ΠΑΝΘΗΡΑΣ * 29

* Ιστοσελίδα Ενημέρωσης Της Μαχόμενης Αριστεράς Για Τον ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ * Για επικοινωνία : thanasis.ane@gmail.com * Οι δημοσιεύσεις δεν εκφράζουν και τις απόψεις της ιστοσελίδας * Αριστερά και Ενιαίο Μέτωπο Ενάντια στην Βαρβαρότητα*

Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Κομμουνιστική Τάση του ΣΥΡΙΖΑ : Πολιτικά Συμπεράσματα των Ευρωεκλογών

Διαβάστε ένα άρθρο του μέλους της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ Σταμάτη Καραγιαννόπουλου για τα πολιτικά συμπεράσματα που προκύπτουν από τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών.

Τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών επιβεβαίωσαν τις γενικές πολιτικές τάσεις που εκφράστηκαν στον Α’ Γύρο των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών. Όλα τα κόμματα που συνδέθηκαν ή συνδέονται με την κυβέρνηση (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) υπέστησαν μια καθαρή ήττα, καθώς ήταν εμφανής η διάθεση καταψήφισής τους από πλατιά τμήματα του εκλογικού σώματος. Όμως το γεγονός ότι ο κύριος όγκος των ψηφοφόρων που μετακινήθηκαν από τα κυβερνητικά κόμματα δεν κατευθύνθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ - ο οποίος υπέστη μια οριακή μείωση των δυνάμεών του - αλλά σε εναλλακτικές επιλογές μέσα στο αστικό πολιτικό στρατόπεδο, όπως η Χρυσή Αυγή (ΧΑ), το «μιντιακό» κατασκεύασμα «Ποτάμι» και ο ΛΑΟΣ, δίνει παράταση ζωής στην κυβέρνηση και παρέχει στην άρχουσα τάξη ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να ανασυνταχθεί και να αναδιατάξει το πολιτικό σκηνικό, με σκοπό στις επερχόμενες εθνικές εκλογές να ξαναδιεκδικήσει με αξιώσεις την πρωτιά και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Το κύριο χαρακτηριστικό και στα δύο βασικά ταξικά και πολιτικά στρατόπεδα ήταν η διακριτή τάση ενίσχυσης των «άκρων» στο εσωτερικό τους. Και μόνο το - αναμφισβήτητα ιστορικό - γεγονός ότι για πρώτη φορά στη σύγχρονη Ελλάδα, νίκησε σε μια γενική εκλογική αναμέτρηση ένα κόμμα που έχει τις ρίζες του στο κομμουνιστικό κίνημα και βρίσκεται στ’ αριστερά της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, είναι δηλωτικό της ριζοσπαστικοποίησης που πάνω στο έδαφος του καπιταλιστικού αδιεξόδου συνεχίζει να αναπτύσσεται στην ελληνική κοινωνία.

Στο αστικό πολιτικό στρατόπεδο, τη μεγαλύτερη δυναμική εμφάνισε η ΧΑ και στο πολιτικό στρατόπεδο της εργατικής τάξης είχαμε μια εμφανή άνοδο του ΚΚΕ, αν και πιο αδύναμη από την αντίστοιχη των φασιστών στο αντίπαλο στρατόπεδο. Σαν στοιχείο της γενικής τάσης ενίσχυσης των πολιτικών «άκρων», θα πρέπει επίσης να λογίζεται και ένα μεγάλο τμήμα της σταθερά μεγάλης αποχής, που ανήλθε συνολικά σε 40,04% (από 37,5% τον Ιούνιο του 2012, ψήφισαν περίπου 280.000 λιγότεροι) και εκφράζει σε σημαντικό βαθμό μια ενστικτώδη απόρριψη, κύρια από τη νεολαία, του ίδιου του σάπιου συστήματος της αστικής «δημοκρατίας».

Τέλος, στον Β’ Γύρο των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών, επιβεβαιώθηκε η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να δημιουργήσει στην παρούσα φάση ένα ισχυρό ρεύμα εξουσίας όπως εκείνο του ΠΑΣΟΚ το 1981, καθώς, παρά την οριακή επικράτηση στην μεγαλύτερη Περιφέρεια της χώρας (Αττική), κέρδισε μόνο 2 από τις 13 περιφέρειες, λίγες πρωτεύουσες νομών και επίσης λιγοστούς δήμους στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Αξιοσημείωτο πολιτικό γεγονός και ένα σημαντικό σημείο αναφοράς στο εξής για τους κομμουνιστές και τους αριστερούς αγωνιστές όλης της χώρας, είναι η άνετη επικράτηση του συνδυασμού του ΚΚΕ στην τρίτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, την Πάτρα.

Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά, τα αποτελέσματα των εκλογών για κάθε κόμμα χωριστά και τα συμπεράσματα που προκύπτουν αναφορικά με τις γενικότερες πολιτικές προοπτικές. Ασφαλώς, το μέτρο σύγκρισης δεν μπορεί να είναι άλλο από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 2012, καθώς οι προηγούμενες τοπικές εκλογές (2010) και Ευρωεκλογές (2009), διεξήχθησαν σε μια εντελώς διαφορετική κοινωνική και πολιτική κατάσταση από τη σημερινή.
Νέα Δημοκρατία: δεινή ήττα – «συναγερμός» για τους αστούς

Η ΝΔ στις Ευρωεκλογές υπέστη σοβαρές απώλειες, σημειώνοντας νέο ρεκόρ χαμηλής εκλογικής απήχησης. Συγκέντρωσε μόλις 22,71% και 1.295.805 ψήφους, χάνοντας ποσοστό 6,95% και 530.000 ψήφους από το 2012. Η πτώση της Ν.Δ κυμάνθηκε από 4 έως 10 ποσοστιαίες μονάδες σε όλες τις περιφέρειες.

Στα μεγάλα αστικά κέντρα η ΝΔ υπέστη σοβαρή μείωση των δυνάμεών της. Στην Α’ Αθήνας (Δήμος Αθήνας) έχασε 6,34% και από 30,92% έπεσε στο 24,58%. Στη Β’ Αθήνας έχασε 5% και από 26,22% έπεσε στο 21,22%. Στην Α’ Πειραιά έχασε 5,66% και από 29,68% έπεσε στο 24,01%. Στη Β’ Πειραιά έχασε 3,82% και από 18,63% έπεσε στο ισχνότατο 14,80%. Στην Πάτρα έχασε 5,1% και από 22,72 % έπεσε στο 17,62%. Στη Θεσσαλονίκη έχασε 8,84% και από 32,42% έπεσε στο 23,58%.

Το πιο αξιοσημείωτο στοιχείο όμως για την απήχηση της ΝΔ, είναι το γεγονός ότι είχε τη μεγαλύτερη πτώση στα παραδοσιακά της «προπύργια», δηλαδή στην επαρχία και ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα, όπου η πτώση της «άγγιξε» διψήφια νούμερα. Έτσι είχαμε ενδεικτικά στη Δράμα -10,20%, στις Σέρρες -11,22%, στην Πιερία -10,65%, στο Κιλκίς -9,37%, στην Ημαθία -9,60%, στην Πέλλα –9,75%, στα Γρεβενά -10,48%, αλλά και στην Αργολίδα -9,04%, στη Λακωνία -9,01% και στη Μεσσηνία -9,77%. Αυτές οι απώλειες αντανακλούν μια περεταίρω ρήξη των δεσμών της ΝΔ με τα τσακισμένα από την κρίση μικροαστικά στρώματα.

Οι μόνες περιοχές που η ΝΔ σημείωσε αυξημένα ποσοστά εκφράζοντας τη συσπείρωση της άρχουσας τάξης στο παραδοσιακό της κόμμα, ήταν οι μεγαλοαστικές. Έτσι ενδεικτικά, στην Κηφισιά έλαβε 37,09%, στην Εκάλη 59,05% και στη Φιλοθέη-Ψυχικό 42,95%.

Οι μεγάλες απώλειες της ΝΔ στις Ευρωεκλογές, δεν μπορούν να διασκεδαστούν από το γεγονός της επικράτησης φιλοκυβερνητικών υποψηφίων στις τοπικές εκλογές, σε 11 από τις 13 περιφέρειες και σε σημαντικούς μεγάλους Δήμους, καθώς αυτό ήταν το αποτέλεσμα της πολιτικής αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ. Οι απώλειες αυτές, μαρτυρούν αδιάψευστα την διαρκώς αναπτυσσόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια για τις πολιτικές άγριας λιτότητας και υπερφορολόγησης που εφαρμόζει η άρχουσα τάξη τα τελευταία 4 χρόνια.

Το πολύ χαμηλό γενικό ποσοστό που απέσπασε ο βασικός εταίρος της συγκυβέρνησης, δημιουργεί ζήτημα και τυπικής ακόμα, πολιτικής νομιμοποίησής της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός και αρχηγός του δεύτερου κόμματος, που απέσπασε ποσοστό 22,75%, (το οποίο πέφτει κατά το 1/3 αν συνυπολογίσουμε και την αποχή), δεν μπορεί να έχει την ελάχιστη νομιμοποίηση πριν να λάβει τα νέα σκληρά μέτρα που απορρέουν από τις συμφωνίες με την τρόικα, ούτε και να διαπραγματευθεί τη «διευθέτηση» του χρέους στο όνομα του ελληνικού λαού. Φυσικά, τα δημοκρατικά προσχήματα είναι το τελευταίο που υπολογίζουν οι κατ’ επάγγελμα δημαγωγοί και βιαστές των «λαϊκών εντολών» αστοί πολιτικοί. Ωστόσο, η αίσθηση των κυβερνητικών στελεχών και των βουλευτών της ΝΔ ότι βρίσκονται μέσα σε ένα καράβι που αργά, αλλά σταθερά, βυθίζεται, αποτελεί παράγοντα που αντικειμενικά αποσταθεροποιεί την κυβέρνηση και την κάνει ευάλωτη σε κάθε απότομη στροφή στην οικονομική κατάσταση και την ταξική πάλη.

Προς το παρόν, η γενικευμένη ανησυχία του Σαμαρά και των υπολοίπων ηγετών της ΝΔ για το πολιτικό τους μέλλον, μπορεί να εξισορροπηθεί από το γεγονός ότι η καθαρή τους ήττα δεν έλαβε τη μορφή πανωλεθρίας και πάνω από όλα, από το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εμφάνισε ισχυρή δυναμική. Αλλά όλοι τους συνειδητοποιούν ότι η μακροημέρευση στην εξουσία πάνω στις «ράγες» της κρίσης και των απανωτών Μνημονίων, είναι αδύνατη. Έτσι από το βράδυ κιόλας της Κυριακής, το πολιτικό στρατόπεδο της άρχουσας τάξης έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο «μαγειρείο», με τον Σαμαρά και την παρέα του να βρίσκονται στο επίκεντρο των «συνταγών» του άμεσου πολιτικού μέλλοντος.
ΠΑΣΟΚ – «Ελιά»: ελεύθερη πτώση αντί κατάρρευσης

Η αποφυγή μιας επαπειλούμενης απόλυτης κατάρρευσης για το ΠΑΣΟΚ και τις «σφραγίδες» συμμάχους του υπό την επωνυμία «Ελιά», ήταν το αποτέλεσμα που ανακούφισε περισσότερο την άρχουσα τάξη, δίνοντας ανάσες ζωής στην εύθραυστη συγκυβέρνηση. Αναντίρρητα όμως, τα ποσοστά που έλαβε η «Ελιά», δείχνουν απλά μια κατάρρευση σε «αργή κίνηση» και δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την παραμικρή νότα αισιοδοξίας για το πολιτικό της μέλλον.

Το ΠΑΣΟΚ – «Ελιά» έλαβε 8,02% και 457.517 ψήφους, χάνοντας 4,25%, και 290.000 ψήφους, δηλαδή το 1/3 της απήχησής του. Στην Α’ Αθήνας (Δήμος Αθήνας) έχασε 1,66% και από 8,72% έπεσε στο 7,06%. Στη Β’ Αθήνας έχασε 2,09% και από 8,54% έπεσε στο 6,45%. Στην Α’ Πειραιά έχασε 1,98% και από 8,44% έπεσε στο 6,46%. Στη Β’ Πειραιά έχασε 2,32% και από 7,94% έπεσε στο 5,62%. Στην Πάτρα έχασε 4,05% και από 10,63% έπεσε στο 6,58%. Στη Θεσσαλονίκη έχασε 3,29% και από 10% έπεσε στο 6,71%.

Η πτώση αυτή αντανακλά την οριστική απώλεια απήχησης του ΠΑΣΟΚ στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα που αποτελούσαν τον παραδοσιακό του «κορμό», καθώς στις περιοχές με την πιο προλεταριακή σύνθεση, η «Ελιά» έλαβε ασήμαντα ποσοστά, χαμηλότερα από το γενικό της μέσο όρο. Χαρακτηριστικά στο Πέραμα απέσπασε μόλις 4,88%, στη Νίκαια 5,87%, στο Περιστέρι 5,57%, στο Αιγάλεω 5,97%, στη Νέα Ιωνία 6,78%.

Ο Βενιζέλος το βράδυ των εκλογών εμφανίστηκε με αναπτερωμένο ηθικό, μόνο όμως για καθαρά προσωπικούς λόγους, καθώς δεν αποδείχθηκε εκείνος ο μόνος αδύναμος κυβερνητικός κρίκος, ενώ το κατώτερο ποσοστό του «Ποταμιού» και ο καταποντισμός της ΔΗΜΑΡ, τον καθιστούν «αφεντικό» στις διεργασίες που θα ακολουθήσουν στον (υπό διαρκή συρρίκνωση) χώρο της Κεντροαριστεράς. Την ίδια στιγμή, δεν ενισχύουν τον κύριο εσωκομματικό του ανταγωνιστή Γ. Παπανδρέου, που άτυπα αλλά ατυχώς είχε επενδύσει στο πιο «κουτσό» άλογο της κεντροαριστεράς, τη ΔΗΜΑΡ.

Στις Δημοτικές και Περιφερειακές εκλογές, το ΠΑΣΟΚ διέσωσε τις εντυπώσεις μέσω της στήριξης σε «ανεξάρτητους» φιλοκυβερνητικούς όπως ο Καμίνης και ο Μπουτάρης που επανεξελέγησαν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Αυτό δίνει μια υλική βάση επιβίωσης για την ξεδοντιασμένη πάλαι ποτέ κραταιά, κομματική γραφειοκρατία του ΠΑΣΟΚ. Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτές οι εκλογές φαίνεται ότι σφράγισαν το επίσημο τέλος του ΠΑΣΟΚ σαν υπολογίσιμο κόμμα στους κόλπους ενός τμήματος της εργατικής τάξης και πιθανότατα, θα σηματοδοτήσουν και τυπικά την διάλυση και τη μετεξέλιξή του, σε ένα άλλο, αστικό, «κεντρώο» κόμμα. Ήταν το επισφράγισμα μιας πορείας αστικού εκφυλισμού που επιταχύνθηκε από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μετά. Το «πάθημα» του ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να γίνει μάθημα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και σε όσους στους κόλπους της, ντροπαλά αλλά σταθερά προωθούν την ανάγκη στροφής προς τον «μεσαίο χώρο». Στις σημερινές συνθήκες βαθειάς κρίσης και απότομων αλλαγών στην κοινωνική συνείδηση, αυτό που στο ΠΑΣΟΚ πήρε 30 χρόνια για να ολοκληρωθεί, στον ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να συμβεί μέσα σε λίγους μήνες μετά από μια σοσιαλδημοκρατική απόπειρα διαχείρισης της αστικής εξουσίας.
ΣΥΡΙΖΑ: η δεξιά στροφή έφερε τη στασιμότητα

Η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωεκλογές αναμφισβήτητα είναι ένα ιστορικό γεγονός. Αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την άρχουσα τάξη, το γεγονός ότι ένα κόμμα από το κομμουνιστικό κίνημα υπερτερεί σε απήχηση στην κοινωνία, αφήνοντας το παραδοσιακό κόμμα της δεύτερο με μια καθαρή διαφορά σχεδόν 4 μονάδων. Όμως αυτή είναι μόνο η «φωτογραφική», τυπική όψη του εκλογικού αποτελέσματος. Η πραγματική ουσία του, γίνεται κατανοητή μόνο αν το συγκρίνουμε με εκείνο του Ιουνίου του 2012 και το δούμε μέσα από το «πρίσμα» των προσδοκιών εκατοντάδων χιλιάδων εργαζόμενων, που βλέπουν στον ΣΥΡΙΖΑ ένα πολιτικό εργαλείο για να αλλάξουν ριζικά τη μοίρα τους. Από αυτή την πραγματική σκοπιά λοιπόν, το εκλογικό αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι επιτυχημένο και είναι κατώτερο των περιστάσεων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έλαβε 26,6% και 1.516.404 ψήφους, από 26,9% και 1.655.022 ψήφους τον Ιούνιο του 2012. Έχασε δηλαδή 0,3% και 140.000 ψήφους. Η «πτωτική» αυτή στασιμότητα, όταν από το 2012 και μετά για τις εργατικές μάζες που αποτελούν τον «κοινωνικό κορμό» του ΣΥΡΙΖΑ έχει μεσολαβήσει η λαίλαπα απανωτών σκληρών μέτρων και η ριζοσπαστική εμπειρία μαζικών ταξικών αγώνων, δείχνει ότι το κόμμα με την πολιτική του δεν ενθουσιάζει τους εργαζόμενους και δεν τους πείθει ότι μπορεί να τους προσφέρει την απαιτούμενη λύση εξουσίας.

Η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία δείχνει να έχει ανακοπεί, ιδιαίτερα στα «κάστρα» της απήχησής του τον Ιούνιο του 2012, δηλαδή στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, όπου ζει και εργάζεται η εργατική κοινωνική βάση του κόμματος. Στην Α’ Αθήνας (Δήμος Αθήνας) ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε μόλις 0,12% και από 26,96% πήγε στο 27,08%, χάνοντας όμως 5.500 ψήφους. Στη κατά κύριο λόγο εργατική Β’ Αθήνας έχασε 2,04% και από 31,43 % έπεσε στο 29,39 %. Στην Α’ Πειραιά έχασε 1,88% και από 28,15% έπεσε στο 26,27%. Στην καθαρά προλεταριακή Β’ Πειραιά έχασε το μεγαλύτερο ποσοστό του στην Αττική, δηλαδή 3,88% και από 36,31% έπεσε στο 32,43%. Στην Πάτρα ανέβασε οριακά το ποσοστό του σε 36,58% από 35,77%, αλλά έχασε περίπου 2.000 ψήφους. Στη Θεσσαλονίκη έχασε ένα εντυπωσιακό 11,22% και από 35,77% έπεσε στο 24,55%.

Οι απώλειες αυτές στα πιο προχωρημένα, νευραλγικά κέντρα της χώρας, εξισορροπήθηκαν από αύξηση ποσοστών στην επαρχία, που φτάνει από 2 μέχρι και τις 4 μονάδες σε περιφέρειες όπου παραδοσιακά η Δεξιά έχει υψηλά ποσοστά, όπως η Άρτα, η Θεσπρωτία, τα Γιάννενα, η Πιερία, η Χαλκιδική, η Λακωνία, η Μεσσηνία και η Αργολίδα. Αυτή η άνοδος συνιστά μια καθυστερημένη αντανάκλαση της τάσης ριζοσπαστικοποίησης που είχε καταγραφεί έντονα στα μεγάλα αστικά κέντρα τον Ιούνιο του 2012. Όμως δίχως την αποφασιστική ανάπτυξη της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ στα μεγάλα αστικά κέντρα, ένα ισχυρό πανελλαδικό ρεύμα εξουσίας που θα επιβάλει την εκλογική νίκη στις βουλευτικές εκλογές είναι αδύνατο.

Ποιος ήταν ο παράγοντας που αποτέλεσε εμπόδιο στην ανάπτυξη της απήχησης του ΣΥΡΙΖΑ; Καταρχάς οφείλουμε εδώ να θυμίσουμε ότι η τάση για μια «πτωτική» στασιμότητα είχε σημειωθεί από την Κομμουνιστική Τάση αμέσως μετά τα αποτελέσματα του Α’ Γύρου των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών, σε σχετικό αναλυτικό άρθρο στην ιστοσελίδα μας. Τα συμπεράσματά μας είχαν τύχει ειρωνικής αντιμετώπισης από τους απολογητές της ηγεσίας (και των δυο βασικών τάσεων), που επικαλούνταν το έντονο «τοπικό» και προσωπικό στοιχείο των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών, αντιτείνοντας, σύμφωνα με τα λόγια του προέδρου, ότι «στο δεύτερο ημίχρονο μπαίνουν τα καλύτερα γκολ» και υπονοώντας σαφώς την προσδοκία μιας μεγάλης νίκης στις Ευρωεκλογές. Δυστυχώς, η εκτίμησή μας για την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να επωφεληθεί από τις απώλειες των κυβερνητικών κομμάτων επιβεβαιώθηκε. Και ο βασικός λόγος, δεν είναι ούτε ο (υπαρκτός και τον Ιούνιο του 2012) πόλεμος των ΜΜΕ, ούτε μια κάποια «συντηρητικοποίηση» της κοινωνίας. Είναι η λαθεμένη, σοσιαλδημοκρατική κεντρική πολιτική γραμμή της ηγεσίας.

Η κύρια «δεξαμενή» του εκλογικού σώματος από την οποία θα μπορούσε να έχει αναπτύξει αποφασιστικά τα ποσοστά του ο ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα και να αποκτήσει μια ακόμα πιο μεγάλη διαφορά από τη Ν.Δ ήταν ο σημαντικός αριθμός νέων που επέλεξαν το «Ποτάμι» (σύμφωνα με τα «exit poll» έλαβε 7,8% στους νέους 18-24 ετών), όλοι εκείνοι που ψήφισαν μη δεξιά, μικρά κόμματα (συνολικά το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων ήταν 17,1% και των δεξιών περίπου στο μισό) και πάνω από όλα, ένα μεγάλο ποσοστό από όσους απείχαν.

Όλοι αυτοί δεν ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ γιατί την προηγούμενη περίοδο έλαβαν αντιφατικά μηνύματα από την ηγεσία του. Αντί να τη δουν αποφασισμένη να βαδίσει στον δρόμο του αγώνα για μια κυβέρνηση της Αριστεράς, που θα επιφέρει βαθιές αλλαγές καταργώντας τα Μνημόνια και ξεριζώνοντας τις αιτίες τις κρίσης, την είδαν να πορεύεται με ζιγκ - ζαγκ και θολές θέσεις, με κύρια πολιτική κατεύθυνση όχι την «εφ’ όλης της ύλης» σύγκρουση με το σύστημα, αλλά την διαβόητη «ωρίμανση», δηλαδή τη συμφιλίωση με τον καπιταλισμό. Μια συζήτηση με ένα νέο των μεγάλων πόλεων μπορεί εύκολα να αναδείξει το φαινόμενο της αντιμετώπισης του ΣΥΡΙΖΑ σαν ένα όλο και πιο «συστημικό» κόμμα. Αυτό επιβεβαιώθηκε με τη συνολική μείωση της απήχησης του ΣΥΡΙΖΑ στους νέους από 18 μέχρι 24 ετών που έδειξαν τα «exit poll» σε 25%, από 35% που ήταν στις εκλογές του Ιουνίου του 2012.

Η δυναμική του Ιουνίου του 2012 ανακόπηκε από τις νεφελώδεις διατυπώσεις για την τύχη των Μνημονίων, τις φιλοκαπιταλιστικές ομιλίες και δηλώσεις του προέδρου στις ΗΠΑ, το Βερολίνο, τις Βρυξέλες και τα διάφορα φόρουμ ελλήνων και ξένων επιχειρηματιών, τις προκλητικές δημόσιες υπαναχωρήσεις από αριστερές – ριζοσπαστικές δεσμεύσεις με συνήθη «λαγό» τον αστό καθηγητή Σταθάκη, τις πολιτικές υπεκφυγές περί ενός μελλοντικού δημοψηφίσματος για το ζήτημα του χρέους, τις δεξιές επιλογές για τα ψηφοδέλτια τύπου Βουδούρη και τα «λάθη» τύπου Καρυπίδη και Σαμπιχά, την απροθυμία της ηγεσίας να λάβει πραγματικές, μαζικές πρωτοβουλίες στο κίνημα για την ανατροπή της συγκυβέρνησης, την αποφυγή απαντήσεων σχετικά με το ζήτημα του οικονομικού προγράμματος που θα εφαρμοστεί στη βέβαιη προοπτική - αν πράγματι επιδιωχθεί μια δραστική περικοπή του χρέους - μιας σύγκρουσης με την τρόικα, την πατριωτικού χαρακτήρα, και προσωποπαγή (επικεντρωμένη γύρω από τις «προσωπικές» ικανότητες των Τσίπρα, Δούρου και Σακελαρίδη) πρόσφατη εκλογική καμπάνια. Ακόμα και τις παραμονές των μεγάλων εκλογικών μαχών, ο σ. πρόεδρος έσπευσε να καθησυχάσει τους αστούς μέσω του «Βήματος» (συνέντευξη 17/5), ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεργαστεί για την «κοινωνική σωτηρία» με το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, αν αυτά αλλάξουν ηγεσίες και κάνουν πολιτική αυτοκριτική... Όλα αυτά τα στοιχεία μιας δεξιάς στροφής της ηγεσίας, αποτελούν σωρευτικά τις αιτίες για τη στασιμότητα της εκλογικής απήχησης του κόμματος.

Στην πραγματικότητα, το γεγονός ότι σε πείσμα όλων αυτών των πολιτικών δειγμάτων συντηρητικοποίησης της ηγεσίας, η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα σε μεγάλο ποσοστό ξαναστήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ και του έδωσαν την πρωτιά σε εθνικό επίπεδο αλλά και στην Περιφέρεια της Αττικής, εκφράζει τα μεγάλα αποθέματα της υπομονής τους και το αλάθητο ταξικό ένστικτο που τους οδήγησε στο συμπέρασμα ότι παρά τα λάθη και τις παλινωδίες, μια ήττα του από τα αστικά κόμματα θα ισοδυναμούσε με μια πολύ σοβαρή ήττα για την ίδια της εργατική τάξη και ένα μεγάλο πλεονέκτημα για τους αστούς.

Οι εργατικές – λαϊκές μάζες όμως, δεν θα είναι τόσο «μεγαλόψυχες» για πάντα με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Φυσικά, το πιθανότερο είναι ότι, παρά την – όπως όλα δείχνουν βέβαιη – συνέχιση της σοσιαλδημοκρατικής πορείας της ηγεσίας, θα σπρώξουν τον ΣΥΡΙΖΑ πιο δυνατά στην εξουσία όταν έρθει η κρίσιμη ώρα των εθνικών εκλογών. Όμως δεν πρόκειται να είναι καθόλου «ευγενείς» με την κυβέρνησή του. Κάθε απόπειρα κυβερνητικής συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με αστικά κόμματα ή γενικότερα, εγκατάλειψης των γενικών ριζοσπαστικών εξαγγελιών στην εξουσία θα μπορούσε να οδηγήσει στο απότομα «ξεφούσκωμα» του κόμματος και σε μια στροφή των πιο προχωρημένων πολιτικά εργατικών του στρωμάτων προς το ΚΚΕ, αλλά και την κίνηση των πιο απογοητευμένων και πολιτικά καθυστερημένων προς άλλες αστικές κατευθύνσεις του «συρμού» τύπου Ποτάμι, στην αποχή, ακόμα και προς τους φασίστες...

Με αυτή την έννοια, το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών είναι μια σοβαρή προειδοποίηση για τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάθε αγωνιστής της βάσης θα πρέπει να μελετήσει προσεκτικά τα πραγματικά μαθήματα που βγαίνουν από αυτό το αποτέλεσμα, μακριά από το δηλητήριο του εφησυχασμού που ταιριάζει σε ρουτινιέρηδες γραφειοκράτες και καριερίστες, αλλά όχι σε πρωτοπόρους και ανιδιοτελείς μαχητές της Αριστεράς.

Στο ταξικό πεδίο μας περιμένουν σημαντικές μάχες ενάντια στις κλιμακούμενες περικοπές και τις απολύσεις. Όμως ακόμα σημαντικότερη από αυτές τις μάχες, είναι η μάχη που πρέπει να διεξαχθεί ώστε το κόμμα να ανταποκριθεί στις προσδοκίες της εργατικής τάξης και της νεολαίας και στις ανάγκες μιας εποχής που μας προϊδεάζει για τον ερχομό νέων μεγάλων ταξικών συγκρούσεων. Είναι η πολιτική μάχη για να υιοθετηθεί ένα επαναστατικό, αντικαπιταλιστικό πολιτικό πρόγραμμα, που θα ενθουσιάσει εκατομμύρια εργαζόμενους ανθρώπους και θα τους δώσει μια απτή, σοσιαλιστική προοπτική. Αυτή είναι η μάχη που διεξάγει με συνέπεια η Κομμουνιστική Τάση.
ΧΑ: άνοδος – προειδοποίηση για την Αριστερά

Η ΧΑ ανήκει στους κερδισμένους των Ευρωεκλογών, έχοντας σημειώσει μια μικρή μεν, αλλά καθαρή και ενιαία πανελλαδικά άνοδο ποσοστών, η οποία είχε σαφώς σαν τάση διαφανεί στα αποτελέσματα του Α΄ Γύρου των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών. Κατατάσσεται πλέον τρίτο κόμμα, έχοντας λάβει 9,38% από 6,92% τον Ιούνιο του 2012 και 536.409 ψήφους από 426.025 ψήφους τον Ιούνιο του 2012.

Η ΧΑ παρουσίασε αξιοσημείωτη ανάπτυξη της επιρροής της στα μεγάλα αστικά κέντρα. Στην Α΄ Αθήνας πήρε 10,37% (+2,56%), στη Β’ Αθήνας 8,35% (+1,97), στην Α’ Πειραιά 10,6% (2,37%), στη Β’ Πειραιά 11,31% (2,04%), στη Θεσσαλονίκη 8,99% (+3,18%) και στην Πάτρα 7,03% (+1,39%). Είχε ανοδική τάση στις εργατικές περιοχές με υψηλή ανεργία λαμβάνοντας στο Πέραμα 13,79% (+2,80%), στη Νίκαια (τόπο της δολοφονίας του Παύλου Φύσα) 10,53% (+1,81%), στη Νέα Ιωνία 8,20% (+1,91%), στο Περιστέρι 9,65% (+2,77%). Τα στοιχεία αυτά δείχνουν μια αυξανόμενη απήχηση της ΧΑ στα τσακισμένα από την κρίση μικροαστικά στρώματα και σε υπό εξαθλίωση, πολιτικά καθυστερημένα τμήματα εργαζομένων.

Όμως την πιο εντυπωσιακή της άνοδο η ΧΑ την εμφάνισε σε περιφέρειες με αγροτικό πληθυσμό, όπου είχαμε ταυτόχρονα μεγάλη πτώση για τη Ν.Δ και κύρια στη Βόρεια Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα, σε Πέλλα, Ημαθία, Κιλκίς, Καστοριά, Σέρρες, Πιερία, Ροδόπη, Χαλκιδική η ΧΑ κέρδισε κατά μέσο όρο 4 με 5 ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με τον Ιούνιο του 2012! Η ΧΑ όμως ανέβηκε και στις μεγαλοαστικές περιοχές, αποδεικνύοντας ότι την επιλέγει συνειδητά ένα μικρό τμήμα της άρχουσας τάξης, σαν μια αντιδραστική ασπίδα προστασίας μπροστά στην έκρηξη της ταξικής πάλης. Έτσι, στην Κηφισιά έλαβε 6,58% (+2,1%), ενώ στο Ψυχικό - Φιλοθέη 6,46% (+2,2%).

Η συζήτηση για το αν οι ψηφοφόροι της ΧΑ είναι ιδεολογικά φασίστες ή μη, είναι αφηρημένη και χάνει την πολιτική ουσία του φαινομένου. Αναμφίβολα οι ψηφοφόροι γης ΧΑ είναι αδύνατο στην πλειονότητά τους να είναι θαυμαστές του Χίτλερ και να έχουν αποδεχτεί συνειδητά τα βασικά σημεία των αντιδραστικού συρφετού μυθοπλασιών και δημαγωγίας που αποτελούν τις αντιλήψεις του «εθνικοσοσιαλισμού». Το καθοριστικό ζήτημα όμως είναι όχι το αν όλοι αυτοί οι ψηφοφόροι είναι ιδεολογικά ή όχι φασίστες, αλλά το αν ένα μεγάλο τμήμα από αυτούς θα μπορούσαν να πυκνώσουν τις τάξεις ενός φασιστικού κινήματος – στρατού, όπως εκείνου στην Ιταλία και τη Γερμανία του Μεσοπολέμου, πάνω στον οποίο θα μπορούσε να πατήσει η ΧΑ για να τσακίσει με τη βία το εργατικό κίνημα και την Αριστερά και να καταλάβει την εξουσία. Η απάντηση σε αυτό το ζήτημα είναι σήμερα σαφώς αρνητική. Οι τυφλά διαμαρτυρόμενοι ψηφοφόροι της ΧΑ δεν φαίνονται διατεθειμένοι να συμμετάσχουν ενεργά σε ένα αντιδραστικό κίνημα, ενώ επίσης ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στους φασίστες και το εργατικό κίνημα και τα μαζικά αριστερά κόμματα είναι συντριπτικά σε βάρος των πρώτων.

Η άνοδος της ΧΑ ασφαλώς δεν στηρίζεται πλέον, σε ένα έλλειμμα ενημέρωσης για τον εγκληματικό χαρακτήρα της δράσης της, μετά από τόσες αποκαλύψεις στον αστικό τύπο και τις διώξεις – φυλακίσεις βασικών ηγετών της. Η ιδέα ότι οι διώξεις από την κυβέρνηση, την αστυνομία και τους δικαστές, σε συνδυασμό με μια ιδεολογική «σταυροφορία» υπέρ της αστικής κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» θα αποδυναμώσουν την επιρροή της ΧΑ αποδείχθηκε γελοία. Όλα αυτά είχαν αρνητική επίδραση μόνο στο ηθικό των θρασύδειλων φασιστών που οδήγησαν σε κατάρρευση μέσα σε λίγες βδομάδες έναν καλοπληρωμένο και καλοσχεδιασμένο με την ενεργή συμβολή των σημερινών κρατικών «διωκτών», δολοφονικό μηχανισμό. Αντίθετα ο διεφθαρμένος και σάπιος χαρακτήρας των «δημοκρατών» κρατικών «διωκτών» και «μιντιακών επικριτών» των φασιστών έχει εμφανέστατα σαν αποτέλεσμα το να προμηθεύει με ηθική δικαίωση τους φασίστες στα μάτια των πολιτικά καθυστερημένων, λουμπενοποιημένων μικροαστών. Όσο οι Σαμαράδες, οι Βενιζέλοι και οι Πρετεντέρηδες εμφανίζονται σαν οι βασικοί πολέμιοι της ΧΑ, τόσο εκείνη θα κερδίζει περισσότερη συμπάθεια στους τσακισμένους μικροαστούς.

Αυτό που συνιστά η άνοδος της ΧΑ, είναι βασικά μια πολιτική προειδοποίηση. Όσο η Αριστερά δεν διεκδικεί την εξουσία με ένα επαναστατικό πρόγραμμα ικανό να αντιμετωπίσει εκτός των άλλων, τα στοιχειώδη προβλήματα των τσακισμένων και πολιτικά καθυστερημένων μικροαστικών μαζών της πόλης και της υπαίθρου, όσο παρατηρεί παθητικά τη δράση των φασιστών στις γειτονιές, που αναπόφευκτα θα ξανακλιμακωθεί σαν αποτέλεσμα της εκλογικής τους επιτυχίας και του νέου κύματος θαυμασμού και συμπάθειας που αυτή θα προκαλέσει στις τάξεις των σωμάτων ασφαλείας, τόσο περισσότερο θα έρχεται στο προσκήνιο η προοπτική της ανοικτής συμμετοχής των φασιστών σε ένα κυβερνητικό σχήμα και της επιχειρησιακής τους αναβάθμισης, με μια αθώωση και απελευθέρωση των φυλακισμένων και διωκόμενων στελεχών της.
ΚΚΕ: ξεκάθαρη αλλά αδύναμη ακόμα ανάκαμψη

Το ΚΚΕ επιβεβαιώνοντας την ανοδική τάση του Α’ Γύρου των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών, ανέβασε τα ποσοστά του στις Ευρωεκλογές. Έλαβε 6,09% και 347.467 ψήφους από 4,5% και 277.227 ψήφους τον Ιούνιο του 2012. Η άνοδος των ποσοστών του ΚΚΕ είχε ομοιόμορφα χαρακτηριστικά, αλλά στο επίκεντρό της ήταν τα μεγάλα αστικά κέντρα.

Στην Α’ Αθήνας έλαβε 6,24% (+1,5%), στη Β’ Αθήνας 7,44% (+1,5%), στην Α’ Πειραιά 5,42% (+1,49), στη Β’ Πειραιά 9,26% (+2,69%), στη Θεσσαλονίκη 5,59% (+ 1,80%) και στην Πάτρα 8,06% (+2,90%). Στις εργατικές περιοχές είχε μια ποσοστιαία άνοδο μεγαλύτερη από το ποσοστό ανόδου του πανελλαδικά. Ενδεικτικά, στο Πέραμα είχε μια αύξηση +2,5%, στη Νίκαια +2,70%, στο Περιστέρι +2,70% και στη Νέα Ιωνία +2%.

Τα αποτελέσματα του ΚΚΕ ειδικά στις εργατικές εκλογικές περιφέρειες, φανερώνουν ότι η εκλογική του βάση του είναι "συγκοινωνούν δοχείο" με εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ. Τον Ιούνιο του 2012 είχαμε παρακολουθήσει μια κίνηση ψηφοφόρων από το ΚΚΕ στον ΣΥΡΙΖΑ. Στις Ευρωεκλογές παρακολουθήσαμε μια κίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ότι έχανε στις εργατικές περιοχές ο ΣΥΡΙΖΑ σαν αποτέλεσμα της σοσιαλδημοκρατικής του στροφής, το κέρδιζε το ΚΚΕ, με χαρακτηριστικές περιπτώσεις τα γενικά ποσοστά στην Β’ Αθήνας και τη Β’ Πειραιά.

Όμως η άνοδος του ΚΚΕ είναι καταφανώς κατώτερη των περιστάσεων. Σε μια εποχή όπου μεγάλες μάζες εργαζομένων και νεολαίας εγκαταλείπουν τα κυβερνητικά κόμματα και δυσφορούν για τη δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, ποσοστά 5 και 6% μοιάζουν με ποσοστά κρίσης και δεν μαρτυρούν μια πραγματικά ανοδική δυναμική. Το γεγονός ότι η απήχηση της ΧΑ και έκτακτων αστικών κομματικών επινοημάτων όπως το «Ποτάμι» είναι μεγαλύτερη από εκείνη του βαθειά ριζωμένου στην εργατική τάξη, ιστορικού ΚΚΕ, δείχνει πως το εκλογικό αποτέλεσμα για τους κομμουνιστές της χώρας δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς, αλλά για πολιτική περίσκεψη.

Ιδιαίτερα επιζήμια στάθηκε η ακραία αριστερίστικη ηγετική γραμμή για ίσες αποστάσεις από τους αστούς υποψηφίους και εκείνους του ΣΥΡΙΖΑ στον Β’ Γύρο των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών. Σύμφωνα με το κοινό «exit poll» των εταιρειών το βράδυ των εκλογών, το ΚΚΕ, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, πήρε ένα πολύ μικρό ποσοστό ανάμεσα σε εκείνους που αποφάσισαν τι θα ψηφίσουν την τελευταία στιγμή. Είναι σαφές ότι η σεχταριστική γραμμή των ίσων αποστάσεων από αστούς και ΣΥΡΙΖΑ βάρυνε αρνητικά για το ΚΚΕ στην υπόθεση της προσέλκυσης ψηφοφόρων από όλους όσοι προσανατολίζονταν να επιλέξουν μεταξύ εκείνου και του ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτό σε καμία περίπτωση δεν είναι το αποτέλεσμα της πόλωσης «του νέου δικομματισμού», όπως ήδη υποστηρίζουν ηγετικά στελέχη του κόμματος, αλλά η θλιβερή ζημιά που προκάλεσε στην απήχηση του ΚΚΕ η λαθεμένη τακτική που υπεράσπισε η ηγεσία. Καθόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι η πλειονότητα της βάσης του κόμματος σε όσους Δήμους και τις Περιφέρειες είχαμε αναμέτρηση αστού με υποψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ, από αλάθητο ταξικό ένστικτο, δεν πειθάρχησε στην ηγετική γραμμή και ψήφισε τον υποψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ.

Το γεγονός ότι παρά την ακραία σεχταριστική γραμμή της ηγεσίας, το ΚΚΕ κατάφερε να κερδίσει τον Δήμο της Πάτρας (25,6% και πρώτος ο Κ. Πελετίδης στον Α’ Γύρο και 63,53% στον Β' Γύρο), τον τρίτο μεγαλύτερο Δήμο της χώρας, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να κερδίσει κάποιον από τους πολύ μεγάλους Δήμους, ηττώμενος μάλιστα στην πρωτεύουσα της Αχαΐας χωρίς να περνά ούτε στον Β' Γύρο, σημαίνει ότι αντικειμενικά υπάρχουν λαμπρές προοπτικές για την άνοδο της απήχησης του ΚΚΕ στις ευρύτερες μάζες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.

Η νίκη αυτή απέδειξε ότι η ξεκάθαρη ταξική γλώσσα, η ρητή αντικαπιταλιστική - σοσιαλιστική προγραμματική τοποθέτηση, παρότι υπονομεύεται από τον σεχταρισμό της ηγεσίας, μπορεί να κερδίσει τις μάζες, σε αντίθεση με ότι ισχυρίζεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που εμφανίζει σαν παρωχημένη και πολιτικά ξένη ως προς τις αναζητήσεις των εργαζόμενων κάθε πολιτική έκκληση που έχει σημείο αναφοράς την ανατροπή του καπιταλισμού.

Πάνω στο παράδειγμα της νίκης της Πάτρας θα πρέπει να χτιστεί το μέλλον του ΚΚΕ, όσο και του συνόλου του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος. Αν το αντικαπιταλιστικό – σοσιαλιστικό κάλεσμα μπορεί να συγκινήσει τους εργαζόμενους στην Πάτρα, το ίδιο μπορεί να γίνει και στην Αθήνα και σε όλες τις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας. Αν αυτό μπορούσε να συνοδευτεί από μια δημόσια, γνήσια μαρξιστική αναθεώρηση των αιτιών πτώσης της ΕΣΣΔ και των υπολοίπων γραφειοκρατικά παραμορφωμένων εργατικών κρατών και πάνω από όλα, από μια αποφασιστική αλλαγή της τακτικής του κόμματος έναντι του ΣΥΡΙΖΑ πάνω στη Λενινιστική γραμμή του Ενιαίου Μετώπου, το ΚΚΕ θα μπορούσε να παίξει έναν καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις, φέρνοντας πιο κοντά τη ζωτική υπόθεση της νίκης του σοσιαλισμού στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Θα μπορούσε να τραβήξει τις μάζες μακριά από τις σοσιαλδημοκρατικές αυταπάτες που υπερασπίζει η σημερινή ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και να τις κερδίσει σταθερά στο πρόγραμμα του κομμουνισμού. Αυτό όμως είναι ένα πολιτικό καθήκον που η εκπλήρωσή του ανήκει στις χιλιάδες των κομμουνιστών που είναι μέλη και υποστηρικτές του κόμματος.
Ένα «Ποτάμι» που θα στερέψει γρήγορα

Το εκλογικά νεοφώτιστο «Ποτάμι» έλαβε 6,6% και 376.000 ψήφους. Το γεγονός ότι ένα κομματικό κατασκεύασμα του αστικού «σωλήνα» με την πρώτη του εμφάνιση έλαβε ένα τόσο αξιοσημείωτο ποσοστό, εκφράζει το τρομακτικό πολιτικό κενό πολιτικής εκπροσώπησης που βιώνουν πλατιά στρώματα της κοινωνίας. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για την πολιτική και ταξική προέλευση των ψηφοφόρων του «Ποταμιού». Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να καταλάβει κανείς όμως, ότι αυτές οι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι είναι ψηφοφόροι που απογοητεύθηκαν από τα παλιά αστικά κόμματα και αναζητούν κάτι εντελώς «νέο». Το γεγονός ότι τα μεγαλύτερα ποσοστά του (πάνω από τον εθνικό του μέσο όρο) τα έλαβε στα μεγάλα αστικά κέντρα, μαρτυρά ότι το «Ποτάμι» στηρίχθηκε από μορφωμένα και οικονομικά δραστήρια στοιχεία, κύρια μικροαστικής προέλευσης, που παραδοσιακά παρουσιάζουν ευμετάβλητη πολιτική στάση.

Το «Ποτάμι» είναι ένα κόμμα μιας χρήσης για την αστική τάξη, όπως ήταν η ΔΗΜΑΡ. Με θέσεις και πρόγραμμα που στην ουσία τους δεν διαφέρουν από την εφαρμοζόμενη κυβερνητική πολιτική, το κόμμα αυτό θα χρησιμεύσει σαν ένα προσωρινό υποστύλωμα μια επόμενης αστικής κυβέρνησης, ώσπου να καταρρεύσει μαζί της. Οι απειλούμενοι με καταστροφή μικροαστοί θα το εγκαταλείψουν γρήγορα μέσα από την εμπειρία τους.

Ανεξάρτητα από το ακριβές μέλλον αυτού του νέου κόμματος, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ θα μπορούσαν μέσα από μια άλλη πολιτική να έχουν τραβήξει με το μέρος τους ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του. Η εμφάνιση στο πολιτικό προσκήνιο ενός ολοκληρωμένου σοσιαλιστικού προγράμματος και της ενωτική δράσης ανάμεσα στα δυο μαζικά αριστερά κόμματα, που θα μπορούσε να παράγει μια συγκεκριμένη λύση εξουσίας από μια συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ, θα προσέλκυε μαζικά τους ταλαντευόμενους και διστακτικούς να διαλέξουν οριστικά, βασικό πολιτικό στρατόπεδο, μικροαστούς που στράφηκαν στο Ποτάμι, θα άφηνε τον πολιτικό σαλτιμπάγκο Θεοδωράκη και τα αφεντικά του στα «κρύα του λουτρού», καίγοντας ένα σημαντικό πολιτικό χαρτί της άρχουσας τάξης, πριν ακόμα αυτή το χρησιμοποιήσει.
Μικρότερα κόμματα: πολιτική εξαφάνιση της ΔΗΜΑΡ, περιθωριοποίηση των ΑΝΕΛ, επανάκαμψη του ΛΑΟΣ και χαμηλή απήχηση για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Η ΔΗΜΑΡ με το καταστροφικό αποτέλεσμα του 1,20% και τις 68.700 ψήφους που έλαβε στις Ευρωεκλογές, οδηγήθηκε στην εξαφάνιση. Το πιο ξεπουλημένο στα αστικά συμφέροντα τμήμα της ηγεσίας της, υποστηρίζει ότι αυτό ήταν το αποτέλεσμα της «πρόωρης αποχώρησής της από τη συγκυβέρνηση», αποδεικνύοντας την αδυναμία των πολιτικών καριεριστών να διακρίνουν την αλήθεια από το ψέμα, σαν αποτέλεσμα της οργανικής έφεσής τους στο τελευταίο.

Η αλήθεια είναι ακριβώς το αντίθετο. Η ΔΗΜΑΡ εξαφανίστηκε πολιτικά, ακριβώς γιατί συμμετείχε στην συγκυβέρνηση και ψήφισε δεκάδες αντεργατικά μέτρα. Μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, μόλις 4 χρόνων, οι σοσιαλδημοκράτες υπονομευτές του ΣΥΡΙΖΑ και σεβάσμιοι πολιτικοί υπάλληλοι της άρχουσας τάξης, έλαβαν ένα δίκαιο αντίτιμο για τον πολιτικό τους ρόλο.

Κάθε ιδέα για πολιτική συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ, με τα πιο προοδευτικά δήθεν, πολιτικά απομεινάρια της ΔΗΜΑΡ μόνο κακό μπορεί να κάνει στον ΣΥΡΙΖΑ. Κάθε επαφή με πολιτικό συνεταίρο αστικών κυβερνήσεων όπως η ΔΗΜΑΡ, αποτελεί ότι το πιάσιμο ενός αναμένου κάρβουνου από ένα γυμνό χέρι. Μια συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τη ΔΗΜΑΡ ή απομεινάρια της, δεν θα προσέλκυε κανένα νέο υποστηρικτή στον ΣΥΡΙΖΑ, αντίθετα θα έδιωχνε δεκάδες χιλιάδες, που δίκαια αποστρέφονται το κόμμα του Κουβέλη.

Ένα ακόμα άξιο αναφοράς πολιτικό στοιχείο των εκλογικών αποτελεσμάτων ήταν η μεγάλη πτώση των ΑΝΕΛ. Το κόμμα του Καμένου έπεσε από το 7,51% στο 3,46%, συγκεντρώνοντας μόλις 197.400 ψήφους από 462.406! Η ήττα των ΑΝΕΛ είναι το αποτέλεσμα της εικόνας απανωτών αυτομολήσεων προς το κυρίαρχο Μνημονιακό αστικό μπλοκ που εμφανίζει το κόμμα, η οποία ανέδειξε χαρακτηριστικά τον ευκαιριακό και δημαγωγικό του χαρακτήρα. Αυτή η καταστροφική ήττα επιβεβαιώνει την εκτίμηση των μαρξιστών ότι δεν μπορεί να υπάρξει στο πολιτικό στρατόπεδο της αστικής τάξης κανένα συνεπές «αντιμνημονιακό» κόμμα και θα οδηγήσει τους ΑΝΕΛ πιθανότατα άμεσα στην διάσπαση και την περεταίρω συρρίκνωση.

Την έκπληξη αποτέλεσε στο αστικό πολιτικό στρατόπεδο ο ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη που επανέκαμψε στο πολιτικό προσκήνιο με ένα 2,7% και 154.000 ψήφους. Η μικρή αυτή νίκη του ΛΑΟΣ που υποσκέλισε τις ενωμένες νεοφιλελεύθερες σέχτες του Τζήμερου και του Σκυλακάκη («Δημιουργία Ξανά» / «Δράση»), αλλά και την πολιτική συμμαχία των Πολύδωρα-Ψωμιάδη («Ένωση για την πατρίδα και το λαό»), οφείλεται στην «αποκόλληση» ενός σημαντικού τμήματος της εκλογικής βάσης της ΝΔ, που όπως φαίνεται αναζήτησε μια περισσότερο «νομιμόφρονα» δύναμη από την «ακραία» Χρυσή Αυγή.

Τέλος το ποσοστό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν ελαφρά ενισχυμένο συγκριτικά με τον Ιούνιο του 2012 (από 0,33% πήγε στο 0,70%, με 44.000 ψήφους), αλλά πρακτικά είναι τόσο μικρό, που την καθιστά έναν όχι σημαντικό παράγοντα στην Αριστερά. Για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ότι όταν οι πλατιές μάζες των εργαζόμενων θέλουν να δώσουν ένα πολιτικό μήνυμα, προτιμούν να συσπειρωθούν στα παραδοσιακά εργατικά κόμματα που έχουν βαθιές ρίζες στην κοινωνία και όχι σε μικρές οργανώσεις της «εξωκοινοβουλευτικής» αριστεράς.
Οι άμεσες πολιτικές προοπτικές και ο μονόδρομος της αριστερής συγκυβέρνησης

Παρότι το κυβερνητικό στρατόπεδο (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΔΗΜΑΡ) συρρικνώθηκε δραματικά, πέφτοντας από το 48,19% στο 31,93%, τα εκλογικά αποτελέσματα των Ευρωεκλογών συνδυαστικά με εκείνα των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών, δίνουν λίγο ακόμα ζωτικό χρόνο στην συγκυβέρνηση, που με έναν «ανασχηματισμό» θα επιχειρήσει επικοινωνιακά να ισχυριστεί ότι «έλαβε το μήνυμα». Σε καθαρά κοινοβουλευτικό επίπεδο, η κυβέρνηση έχει πλέον τη δυνατότητα να περάσει σκληρά μέτρα το Φθινόπωρο εκμεταλλευόμενη και την εικόνα διάλυσης των ΑΝΕΛ και της ΔΗΜΑΡ, οικειοποιούμενη έτσι ευκολότερα ψήφους από τα φιλοκυβερνητικά στοιχεία που υπάρχουν στις κοινοβουλευτικές τους ομάδες.

Το σίγουρο είναι ότι με την παρούσα αναμφισβήτητη πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ και τους διαξιφισμούς στον χώρο της «κεντροαριστεράς», η άρχουσα τάξη δεν μπορεί να ρισκάρει μια προσφυγή στην κάλπη. Το πιθανότερο είναι η κυβέρνηση να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί το διάστημα που της απομένει μέχρι την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας τον Φλεβάρη του 2015, - με αφορμή την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει εθνικές εκλογές - για να αποπειραθεί να αναδιατάξει ριζικά το αστικό πολιτικό στρατόπεδο. Την αρχή όπως φαίνεται θα την κάνει ο Βενιζέλος, διαλύοντας και επίσημα το ΠΑΣΟΚ και ιδρύοντας ένα νέο «κεντροαριστερό» κόμμα, με σκοπό να συγκεντρωθούν όλα τα «αποκόμματα» του χώρου σε μια «συμπαγή» πολιτική δύναμη.

Κανείς δεν θα μπορούσε να αποκλείσει, μπροστά στη βέβαιη επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ να επιχειρηθεί μια ευρεία συνένωση σε ένα «φιλοευρωπαϊκό πόλο» όλων των αστικών δυνάμεων για τη δημιουργία ενός νέου μπλοκ που θα φράξει το δρόμο της Αριστεράς προς την εξουσία.

Ταυτόχρονα, οι πιέσεις της αστικής τάξης έναντι του ΣΥΡΙΖΑ θα ενταθούν, μετά την πρωτιά του στις Ευρωεκλογές. Το καλύτερο σενάριο για τους αστούς θα ήταν μια διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, που θα τον αποδυνάμωνε και θα του στερούσε την εκλογική νίκη, ενώ διαρκής θα είναι η ενθάρρυνση και προβολή των πιο δεξιών, σοσιαλδημοκρατικών και καριερίστικων στοιχείων της ηγεσίας για να βαδίσουν στον δρόμο του Τατσόπουλου, προκαλώντας με φιλοσυστημικές δηλώσεις και ενέργειες την αριστερή βάση του κόμματος, σε μια προσπάθεια να υπονομευθεί το ηθικό και η συσπείρωση της.

Σε κάθε περίπτωση, το έδαφος πάνω στο οποίο θα επιχειρηθεί να γίνουν πράξη αυτού του είδους οι αστικοί πολιτικοί σχεδιασμοί είναι σαθρό. Ο ελληνικός καπιταλισμός αδυνατεί ακόμα να εμφανίσει ένα έστω πραγματικό σημάδι ανάκαμψης, ενώ αξιόλογες «αναπτυξιακές επενδύσεις» στην πραγματική παραγωγή είναι αδύνατο να περιμένει κανείς όσο το τεράστιο χρέος, αλλά και η άμεση πιθανότητα διακυβέρνησης από ένα αριστερό κόμμα επικρέμεται πάνω από τα κεφάλια των αστών. Η αδυναμία να εμφανιστεί μια υψηλή ανάπτυξη ικανή να δώσει τα αναγκαία πλεονάσματα για την ομαλή εξυπηρέτηση του χρέους , θα αυξήσει τα υπάρχοντα χρηματοδοτικά κενά και θα φέρει νέες, άγριες περικοπές δαπανών, μισθών και συντάξεων και απολύσεις, ενώ ταυτόχρονα οι καπιταλιστές θα ζητούν όλο και νέα «αναπτυξιακά κίνητρα», δηλαδή μειώσεις μισθών, εισφορών και κατάργηση «δώρων». Οι ταξικοί αγώνες που υποχώρησαν απότομα τον τελευταίο χρόνο σαν αποτέλεσμα της απογοήτευσης από την απουσία ενός σχεδίου κλιμάκωσης μέχρι την τελική ανατροπή της κυβέρνησης, αναπόφευκτα θα ανακάμψουν. Η συγκυβέρνηση δεν θα συνεχίζει να απολαμβάνει για καιρό ακόμα την ηρεμία της σημερινής άμπωτης των απεργιών και των αγώνων.

Πάνω στο έδαφος της βαθιάς και ανίατης κοινωνικής και πολιτικής κρίσης του αστικού καθεστώτος στη χώρα, η τάση για άνοδο της απήχησης των μαζικών αριστερών κομμάτων θα ενισχυθεί. Ο σημερινός συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στα αστικά και τα νυν κυβερνητικά κόμματα (Δεξιά, Κεντροαριστερά, Χρυσή Αυγή) και την Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και εξωκοινοβουλευτική Αριστερά) είναι αρνητικός για την τελευταία, με μια αναλογία περίπου 65-35 υπέρ των πρώτων. Αυτός ο συσχετισμός θα τείνει να μεταβληθεί αποφασιστικά μέσα από την αποκάλυψη της αδυναμίας του καταχρεωμένου ελληνικού καπιταλισμού να αντιμετωπίσει τα πιο πιεστικά ζητήματα διαβίωσης των εργατικών μαζών, καθώς και μέσα από την εμπειρία των ταξικών μαχών που βρίσκονται μπροστά μας.

Για να αξιοποιηθούν όμως αυτές οι αντικειμενικές τάσεις θα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ να υιοθετήσουν την κατάλληλη πολιτική. Η αναπόφευκτη τάση συσπείρωσης στον ΣΥΡΙΖΑ όσο πλησιάζουμε στις εθνικές εκλογές και η σαφής ανοδική τάση του ΚΚΕ πρέπει να επιταχυνθούν και να δώσουν μια σοσιαλιστική λύση εξουσίας για τους εργαζόμενους. Το σύνθημα για μια σοσιαλιστική συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ θα πρέπει να μπει στην πρώτη γραμμή της πάλης μέσα στο κίνημα της εργατικής τάξη και της νεολαίας. Τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών, δείχνουν ότι με μια μικρή ενίσχυση των δύο κομμάτων, που θα μπορούσε να προκύψει μόνο και με την αναγγελία της δημιουργίας ενός τέτοιου μετώπου για την εξουσία, η αριστερή συγκυβέρνηση θα μπορούσε να γίνει μια πολιτική πραγματικότητα και με την αξιοποίηση του υφιστάμενου εκλογικού νόμου να οδηγήσει σε μια σταθερή κυβέρνηση, η οποία με την κινητοποίηση, τον δημοκρατικό έλεγχο και την ενεργή στήριξη του εργαζόμενου λαού θα μπορούσε να αρχίσει την ανατροπή του καπιταλισμού στη χώρα, κοινωνικοποιώντας τους βασικούς μοχλούς της οικονομίας.

Να σταματήσουμε τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ!

Ο μόνος δρόμος είναι ο κομμουνιστικός αναπροσανατολισμός της πολιτικής και του προγράμματος του κόμματος.

Να εγκαταλειφθεί η σεχταριστική τακτική της ηγεσίας του ΚΚΕ και το κόμμα να μπει στο δρόμο του Λενινιστικού Ενιαίου Μετώπου!

Υπάρχει πολιτικός σύμμαχος για τον ΣΥΡΙΖΑ!

Υπάρχει άμεση λύση εξουσίας για την εργατική τάξη! Είναι δυνατή και πρέπει να τη διεκδικήσουμε!

Παλέψτε οργανωμένα με την Κομμουνιστική Τάση του ΣΥΡΙΖΑ για τη σοσιαλιστική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ που θα ξεριζώσει τα Μνημόνια και τον καπιταλισμό, ανοίγοντας το δρόμο για μια σοσιαλιστική Ελλάδα σε μια Ενωμένη Σοσιαλιστική Ευρώπη!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου