Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

Ανακοίνωση Της ΑΡΑΣ Για Το Αποτέλεσμα Του Δημοψηφίσματος

ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ

Στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου δόθηκε ένα ισχυρό ταξικό μήνυμα από τις πλατιές λαϊκές μάζες. Το μήνυμα αυτό δεν χωρά παρερμηνείες. Ένα μεγάλο τμήμα των εργαζόμενων τάξεων και των νέων απαιτεί την ανακοπή της πολιτικής που ασκείται την τελευταία πενταετία ανεξάρτητα από το ενδεχόμενο κόστος. Παρά την εσκεμμένη ασάφεια του ερωτήματος, που ήταν διατυπωμένο έτσι από την κυβέρνηση ώστε να προϊδεάζει για την πρόθεσή της να επιχειρήσει ένα ελιγμό που θα την οδηγεί σε έναν επώδυνο συμβιβασμό για τις λαϊκές τάξεις, ο πυρήνας του ερωτήματος που κλήθηκαν να τοποθετηθούν τα εργαζόμενα στρώματα, ήταν διαυγής. 

Τον κατέστησαν άλλωστε τέτοιο τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως και όλο το αντιδραστικό εγχώριο πολιτικό σύστημα των υποστηρικτών του ναι, με τις συνεχείς τοποθετήσεις τους ότι το «όχι» στο δημοψήφισμα σημαίνει έξοδος από την Ευρωζώνη.

Οι τοποθετήσεις αυτές, αλλά και οι πρακτικές που τις συνόδευσαν, όπως η μη χορήγηση ρευστότητας στις τράπεζες από τον ELA, που οδήγησαν στο κλείσιμο των τραπεζών, αλλά και η ανοιχτή διατύπωση των προθέσεων τους για την συγκρότηση αυταρχικής κυβέρνησης «τεχνοκρατών» πλήρως ελεγχόμενης από τον σκληρό πυρήνα του ελληνικού κεφαλαίου, έχουν θέσει τον πυρήνα του ερωτήματος του δημοψηφίσματος: Παραμονή στην Ευρωζώνη με κάθε κόστος ή όχι; Όταν όλους αυτούς τους μήνες, ακόμα και πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου, και με τρομερή ένταση την βδομάδα πριν το δημοψήφισμα, κανοναρχούσαν τον λαό ότι η οποιαδήποτε διαφορετική στάση θα οδηγούσε σε έξοδο από την Ευρωζώνη, δεν δικαιούνται ούτε οι υποστηρικτές του ναι, αλλά ούτε και η κυβέρνηση να ισχυριστούν ότι το «όχι» στο δημοψήφισμα δεν εμπεριέχει και την λαϊκή στήριξη του ενδεχόμενου για την έξοδο από την Ευρωζώνη. Οι λαϊκές τάξεις, παρά τις πολιτικές και ιδεολογικές αντιφάσεις τους, τον ιδεολογικό βομβαρδισμό, την οικονομική τρομοκρατία, αλλά και τις μεγάλες αδυναμίες της αριστεράς στον εξοπλισμό και την οργάνωση τους, απέδειξαν ότι σε κρίσιμες στιγμές έχουν ταξικό κριτήριο, σαφή επίγνωση και το ένστικτο της επιβίωσης. Πολύ περισσότερο δεν μπορούν να ισχυριστούν όλοι αυτοί ότι οι μάζες αποδέχονται την παραμονή στην Ευρωζώνη με κάθε κόστος, βασιζόμενοι στα ευρήματα των εταιρειών δημοσκοπήσεων. Οι εταιρείες αυτές εμφανίστηκαν εντελώς ανυπόληπτες, ένας μηχανισμός στα χέρια του κεφαλαίου, εξάρτημα των μεγάλων ΜΜΕ, αλλά ορισμένες και της κυβέρνησης.

Σήμερα οι ίδιοι πολιτικοί παράγοντες και ιδεολογικοί μηχανισμοί που ισχυρίζονταν με ακραία ένταση ότι το Όχι στο δημοψήφισμα θα σήμαινε έξοδο από την ευρωζώνη, ισχυρίζονται ότι το Όχι σημαίνει εντολή για παραμονή σε αυτήν. Πρώτος και καλύτερος ο Παυλόπουλος, τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ - όχι τόσο αφελώς - επέλεξε για ΠτΔ, καθιστώντας έτσι παράγοντα ελέγχου των εξελίξεων έναν κατ’ εξοχήν αστό πολιτικό, οργανικά συνδεδεμένο με την ελληνική ολιγαρχία. Δεν ήταν δα και συγκεκαλυμμένες οι προσκλήσεις από τους υποστηρικτές του ΝΑΙ να παραιτηθεί, ώστε να δρομολογήσει πολιτικές εξελίξεις, αλλά ούτε και αδιόρατη η στάση του, ότι δεν μπορεί να παραμείνει πρόεδρος σε μία χώρα εκτός Ευρώ. Η ανάδειξη του Παυλόπουλου, στην Προεδρεία της Δημοκρατίας, η διατήρηση στους κρατικούς μηχανισμούς ενός σημαντικού τμήματος του τεχνοκρατικού προσωπικού, που την προηγούμενη περίοδο υπηρέτησε φανατικά τα μνημόνια, η διατήρηση του καθεστώτος των ΜΜΕ άθικτων, που τους επέτρεψε να κάνουν τη λυσσασμένη μαύρη προπαγάνδα τους, δεν ήταν απλά ένα βήμα συμβιβασμού με την εγχώρια αστική τάξη και τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Εσκεμμένα παράγει οργανικές δεσμεύσεις στην επιδίωξη του ηγετικού κέντρου του ΣΥΡΙΖΑ για παραμονή στην Ευρωζώνη με κάθε κόστος.

Eίναι ενδεικτικό σχετικά το κείμενο του κοινού ανακοινωθέντος των πολιτικών αρχηγών που παρότι δεν περιέχει καμία καινούργια ουσιαστική κατεύθυνση διαπραγμάτευσης, ξορκίζει ευθύς εξ αρχής το ενδεχόμενο της ρήξης. Η σπουδή αυτή αναδεικνύει τον βασικό φόβο του συνόλου του πολιτικού συστήματος, τον φόβο του λαού, τον φόβο του ίδιου του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος που καθιστά ακόμα πιο δύσκολους τους διαπραγματευτικούς ελιγμούς όσων θα ήθελαν να αναζητήσουν λύσεις υποταγής μέσα στο πλαίσιο της ευρωζώνης. Στην ίδια κατεύθυνση η δέσμευση για την αντιμετώπιση της βιωσιμότητας του χρέους μετατράπηκε σε δέσμευση για άνοιγμα της συζήτησης για την αντιμετώπιση της βιωσιμότητας του χρέους (ό,τι δηλαδή είχαν υποσχεθεί οι δανειστές και στον Σαμαρά αν ολοκλήρωνε επιτυχώς το πρόγραμμα)

Αλλωστε για την κυβέρνηση και η ίδια η διαδικασία του δημοψηφίσματος αποτέλεσε έναν ελιγμό, μία προσπάθεια άσκησης πίεσης στην διαπραγμάτευση, αλλά και, ταυτόχρονα, αποφυγής της πίεσης που ασκούσε στην κυβέρνηση η κοινωνική βάση που υποστήριξε το ΣΥΡΙΖΑ και ένα τμήμα του κομματικού μηχανισμού. Ακόμα και στο δημοψήφισμα, ένα τμήμα των κυβερνητικών παραγόντων κράτησε στάση αναμονής και θέσεις αναδίπλωσης. Απουσίασε από την προεκλογική εκστρατεία, ποτέ δεν διέψευσε ότι διαφώνησε με την επιλογή του δημοψηφίσματος και προωθούσε την άποψη για υπογραφή μιας οποιασδήποτε συμφωνίας. Δεν υπήρξε -ούτε από το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ούτε και από τις υπόλοιπες δυνάμεις της αριστεράς- καμία σοβαρή προσπάθεια κινητοποίησης του λαϊκού παράγοντα στην κατεύθυνση δημιουργία πλατιών, ενωτικών επιτροπών για το Όχι, που θα μπορούσαν να ενεργοποιήσουν την πλατιά κοινωνική βάση του όχι.

Μετά το όχι η κατάσταση δεν είναι ίδια. Από την μια πλευρά, η κυβέρνηση θα επιδιώξει μία συμφωνία με κάθε τρόπο. Από την άλλη πλευρά, η ταξική τοποθέτηση των λαϊκών στρωμάτων δημιουργεί δεσμεύσεις και πιέσεις. Όχι μόνο στην κυβέρνηση αλλά και, υπό την αντίστροφη έννοια, στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς. Το αν θα μείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη εξαρτάται πια, σε πρώτη φάση, από την συνισταμένη των επιδιώξεων των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών. Θα θελήσουν να κρατήσουν την Ελλάδα μέσα στην Ευρωζώνη για να αποφύγουν μία ενδεχόμενη πολιτική απονομιμοποίηση της αλλά και μία οικονομική αναταραχή, κάνοντας ορισμένες πολύ μικρές παραχωρήσεις στην κυβέρνηση Τσίπρα; Ή εκτιμώντας ότι οι μικρές παραχωρήσεις, στο πλαίσιο της ριζοσπαστικοποίησης του ελληνικού λαού, θα θέσουν γρήγορα επί τάπητος το ζήτημα της περικοπής του χρέους, αυτοί θα επιδιώξουν να βάλουν σε υγειονομική ζώνη την Ελλάδα, αποκόπτοντάς την, οδηγώντας σε χρεοκοπία των τραπεζών, δημιουργώντας πολιτική κρίση και διαμορφώνοντας ένα αρνητικό παράδειγμα και για τις υπόλοιπες χώρες της περιφέρειας;

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος αλλά και οι τεράστιες συγκεντρώσεις των υποστηρικτών του Όχι την Παρασκευή 3 Ιουλίου, συνιστούν μία, έστω και ανολοκλήρωτη και με αβέβαιη εξέλιξη, εισβολή των μαζών στο προσκήνιο. Τα δύο μπλοκ που συγκρούστηκαν είχαν συγκροτημένα ταξικά χαρακτηριστικά παρά το γεγονός ότι οι πολιτικοί πρωταγωνιστές τους δεν εξέφραζαν δύο ριζικά διαφορετικές ταξικές πολιτικές. Το κοινωνικό μπλοκ του όχι αποκρυστάλλωσε το εύρος που θα μπορούσε να έχει μία ταξική λαϊκή συμμαχία σε μια χώρα του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Τους εργατοϋπαλλήλους, τους νέους, αγροτικά στρώματα, τα κατώτερα στρώματα της νέας μικροαστικής τάξης. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι στην συνοχή αυτού του μπλοκ, απέναντι στις τεράστιες πιέσεις της τελευταίας βδομάδας, επέδρασε και η εθνική «δημοκρατική» έγκληση, ειδικά από την στιγμή που εμφανίστηκε ανοιχτά η προετοιμασία της παρέμβασης των ξένων ιμπεριαλιστών και των ντόπιων συνεργατών τους για την ανατροπή της κυβέρνησης με μοχλό την υπερψήφιση του ναι. Από την άλλη πλευρά το κοινωνικό μπλοκ του ναι είχε και αυτό μία συμπαγή ταξική βάση, που αντανακλά ότι, ακόμα και στις συνθήκες μεγάλης κρίσης, η κοινωνική συμμαχία του κεφαλαίου, ακόμα και όταν είναι απογυμνωμένη από την απόλυτη κατοχή του στενού κρατικού μηχανισμού, διατηρεί μια σημαντική μαζικότητα. Το μπλοκ αυτό, όπως ανάγλυφα φάνηκε ιδίως στην Αθήνα, συγκροτείται από την αστική τάξη και εν γένει τα αστικά στρώματα, την ανώτερη μικροαστική τάξη, τα εύπορα στρώματα του πληθυσμού, τα στελέχη επιχειρήσεων, τους εργαζόμενους στον χρηματοοικονομικό τομέα, αλλά και τους συντηρητικούς ηλικιωμένους, κυρίως αυτούς που είναι κάτοχοι περιουσιακών στοιχείων αλλά όχι μόνο.

Αυτή τη στιγμή η κατάσταση παρουσιάζει μία σχετική αβεβαιότητα. Όμως πρόκειται για μία καταρχήν ήττα της αστικής τάξης, που έχει και άμεσες οικονομικές συνέπειες. Ωστόσο, η βασική κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι η υπογραφή συμφωνίας με ορισμένες περιορισμένες παραχωρήσεις από την πλευρά των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Αυτό σχετίζεται με τα χαρακτηριστικά του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ ως ενός κόμματος που επιχειρεί να ανασυγκροτήσει ένα υπόδειγμα αριστερής σοσιαλδημοκρατίας σε μία περίοδο που κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν λόγω πολιτικών συσχετισμών και οικονομικής κρίσης. Αλλά και γιατί ένα σημαντικό τμήμα του πολιτικού προσωπικού που βρίσκεται μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ ή με το οποίο έχει συμμαχήσει, όπως υφίσταται στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας και του υπουργικού συμβουλίου, είναι ταξικά και ιδεολογικά πολωμένο στην επιλογή της παραμονής της Ευρωζώνης. Αυτό το προσωπικό θα επενεργήσει, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, στο εσωτερικό των κρατικών μηχανισμών σε περίπτωση προσπάθειας ρήξης.

Όπως έχουμε αναφέρει ξανά, καταρρέουν οι μύθοι α) περί ισχυρής διαπραγμάτευσης και διεργασιών ανατροπής της λιτότητας που θα βρουν ανταπόκριση στο εσωτερικό της Ευρωζώνης β) η εκτίμηση ότι υπάρχουν ακόμα και αστικές κοινωνικό πολιτικές δυνάμεις που θέλουν το τέλος της λιτότητας ειδικά στις χώρες του Νότου γ) ότι μπορούν να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης οι υποτιθέμενες αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας, και θα μπορούσαν να επιδράσουν μέσα στην Ε.Ε. για την στήριξη της Ελλάδας, δ) ότι οι κυρίαρχες τάξεις στην ΟΝΕ, και ειδικά αυτές που έχουν κερδίσει το μεγαλύτερο μερίδιο από το σχηματισμό της, θα εκβιάζονταν από μία απειλή εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ γιατί θα συμπαρέσυρε το σύνολο της Ευρωζώνης. Ίσως όμως ο βασικότερος μύθος που κατέρρευσε με το δημοψήφισμα, αλλά και με την συγκέντρωση της Παρασκευής, είναι ότι ο λαός δεν θέλει τη ρήξη. Είναι σαφές ότι ένα ισχυρό τμήμα των εργαζόμενων τάξεων θα μπορούσε να αποτελέσει την ραχοκοκαλιά μίας κοινωνικής συμμαχίας που κάτω από τις κατάλληλες οργανωτικές προϋποθέσεις και την προετοιμασία, θα μπορούσε να υποστηρίξει – υλοποιήσει μία πολιτική εξόδου από την Ευρωζώνη.

Η ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλη διότι, εκτός από το ότι αφόπλισε ιδεολογικά τις λαϊκές τάξεις προβάλλοντας τις δυνατότητες ευνοϊκής συμφωνίας και λύσης των προβλημάτων εντός της Ευρωζώνης, δεν ανέπτυξε κανένα, έστω και αμυντικό, εναλλακτικό σχέδιο διαχείρισης της κρίσης, ενώ ανάλωσε ένα ολόκληρο πεντάμηνο αποπληρώνοντας το χρέος, μειώνοντας τα διαθέσιμα του κρατικού τομέα, συνεχίζοντας την ίδια πολιτική σε όλο φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας, και αποδεχόμενος την υποχρέωση αποπληρωμής του χρέους. Έχασε έτσι την πρωτοβουλία των κινήσεων, το χρόνο για επαρκείς προετοιμασίες και την δυνατότητα να θωρακίσει τα λαϊκά στρώματα που θα γίνονταν το υποκείμενο μίας πολιτικής ρήξης. Ακόμα και όταν ανέκτησε την πρωτοβουλία των κινήσεων με το δημοψήφισμα, ήδη είχαν διαμορφωθεί συνθήκες οικονομικού πολέμου που δυσκολεύουν όχι μόνο τα περιθώρια κινήσεων, αλλά έχουν σημαντικές επιπτώσεις σε μεγάλες μάζες του πληθυσμού. Έπρεπε εδώ και αρκετούς μήνες να έχει επιβληθεί περιορισμός στην έξοδο κεφαλαίων στο εξωτερικό, να έχει γίνει παύση πληρωμών και να διατηρηθούν τα διαθέσιμα του δημοσίου, και παράλληλα να έχει εκπονηθεί ένα σχέδιο μετάβασης, που να καλύπτει βασικούς τομείς, το τραπεζικό σύστημα, τον τομέα των καυσίμων, των φαρμάκων κ.λπ.

Η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να υπογράψει νέα συμφωνία, η οποία θα είναι αντικειμενικά σε αναντιστοιχία με τη διάθεση μεγάλων λαϊκών τμημάτων που υποστήριξαν το όχι. Όμως, κάτι τέτοιο δεν είναι βέβαιο ότι θα επιτευχθεί, διότι, από τη μια, το όχι δίνει μία ορισμένη δυναμική στην ρήξη, από την άλλη είναι πιθανόν τα ιμπεριαλιστικά κέντρα να θελήσουν να το αποσαθρώσουν μην κάνοντας καμία παραχώρηση, οδηγώντας σε πλήρη συνθηκολόγηση ή παρατεταμένη κρίση. Η κυβέρνηση έχει ένα σχετικό πλεονέκτημα στο να «επικυρώσει» ενδεχόμενη στροφή της, που βασίζεται στην πίεση που δέχονται οι λαϊκές μάζες από το κλείσιμο των τραπεζών και την ευρύτερη οικονομική κατάσταση. Κυρίως από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που να μπορούν να εκφράσουν την αναντιστοιχία μεταξύ της βούλησης ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων και του χαρακτήρα της συμφωνίας που θα κληθεί να υπογράψει. Από την μια πλευρά, η αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ είναι εγκλωβισμένη στην τακτική της παραμονής στις διαπραγματεύσεις και στην κυβέρνηση όλους αυτούς τους μήνες, ενώ η πολιτική γραμμή του ΚΚΕ χρεοκόπησε και είναι σε πλήρη ανυποληψία μετά την στάση του στο δημοψήφισμα. Για το ΚΚΕ τουλάχιστον ένα 35 – 40 % αυτών που το υποστήριξαν εκλογικά τον Ιανουάριο του 2015, δεν ακολούθησε τη στάση του άκυρου στην κάλπη.Όμως το μεγαλύτερο πρόβλημα στην παρούσα φάση είναι ότι με τη στάση του δεν μπορεί να επικοινωνήσει με το τμήμα των υποστηρικτών του όχι που δεν θα ανεχθούν ενδεχόμενη συμφωνία της κυβέρνησης. Τέλος, η ευρύτερη ριζοσπαστική αριστερά, και κυρίως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν έχει τις επαρκείς δυνάμεις αλλά και εκείνη την πολιτική στρατηγική που να της επιτρέπει να απευθυνθεί άμεσα στις λαϊκές μάζες με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα μετάβασης που να απαντά στις άμεσες ανάγκες των μαζών.

Όμως, το όχι διαμορφώνει διεργασίες και πίεση στην κυβέρνηση και στους ιμπεριαλιστές. Ακόμα και αν οι εξελίξεις δεν είναι άμεσες για μία έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, ένα τέτοιο ενδεχόμενο έρχεται πιο κοντά στην ημερήσια διάταξη των πολιτικών καθηκόντων ενός μετώπου της αριστεράς. Ενός μετώπου που πρέπει να συγκροτηθεί και να προβάλλει στις λαϊκές μάζες τους πολιτικούς στόχους της εξόδου από την Ευρωζώνη, την διαγραφή του χρέους, την εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, ένα εκτεταμένο πρόγραμμα δημοσίων δαπανών, την εθνικοποίηση μεγάλων παραγωγικών μονάδων, την αύξηση των μισθών.

Στην κατεύθυνση αυτή, όσες πολιτικές δυνάμεις συμφωνούν πρέπει άμεσα να συμπαραταχθούν στην ενιαία πολιτική έκφραση του ΟΧΙ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ αφήνοντας πίσω τους δισταγμούς, μικροηγεμονισμούς και αεροβασίες. Τα διακυβεύματα με τα οποία έχουμε να αναμετρηθούμε –και είναι ακόμα πιο σοβαρά από πριν- είναι είτε να υπογραφεί μετά το δημοψήφισμα μια συμφωνία υποταγής, είτε να σκάσει η χρεωκοπία στα χέρια μιας απροετοίμαστης αριστεράς, είτε να ορθωθεί ένα κοινωνικοπολιτικό μέτωπο ικανό να επιβάλλει οργανωμένα μια φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση σε ρήξη με χρέος, ΟΝΕ και ΕΕ.

Στη σημερινή συγκυρία είναι επίσης αναγκαία προς την κατεύθυνση αυτή η συγκρότηση επιτροπών διασφάλισης του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος σε κάθε γειτονιά, σε κάθε κοινωνικό χώρο που θα συσπειρώνει όλους όσοι δώσανε τη μάχη του ΟΧΙ και αφενός μεν δεν είναι διατεθειμένοι να ανεχθούν πισωγυρίσματα, αφετέρου θέλουν να δώσουν ενιαιομετωπικά τη μάχη για να αποτραπούν φαινόμενα εργοδοτικής, οικονομικής και ιδεολογικής τρομοκρατίας. Θα μπορούσαν μάλιστα ι να ληφθούν άμεσα και ευρύτερες πολιτικές πρωτοβουλίες. Πρώτον πρωτοβουλίες που να αναδεικνύουν τη λειτουργία των ΜΜΕ ως σύγχρονων κανονιοφόρων των ιμπεριαλιστών, όπως αυτή αποτυπώθηκε τις ημέρες πριν το δημοψήφισμα, τόσο με όρους άμεσων λαϊκών παρεμβάσεων, όσο και πίεσης της κυβέρνησης να λάβει μέτρα περιορισμού του ρόλου τους. Από την άλλη, πρωτοβουλίες που θα μπλοκάρουν το όργιο εργοδοτικής πίεσης και τρομοκρατίας που ασκείται λόγω της κρίσης και την αξιοποιεί.

6 Ιουλίου 2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου