ πλέον εμφανίζει ποσοστό μόλις 30%, χάνοντας σχεδόν 4,5 μονάδες σε σχέση με δημοσκόπησή της ίδιας εταιρείας που διενεργήθηκε έναν χρόνο πριν, ενώ η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ μειώνεται από 8% σε 5%.

Το σκάνδαλο των υποκλοπών και η αρχή αλλαγής των εκλογικών συσχετισμών έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στην άρχουσα τάξη, η οποία συνειδητοποιεί ότι το «πολιτικό αστέρι» του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει ήδη σβήσει. Αυτό που τους προβληματίζει ιδιαίτερα είναι η σοβαρή παρεμπόδιση λόγω αυτού του σκανδάλου της δυνατότητας σχηματισμού μιας συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ για όσο καιρό επικεφαλής της Δεξιάς είναι ο Μητσοτάκης, ο οποίος είναι προσωπικά υπεύθυνος για την συστηματική παρακολούθηση του τηλεφώνου του νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Ν. Ανδρουλάκη. Αυτό εξηγεί την ψυχρή ως επικριτική δημόσια στάση που έχουν υιοθετήσει έναντι της κυβέρνησης τις τελευταίες εβδομάδες σημαίνοντες πολιτικοί εκπρόσωποι του ελληνικού κεφαλαίου, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής και ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευ. Βενιζέλος.

Αυτή την τάση αποστασιοποίησης από την κυβέρνηση και τον Κυρ. Μητσοτάκη, σε συνδυασμό με μια έντονη ανησυχία για την προοπτική πολιτικής αστάθειας, μπορεί κανείς να την διακρίνει πλέον όλο και συχνότερα στα άρθρα ενός από τους πιο σοβαρούς απολογητές του ελληνικού κεφαλαίου στον αστικό Τύπο, του διευθυντή της «Καθημερινής», Αλέξη Παπαχελά. Σε άρθρο του στις 4/9, ο Α. Παπαχελάς καταλογίζει στον Μητσοτάκη ότι «επέλεξε να κυβερνήσει με έναν στενό κύκλο επιτελών, οι οποίοι ουδεμία σχέση είχαν με το κόμμα» που «κατέληξε στην υπερσυγκέντρωση εξουσίας σε 2-3 άτομα». Σε ένα άλλο άρθρο του, στις 28/8 έκανε λόγο χαρακτηριστικά  για τον κίνδυνο της «πολιτικής αβεβαιότητας και τον εφιάλτη της μελλοντικής ακυβερνησίας με το βαρίδι της απλής αναλογικής», τονίζοντας την ύπαρξη ενός σεναρίου «που τρομάζει» με μια «παρατεταμένη προεκλογική περίοδο σε συνθήκες βαλκανικής πολιτικής αντιπαράθεσης, με τα κόμματα να διαγκωνίζονται σε παροχολογία, ενώ η κοινωνία θα συμπιέζεται από τη δραματική αύξηση του κόστους ζωής, τονίζοντας ότι «αυτό το σκηνικό μπορεί να βγάλει “δράκους” στον δρόμο για τις κάλπες».

Ποιοι είναι οι «δράκοι» που φοβάται ο Α. Παπαχελάς, εκφράζοντας γραπτά τους φόβους του ελληνικού κεφαλαίου; Είναι ένα μαζικό κίνημα από την εργατική τάξη και τη νεολαία που θα ταρακουνήσει την ετοιμόρροπη κυβέρνηση της ΝΔ, δημιουργώντας πιθανότατα αντικειμενικούς εκλογικούς συσχετισμούς ικανούς να επιτρέψουν τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης με τη συμμετοχή ή με ψήφο ανοχής από τα αριστερά κόμματα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, ΣΥΡΙΖΑ, ΜέΡΑ25 και ΚΚΕ, και η οποία θα πιεζόταν από αυτό το μαζικό κίνημα να λάβει άμεσα, ριζοσπαστικά μέτρα προστασίας του βιοτικού επιπέδου σε βάρος του κεφαλαίου.

Και κλείνοντας, στο ίδιο άρθρο, ο διευθυντής της «Καθημερινής» υποστηρίζει ότι αυτόν τον «δράκο» δεν μπορεί να τον ξορκίσει «κάποιο τεχνητό, μη πολιτικό σχήμα διακυβέρνησης», δηλαδή μια κυβέρνηση τεχνοκρατών τύπου Παπαδήμου, αλλά μια πολιτική συγκυβέρνηση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Η σταθερή συγκυβέρνηση που εννοεί δεν μπορεί παρά να αποτελείται τουλάχιστον από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Όμως όπως ήδη είπαμε μια τέτοια κυβέρνηση, όσο επικεφαλής στη ΝΔ είναι ο Κ. Μητσοτάκης, ο κατά κοινή εντύπωση και πεποίθηση κρυφός ωτακουστής των τηλεφωνικών συνομιλιών του προέδρου του ΠΑΣΟΚ με σκοπό τον πολιτικό του εκβιασμό, είναι εξαιρετικά δύσκολο να σχηματιστεί.

Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ και ο εκλογικός νόμος

Σε μια απελπισμένη προσπάθεια να εμφανιστεί ισχυρός και ικανός να αλλάξει το σε βάρος του κλίμα για να αποτρέψει μια εκλογική ήττα, ο Κυρ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) «μέτρα – ανάχωμα στην ακρίβεια», συνολικού ύψους 5,5 δισ. ευρώ. Στην πραγματικότητα αυτά είναι μέτρα – ανάχωμα στην επερχόμενη εκλογική συντριβή της ΝΔ. Με αυτά, η κυβέρνηση μιμείται απλά τις υπόλοιπες αστικές κυβερνήσεις σε όλη την ΕΕ και αξιοποιεί τη γενικευμένη πρακτική της δημοσιονομικής χαλάρωσης, η οποία υπάρχει ως κληρονομιά από την προηγούμενη φάση της πανδημίας και παρατείνεται σ’ έναν βαθμό, λόγω της έκρηξης των τιμών στην ενέργεια, με σκοπό να μετριαστεί η λαϊκή οργή και να αποφευχθεί η βίαιη αποσταθεροποίηση που προκαλεί ο πληθωρισμός στην οικονομία.

Τα μέτρα εστιάζουν σε κοινωνικά στρώματα στα οποία η ΝΔ εμφανίζει προβληματική εκλογική απήχηση, όπως οι φοιτητές, οι συνταξιούχοι, οι αγρότες, οι χαμηλόμισθοι και οι άνεργοι και συνιστούν μικρές, και σε μεγάλο βαθμό εφάπαξ, ενισχύσεις εισοδήματος, αμφίβολης εκλογικής αποτελεσματικότητας για τη Δεξιά, αλλά απόλυτα βέβαιης αναποτελεσματικότητας για μια ουσιαστική θωράκιση του λαϊκού βιοτικού επιπέδου από την ακρίβεια. Τέτοια μέτρα είναι η έκτακτη χορήγηση 250 ευρώ σε χαμηλοσυνταξιούχους, ανασφάλιστους υπερήλικες, άτομα με αναπηρία και μακροχρόνια ανέργους, η αύξηση του φοιτητικού επιδόματος στέγασης κατά 500 ευρώ, η αύξηση των δικαιούχων του επιδόματος θέρμανσης σε 1,3 εκατ. νοικοκυριά και ο διπλασιασμός του για όσους δεν επιλέξουν για φέτος το φυσικό αέριο, η επιδότηση στους αγρότες για το αυξημένο κόστος των λιπασμάτων και στους κτηνοτρόφους για εκείνο των ζωοτροφών, η αύξηση κατά 200 χιλιάδες των δικαιούχων του προγράμματος «Τουρισμός για Όλους».

Επιπλέον, ο Μητσοτάκης μεταξύ άλλων ανακοίνωσε μέτρα για το 2023 που είχε ήδη αναγγείλει τους τελευταίους μήνες, όπως η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για όλους τους δημοσίους και ιδιωτικούς υπαλλήλους και συνταξιούχους, η μικρή αύξηση των συντάξεων σ’ ένα μέρος των συνταξιούχων, η νέα μικρή αύξηση του κατώτατου μισθού και του μισθού των χαμηλόμισθων δημοσίων υπαλλήλων. Όλες αυτές οι εισοδηματικές ενισχύσεις είναι εντελώς ανεπαρκείς για να καλύψουν ακόμα και ένα αξιόλογο, έστω, ποσοστό από τη ζημιά που προκαλεί στο βιοτικό επίπεδο των εργατικών και φτωχών λαϊκών μαζών η ακρίβεια. Η δε παράταση για ένα εξάμηνο της ισχύος του μειωμένου ΦΠΑ στις συγκοινωνίες, στον καφέ και στα μη αλκοολούχα ποτά, δεν μπορεί να κρύψει το σκανδαλώδες γεγονός ότι σε συνθήκες μεγάλης αύξησης του κόστους ζωής ο ΦΠΑ σε όλα τα βασικά αγαθά και υπηρεσίες θα έπρεπε να καταργηθεί.

Ταυτόχρονα, οι ανακοινώσεις στη ΔΕΘ δεν θα μπορούσαν να μην περιλαμβάνουν και μεγάλα δώρα στην τάξη που εκπροσωπεί αυτή η κυβέρνηση, συμπληρωματικά ως προς τα σκανδαλώδη πακέτα δισ. ευρώ που δόθηκαν ή σχεδιάζεται να δοθούν στο όνομα της αντιμετώπισης των επιπτώσεων της πανδημίας και στο πλαίσιο του λεγόμενου Ταμείου Ανάκαμψης, και παρά το γεγονός ότι αυτή η τάξη όχι μόνο δεν χάνει, αλλά κερδίζει από τον πληθωρισμό.

Έτσι, μειώνεται κατά 40% το κόστος της ασφάλισης για πλήρη απασχόληση για όσους εργοδότες μετατρέψουν τις συμβάσεις των εργαζόμενων από μερικής απασχόλησης σε πλήρους. Με αυτόν τον τρόπο, το κράτος, αδιαφορώντας για τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων, απλά αποδέχεται και επιβραβεύει έμπρακτα την εισφοροδιαφυγή των εργοδοτών, οι οποίοι δηλώνουν παράνομα τους εργαζόμενους με συμβάσεις μερικής απασχόλησης ενώ τους απασχολούν με πλήρη ωράρια. Επίσης, σε άλλα μέτρα που αφορούν ιδιαίτερα το μεγάλο κεφάλαιο, μειώνεται ο φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων από το 0,5% στο 0,2% και κατά 50% ο φόρος χρηματιστηριακών συναλλαγών, ενώ καταργείται ο φόρος τόκων ομολόγων σε επιχειρηματικά και κρατικά ομόλογα.

Επιπλέον, παραμένει σε αναστολή και ο συντελεστής ΦΠΑ 24% στις νέες οικοδομές μέχρι τα τέλη του 2024, ώστε να στηριχθούν τα κέρδη των οικοδομικών εταιρειών, ενώ μέσα από το πρόσχημα ενός νέου προγράμματος παροχής φθηνής στέγασης σε νέους επιδοτείται η κερδοφορία των κατασκευαστικών εταιρειών, οι οποίες θα λάβουν κρατικό χρήμα για να χτίσουν, αλλά και να εκμεταλλεύονται ως ιδιοκτησία τους, νέες φοιτητικές εστίες. Ακόμα, μέσω της λεγόμενης «κοινωνικής αντιπαροχής», το κράτος θα τους προσφέρει «αδρανή» (γιατί άραγε;) περιουσιακά του στοιχεία και εκείνοι εκεί θα χτίζουν κατά ένα μέρος κατοικίες προς ενοικίαση, και τους υπόλοιπους χώρους θα τους αξιοποιούν εμπορικά.

Το ακραία αντιδραστικό πρόσωπο της κυβέρνησης της Δεξιάς εκπροσωπήθηκε επάξια με το ύφος και το ήθος της συνέντευξης που έδωσε στην ΔΕΘ ο Κυρ. Μητσοτάκης. Φυσικά αυτό δεν ήταν είδηση. Αυτό που ήταν είδηση είναι η δέσμευσή του να μην πραγματοποιηθεί τελικά η φημολογούμενη νέα αλλαγή του εκλογικού νόμου για να μπορέσει να διασφαλιστεί η πολυπόθητη «κυβερνητική σταθερότητα», δηλαδή μια αυξημένη κλοπή εδρών από τα άλλα κόμματα προς όφελος της ΝΔ. Αυτή η δέσμευση βέβαια, προφανώς δεν εκφράζει αγνές προθέσεις επίδειξης πολιτικής αξιοπιστίας, αλλά αποτελεί μια σαφέστατη ένδειξη φόβου ότι το βασικό κόμμα του ελληνικού κεφαλαίου δεν θα είναι πρώτο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων τη βραδιά των εκλογών, και ότι συνεπώς, από μια νέα απόπειρα να αλλάξουν οι κανόνες στις παραμονές του παιχνιδιού θα μπορούσε να ωφεληθεί, αντί για τη ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ.

Η κατάσταση και η συνείδηση της εργατικής τάξης

Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ στο βωμό της αποφυγής μιας εκλογικής συντριβής της ΝΔ έχουν γίνει δεκτά με ειρωνικά χαμόγελα από τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Οι απλοί άνθρωποι του μόχθου δεν τρέφουν κανέναν ενθουσιασμό, ούτε έχουν αυταπάτες για τα μέτρα αυτά. Τα αντιμετωπίζουν σαν επιστροφή ενός ελάχιστου ποσοστού από τη λεία της ληστείας που οι ίδιοι υφίστανται από τους λήσταρχους του κεφαλαίου και το κράτος τους. Πάνω απ’ όλα, συνειδητοποιούν ότι για να συντηρεί όλο αυτό το διάστημα η άρχουσα τάξη μια τακτική μικροπαραχωρήσεων στις μάζες μετά από μια σκληρή μνημονιακή δεκαετία στην οποία κάθε σκέψη για αύξηση μισθών και συντάξεων αντιμετωπίζονταν σαν «καταστροφή», θα πρέπει να αισθάνεται τεράστιο φόβο για τη θέση της.

Στο μεταξύ, μια σειρά από στοιχεία δείχνουν την αυξανόμενη εξαθλίωση που αναπτύσσεται στους κόλπους της εργατικής τάξης. Τα νοικοκυριά σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) κάνουν διαρκώς περικοπές σε μετακινήσεις με Ι.Χ., στις δαπάνες για είδη ένδυσης και υπόδησης σε μια προσπάθεια να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες δαπάνες για ενέργεια και τρόφιμα.

Και μπορεί στο τέλος Ιουλίου το ποσοστό ανεργίας σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ να διαμορφώθηκε στο 11,4% από 14,3% που ήταν τον Ιούλιο του 2021, αλλά όπως προκύπτει από το σύστημα «Εργάνη», οι θέσεις εργασίας που δημιουργούνται σήμερα είναι κατά βάση επισφαλείς και κακοπληρωμένες, καθώς μόλις το 47,84% των νέων συμβάσεων εργασίας ήταν πλήρους απασχόλησης. Επιπλέον η Ελλάδα έχει σήμερα σχεδόν διπλάσιο ποσοστό ανεργίας από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης που βρίσκεται στο 6%, και επίσης έχει την πρωτιά στο ποσοστό ανέργων στους νέους, με 28,6%, με το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρωζώνη να είναι 14,2%.

Αποκαλυπτικά είναι και τα στοιχεία της τελευταίας δημοσκοπικής έρευνας του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ . Εκεί, το 71% των εργαζομένων, δηλώνει ότι η άνοδος των τιμών τούς έχει οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης βασικών ειδών διατροφής, το 20% των εργαζομένων, δηλώνει ότι η οικονομική του κατάσταση δεν του επιτρέπει να ανταπεξέλθει ΚΑΘΟΛΟΥ στις συνθήκες ακρίβειας και ενεργειακής κρίσης του χειμώνα και το 47% δηλώνει ΔΥΣΚΟΛΑ.
Το 80% των εργαζομένων δηλώνει ότι δεν έχει υπάρξει αύξηση στο μισθό του εντός του 2022, το 39% των εργαζομένων δηλώνει ότι εργάζεται παραπάνω από το κανονικό ωράριό του και το 48% εξ αυτών δηλώνει ότι εργάζεται πάνω από 7 ώρες την εβδομάδα. Το 49% δηλώνει ότι δεν πληρώνεται για την υπερωριακή του εργασία και το 30% των εργαζομένων δηλώνει ότι δεν είναι ικανοποιημένο από την εργασία του.

Η ακρίβεια και η αυξανόμενη εξαθλίωση, σε συνδυασμό με την πρόσφατη αποκάλυψη της προχωρημένης σήψης και διαφθοράς της κυβέρνησης στο σκάνδαλο των υποκλοπών, ριζοσπαστικοποιεί τη συνείδηση των μαζών. Έτσι, όπως έδειξε η έρευνα του Πολιτικού Βαρόμετρου της Public Issue (Πανελλαδική διαδικτυακή έρευνα, 1.000, 17+, 24-25/8/22) το 54% θεωρεί ότι ο πρωθυπουργός είναι υπεύθυνος για τις τηλεφωνικές υποκλοπές και πρέπει να παραιτηθεί. Επιπλέον, ως αποτέλεσμα κυρίως της ακρίβειας, 1 στους 3 πολίτες (το 33%) αισθάνεται οργή και αγανάκτηση για την κατάσταση της χώρας. Η συνείδηση και η ψυχολογία των μαζών της εργατικής τάξης αρχίζει να θυμίζει έντονα την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα που επικρατεί λίγο πριν την καταιγίδα.

Το εργατικό κίνημα, η νεολαία, η Αριστερά και το ζήτημα της εξουσίας

Οι εργαζόμενοι και η νεολαία, παρά τις αντικειμενικές αντιξοότητες της περιόδου της πανδημίας και το σοκ της βαθιάς ύφεσης που συνόδεψε τον ερχομό της, έδειξαν να ανταποκρίνονται μαζικά τα τελευταία 2 χρόνια σε διάφορα καλέσματα, ξεκινώντας από τη μεγάλη αντιφασιστική (και ντε φάκτο αντικυβερνητική) διαδήλωση της νεολαίας τον Οκτώβριο του 2020, συνεχίζοντας με τις μαζικές διαδηλώσεις που ακολούθησαν την επίδειξη αστυνομικής βαρβαρότητας στη Νέα Σμύρνη και περνώντας έπειτα σε 2 σχετικά μαζικές και επιτυχημένες σε συμμετοχή 24ωρες γενικές απεργίες, τον Ιούνιο του 2021 και τον Απρίλιο του 2022.

Όμως η απουσία μιας συντονισμένης προσπάθειας για κλιμάκωση του αγώνα, για την οποία αποκλειστικά υπεύθυνες είναι οι ηγεσίες των εργατικών κομμάτων και των συνδικάτων, έδωσε παράταση ζωής στην αντιδραστική κυβέρνηση της ΝΔ. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε παρέκκλινε από την τακτική της αποκλειστικά κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης και δεν τόλμησε να απευθύνει ούτε μισό κάλεσμα για δράση στις μάζες. Η ηγεσία του ΚΚΕ και τα συνδικαλιστικά της στελέχη, παρότι μετά τις επιτυχημένες γενικές απεργίες δεν κουράστηκε να επαναλαμβάνει τη λέξη «κλιμάκωση», στην πράξη δεν προώθησε στους εργατικούς χώρους και τα συνδικάτα ένα πρόγραμμα πάλης που να παραπέμπει στοιχειωδώς σε κλιμάκωση. Και ασφαλώς, κανείς δεν μπορεί να περιμένει κάτι διαφορετικό από τους χρεοκοπημένους γραφειοκράτες συνδικαλιστές της ΠΑΣΚΕ ή της ΔΑΚΕ.

Αντίθετα προς αυτές τις ακατάλληλες τακτικές που απογοητεύουν και παθητικοποιούν τους εργαζόμενους, όλες οι οργανωμένες δυνάμεις και όλοι οι αγωνιστές της Αριστεράς στους εργατικούς χώρους, τα συνδικάτα και τους χώρους εκπαίδευσης της νεολαίας, χρειάζεται το συντομότερο δυνατό να θέσουν για συζήτηση σε συνελεύσεις, συγκεκριμένα σχέδια κλιμάκωσης του αγώνα, με σκοπό την εκδίωξη της κυβέρνησης της Δεξιάς από την εξουσία, επιδιώκοντας την κοινή δράση των συνδικάτων με τους φοιτητικούς συλλόγους και τις μαζικές συλλογικότητες των φτωχών αγροτών. Η κυβέρνηση της Δεξιάς, η κυβέρνηση του κεφαλαίου, της αισχροκέρδειας και της μαζικής εξαθλίωσης, της αστυνομικής τρομοκρατίας και της παρακολούθησης της ζωής χιλιάδων πολιτών, κάθε μέρα που μένει στην εξουσία απειλεί το βιοτικό επίπεδο του εργαζόμενου λαού και τα στοιχειώδη δημοκρατικά του δικαιώματα. Δεν υπάρχουν λοιπόν περιθώρια αναμονής για ακόμα 10 μήνες ως τις εκλογές. Πρέπει να φύγει τώρα με μαζική αγωνιστική δράση!

Όμως, για να παλέψουν αποτελεσματικά οι εργαζόμενοι και η νεολαία πρέπει να έχουν στον ορίζοντά τους μια πολιτική λύση εξουσίας. Με τον σημερινό αντικειμενικό συσχετισμό δύναμης μεταξύ των κομμάτων που υποστηρίζει η μεγάλη προοδευτική πλειοψηφία των εργαζόμενων και της νεολαίας, αυτή η λύση εξουσίας δεν μπορεί παρά να είναι η εκλογή μιας σοσιαλιστικής συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ-ΜέΡΑ25, η οποία όμως για να δώσει σταθερή λύση στα βασικά προβλήματα του εργαζόμενου λαού, ξεκινώντας από την κατάργηση κάθε αντεργατικού και αντιλαϊκού μέτρου που πέρασε η παρούσα κυβέρνηση της Δεξιάς, θα πρέπει να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα, όχι δευτερευουσών μεταρρυθμίσεων στο κράτος και την οικονομία όπως ευαγγελίζεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ή μιας ήπιας και συμβιβαστικής με τον καπιταλισμό «ρήξης», όπως αυτή που προτείνει το ΜέΡΑ25, αλλά μιας ρήξης με τον ίδιο τον καπιταλισμό. Μιας ρήξης σοσιαλιστικής, με σκοπό την εγκαθίδρυση το γρηγορότερο δυνατό μιας κεντρικά και δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας, με τους βασικούς της μοχλούς σε καθεστώς κοινωνικής ιδιοκτησίας.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν επιθυμεί μια τέτοια συγκυβέρνηση, ακριβώς όπως δεν θέλει να καλέσει και σε κάποια μορφή μαζικού αγώνα που θα μπορούσε να ανοίξει σήμερα τον δρόμο για το σχηματισμό της. Δείχνει πως προτιμά για κυβερνητικό «παρτενέρ» έναν κόμμα από τα δεξιά της, το κεντρώο, αστικοποιημένο ΠΑΣΟΚ, με σκοπό, όπως συνέβη και με τη συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ την περίοδο 2015-2019 (αρχές), να έχει ένα πολιτικό άλλοθι για να εφαρμόσει μια άτολμη πολιτική, διαχείρισης του συστήματος.

Και δυστυχώς, η ηγεσία του ΚΚΕ, αντί να βοηθά την εργατική τάξη να συνειδητοποιήσει το ποιος έχει πραγματικά την ευθύνη για την παρούσα ανυπαρξία ορατής πολιτικής λύσης εξουσίας, αρνείται γενικά τη δυνατότητα κάθε πολιτικής λύσης εξουσίας σήμερα. Ακόμα χειρότερα, αρνείται ακόμα και να υιοθετήσει το υπερώριμο σύνθημα «Κάτω η κυβέρνηση της ΝΔ». Σε μια περίοδο που κάθε απλός εργαζόμενος κατά κανόνα αποδέχεται και υποστηρίζει αυτό το σύνθημα, η ηγεσία του ΚΚΕ προβάλει σαν βασικό σύνθημά της τον αγώνα για νέες συλλογικές συμβάσεις και προστασία από την ακρίβεια. Όμως αυτές οι (γενικά σωστές) διεκδικήσεις, από μόνες τους, χωρίς να τίθεται το ζήτημα της εξουσίας, είναι κενό γράμμα, είναι πολύ πίσω από τη σημερινή συνείδηση των μαζών. Δεν την προχωρούν μπροστά, αλλά την κρατούν πίσω.

Ένα κομμουνιστικό κόμμα θα πρέπει να διατυπώνει σήμερα ως κεντρική τη διεκδίκηση για την εργατική σοσιαλιστική εξουσία, με την μορφή που απορρέει από τον παρόντα αντικειμενικό συσχετισμό πολιτικής δύναμης ώστε να μπορέσει να γίνει κατανοητή από τις μάζες, τονίζοντας, ασφαλώς, παράλληλα τον καθοριστικό ρόλο της ενεργής κινητοποίησης της εργατικής τάξης για να πραγματοποιηθεί αυτή η λύση. Και επίσης, πρέπει να εξηγεί ότι από τη στιγμή που με τον παρόντα πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων η στάση των ρεφορμιστών του ΣΥΡΙΖΑ (και του ΜέΡΑ25, η ηγεσία του οποίου δεν έχει πρόγραμμα αντικαπιταλιστικό – σοσιαλιστικό) αποτελεί το βασικό εμπόδιο για την πραγματοποίηση αυτής της λύσης, η εργατική τάξη θα πρέπει να ενισχύσει αποφασιστικά το ΚΚΕ, υποστηρίζοντας ενεργά το πρόγραμμα του σοσιαλισμού.

Πάνω σε αυτή τη βάση, για να βοηθήσει τις μάζες της εργατικής τάξης να αντιληφθούν τις βαριές ευθύνες των ρεφορμιστών και να τους εγκαταλείψουν από τον γρηγορότερο δυνατό δρόμο, η ηγεσία του ΚΚΕ, δηλώνοντας φυσικά ότι δεν ενδιαφέρεται για υπουργεία, ταυτόχρονα – και ακριβώς επειδή ενδιαφέρεται μόνο για το καλό της εργατικής τάξης – θα όφειλε να δηλώσει έτοιμη να στηρίξει μια κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ η οποία θα εφάρμοζε ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα ή απλά να στηρίξει μόνο τα φιλεργατικά μέτρα μιας τέτοιας κυβέρνησης. Με αυτήν την τακτική, οι ρεφορμιστές θα αφοπλίζονταν και το ΚΚΕ, όπως και οι ίδιες οι ιδέες και το πρόγραμμα του σοσιαλισμού, θα έβγαιναν ισχυροποιημένα, αφού η εργατική τάξη θα αντιλαμβανόταν ότι το ΚΚΕ ενδιαφέρεται για την άμεση επίλυση των βασικών προβλημάτων της και δεν θέλει να κάνει υπεκφυγές παραπέμποντας διαρκώς σ’ ένα απροσδιόριστο «σοσιαλιστικό μέλλον».

Η Κομμουνιστική Τάση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης, θεωρεί ότι το πιο κρίσιμο ζήτημα της περιόδου είναι η ανατροπή αυτής της κυβέρνησης με τον συντομότερο και επωφελέστερο για τη συνείδηση των εργαζόμενων τρόπο που μπορεί αυτή να γίνει, δηλαδή μέσα από τους μαζικούς αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Εξίσου σημαντικό ζήτημα όμως, είναι η εργατική τάξη να διαθέτει ένα πρόγραμμα διεκδικήσεων που θα σκοπεύει σε μια εργατική-σοσιαλιστική λύση εξουσίας. Καλούμε όλους τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες που συμφωνούν με αυτήν την κεντρική μας θέση να οργανωθούν στις γραμμές μας ή αν είναι οργανωμένοι ήδη σ’ ένα από τα μαζικά κόμματα της Αριστεράς να αγωνιστούν μέσα από εκεί, αλληλέγγυα και συντονισμένα μαζί μας, για τον ίδιο σκοπό.

Καμία ανοχή, καμία αναμονή! Μαζική αγωνιστική απάντηση στις κερδοσκοπικές βδέλλες του κεφαλαίου που ρουφούν το αίμα του λαού! Κάτω η κυβέρνηση της αισχροκέρδειας και των «κοριών»! Για μια αντικαπιταλιστική-σοσιαλιστική συγκυβέρνηση των μαζικών εργατικών κομμάτων της Αριστεράς! Οργανωθείτε πολιτικά με τις σοσιαλιστικές ιδέες! Οργανωθείτε στο ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης!

Σταμάτης Καραγιαννόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου