Σάββατο 18 Ιουνίου 2016

Απόφαση Π.Ε. ΝΑΡ, Μάης 2016

Συνεδρίασε στα τέλη Μάη 2016 η Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και συζήτησε τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις και τον απολογισμό του κινήματος του τελευταίου διαστήματος. Στη συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής συζητήθηκαν επίσης η δουλειά στις πόλεις και τη γειτονιά, η παρέμβαση στο προσφυγικό/μεταναστευτικό καθώς και ο απολογισμός της διαδικασίας συζήτησης στις Οργανώσεις Βάσης της προηγούμενης απόφασης της Π.Ε. Επίσης συζητήθηκε η δράση της νεολαίας και η παρέμβαση της ν.Κ.Α. Τέλος, αποφασίστηκε η σύγκλιση προσυνεδριακού Πανελλαδικού Σώματος του ΝΑΡ για τον Ιούλιο 2016 και ο προγραμματισμός του 4ου συνεδρίου της οργάνωσης για τον Φεβρουάριο του 2017.

Βασικά αποσπάσματα από την Απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση:
Ευρω-μνημονιακό καθεστώς καπιταλιστικής βαρβαρότητας
 
ΚΟΦΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ

Βασική εκτίμηση της Π.Ε. αποτελεί η θέση πως: «Η ψήφιση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ του σφαγιαστικού «κόφτη» διαρκείας των λαϊκών δικαιωμάτων και ελευθεριών, του Υπερ-ταμείου γενικής ιδιωτικοποίησης του δημόσιου πλούτου και του αντι-ασφαλιστικού νόμου, αποτελούν τομή μέσα στη συνέχεια των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων του ολοκληρωτικού καπιταλισμού στην Ελλάδα. Θεμελιώνουν ένα διαρκές ευρωμνημονιακό καθεστώς καπιταλιστικής βαρβαρότητας, ένα “συμβόλαιο” μακράς πνοής της ελληνικής αστικής τάξης και του πολιτικού της συστήματος με το ιμπεριαλιστικό Ευρωπαϊκό κέντρο και συνολικά με το πλέγμα των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων. Αποτελούν σοβαρό βήμα για την ολοκλήρωση – και με τη “βούλα” - ενός κύκλου επειγόντων και βίαιων μετασχηματισμών υπέρ του κεφαλαίου διεθνώς, που στην Ελλάδα συμπυκνώνονται στα μνημόνια. Επιχειρούν όχι απλά να δώσουν μια αστική διέξοδο στην κρίση, αλλά να αναμορφώσουν το πολιτικό σύστημα και το αστικό κράτος, να εντάξουν μεσοπρόθεσμα τον ελληνικό καπιταλιστικό σχηματισμό στον σύγχρονο μεσαίωνα (“ανάπτυξη” το ονομάζουν) εκτίναξης της εργατικής εκμετάλλευσης και καταστροφής των μικρομεσαίων στρωμάτων. Η συμφωνία στο Γιούρογκρουπ και η έγκριση της πρώτης “αξιολόγησης” (με δόσεις και με αρκετά συμπληρωματικά μέτρα που απαιτούνται), επικυρώνει τη στήριξη του Ευρωπαϊκού κεφαλαίου στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Να σημειωθεί ότι η θετική αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος δεν σημαίνει το τέλος των αναδιαρθρώσεων. Έρχονται και άλλες, και κυρίως η άμεση ψήφιση των “εργασιακών αλλαγών”».

Η Απόφαση της Π.Ε. σημειώνει «παρά τη σχετική σταθεροποίηση στο πολιτικό σκηνικό, οι τάσεις νέας όξυνσης της κρίσης εκπροσώπησης και μαζικής φθοράς του ΣΥΡΙΖΑ και του κυβερνητικού μπλοκ εγκυμονούν, καθώς η κατάσταση των εργαζομένων, ανέργων και φτωχών λαϊκών στρωμάτων παραμένει πολύ άσχημη ή και χειροτερεύει ενώ δεν υπάρχει αστικό σχέδιο θετικής διεξόδου από την κρίση. Η εσωκομματική αντιπολίτευση που διαμορφώνεται στο ΣΥΡΙΖΑ («κίνηση των 53», κ.α.) έχει εξαιρετικά ρηχό, απολογητικό και τελικά διαχειριστικό της διαφωνίας χαρακτήρα και προσπαθεί να την ενσωματώσει στην κυβερνητική πολιτική. Μόνο εάν οι κοινωνικές διαφοροποιήσεις λάβουν πιο μαζική και κυρίως αγωνιστική μορφή, μπορεί να υπάρξει κλονισμός της κυβερνητικής πλειοψηφίας και σύνθεσης.

Αντικείμενο διαπάλης παραμένει το εάν οι λαϊκές διαφοροποιήσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ θα κινούνται προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά, προς την ριζοσπαστικοποίηση, την αγωνιστική παρέμβαση και την αντικαπιταλιστική αντιΕΕ πολιτική. Η συγκρότηση ενός κεντροαριστερού πόλου, με σοσιαλδημοκρατικά χαρακτηριστικά και δεσμούς με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, προωθείται από τα απομεινάρια του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ, ενώ ισχυρή θα είναι η έλξη και για μεγάλο μέρος του Ποταμιού. Η επιδίωξη είναι να διαμορφωθεί ένας σχετικά αξιόπιστος χώρος μπαλαντέρ, που να μπορεί να στηρίξει κυβέρνηση με κέντρο τον ΣΥΡΙΖΑ εάν χρειαστεί (χωρίς να αποκλείονται και άλλες κυβερνητικές λύσεις).

Η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη αναδιοργανώνεται ως ένα επιθετικό αντιδραστικό νεοφιλελεύθερο και ακραία υποταγμένο στις επιταγές κεφαλαίου και ΕΕ κόμμα, που επιδιώκει να εκφράσει πολιτικά το κοινωνικό μπλοκ του «Ναι» στο δημοψήφισμα, πολύ μακριά από την εικόνα του «κεντρώου», που θέλει ο Μητσοτάκης να φιλοτεχνήσει. Ζητά εκλογές και επιτίθεται μετωπικά στην κυβέρνηση Τσίπρα, παίζοντας το χαρτί της αντιπολίτευσης και όχι της συναίνεσης, σε αυτή τουλάχιστον τη φάση. Ταυτόχρονα, σε θέματα αστυνόμευσης και δημόσιας τάξης, προσφύγων, μετανάστευσης κλπ. ανανεώνει μια αντιδραστική πολιτική, που εκπροσωπούν οι Γεωργιάδης, Βορίδης κλπ.

Επικίνδυνη είναι η προσπάθεια αναθέρμανσης της παρέμβασης της Χρυσής Αυγής, με αιχμή του δόρατος το προσφυγικό αλλά και την υλοποίηση των μνημονίων από μια «αριστερή κυβέρνηση», στο φόντο μιας γενικότερης ανόδου της εθνικιστικής και ρατσιστικής ακροδεξιάς σε όλη την ΕΕ.

Συμπερασματικά, το κεφάλαιο στην Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο αστικός συνασπισμός εξουσίας, επιχειρούν να διαμορφώσουν συνθήκες πολιτικής και κυβερνητικής σταθερότητας με κέντρο τον ΣΥΡΙΖΑ, για να υπάρξει απρόσκοπτη προώθηση του κανιβαλικού προγράμματος σφαγιαστικών αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων. Από την άλλη, η ένταση της αντιλαϊκής αντεργατικής πολιτικής, το μη ξεπέρασμα της κρίσης και το άλυτο κουβάρι των αντιθέσεων και ανταγωνισμών δημιουργούν συνθήκες κοινωνικής αστάθειας.»
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΝΤΙΛΑΪΚΗΣ ΕΠΙΔΡΟΜΗΣ
Επιδιώκουν πολιτική σταθερότητα, αλλά η κοινωνία βράζει
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ διεκδικεί επάξια τον ρόλο του πρωτεργάτη στην προώθηση και υλοποίηση της επιδρομής κεφαλαίου και ΕΕ. Ήδη έχει περάσει στη φάση των επιχειρήσεων “σκούπα” στο νομοθετικό, πολιτικό και εκτελεστικό της έργο. Είναι κεντρική επιλογή της η άμεση εφαρμογή των νόμων, “χωρίς άλλες κουβέντες”. Είναι μια ιστορικά επικίνδυνη κυβέρνηση γιατί:

α) ενώ είναι απόλυτα εχθρική προς τον λαό και το μαζικό κίνημα, έχει καταφέρει ως τώρα να περιορίσει τις αντιδράσεις του, περνάει μέτρα που πολύ δύσκολα θα πέρναγαν αλλιώς και με ελάχιστες απώλειες σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο,

β) παίζει σχεδόν χωρίς αντίπαλο, αφού έχει καταφέρει, και με τη στήριξη του συνόλου σχεδόν των αστικών μηχανισμών, να εξουδετερώσει τη δεξιά αντιπολίτευση, παρά την αλλαγή ηγεσιών σε ΝΔ και (πρώην) ΠΑΣΟΚ. Η όποια αντιπολίτευση από τα δεξιά γίνεται “στα σημεία”, στο “χρόνο που χάθηκε”, στη σκανδαλολογία, στη διακωμώδηση των «αριστερών που γίνανε συστημικοί» και στην απαίτηση ακόμα πιο σκληρών μεταρρυθμίσεων, ειδικά στο δημόσιο τομέα,

γ) εξακολουθεί και μιλάει στο όνομα της Αριστεράς, ακόμα και του κομμουνισμού ή του Βελουχιώτη, που ενώ σε μας μπορεί να φαίνονται ακόμα και γραφικά, επιδρούν διαλυτικά, παραλυτικά και απαξιωτικά στη λαϊκή συνείδηση, αν δεν τροφοδοτούν και αντανακλαστικές νεοφασιστικές τάσεις,

δ) κάνει να φαίνεται αδύνατη οποιαδήποτε άλλη προοπτική, ενισχύει την λογική του «δεν υπάρχει εναλλακτική». Και δίπλα σ’ αυτό, η μόνη διέξοδος που προβάλλει είναι η επωδός «κάτσετε καλά για να συζητήσουμε το 2018 πως θα κανονιστούν οι ετήσιες δόσεις» του αμείωτου βέβαια χρέους και της εξυπηρέτησής του στο διηνεκές χωρίς να μειωθούν ούτε καν τα επιτόκια. Όπως ακριβώς κάνουν οι εγχώριες τράπεζες με τις ματωμένες ρυθμίσεις των δανείων του κάθε ρημαγμένου δανειολήπτη,

ε) συνεχίζει την καλλιέργεια ενός ακόμα πιο επικίνδυνου και ύπουλου κοινωνικού αυτοματισμού, σε σχέση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Με τη δημαγωγία περί προστασίας των νεόφτωχων, των ανασφάλιστων και των ανέργων. Με την “υποχρεωτική αλληλεγγύη” των υπόλοιπων τμημάτων της εργατικής τάξης που “έχουν μισθό και εισόδημα”, για κάλυψη των ελλειμμάτων των εξαθλιωμένης οικογένειας. Με το νεοφιλελεύθερο ιδεολόγημα “όλοι μαζί μπορούμε”. Με το ταξικό ευφυολόγημα της “ισότητας όλου του λαού στη φτώχεια” αφήνοντας τα κέρδη και την καπιταλιστική ιδιοκτησία αλώβητα. Το “παράλληλο πρόγραμμα” και οι απολήξεις του, παρά το κουρέλιασμα του από τους νέους νόμους και το δημοσιονομικό κόφτη, εξακολουθεί να δηλητηριάζει τμήματα εργαζομένων και θέλει ειδική και επίμονη αντιμετώπιση, χωρίς υποτίμηση,

στ) βαρύτατες κι ιστορικές ευθύνες για το πλήγμα που επιφέρει στον λαό και το κίνημα δεν έχει μόνο η κυβέρνηση αλλά το σύνολο του κοινοβουλευτικού, κομματικού και συνδικαλιστικού μηχανισμού του ΣΥΡΙΖΑ, που προωθεί αυτή την πολιτική, και όσων ακόμα τον στηρίζουν “κριτικά” ή το έχουν δίπορτο (κυρίως μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ-ΛΑΕ) σε περιφερειακό, δημοτικό, συνδικαλιστικό επίπεδο ή είναι “σύμβουλοι” σε υπουργούς ή στελέχη σε κρατικούς, διοικητικούς μηχανισμούς. Δεν πρέπει να χαριζόμαστε επ’ ουδενί και σε κανένα.

Η εκτίμησή μας είναι ότι η επιδιωκόμενη συναίνεση της κυβέρνησης με τους εργαζόμενους και το κίνημα, παρότι ως τώρα φαίνεται να κυριαρχεί, έστω και παθητικά, δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ. Καταρχήν το σοκ στο λαό από την υπερψήφιση του δημοσιονομικού κόφτη, της φορολεηλασίας και των ιδιωτικοποιήσεων, έχει μεταφραστεί σε έντονη υπόκωφη διαμαρτυρία και οργή για το ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση, έχει αρχίσει ν’ αλλάζει σελίδα στη συνείδηση του κόσμου. Η κυβέρνηση μπορεί να επιχαίρει για τη στήριξη που της παρέχει το κεφάλαιο, η ΕΕ και οι ΗΠΑ για να κάνει τη βρόμικη δουλειά και για την οριακή σταθερότητα των 153 βουλευτών της, αλλά βαδίζει σε κοινωνικό ναρκοπέδιο που μπορεί να πυροδοτηθεί από τη νέα όξυνση των προβλημάτων της λαϊκής οικογένειας, που βρίσκεται σε οριακή κατάσταση. Δεν είναι μικρής σημασίας επίσης και πρέπει να τα αξιολογήσουμε καλύτερα, τα αποτελέσματα σε συνδικαλιστικές (και ως ένα βαθμό στις φοιτητικές) εκλογές προσφάτως, όπου οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ κατακρημνίζονται, με τον κύριο όγκο της διαφοροποίησης να οδεύει προς τ' αριστερά (και προς δυνάμεις που στηρίζει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ). Φυσικά μέσα σε ένα ευρύτερο περιβάλλον κινηματικής άπνοιας, απογοήτευσης και αποχής, είναι όμως ένας δείκτης που δεν πρέπει να τον προσπεράσουμε. Υπάρχουν ευρείες ζώνες κοινωνικής μαχητικότητας αλλά και πολιτικών διεργασιών προς τα αριστερά, που τροφοδοτούνται και από το διαρκές φυλλορρόημα του ΣΥΡΙΖΑ.

Αναμφίβολα η ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στο κέντρο της κυβερνητικής διαχείρισης και της αστικής επίθεσης, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τον πολιτικό συσχετισμό, ενώ παράλληλα αποτελεί κομβικό στοιχείο στις περαιτέρω ανακατατάξεις, ανεξάρτητα από τη μορφή που αυτές θα πάρουν. Ειδικά στην Αριστερά και τον κόσμο της, υπάρχει αυτή τη στιγμή μια έντονη ανάγκη συζήτησης και ανασυγκρότησης. Τα προγράμματα που θα κατατεθούν, οι τακτικές που θα επεξεργαστούν και η συμβολή ή όχι σε ένα ρεύμα εργατικής, αριστερής αντιπολίτευσης με αντιΕΕ, αντικαπιταλιστικά, επαναστατικά χαρακτηριστικά θα κρίνει πολλά για το μέλλον των αριστερών πολιτικών δυνάμεων αλλά και για την τροπή που θα πάρει η πολιτική συμπεριφορά των αγωνιστών. Αυτό βέβαια περιλαμβάνει και εμας. Κρίσιμο στοιχείο σε αυτό είναι η στάση απέναντι στην κυβέρνηση και το ΣΥΡΙΖΑ. Στο Πανελλαδικό Σώμα θα πρέπει να δούμε πληρέστερα το μέτωπο απέναντί του αλλά και την εξήγηση των αιτιών ανοχής, ταλάντευσης ή/και αποδοχής του προγραμματικού λόγου και της πρακτικής του από πρωτοπόρες δυνάμεις του κινήματος και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Και δεν έχουμε ξεμπερδέψει μαζί του, επειδή εφαρμόζει τη σκληρή αντιλαϊκή πολιτική. Γι' αυτό άλλωστε δεν υπάρχει αυτόματη, μαζική μετατόπιση σε πιο αριστερές επιλογές, πολιτικά και κινηματικά, από τον προδομένο κόσμο που στήριξε το ΣΥΡΙΖΑ. Η ψηλάφηση των δυνατοτήτων ανάταξης των κοινωνικών αγώνων και ισχυροποίησης της ανατρεπτικής πολιτικής δυναμικής, ασφαλώς προϋποθέτει μια βαθύτερη συζήτηση για την πορεία διαμόρφωσης και αποκρυστάλλωσης της πολιτικής στρατηγικής ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις της μαχόμενης Αριστεράς, το κίνημα και οι αντικαπιταλιστικές πτέρυγές του αν δεν “αποσυριζοποιηθούν” έγκαιρα και σε βάθος δεν θα μπορέσουν να πρωταγωνιστήσουν στις νέες αντιστάσεις και τα μεγάλα γεγονότα που σύντομα θα έρθουν. Φυσικά δεν πρέπει να περιοριστούμε σε μια συζήτηση για το πριν του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για το τι θα γίνει από εδώ και πέρα.

1. Θεωρούμε μεταφυσική (αλλά και με προφανή πολιτική σκοπιμότητα) τη θεωρία περί αιφνίδιας «μετάλλαξης» του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η προσέγγιση, αστήριχτη μεθοδολογικά και πολιτικά, αφενός απαλλάσσει από την ανάγκη γενναίας αυτοκριτικής ρεύματα που αποκολλιούνται ρηχά από αυτόν και αφετέρου συνοδεύεται από το αμήχανο ερώτημα «μα πως δεν κέρδισε η αντικαπιταλιστική αριστερά, μετά από μια τέτοια απότομη και απρόβλεπτη στροφή;». Σύμφωνα με την παραπάνω συλλογιστική ο ΣΥΡΙΖΑ «είχε την ευφυΐα να ρίξει το σύνθημα της αριστερής κυβέρνησης», ενώ εμείς όχι, ενώ παράλληλα μάζεψε κόσμο ακριβώς επειδή πρόβαλε ένα άμεσο ρεαλιστικό πρόγραμμα, ενώ εμείς παρουσιάζαμε, λόγω ιδεοληψίας και άστοχης επιμονής ειδικά στο θέμα της ΕΕ, ένα άτεγκτο πρόγραμμα «βουνό» που τρόμαζε τον κόσμο. Η προσέγγιση αυτή κάνει αφαίρεση από το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με την κυβερνητική του πρόταση εξέφρασε όχι κυρίως τη δυνατότητα της νίκης της ανατρεπτικής δυναμικής, αλλά, αντίθετα, κεφαλαιοποίησε την ήττα του μεγάλου εξεγερτικού κύματος της διετίας 2010-2012. «Μάζεψε» την απογοήτευση και τις μειωμένες προσδοκίες, στο τελευταίο οχυρό της «ανάληψης της διακυβέρνησης», με την αντικατάσταση, και ακύρωση τελικά, του μαζικού πολιτικού αγώνα ανατροπής από την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Ταυτόχρονα, την ίδια περίοδο αναδείχτηκαν και τα όρια και οι εγγενείς αδυναμίες του ασταθούς αντικαπιταλιστικού ρεύματος, Σε αυτό το πρόβλημα χρειάζεται να βαθύνει η δική μας αυτοκριτική εξέταση της πολιτικής μας αντίληψης και πρακτικής παρά τα σημαντικά βήματα στην μαζική πολιτική εμφάνιση του αντικαπιταλιστικού πολιτικού ρεύματος που καταγράφηκαν ήδη από το 2012 και άφησαν τη σφραγίδα τους σε όλη την μετέπειτα πορεία, αλλά και στις καμπές του Φλεβάρη του 2015 καθώς και του καλοκαιριού της ίδιας χρονιάς.

2. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αντίθετα με τον ισχυρισμό περί “ευφυΐας και τομής”, κινήθηκε με την αποδοχή της κλασικής ρεφορμιστικής στρατηγικής, με την παραδοσιακά “ανανεωτική" λογική της αποδοχής -διαχείρισης των αστικών εκσυγχρονισμών, με το δεδομένο της στρατηγικής ιστορικής ήττας της επαναστατικής πολιτικής στα τέλη του 20ού αιώνα, τους διαμορφωμένους ιδεολογικούς πολιτικούς συσχετισμούς, ενώ η επαναστατική Αριστερά έπρεπε να αντιστρέψει τις συνέπειες μιας στρατηγικής ήττας του κομμουνιστικού κινήματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλε την παραλλαγή του ευρω-κεϊνσιανισμού (που εξέφραζε ένα ολόκληρο πολιτικό και ιδεολογικό ρεύμα μερίδων του κεφαλαίου πανευρωπαϊκά και σε ένα βαθμό διεθνώς), για να προσαρμοστεί τελικά απόλυτα στην πιο επιθετική γραμμή του νεοφιλελευθερισμού και των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Η μετατροπή του λαϊκού ΟΧΙ του δημοψηφίσματος σε ένα ταπεινωτικό ΝΑΙ και σε Τρίτο Μνημόνιο, με σχετικά λίγες απώλειες ως τώρα, μπορεί να ερμηνευθεί μόνο ως κορύφωση της επιτυχούς, τελικά, εφαρμογής μιας ακόμη μεγαλύτερης αντιστροφής που πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ: Να καθηλώσει, αφοπλίσει, μετατρέψει το θολό αντιμνημονιακό λαϊκό ρεύμα με αριστερόστροφο προσανατολισμό κι εν δυνάμει ανατρεπτικά χαρακτηριστικά, σε παράγοντα παθητικής προσδοκίας, στήριξης και ανοχής μιας κυβέρνησης σταθεροποίησης και πολιτικής συνοχής του κλονισμένου αστικού πολιτικού συστήματος και ειδικότερα του δεσμού συμφέροντος του ελληνικού κεφαλαίου με την ευρωζώνη και την ΕΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο σύγχρονος νεο-ρεφορμισμός ευρωπαϊκής κοπής δίδαξε με το δημοψήφισμα αστική πολιτική υψηλού ρίσκου, με κίνδυνο να διευρυνθεί η ρωγμή που είχαν ανοίξει οι κοινωνικοί αγώνες και μετατοπίσεις. Σε ένα βαθμό αυτό συνέβη, με το μεγάλο εύρος του ΟΧΙ και αυτό ήταν δείγμα πως ο λαϊκός παράγοντας είναι αστάθμητος και οι εξελίξεις δεν «ελέγχονται απόλυτα βάσει σχεδίου».

3. Αναδεικνύεται ένα τέλος εποχής για την αντιμνημονιακή γραμμή χωρίς αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο και επιλογή ρήξης - εξόδου με την ΕΕ, για τον κυβερνητισμό και τη συνέχεια του κράτους, για τις λογικές συμπόρευσης με το κυρίαρχο ρεφορμιστικό ρεύμα στο όνομα της “επίδρασης”. Ταυτόχρονα, θέτει αναβαθμισμένα ερωτήματα και καθήκοντα για την υπέρβαση της αδυναμίας της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς να συμβάλλει πιο αποτελεσματικά στο άνοιγμα δρόμων αγώνα και ανατροπής. Ακριβώς στις σημερινές συνθήκες η αναγκαία τομή που απαιτείται μπορεί να εκφραστεί από τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής, επαναστατικής και σύγχρονα κομμουνιστικής Αριστεράς και στο πεδίο αυτό βρίσκεται η δική μας ευθύνη.

4. Έχει σημασία να επισημάνουμε τα πολιτικά στοιχεία, που αποτέλεσαν τις «γέφυρες μετάβασης» του ΣΥΡΙΖΑ από την «αντιμνημονιακή» τοποθέτηση στην αποδοχή του Τρίτου Μνημονίου. Το πρώτο ήταν το ζήτημα της παραμονής στην ευρωζώνη και την ΕΕ. Το δεύτερο αφορούσε την διατήρηση της αριστερής κυβέρνησης ως αυτοσκοπό, ακόμη και αν αυτή εφάρμοζε αστική δεξιά πολιτική. Το τρίτο η απάντηση στο δίλημμα ανατροπή των υπεραντιδραστικών αναδιαρθρώσεων και συνολικά του καπιταλισμού με επαναστατικό τρόπο ή “παραγωγική ανασυγκρότηση” στα πλαίσιά τους για τη “φιλολαϊκή” διέξοδο από την κρίση. Το τέταρτο η σχέση με το κράτος και συνολικά τους αστικούς μηχανισμούς εξουσίας. 

Οι εξελίξεις στην Αριστερά

1. Το ΚΚΕ προσπαθεί να αποδείξει ότι είχε καθαρό μέτωπο απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ και τις αυταπάτες που καλλιεργούσε στο λαό, αλλά η αλήθεια είναι διαφορετική. Το ΚΚΕ έχει μεγάλη ευθύνη για την κυριαρχία της λογικής ΣΥΡΙΖΑ (του οπορτουνισμού όπως λέει) στο κίνημα και την αριστερά γιατί – εκτός των ιστορικών ευθυνών του βεβαρημένου παρελθόντος (δημιουργία ενιαίου ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ- ταξική συνεργασία '89, κυβερνητισμός, ενότητα δημοκρατικών δυνάμεων, παραγωγική ανασυγκρότηση 12ου συνεδρίου, «επανάσταση και βιτρίνες» στις δηλώσεις Παπαρήγα, κλπ) είχε μια κοινοβουλευτικού τύπου, στατική, μη παρεμβατική λογική σε όλη την προηγούμενη 5ετία. Κινείται αποκλειστικά με μια μόνιμη εκστρατεία να πείσει για τα δικά του «πολιτικά συμπεράσματα», για «μάχη αποκαλύψεων», χωρίς ικανότητα αναγνώρισης κοινωνικών μετατοπίσεων και πολιτικών αλλαγών στη συνείδηση του κόσμου μέσα από την ενεργό δράση του ενάντια στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Δεν εκτίμησε τις κοινωνικές μετατοπίσεις και πολιτικές δυνατότητες. Δεν έθεσε το ΤΙ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ (σε αντίθεση με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ που το έθεσε πρώτη φορά μαζικά στην ελληνική κοινωνία), και το ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ, με ποιό κίνημα, ποια αριστερά, ποιο επαναστατικό σχέδιο.

2. Και σήμερα όμως το ΚΚΕ, αρνείται την αντικαπιταλιστική τακτική ανατροπής της καπιταλιστικής επιδρομής και αναδιάρθρωσης, επιμένοντας στην ίδια αδιέξοδη τακτική υποβάθμισης του μαζικού πολιτικού αγώνα και του προγράμματος σε αποκλειστικό πεδίο κομματικής ζύμωσης, στο διαχωρισμό οικονομικού – πολιτικού αγώνα, στην υποτίμηση των επαναστατικών δυνατοτήτων, στην επίθεση – με μεθόδους αστικής πολιτικής και σπίλωσης – προς την αντικαπιταλιστική αριστερά, στην “αριστερή” διαχείριση του εκφυλισμένου συνδικαλισμού των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, κλπ, στο δισταγμό απέναντι στην κλιμάκωση των αγώνων και τις συγκρουσιακές μορφές. Ουσιαστικά δεν συνέβαλε σε ένα κίνημα μετωπικής σύγκρουσης με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και το νέο γύρο επίθεσης, της έδωσε χρόνο να αντεπιτεθεί μετά το Φλεβάρη. Το ΚΚΕ από την άλλη μεριά, αξιοποιεί την ταλάντευση δυνάμεων σε σχέση με το ΣΥΡΙΖΑ, το οργανωτικό του πλεονέκτημα, την παραδοσιακή κομμουνιστική του ταυτότητα και τη συνεχή δουλειά με βάση αυτή για να αντιρροπήσει τη ρεφορμιστική πολιτική του γραμμή.

3. Η ΛΑ.Ε. προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί οργανωτικά και προγραμματικά, να υπερβεί τις αντιθέσεις της δια του πλουραλιστικού, πλην αρχηγικού, κόμματος-μετώπου. Μπροστά και στην πρώτη πανελλαδική της συνδιάσκεψη και με βάση την εισήγηση του προσωρινού Πολιτικού Συμβουλίου (την οποία υπερψήφισαν όλες οι συνιστώσες εξαιρουμένης της Κομμουν. Οργ. Ανασύνταξη), κινείται στην ίδια προγραμματική ρότα, δεν αλλάζει τοποθέτηση σε σχέση με την ΕΕ, την αριστερή κυβέρνηση, την παραγωγική ανασυγκρότηση, το αντιμνημονιακό-πατριωτικό μέτωπο. Στο συνδικαλισμό και την εκπροσώπηση στις δημοτικές και περιφερειακές κινήσεις, παρά την όξυνση της αντιπαράθεσης σε λίγες περιπτώσεις έχει απογαλακτιστεί από τη συνύπαρξη με δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Ειδικά στο εργατικό κίνημα υποβόσκει έντονη αντιπαράθεση των δυνάμεών της. Με την πολιτική της λογική η ΛΑΕ καθηλώνει την αντικαπιταλιστική ριζοσπαστικοποίηση των εργαζομένων σε ένα ρηχό αντιευρώ και αντιμνημονιακό πλαίσιο, ενώ προγραμματικά και πολιτικά δεν έχει κόψει τις γέφυρες που ανέδειξαν το σχέδιο ΣΥΡΙΖΑ και τον σύγχρονο σοσιαλφιλελευθερισμό. Επιδιώκουμε την κοινή δράση αλλά και την ένταξη μαχόμενων δυνάμεων της ΛΑΕ σε σχήματα, και γενικά σε πρωτοβουλίες στο μαζικό κίνημα, με όρους ενίσχυσης της τάσης εργατικής χειραφέτησης, ρήξης με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και γενικά με τον κυβερνητικό, εργοδοτικό και αστικοποιημένο συνδικαλισμό, σεβασμού στη δημοκρατική λειτουργία και αυτοτέλεια των σχημάτων και έμπρακτης συμβολής στο αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής, και όχι σαν εκλογική συνεργασία τύπου «ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΛΑΕ».

4. Η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωσταντοπούλου παρά τις μεγαλοστομίες, δεν αναφέρεται στην Αριστερά. Κινείται στη βάση της αποκατάστασης της αστικής δημοκρατίας και του κοινωνικού κράτους, είναι κόμμα εκτός κινήματος, που φιλοδοξεί να επιδράσει με “αμερικανικού τύπου” συγκρότηση και lifestyle προβολή. Να οδηγήσει την αναγκαία εργατική, αριστερή αντιπολίτευση σε αποστειρωμένα “δημοκρατικά και αντιμνημονιακά” μέτωπα.
ΜΑΖΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ: ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗ ΑΔΥΝΑΜΙΑ - Ανάγκη ανασυγκρότησης

Υπάρχουν στοιχεία γενικευμένης απογοήτευσης και αδυναμίας, ακόμα και αποσάθρωσης του μαζικού, συνδικαλιστικού κινήματος. Ο συσχετισμός παραμένει αρνητικός, η τάση υποταγής επικρατεί της τάσης χειραφέτησης, η απογοήτευση και το «δεν γίνεται τίποτα» / «δεν υπάρχει εναλλακτική» του «δεν πάει άλλο, να πάει αλλιώς». Οι αγώνες και οι απεργίες, όπως φάνηκε και στην περίοδο μετά την 4η Φλεβάρη, εξακολουθούν να ηγεμονεύονται από τον αστικοποιημένο συνδικαλισμό και τις παρεμβάσεις του ΠΑΜΕ. Ο αστικοποιημένος συνδικαλισμός ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ - μεγάλων Ομοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων κινείται στην ίδια ρότα με τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Βρίσκεται σε βαθιά κρίση και τα σημάδια εκφυλισμού είναι πιο έντονα, με αποκορύφωμα τις απεργίες για το ασφαλιστικό. Δεν μπορεί να κινητοποιήσει στοιχειωδώς δυνάμεις, δεν έχει κύρος ότι μπορεί να οδηγήσει έναν πραγματικό αγώνα, βρίσκεται σε οργανωτική διάλυση και απαξίωση. Αποτελεί όμως ταυτόχρονα και την μόνη -ως σήμερα- θεσμική/νομική υπόσταση συνδικαλιστικής έκφρασης, γεγονός που χρησιμοποιεί πολύ καλά και μεθοδικά, με ευθύνη όλων των κυρίαρχων δυνάμεων στα συνδικάτα.

Μεγάλες ευθύνες έχουν το ΠΑΜΕ και το META, που παρά τις αγωνιστικές εξαγγελίες και την συμμετοχή τους στις κινητοποιήσεις, δεν προώθησαν διαφορετικό σχέδιο, συνέβαλαν στην αποκλιμάκωση, δίνοντας χρόνο στην κυβέρνηση, μετατρέποντας τη 48ωρη απεργία σε «φάντασμα», που «ενεργοποιήθηκε» στο «και πέντε», ενώ η κυβέρνηση περνούσε το νομοσχέδιο.

Ωστόσο αναδεικνύονται και κάποιες δυνατότητες, όπως πλευρές των κινητοποιήσεων για το ασφαλιστικό και για άλλα μέτωπα, η δραστηριοποίηση πολλών χιλιάδων ανθρώπων στον αγώνα και στην αλληλεγγύη για τους πρόσφυγες και στο αντιπολεμικό κίνημα, σπάζοντας σχετικά γρήγορα το κλίμα πως διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει κοινωνική νηνεμία. Διαφαίνεται ότι ο αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων που διαμορφώθηκε από το καλοκαίρι και μετά δεν έχει σταθεροποιηθεί και μπορεί κάτω από συγκριμένες προϋποθέσεις να ανατραπεί. Για να είναι νικηφόρος ο αγώνας αυτός απαιτείται μια αποφασιστική τομή σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση του κινήματος και της Αριστεράς.

Το ερώτημα είναι τι κάναμε και τι θα κάνουμε εμείς. Γιατί και η ταξική πτέρυγα του κινήματος βρέθηκε αντιμέτωπη με τα δικά της όρια και ανεπάρκειες στην ανάπτυξη της πάλης.

Τα νομοθετήματα του τελευταίου μήνα, ο τρόπος που πραγματοποιήθηκαν, η πολιτική τους δικαιολόγηση, κυρίως όμως οι αναιμικές κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις που τα συνόδεψαν, πρέπει να μας προβληματίσουν ιδιαίτερα, από τη σκοπιά των αιτίων, του συσχετισμού δυνάμεων που διαμορφώνουν και του προσδιορισμού μιας σύγχρονης επαναστατικής τακτικής και στρατηγικής. Με αυτή την έννοια η συζήτηση για τις πολιτικές εξελίξεις και η πολιτική γραμμή απάντησής μας δεν μπορεί να είναι τρέχουσα ούτε συνήθης. Πρέπει να γίνει με συλλογικούς όρους, σε όλη την κλίμακα της οργάνωσης και σχετικά άμεσα, στο προσυνεδριακό Πανελλαδικό Σώμα του Ιουλίου και, φυσικά, σε όλη την πορεία προς το 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ. 
ΑΛΛΑΓΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΜΕ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ / ΠΟΛΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Να δώσουμε τη μάχη για μια άλλη Αριστερά!

Καθοριστικό ζήτημα είναι η ανάπτυξη, ανασυγκρότηση και ο μετασχηματισμός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε ενιαίο, αντικαπιταλιστικό, επαναστατικό πολιτικό μέτωπο με όπλο την πολιτική απόφαση της 3ης Συνδιάσκεψης.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ το ερχόμενο χρονικό διάστημα θα πρέπει να ανοίξει έναν πλατύ διάλογο μέσα στον αριστερό κόσμο για την αριστερά που απαιτεί η εποχή μας, το πρόγραμμα και τις προϋποθέσεις οικοδόμησής της. Ο διάλογος αυτός πρέπει να έχει σαν βάση του την πολιτική απόφαση και την πρόταση πολιτικής συνεργασίας, όπως διατυπώθηκε στην 3η Συνδιάσκεψη της. Να είναι δομημένος με πανελλαδικά χαρακτηριστικά, με στόχο στην ολοκλήρωσή του να έχουν ωριμάσει οι προϋποθέσεις για ένα συγκεκριμένο «βήμα πόλου» με τις δυνάμεις που θα συμμετέχουν.

Στην ίδια κατεύθυνση πρέπει να εξετάσουμε το πώς πρέπει να οργανωθούν και να προχωρήσουν πολιτικές πρωτοβουλίες μετωπικού χαρακτήρα σε κεντρικά μέτωπα της ταξικής πάλης, όπως για παράδειγμα στην αντιΕΕ πάλη, στις λαϊκές ελευθερίες

Ουσιαστική πλευρά της όλης μας τακτικής που συμβάλλει στην οικοδόμηση του πόλου είναι η στάση μας απέναντι στην αριστερή, αντικαπιταλιστική πτέρυγα του κινήματος και η πάλη για την πολιτική της ενοποίηση. Η νέα κατάσταση δημιουργεί την ανάγκη για μια συνολική τοποθέτηση πάνω στο ζήτημα της αριστερής πτέρυγας με βασικά στοιχεία: Από αυτή την σκοπιά οι διαδικασίες αντικαπιταλιστικής πολιτικής ενοποίησης των συσπειρώσεων και σχημάτων στο εργατικό κίνημα, σε δήμους και περιφέρειες κλπ. αποτελούν πλευρά της δράσης μας που συμβάλλει στο αντικαπιταλιστικό μέτωπο / πόλο.

Μαζί με τα παραπάνω εξαιρετική σημασία έχει η προώθηση μιας κοινωνικο-πολιτικής κίνησης για την έξοδο – αποδέσμευση από την ΕΕ. Η μετωπική αυτή πρωτοβουλία έχει στόχο να συσπειρώσει δυνάμεις που αντιτίθενται συνολικά στην ΕΕ, κατανοούν τον χαρακτήρα της σαν ιμπεριαλιστικό μηχανισμό του κεφαλαίου και παλεύουν για την αποδέσμευση της χώρας μας από αυτήν. Θέλουμε να αποκτήσει λαϊκά χαρακτηριστικά, κινούμενοι σε ένα πλατύ φάσμα δυνάμεων και αγωνιστών που συμφωνούν με αυτή την λογική.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΣΥΜΒΟΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

Στο Πανελλαδικό Σώμα του Ιουλίου 2016, χρειάζεται να συζητήσουμε πιο ολοκληρωμένα τι έχουμε κάνει ως τώρα και γιατί δεν επιταχύναμε περισσότερες τις πρωτοβουλίες και τους στόχους που θέσαμε σχετικά με την πορεία προς το σύγχρονο πρόγραμμα και κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Υπενθυμίζουμε ότι η ιεράρχηση που έχουμε κάνει αντανακλά υπαρκτές κοινωνικοπολιτικές διεργασίες κι αναζητήσεις - δεν αποτελεί αυθαίρετη-βουλησιαρχική επιλογή. Με την επιλογή μας, συνεπώς, επιχειρούμε να απαντήσουμε σε αυτές τις αναγκαιότητες κι όχι να βρούμε «καταφύγιο» ή «παραισθησιογόνο» για να αποδράσουμε από το δύσκολο παρόν των αστικών αναδιαρθρώσεων και των αρνητικών συσχετισμών. Αυτή άλλωστε την έννοια έχει το «κομμουνισμός είναι η κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων». Τι μπορούμε να δούμε σήμερα;

α) Προφανώς πρέπει να αρχίσουμε από το ΝΑΡ για την κομμουνιστική απελευθέρωση και τη ν.ΚΑ. Στηριγμένοι στις κατευθύνσεις της Πρότασης Προγραμματικής Διακήρυξης σε ό,τι αφορά το κόμμα, καθώς και στην απόφαση της ΠΕ για το οργανωτικό, επιβάλλεται να κάνουμε βήματα ανασυγκρότησης της οργάνωσής μας σε όλα τα επίπεδα (π.χ. διάταξη δυνάμεων, λειτουργία, ρόλος ΟΒ). Μόνο ένα ΝΑΡ που τείνει προς το κόμμα που προτείνουμε μπορεί να αποτελέσει ελκτικό-πειστικό πυρήνα της προσπάθειας για ένα πρόγραμμα-κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει να συμβάλουν οι προγραμματιζόμενες συνδιασκέψεις περιοχών, η συνδιάσκεψη της Οργάνωσης Νέων Εργαζομένων στην Αθήνα, το συνέδριο της ν.ΚΑ και, προφανώς, η πορεία προς το 4ο Συνέδριό μας. Πρέπει, επίσης, να συμβάλει μια ριζική στροφή στη θεωρητική δουλειά γενικά του ΝΑΡ και ειδικά των ΟΒ και ένας κύκλος συζήτησης της Πρότασης Προγραμματικής Διακήρυξης.

β) Το δεύτερο βασικό είναι η εξώστρεφη δουλειά με τους συναγωνιστές και τις συλλογικότητες που έχουν δείξει ενδιαφέρον για έναν τέτοιο στόχο.

γ) Δουλέψαμε αρκετά συστηματικά και συμβάλλαμε για το περιοδικό (Τετράδια Μαρξισμού – Θεωρία και πράξη για την κομμουνιστική απελευθέρωση). Στις 3 Ιούνη εκδόθηκε το πρώτο τεύχος. Η συμβολή του περιοδικού Τετράδια Μαρξισμού μπορεί και πρέπει να είναι σημαντική σε όλη αυτή την πορεία.

Με στόχο να προχωρήσουν αυτές οι διαδικασίες, θα μπορέσουμε να αναδείξουμε το ζήτημα αυτό σε κεντρικό ζητούμενο του 4ου Συνεδρίου μας και να δρομολογήσουμε, με την ολοκλήρωση του Συνεδρίου, πιο συγκεκριμένα και αποφασιστικά τις απαραίτητες ενέργειες.
Η πορεία προς το 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ-Πανελλαδικό πολιτικό Σώμα τον Ιούλιο 2016
Για το ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΟ ΣΩΜΑ

Σοβαρή συμβολή στην πορεία τομής και ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστικής και σύγχρονης κομμουνιστικής Αριστεράς φιλοδοξούμε να δώσει το 4ο συνέδριο του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, το οποίο θα οργανώσουμε τον Φεβρουάριο του 2017.

Ενταγμένο σε αυτή τη διαδικασία, με αποστολή να συζητήσει τη νέα φάση και την παρέμβασή μας, πλευρές της επαναστατικής τακτικής με κριτική και αυτοκριτική προσέγγιση για τη δουλειά μας, αλλά και τη συλλογική συμβολή όλης της οργάνωσης στην πορεία για το 4ο συνέδριο και το αναγκαίο σύγχρονο πρόγραμμα και κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης, προκηρύσσουμε Πανελλαδικό Σώμα της οργάνωσης στις 9-10 Ιούλη.

Η Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, 27 Μάη 2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου