Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

Απόφαση της ΠΕ του ΝΑΡ, Ιούλιος 2023

 

Στις 1 Ιουλίου 2023 πραγματοποιήθηκε κοινή συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και του Κεντρικού Συμβουλίου της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση, όπου συζητήθηκαν τα αποτελέσματα των εκλογών και τα καθήκοντα της αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς.

Παρουσιάζουμε βασικά αποσπάσματα της Απόφασης των δύο οργάνων:

__________________________________

 

Το εκλογικό αποτέλεσμα και ο πολιτικός συσχετισμός

Το αποτέλεσμα των διπλών εκλογών της 25ης του Μάη και της 21ης του Ιούνη με τον αρνητικό συσχετισμό που κατέγραψε, μαζί και το αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ιδίως στις δεύτερες εκλογές, δημιουργεί νέα σοβαρά καθήκοντα. Κυρίως υπογραμμίζει την ανάγκη μιας βαθιάς αλλαγής στη συγκρότηση και την δράση μας

Ο πολιτικός συσχετισμός που προέκυψε από τις εκλογές της 25/6/23, είναι πολύ αρνητικός και εχθρικός στα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα. Αποτελεί έκφραση και θα συμβάλλει παραπέρα στην επιθετική προώθηση των πολιτικών σχεδίων του συνασπισμένου «μπλοκ» εξουσίας κυβέρνησης-ΝΑΤΟ-ΕΕ-κεφαλαίου. Σηματοδοτεί μια νέα καταιγιστική αντιλαϊκή επίθεση που την επιβεβαιώνει και η σύνθεση της νέας κυβέρνησης Μητσοτάκη. Στο αρνητικό πολιτικό και εκλογικό αποτέλεσμα εκφράζεται ο ταξικός συσχετισμός δυνάμεων, που τα τελευταία χρόνια αλλάζει αρνητικά για τον κόσμο της δουλειάς, καθώς σε πολύ μεγάλα κομμάτια του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα κυριαρχεί απόλυτα η εργοδοτική τρομοκρατία, η έλλειψη συλλογικότητας, η πιο άγρια εκμετάλλευση. Κυριαρχούν σε πολύ μεγάλο βαθμό οι «μειωμένες προσδοκίες», η έλλειψη πίστης ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, με αποτέλεσμα τα «ψίχουλα» της κυβέρνησης Μητσοτάκη να λειτουργούν «κατευναστικά» για τμήματα των λαϊκών στρωμάτων. Το αποτέλεσμα αποτέλεσε πολιτική συμπύκνωση αυτού του ταξικού συσχετισμού δυνάμεων. 

Στην τελική του έκφραση επέδρασαν ακόμη τα εξής:

α) Σε όλη την προεκλογική περίοδο επιβλήθηκαν τα κριτήρια και η πολιτική κεφαλαίου-ΕΕ-ΝΑΤΟ ως η μοναδική και «κοινά αποδεκτή από όλους» πολιτική βάση του προεκλογικού αγώνα. Έτσι εμπεδώθηκε παραπέρα η ηγεμονία και η διακομματική κυριαρχία βασικών δογμάτων της αστικής ιδεολογίας. Η «επενδυτική βαθμίδα» και οι επενδύσεις, τα «δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης» και οι δεσμεύσεις της ΕΕ, ο «θετικός ρόλος του ΝΑΤΟ», «η εθνική ενότητα ενάντια στην τουρκική απειλή», ο ρατσισμός ενάντια σε πρόσφυγες-μετανάστες-μειονότητες κ.α. Τα πιο κρίσιμα ζητήματα του πολιτικού αγώνα εξαφανίστηκαν πλήρως ή υποβαθμίστηκαν αποφασιστικά. Η ανάγκη ριζικών αυξήσεων στους μισθούς, η αντιμετώπιση της ακρίβειας, το επερχόμενο πρόγραμμα σταθερότητας της ΕΕ και η εκτίναξη του χρέους, το ΝΑΤΟ, ο πόλεμος, οι πολεμικές δαπάνες, η σκληρή καταστολή και το ολοκληρωτικό αστικό κράτος (ακόμα και οι υποκλοπές), ο νόμος Χατζηδάκη, το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων δημόσιων αγαθών (ειδικά μετά τα Τέμπη), οι πνιγμοί-εγκλήματα της Ευρώπης-Φρούριο (μετά την Πύλο), η λεηλασία της φύσης, δεν μπήκαν στην προεκλογική «ατζέντα». Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδωσε την μάχη αντιστροφής αυτής της πορεία αλλά πάνω σε ένα εξαιρετικά υπονομευμένο έδαφος.

β) Ο συναγωνισμός των ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ, βασίστηκε όχι στην κλασική κοινοβουλευτική δημαγωγία ποιος θα «δώσει περισσότερα» ψίχουλα αλλά, αντίθετα, στο ποιος θα δώσει λιγότερα και θα είναι περισσότερο «υπεύθυνος» και υποτακτικός στις δημοσιονομικές δεσμεύσεις της ΕΕ και της πρωταρχικότητας των καπιταλιστικών κερδών. Στο πλαίσιο αυτό, η επιθετική γραμμή της ΝΔ φάνταζε ως η «μόνη εναλλακτική».

γ) Τμήμα του αρνητικού αυτού συσχετισμού δυνάμεων είναι και η στάση της αριστερής αντιπολίτευσης. Η έλλειψη άμεσης και συνολικής πολιτικής αμφισβήτησης των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, τόσο από την πλευρά του ΜΕΡΑ25, όσο και από το ΚΚΕ (παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις) ενίσχυσε την αστική ηγεμονία του «μονόδρομου». Η «ρήξη» του ΜΕΡΑ25 δεν ήταν παρά μια πρόταση «ρεαλιστικής ανυπακοής» μέσα στο πλαίσιο της ΕΕ και της ΕΚΤ με αποδοχή και «αξιοποίηση» των θεσμών της, ενώ στις δεύτερες εκλογές κυριάρχησε η κοινοβουλευτική επιβίωση, με το σύνθημα «θέλεις αυτή τη δύναμη στην Βουλή;». Το περιεχόμενο της πολιτικής του και η πολιτική απεύθυνση στις «δημοκρατικές δυνάμεις» προεκλογικά, οδηγούν το ΜΕΡΑ25 αντικειμενικά σε εξάρτηση από τις μετεκλογικές εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΚΕ εμφανίζει μια αξιοσημείωτη ενίσχυση, κατορθώνοντας να προσελκύσει τμήμα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και διαφωνούντων της ΛΑΕ. Στην προεκλογική συζήτηση πρόβαλε το σύνθημα της «αυτοδύναμης αντιπολίτευσης», ένα πρόγραμμα άμυνας-ανακούφισης, και την –αναγκαία φυσικά– πρακτική αντίστασης. Αρνήθηκε όμως να προβάλλει πολιτικούς στόχους ανατροπής. Πέρα από την πολεμική του στην πάλη για εθνικοποιήσεις την περίοδο των Τεμπών (που οδηγεί αντικειμενικά σε αποδοχή της κυριαρχίας της αγοράς και των ιδιωτικοποιήσεων), με αφορμή το έγκλημα στην Πύλο, διατύπωσε την απαράδεκτη θέση της «συγκέντρωσης και διαλογής των προσφύγων στην Τουρκία» υποχωρώντας στην πίεση του συστήματος. Η συνολική του παρουσία περισσότερο παραπέμπει στην ανάγκη να ενισχυθεί το «αποκούμπι» μιας «υπαρκτής» κοινοβουλευτικής Αριστεράς, παρά σε μια δύναμη αποσταθεροποιητική του συστήματος και των επιλογών του.

Η ενίσχυση της ακροδεξιάς

Η ακροδεξιά σημείωσε επιτυχία με τη συνολική ενίσχυση των δυνάμεων με αναφορά στον χώρο αυτό και είσοδο τριών κομμάτων στη Βουλή, συμπεριλαμβανομένων των φασιστών «Σπαρτιατών».

- Η άνοδος της ακροδεξιάς είναι πριν απ΄ όλα αποτέλεσμα της συνολικής επιθετικής, αντιδραστικής μετατόπισης της κυρίαρχης πολιτικής σε όλα τα ζητήματα, κυρίως γύρω από τα λεγόμενα εθνικά θέματα, τη μετανάστευση, τα θέματα της «τάξης» και της «ασφάλειας», του ρατσισμού και του αντικομμουνισμού. Έτσι, «νομιμοποιούνται» στη λαϊκή συνείδηση οι απόψεις εθνικιστικών και ρατσιστικών οργανώσεων και επηρεάζουν συνολικά το πολιτικό σκηνικό σε δεξιότερη κατεύθυνση.

- Οι δυνάμεις αυτές ενισχύθηκαν ισχυρά από συγκεκριμένα κέντρα του συστήματος: τμήμα της άρχουσας τάξης, ορισμένοι εφοπλιστές και η εκκλησία, το βαθύ κράτος των δικαστών και των σωμάτων καταστολής.

- Ενισχύθηκε από το γεγονός ότι η ΝΔ και ο Μητσοτάκης έδωσαν σε μεγάλο βαθμό την προεκλογική μάχη (ειδικά των εκλογών του Ιούνη) στο «γήπεδο» των ιδεών της ακροδεξιάς (πατριδοκαπηλία, εθνικισμός, ρατσισμός ενάντια στη μειονότητα στη Ροδόπη και σε πρόσφυγες-μετανάστες, μετά το έγκλημα στην Πύλο). Η κυβέρνηση της ΝΔ αναδείχθηκε σε χορηγό της ακροδεξιάς.

- Αξιοποίησε με αντιδραστικό τρόπο κοινωνικά ζητήματα που αναδείχθηκαν τα προηγούμενα χρόνια («αντιεμβολιασμός», ανορθολογισμός, ρατσισμός, πατριδοκαπηλία, εθνικισμός, «αντιδικαιωματισμός») ώστε να ανανεώσει τις κοινωνικές της «πηγές».

- «Πατάει» πάνω σε έναν άγριο ακροδεξιό άνεμο σε όλη την Ευρώπη και στην ένταξη της ακροδεξιάς στο επίσημο αστικό πολιτικό σύστημα.

- Έχει σαν υπόβαθρο του μια αξιακή μετατόπιση προς τον ατομισμό, τον κανιβαλικό ανταγωνισμό, την αποθέωση της τυφλής βίας ενάντια στον «κατώτερο» και τον «διαφορετικό», την άνοδο του ανορθολογισμού, του εθνικισμού και της θρησκοληψίας. Η ακροδεξιά και ο φασισμός έχουν σαν κύρια κοινωνική τους βάση φτωχά λαϊκά στρώματα, που βρίσκουν ένα ψεύτικο αντισυστημικό αποκούμπι. Για να αντιμετωπιστεί η ακροδεξιά, μαζί με την μάχη στον δρόμο απαιτείται ένα ισχυρό κομμουνιστικό ρεύμα, η οικοδόμηση ενός ιδεολογικού, πολιτικού, πολιτιστικού, αξιακού, επαναστατικού «αντίπαλου δέους» στον φονικό-ολοκληρωτικό καπιταλισμό, ένα ρεύμα εργατικού και διεθνιστικού ανθρωπισμού που θα εμπνεύσει τη νεολαία και τους εργαζόμενους.

Τάσεις της «επόμενης μέρας»

Παρά τα βήματα που έκανε το αστικό πολιτικό σύστημα δεν έχει λύσει τα προβλήματα της σταθεροποίησής του, όπως προπαγανδίζει η κυβέρνηση και οι ιδεολογικοί εκπρόσωποι «του τέλους της αριστερής ηγεμονίας». Αντίθετα, υπάρχει μια όχι εμφανής αλλά υπαρκτή κρίση εκπροσώπησης. Αυτό γίνεται εμφανές στο τεράστιο ποσοστό της αποχής στις δεύτερες εκλογές που έφτασε στο 50%, (αλλά και στην σταθεροποίηση σε υψηλά ποσοστά της τάξης του 40% στις πρώτες), στη σχετικά πιο «εύθραυστη» ανοχή λαϊκών στρωμάτων στη ΝΔ, στην κρίση του δεύτερου πυλώνα της αστικής κυριαρχίας και, κυρίως στο εξαιρετικά εύφλεκτο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο. Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι δεν έχουν διαμορφωθεί ή είναι αδύναμες και ασταθείς οι «ταυτίσεις» μεγάλων τμημάτων των εργαζόμενων με τους φορείς που τους εκφράζουν, ότι οι ανακατατάξεις θα μπουν στην ημερήσια διάταξη.

Παρά τις σημαντικές δυσκολίες που δημιουργεί το αποτέλεσμα, η δυνατότητα ξεδιπλώματος αγώνων και αντιστάσεων και δημιουργίας ρωγμών στην επίθεση είναι υπαρκτή. Καθοριστικό στοιχείο αυτής της εκλογικής μάχης ήταν η εκκωφαντική κρίση του ΣΥΡΙΖΑ και συνολικά του ρεύματος της «φιλολαϊκής διαχείρισης του καπιταλισμού» και του «αριστερού κυβερνητισμού», που συμπαρέσυρε και το ΜΕΡΑ25. Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΜΕΡΑ25 είναι στρατηγική και ανεπίστρεπτη. Η παραίτηση Τσίπρα την επικυρώνει, επιταχύνοντας τις εξελίξεις στον χώρο αυτό. Η κρίση αυτή οφείλεται στη διάρρηξη της σχέσης της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας και της «ευρωπαϊκής αριστεράς» με τις λαϊκές τάξεις που εκπροσωπούσαν λόγω της πλήρους προσχώρησής τους στην κυρίαρχη, αστική, «νεοφιλελεύθερη» πολιτική. Ιδίως ο άτεγκτος τρόπος που υλοποιείται αυτή από τους μηχανισμούς της ΕΕ δεν αφήνει περιθώρια για την παραμικρή διαφοροποίηση. Αυτό έχει δείξει και η πορεία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας τα τελευταία χρόνια. Η διαδικασία αποσύνθεσης του ρεύματος αυτού, επιβεβαιώνει ότι μπροστά στον σημερινό καπιταλισμό και την επίθεσή του, δεν υπάρχουν περιθώρια για «ενδιάμεσες λύσεις». Είτε θα υπάρχει μια γραμμή ανατρεπτική και επαναστατική, είτε ευθυγράμμιση και διαχείριση της κυρίαρχης πολιτικής που οδηγεί σε ήττα και αποδιάρθρωση.

Αντικειμενικά η πορεία αυτή ανοίγει δυνατότητες τόσο για την προς τα «δεξιά» ανασυγκρότηση του δεύτερου πυλώνα της αστικής πολιτικής (κυρίως), αλλά και για την ενίσχυση αριστερών, ριζοσπαστικών τάσεων σε ρήξη με τους φορείς της κυρίαρχης πολιτικής που, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να οδηγήσει σε ενίσχυση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.

Για μεγάλο μέρος των δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς συνεχίστηκε σε αυτήν την εκλογική μάχη, η πορεία ενσωμάτωσης ή δορυφοροποίησής τους γύρω από την ρεφορμιστική αριστερά. Οι περισσότερες από τις δυνάμεις που δεν κατέβηκαν στις εκλογές έβγαλαν καλέσματα υπέρ γενικά ψήφου στην Αριστερά, με το δυναμικό των περισσότερων να ψηφίζει και να στηρίζει βασικά ΜΕΡΑ25 (κυρίως) ή ΚΚΕ, με κριτήριο «την εκλογική καταγραφή και την ενίσχυση της αριστεράς». Λίγοι αγωνιστές/στριες στήριξαν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Από πολιτικές δυνάμεις μόνο το «Κόκκινο Νήμα» ανακοίνωσε κριτική στήριξη στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Η στάση αυτή βαθαίνει παραπέρα την κρίση και την πολιτική υποχώρηση δυνάμεων που αναφέρονται στην αντικαπιταλιστική αριστερά και συνολικά του «υπαρκτού» αντικαπιταλιστικού ρεύματος, όπως αυτό εκφράζεται σε οργανώσεις, αλλά και τις αριστερές κινήσεις, και τα πολιτικό/συνδικαλιστικά σχήματα κλπ. Οδηγεί σε πλήρη υποβάθμιση κάθε πολιτικού και προγραμματικού κριτηρίου, σε κατακερματισμό του κόσμου που ακολουθεί τις δυνάμεις αυτές, και τελικά σε πορεία «αιμοδότησης» προς τα ρεφορμιστικά ρεύματα που στηρίζουν.

Για το λόγο αυτό, για την ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, για την οποία παλεύει το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, απαιτείται πάνω απ΄ όλα η ανασυγκρότηση της κοινωνικοταξικής και πολιτικής βάσης του ρεύματος της επαναστατικής αριστεράς. Αυτός είναι ο κύριος προσανατολισμός μας.

Η παρέμβαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδωσε και αυτή τη μάχη στο δύσκολο περιβάλλον που διαμορφώνουν οι κοινοβουλευτικές εκλογές προβάλλοντας την ανάγκη της ρήξης με το συνολικό πλαίσιο της αντεργατικής, αντιδραστικής πολιτικής κεφαλαίου, ΕΕ και ΝΑΤΟ στην Ελλάδα, της συνολικής αντικαπιταλιστικής ανατροπής και της ανάγκης για ισχυρή και ανεξάρτητη από την αστική πολιτική, επαναστατική αριστερά. Υπήρξε μεγάλης έκτασης πολιτική εξόρμηση. Επαναδραστηριοποιήθηκαν εκατοντάδες αγωνιστές σε όλη την Ελλάδα. Αυτά είναι θετικά στοιχεία που πρέπει να κρατήσουμε, που όμως δεν μεταφράστηκαν και σε ένα ανάλογο αποτέλεσμα στις εκλογές του Μαΐου, όπου η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σημείωσε μια μικρή άνοδο σε ψήφους και ποσοστό (από την αντίστοιχη εκλογική μάχη του 2019), χωρίς όμως να μπορεί να εκφράσει εκλογικά την αναγκαία για την περίοδο πολιτική έκφραση των αντικαπιταλιστικών τάσεων.

Στις εκλογές της 25ης Ιούνη σημείωσε όμως μεγάλη υποχώρηση και ένα αρνητικό αποτέλεσμα. Η υποχώρηση αυτή των ψήφων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε σχέση με τις εκλογές της 21ης Μάη αλλά και η μεγάλη απόσταση της εκλογικής της καταγραφής σε σχέση με την επιρροή της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στο μαζικό κίνημα και σε σωματεία, συλλόγους και δήμους-περιφέρειες, αναδεικνύει το πολύ σοβαρό πρόβλημα συνοχής, πολιτικού βάθους και πολιτικών δεσμών με την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα που αντιμετωπίζει. Είναι φανερό ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν κατάφερε να πείσει το ευρύτερο δυναμικό των αγώνων, της ριζοσπαστικής αναζήτησης και της ευρύτερης κομμουνιστικής αριστεράς για την αναγκαιότητα και δυνατότητα πολιτικής και εκλογικής έκφρασης υπέρ του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης και προοπτικής στο σήμερα. Παράλληλα, τα όρια που ακόμα χαρακτηρίζουν την πάλη του εργατικού-λαϊκού και κινήματος και οι αντιφάσεις της ίδιας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δημιουργούν δυσκολίες στη σχετικά μαζική απεύθυνση και αποδοχή ενός τέτοιου πολιτικού σχεδίου. Έτσι, δεν έγινε δυνατό να αντιμετωπιστούν οι αντικειμενικά ανώτερες δυσκολίες της δεύτερης εκλογικής μάχης, με κυριαρχία του κριτηρίου της «χαμένης ψήφου» και της «χρήσιμης ψήφου», που οδήγησε χιλιάδες ψηφοφόρους σε επιλογή των κομμάτων που διεκδικούσαν να αποκτήσουν ή να ισχυροποιήσουν την κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση.

Τα προβλήματα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που αποτυπώθηκαν στη δίδυμη εκλογική μάχη, αποτελούν πριν απ΄ όλα προβλήματα του ΝΑΡ. Και σαν τέτοια ιεραρχούμε τα εξής:

Προγραμματικά προβλήματα. Το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επεδίωξαν και σωστά να προβάλλουν μια πολιτική ρήξης με το κεφάλαιο, την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τις κυβερνήσεις του. Όμως, η πολιτική αυτή κατεύθυνση δεν μεταφράζεται σε συγκεκριμένο και μάχιμο πολιτικό πρόγραμμα σε χώρους και κλάδους, που να συγκροτεί κοινωνικές δυνάμεις και να χαράζει διαχωριστικές γραμμές με άλλα ρεύματα. Επιπλέον, η πολιτική μας πρόταση «χάνει» και προς την πλευρά της αδύναμης σύνδεσής του με την εργατική εξουσία και την επαναστατική προοπτική.

● Προβλήματα πολιτικών δεσμών με τον λαό και την επιρροή μας.

●Προβλήματα ταξικής κοινωνικής βάσης.

Αντιφάσεις στη φυσιογνωμία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αν και η προβολή των θέσεων της ήταν πιο συνεκτική από άλλες φορές.

● Η 5η Συνδιάσκεψη και η απόφασή της αποτέλεσε όπλο στη διατύπωση του προγράμματος και το ξεκαθάρισμα της φυσιογνωμίας της. Το σύντομο διάστημα που ακολούθησε δεν ήταν προφανώς ικανό να «επουλώσει» τις πληγές και τα μονιμότερα προβλήματα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Πολιτική και οργανωτική συγκρότηση στη νέα φάση

Το αμέσως επόμενο διάστημα θα εκδηλωθεί η επίθεση της κυβέρνησης της ΝΔ και του συστήματος σε όλα τα μέτωπα. Το ΝΑΡ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα δώσουν όλες τους τις δυνάμεις για να υψωθεί ένα μαχητικό, εργατικό, ανατρεπτικό, αντικαπιταλιστικό «τείχος» απέναντι στην κυβέρνηση της ΝΔ και την αντιδραστική αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος, τα κέρδη, την ΕΕ, τον πόλεμο, τους φασίστες, με πολιτικό νεύρο το ρεύμα και την οργάνωση της κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Θα δώσει τη μάχη για τη δημιουργία ρηγμάτων και την ανατροπή των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που θα προχωρήσουν άμεσα σε όλα τα επίπεδα. Δεν αρκεί η «άμυνα ενάντια στις συνέπειες», πράγμα που τελικά οδηγεί στην πράξη σε αποδοχή της ουσίας τους, παρά τη λεκτική διαφοροποίηση, σύμφωνα με την πολιτική του ΚΚΕ και του ΜΕΡΑ25. Χρειάζεται το ίδιο το εργατικό και λαϊκό κίνημα να αλλάξει επίπεδο στο πρόγραμμα, την οργάνωση, τη μαχητικότητα.

Θα δώσουν τις δυνάμεις τους για να οικοδομηθεί ένα ισχυρό αντίπαλο δέος με κέντρο την πολιτική οργανωτική συγκρότηση των δυνάμεων της κομμουνιστικής απελευθέρωσης και του αντικαπιταλιστικού αγώνα, προωθητική δύναμη για την ευρύτερη ενότητα δυνάμεων που δεν βολεύονται στο πλαίσιο της καπιταλισμού ή της φιλολαϊκής διαχείρισής του, που παλεύουν για την αυτοτέλεια της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, μακριά από σχέδια πολιτικής δορυφοροποίησης γύρω από τον νεοσοσιαλδημοκρατικό ή τον κομμουνιστικό ρεφορμισμό.

Δεν αποτελεί απάντηση η ανασυγκρότηση ενός «δημοκρατικού» πόλου γύρω από τα «άμεσα» ζητήματα, με έμφαση στα δημοκρατικά ζητήματα και τον αντιφασισμό. Αυτά δοκιμάστηκαν με τον ΣΥΡΙΖΑ, τη ΛΑΕ, το ΜΕΡΑ25 και απέτυχαν. Δοκιμάστηκαν με τον ρηχό αντιδεξιό αντιμητσοτακικό στόχο, την «πλατιά» ενότητα όλων, από την «Καραμανλική» δεξιά έως «αντικαπιταλιστές» και συντρίφτηκαν.

Η αναγκαία ενότητα στην δράση δεν πρέπει να κρύψει το γεγονός ότι η σημερινή δημοκρατική πάλη είναι αντικειμενικά πάλη ενάντια στο αντιδραστικό κράτος και την πολιτική του κεφαλαίου.

Έχουμε επίγνωση της κρίσιμης ιστορικής περιόδου στην οποία μπαίνουμε: Απέναντι στην άκρως επιθετική πολιτική στρατηγική και τακτική του κεφαλαίου για βάθεμα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, δεν μπορούν να υπάρξουν εναλλακτικές πολιτικές μικροβελτιώσεων και επιμέρους «λύσεων» με αποδοχή του ασφυκτικού πλαισίου της αστικής πολιτικής. Τα διλήμματα είναι σαφή:

- Αντικαπιταλιστικός επαναστατικός δρόμος συγκέντρωσης δυνάμεων για την κοινωνική απελευθέρωση ή βαρβαρότητα, μισανθρωπισμός, μισογυνισμός, πολεμικό σφαγείο λαών και νεολαίας, με απειλή ακόμα και πυρηνικού ολέθρου;

- Αριστερά πραγματικά ανυπότακτη και ανατρεπτική, αντικαπιταλιστική και απελευθερωτική ή αριστερά συμβιβαστική και καθεστωτική;

- Συνεκτικό πρόγραμμα και κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης ή καθήλωση σε αποσπασματικές συσπειρώσεις και χαλαρές δεσμεύσεις αναντίστοιχες με τις ανάγκες της ταξικής πάλης κατά του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας. Απαντάμε στα ερωτήματα αυτά από τη σκοπιά ότι η εποχή απαιτεί πριν απ’ όλα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και μέτωπο, κομμουνιστική απάντηση, συνολική επαναστατική προοπτική.

Απαντάμε στα ερωτήματα αυτά από την σκοπιά ότι η η εποχή απαιτεί πριν απ όλα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και μέτωπο, κομμουνιστική απάντηση, συνολική επαναστατική προοπτική.

Το ΝΑΡ και η νΚΑ πρέπει να αλλάξουν έμπρακτα προσανατολισμό. Να διατάξουν τις δυνάμεις τους σε βασικούς εργατικούς κλάδους και λαϊκές γειτονιές, στην φτωχή νεολαία, να συνδεθούν με τους αγώνες και τις αντιστάσεις, να οικοδομήσουμε αυτοτελείς πολιτικούς δεσμούς με τον κόσμο του αγώνα. Με αυτή την προϋπόθεση είναι δυνατό να αλλάζει ο συσχετισμός και να «έλκονται» προς την επαναστατική αριστερά αγωνιστές και δυνάμεις από άλλα ρεύματα, που δεν βολεύονται με την πορεία αφομοίωσης στα νεορεφορμιστικά σχέδια.

Το ΝΑΡ και η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση, στο ερχόμενο διάστημα θα δώσουν όλες τις δυνάμεις τους ώστε:

- Να ενισχυθεί το κομμουνιστικό ρεύμα, με κέντρο την πορεία προς το 5ο Συνέδριο του ΝΑΡ, την πορεία για το Κομμουνιστικό πρόγραμμα και Κόμμα, την αντεπίθεση των κομμουνιστικών, επαναστατικών ιδεών, αξιών, πολιτισμού.

- Στη διαμόρφωση, προβολή και πολιτική διεκδίκηση ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος ρήξης με την αστική πολιτική, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, από τη σκοπιά της συνολικής απελευθέρωσης για να πάρουν οι εργαζόμενοι τον πλούτο και την εξουσία στα χέρια τους.

- Στην ενίσχυση και ανάπτυξη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και την ευρύτερη συνάντηση δυνάμεων της ανατρεπτικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς, με πολιτική ανεξαρτησία από την κοινοβουλευτική αριστερά και ευρώ-σοσιαλδημοκρατικά ρεύματα στην πορεία για την συγκρότηση ενός ανώτερου μετώπου – πόλου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.

- Στη συγκρότηση μαχητικής ανατρεπτικής αντιπολίτευσης στην επίθεση κυβέρνησης – κεφαλαίου, με ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό και λαϊκό κίνημα για τη διεκδίκηση των αναγκών και δικαιωμάτων στο πεδίο της εργασίας, της αξιοβίωτης κοινωνικής ζωής (παιδεία, υγεία, κατοικία, ακρίβεια, περιβάλλον κ.λπ.), των ελευθεριών και της ειρήνης ενάντια στους πολεμικούς σχεδιασμούς και εξοπλισμούς.

...

Με βάση την παραπάνω γενική κατεύθυνση, το πρώτο καθήκον της περιόδου είναι η οργάνωση της κομμουνιστικής πρωτοπορίας, η πρακτική οργάνωση της πορείας προς το 5ο Συνέδριο του ΝΑΡ, προς το πρόγραμμα και Κόμμα της Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης.

Η ΠΕ του ΝΑΡ και το ΚΣ της νΚΑ χαιρετίζει τις χιλιάδες αγωνίστριες και αγωνιστές του ΝΑΡ, της ν ΚΑ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, που έδωσαν κι αυτή την μάχη. 

Την επόμενη μέρα το ΝΑΡ θα συμβάλλει έτσι ώστε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να ανοίξει τη συζήτηση και δρόμους για την αναγκαία ανασυγκρότηση και συσπείρωση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στις νέες συνθήκες, από τη σκοπιά του αντικαπιταλιστικού πόλου-μετώπου που απαιτεί η εποχή μας.

Στο πλαίσιο αυτό, συζητώντας κριτικά, αυτοκριτικά, αλλά και με απαιτητικότητα, θα δώσουμε το αγωνιστικό πολιτικό παρών, τόσο στους κοινωνικούς αγώνες απέναντι στη νέα επιδρομή που θα οργανώσει η κυβέρνηση της ΝΔ και η αστική πολιτική γενικά, όσο και στις επερχόμενες πολιτικές μάχες με πρώτη αυτή των εκλογών σε Δήμους και Περιφέρειες. Οργανώνουμε άμεσα την δράση μας σε καθε θέμα και μέτωπο, προετοιμαζόμαστε  συζητώντας για το περιεχόμενο και τις μορφές της δράσης μας με αντίστοιχες αποφάσεις.

....

Στην κοινή συνεδρίαση ΠΕ και ΚΣ συζητήθηκε και η παρέμβαση στις επικείμενες τοπικές εκλογές και πάρθηκαν αντίστοιχες αποφάσεις που θα δοθούν ξεχωριστά στη δημοσιότητα.

1 Ιουλίου 2023

  • Η Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση
  • Το Κεντρικό Συμβούλιο της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου