Πέμπτη 18 Μαΐου 2023

Editorial, «4» τεύχος 10, Μάης 2023

Ο κόσμος παρακολουθεί την ισορροπία τρόμου στην παγκόσμια οικονομία μεταξύ αύξησης των επιτοκίων και πυροδότησης της σοβαρότερης τραπεζικής κρίσης από την εποχή της χρεοκοπίας της Lehman Brothers το 2008. Την ώρα που οι διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες έφερναν τα πρώτα σημάδια τιθάσευσης του πληθωρισμού, η μετακίνηση των καταθέσεων προς τα κρατικά ομόλογα προκάλεσε κρίση ρευστότητας που οδήγησε σε κατάρρευση τις Silicon Valley και Signature στις ΗΠΑ και σε “διάσωση” της Credit Suisse στην Ελβετία. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.

 

Οι μακροχρόνιες τάσεις που εμποδίζουν την είσοδο του καπιταλισμού σε μια νέα εποχή δυναμικής ανάπτυξης παραμένουν σε ισχύ, ειδικά εκείνες που σχετίζονται με τις πληθωριστικές πιέσεις της τελευταίας τριετίας. Η στρατιωτική, οικονομική και διπλωματική αντιπαράθεση μεταξύ των παλαιών και νέων αυτοκρατοριών, η συνεχιζόμενη αποσύνδεση (decoupling) των οικονομιών ΗΠΑ και Κίνας, η προσπάθεια του ΟΠΕΚ+ και των πετρελαϊκών καρτέλ να μετακυλήσουν το κόστος της “πράσινης μετάβασης”, οι μαινόμενες περιφερειακές κρίσεις (Λίβανος, κέρας της Αφρικής, Σουδάν, Σρι Λάνκα, Πακιστάν, Μιανμάρ, Περού κ.α.) φανερώνουν τάσεις αποσύνθεσης του παγκόσμιου συστήματος διακυβέρνησης και των θεμελίων πάνω στα οποία στηρίχτηκε η παγκοσμιοποίηση του καπιταλισμού τις δεκαετίες του 1990 και 2000.

Ο κόσμος έχει μπει σε τροχιά ανταγωνισμών, πολεμικών συγκρούσεων, οικολογικών καταστροφών, δομικών και τεχνολογικών μετασχηματισμών που βαραίνουν πάνω στις ζωές δισεκατομμυρίων φτωχών και καταπιεσμένων.

Η Ελλάδα μοιάζει φαινομενικά αυτή τη στιγμή μακριά από το “μάτι του κυκλώνα”. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μια δεκαετία συγχωνεύσεων, αναδιαρθρώσεων, stress test πίσω τους. Η ανεργία έχει ονομαστικά μειωθεί. Η δημοσιονομική πειθαρχία είναι προαποφασισμένη στα πλαίσια του μηχανισμού στήριξης. Οι “διεθνείς οίκοι” αναβαθμίζουν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας η οποία βρίσκεται ανάσες μακριά από την “επενδυτική βαθμίδα”. Οι ΗΠΑ επενδύουν γεωπολιτικά στη χώρα με τη δεύτερη “Σούδα” στον Έβρο. Ακόμη και η σύγκρουση με την Τουρκία γνώρισε μια άμεση απότομη αποκλιμάκωση με τη “διπλωματία των σεισμών no 2”.

Οργή και απόγνωση

Η κυβερνητική ρητορική ενισχύει και επαυξάνει αυτή την καθησυχαστική εικόνα: η κυβέρνηση πρέπει να ολοκληρώσει το πολύτιμο έργο της που ξεκίνησε στην πρώτη τετραετία της. Το ογκώδες κύμα διαμαρτυριών που ακολούθησε το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη ωστόσο αποκάλυψε μια αντίθετη πραγματικότητα. Μια βαθιά δυσφορία και ένα κατασταλαγμένο αίσθημα απαισιοδοξίας για την πορεία της χώρας, ειδικά από τη νέα γενιά, τη μεγάλη απούσα των αντιμνημονιακών αγώνων της περιόδου 2009-2015. Η συνείδηση της απουσίας προοπτικών για το μέλλον της χώρας δεν μεταφράζεται άμεσα και μηχανικά στην πολιτική σφαίρα και ειδικότερα στην κάλπη του Μαΐου. Δυσκόλεψε τη συσπείρωση των ψηφοφόρων της ΝΔ και αύξησε την τάση προς την αντισυστημική ψήφο στα μικρά κόμματα, δεξιά και αριστερά. Υποδηλώνει όμως ότι η επιδοματική διαχείριση των βιοτικών αναγκών του ελληνικού πληθυσμού, που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια αλλά έχει αναχθεί σε πρωταρχικό πολιτικό εργαλείο από τη σημερινή κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν είναι βέβαιο ότι θα συνεχίζει να προφυλάσσει το σύστημα από ανεξέλεγκτα εξεγερσιακά και συγκρουσιακά φαινόμενα.

Παρά τις “αναβαθμίσεις” οι αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι ασθενικές για τα επόμενα χρόνια σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ίδιας της Τράπεζας της Ελλάδας (~2%). Η οικονομία θα καλύψει μόνο τις απώλειες της πανδημίας. Η αγοραστική δύναμη στην Ελλάδα σύμφωνα με τα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας βρίσκεται σήμερα στο 68% του μέσου όρου στην ΕΕ, δύο θέσεις πριν από το τέλος της κατάταξης πάνω μόνο από τη Σλοβακία και τη Βουλγαρία, ενώ το ΑΕΠ το 2022 θα είναι χαμηλότερο από το 2004. Η πραγματική αύξηση των μισθών το 2022, μετά από 13 χρόνια απωλειών, υπολογίζεται σε 0,3% από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.. Είναι τόσο χαμηλά τα μεροκάματα που ούτε μετανάστες/τριες δεν έρχονται να δουλέψουν στην Ελλάδα, όπου υπολογίζεται ότι 20 με 30.000 εργατικά χέρια λείπουν από το γεωργικό τομέα αυτή την περίοδο. Όλες οι θέσεις εργασίας που έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια στον τουρισμό και σ’ άλλες “υπηρεσίες” είναι κακοπληρωμένες και επισφαλείς.

Τα κόμματα έχουν αποκωδικοποιήσει μέρος των κοινωνικών μηνυμάτων και πορεύονται προς τις εκλογές με τροποποιημένα τα βασικά “αφηγήματά” τους τα οποίο ωστόσο μοιάζουν με εμπόριο ψευδαισθήσεων.

Εμπόριο ψευδαισθήσεων

Η Νέα Δημοκρατία κατεβαίνει στις εκλογές με βασικό πρόγραμμα που, όχι τυχαία, επικεντρώνεται στην αύξηση των μισθών, την ενίσχυση του ΕΣΥ και το πρόβλημα της στέγης. Το επιχειρηματικό reboot της χώρας, το “ελληνικό όνειρο” του entrepreneur τσολιά στην καμπή των 200 χρόνων της ελληνικής επανάστασης δίνει τη θέση του στο στόχο της αύξησης των πραγματικών (ναι, των πραγματικών) μισθών κατά 25% ακόμη και στο δημόσιο τομέα στην επερχόμενη νέα μεγαλειώδη τετραετία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η πρώτη τετραετία του Ανδρέα Παπανδρέου θα ωχριά μπροστά στο έπος της δεύτερης δικής του.

Η γελοιότητα της ιδέας ότι οι κρούνοι της κερδοφορίας του κεφαλαίου στην Ελλάδα θα ξεχειλίσουν, το ΑΕΠ της χωράς θα διογκωθεί, η εξαγωγική εξωστρέφεια και η παραγωγικότητα της εργασίας θα εκτιναχθούν στα ύψη τόσο ώστε η αναπτυξιακή χιονοστιβάδα να μεταφραστεί σε αύξηση των πραγματικών μισθών στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας είναι αδιανόητη.

Είναι ζήτημα αν υπάρχουν μια ή δύο χώρες στον πλανήτη αυτή τη στιγμή που θα μπορούσαν να προσεγγίσουν αυτό το ποσοστό αύξησης του μέσου πραγματικού μισθού τα επόμενα χρόνια. Και σε κάθε περίπτωση η άνοδος των μισθών, σχεδόν παντού και πάντα, υπολείπεται της μεγέθυνσης του ΑΕΠ. Για παράδειγμα, η Ινδία προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 6,3-6,9% το 2023 σύμφωνα με τις προβλέψεις της ινδικής κυβέρνησης αλλά οι πραγματικοί μισθοί αναμένεται να αυξηθούν κατά 4,8% την ίδια χρονιά σύμφωνα με ασιατικό γραφείο της ECA International. Δηλαδή στη δεύτερη τετραετία του Μητσοτάκη θα έχει υπερνικηθεί ο πληθωρισμός και η οικονομία θα τρέχει με ρυθμούς ανάπτυξης 10%. Οι μισθοί στη χώρα είναι ιδιαίτερα χαμηλοί και “πρέπει” να αυξηθούν κατά 25% αλλά είναι αδύνατο αυτό να συμβεί σαν αυτόματο αποτέλεσμα της ανάπτυξης και της καλής θέλησης των εργοδοτών.

Η κυβέρνηση ξέρει ότι έχουν αλλάξει τα δεδομένα στον τρόπο πρόσληψης των Εθνικού συστήματος Υγείας από την κοινωνία και οι επικοινωνιολόγοι της ΝΔ έχουν αναβαθμίσει το λόγο περί ΕΣΥ στις προεκλογικές εξαγγελίες της. Δεν έχουν περάσει άλλωστε δύο χρόνια από τότε που ο πρωθυπουργός ευχαριστούσε τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες στα δημόσια νοσοκομεία εν μέσω πανδημίας και υποσχόταν να στηρίξει το ΕΣΥ. Αλλά η δημοσιότητα που πήραν οι παραιτήσεις διευθυντών σε επαρχιακές κλινικές όπως στο Γενικό Νοσοκομείο του Ρεθύμνου ή η πρόσφατη ανοιχτή επιστολή παραίτησης του επιμελητή στο “Πολυδύναμο” της Σερίφου έχουν καταδείξει το βαθμό κατάρρευσης των δομών υγείας στην περιφέρεια. Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις / συνελεύσεις του προσωπικού σε νοσοκομεία της Αθήνας, όπως στο Γεννηματά, χτύπησαν καμπανάκι για την οριακή κατάσταση του “συστήματος των εφημεριών” στα νοσοκομεία της πρωτεύουσας. Η κυβέρνηση προσπαθεί να “ωθήσει” τον ιδιωτικό τομέα ώστε να αναπληρώσει τις λειτουργίες και το ρόλο των δημόσιων δομών υγείας από τη φιλοσοφία που διέπει την πολιτική του “προσωπικού γιατρού” ως την απασχόληση ιδιωτών γιατρών στα δημόσια νοσοκομεία.

Οι επιτελείς της Νέας Δημοκρατίας γνωρίζουν επίσης καλά ότι το κόμμα “πάσχει” στις ηλικίες των νέων και παραγωγικών γενεών και ότι μια από τις μεγαλύτερες πηγές άγχους των “ψηφοφόρων” είναι η συνεχής αύξηση των ενοικίων τα τελευταία χρόνια χωρίς αύξηση του πραγματικού εισοδήματος. Με τα προγράμματα “Σπίτι μου” και “Κοινωνική Αντιπαροχή” η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί να παρουσιαστεί φιλολαϊκή την ώρα που ουσιαστικά επιδοτεί τις τράπεζες και τις ιδιωτικές κατασκευαστικές εταιρείες. Έχει προσπαθήσει με κάθε τρόπο να τονώσει τις κατασκευές και τη στεγαστική αγορά μοιράζοντας χρήμα το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα -μαζί βέβαια με τις τάσεις εξευγενισμού και τουριστικοποίησης- την άνοδο των ενοικίων και των “πραγματικών” αξιών πολύ πάνω από τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και την αύξηση των πραγματικών μισθών.

Σήμερα με το πρόγραμμα “Σπίτι μου” προσπαθεί να δελεάσει νέους και νέες που αναζητούν στέγη να αγοράσουν σπίτια κατασκευασμένα πριν το 2007 και ουσιαστικά να εξασφαλίσει τους πιστωτές (τράπεζες) και όχι τους δικαιούχους. Βάση κάθε φιλολαϊκής πολιτικής στέγης είναι η εξασφάλιση των δικαιούχων, ότι δεν εκδιωχθούν ή θα χάσουν τα δικαιώματά τους αν βρεθούν προσωρινά ή για μεγαλύτερα διαστήματα εκτός εργασίας. Η απόκτηση στέγης πρέπει να συνδέεται με το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης όχι με τους ισολογισμούς των ιδιωτικών τραπεζών. Ένας σχεδιασμός για τις νέες γενιές θα έπρεπε να προτάσσει ένα σύγχρονο ενεργειακό πράσινο πολεοδομικό σχεδιασμό και όχι να στοχεύει τελικά στην αύξηση των αντικειμενικών αξίων για τους ιδιοκτήτες παλαιών σπιτιών. Το πρόγραμμα “Κοινωνική Αντιπαροχή” προσφέρει από την άλλη ξεδιάντροπα δημόσια περιούσια (τα “αδόμητα” του ΟΑΕΔ) ως αντιπαροχή για αξιοποίηση από ιδιώτες κατασκευαστές.

Η φιλοκαπιταλιστική πολιτική της ΝΔ από μυθολογία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας το 2019 μεταμφιέζεται σε σύγχρονη “κοινωνική πολιτική” το 2023. Επειδή ωστόσο δεν μπορεί να βασιστεί στην κοινωνική πολιτική της, υπάρχει και ο φράχτης στον Έβρο. Η Νέα Δημοκρατία με το κεντρώο προφίλ του πρωθυπουργού που αρέσει στη Lifo συστηματικά απανθρωποποιεί τους μετανάστες/τριες και πρόσφυγες/ισσες παρουσιάζοντας τους/τις ως ορδές εισβολέων στα σύνορά της χώρας.

Απέναντι στην κοινωνική πολιτική για τραπεζίτες, εργολάβους, ιδιώτες γιατρούς και κυνηγούς κεφαλών στο Έβρο, υψώνεται ο πραγματικός “ήλιος της δικαιοσύνης”. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική συμμαχία και ο αρχηγός του έρχονται με φόρα να κάνουν την επανάσταση που δεν έκαναν το ‘15. Ένα “αφήγημα” τους ήθελε να έχουν “βάλει μυαλό”, ότι “τώρα ξέρουν”, είναι υπεύθυνοι, είναι ώριμοι, κάθονται στην πρώτη σειρά της Ευρωπαϊκής ομάδας της σοσιαλδημοκρατίας και ο Ανδρουλάκης στη γαλαρία. Αλλά η ιστορία δεν τους δίδαξε τίποτα καθώς μας υπόσχονται τον έναστρο ουρανό. Ξεκινώντας με μοναδικές ανοιξιάτικες εκπτώσεις στα γνωστά μας “προγράμματα των πρώτων 100 ημερών” γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τώρα, για πρώτη φορά, πρόγραμμα 50 ημερών! Άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ! 10% (άμεση) αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων. Θα διαγράφουν έως και 60% από τις αρχικές οφειλές των δανείων πρώτης κατοικίας. Επανακρατικοποίηση ΔΕΗ! Κατοχύρωση της 13ης σύνταξης. Κατάργηση των αντεργατικών νόμων Χατζηδάκη. Ίσως και κανα-δυο μέτρα που θα μπορούσαν και θα έπρεπε να εφαρμοστούν: μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και φορολογία των υπερκερδών των επιχειρήσεων ενέργειας.

Προφανώς το “πρόγραμμα των 50 ημερών” είναι κοστολογημένο όπως ακριβώς ήταν κοστολογημένο και το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Ο ρεαλισμός του προγράμματος αποδεικνύεται από τη μία και μοναδική προϋπόθεση του: την πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές. Παράλληλα όλα αυτά θα γίνουν χωρίς να παραβιαστούν οι “ευρωπαϊκοί κανόνες”.

Ακόμη και αυτοί / αυτές που θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ δεν τον πιστεύουν. Ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω. Η ζωή δεν χαρίζει εύκολα δεύτερες ευκαιρίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποθήκευσε το μέλλον των εργαζομένων, των νέων, των γυναικών, των μεταναστών και μεταναστριών, των προσφύγων και των προσφυγισσών σ’ αυτή τη χώρα το καλοκαίρι του 2015 και μαζί και το πολιτικό του μέλλον. Δεν λέμε ότι ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είναι το ίδιο πράγμα αλλά όχι τόσο διαφορετικοί ώστε μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2023 να αλλάξει την προαποφασισμένη και στενά οριοθετημένη στρατηγική πορεία της χώρας. Από τη διατήρηση της δημοσιονομικής τάξης μέχρι την πολιτική διαφύλαξης των “ευρωπαϊκών συνόρων’ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συναινέσει στο μονόδρομο που διανύει το κράτος της Ελλάδας. Η λαϊκιστική ωστόσο παροχολογία και τα προεκλογικά ψέμματα απλά κάνουν χειρότερη την κρίση αξιοπιστίας της “αριστεράς” στα μάτια εκατομμυρίων. Παρολαυτά το ερώτημα, που ενδεχομένως να αφορά περισσότερο τον ιδιότυπο πιθανό “δεύτερο γύρο” των εθνικών εκλογών στις αρχές Ιουλίου, θα μπει πιεστικά. Είναι καλύτερο για τους εργαζόμενους/ες στην Ελλάδα να φύγει η κυβέρνηση του Μητσοτάκη ή όχι, ανεξάρτητα από την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να εκφράσει μια πραγματική εναλλακτική;

Kingmakers στα αζήτητα

Το νέο ΠΑΣΟΚ μπαίνει στον τελικό γύρο της ιστορικής δοκιμασίας του. Αν η χώρα μείνει ακυβέρνητη επειδή ο Ανδρουλάκης θέλει να επιβάλλει το πρόσωπο του πρωθυπουργού, ποιον θα τιμωρήσουν οι ψηφοφόροι τον Ιούλιο; Τον Κυριάκο, τον Αλέξη ή το Νίκο; Οι πράσινοι kingmakers κινδυνεύουν να χαθούν στα αζήτητα. Πρώτη η ΝΔ ή πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει ότι θα εκβιάσουν τις πολιτικές εξελίξεις και με “δυναμική εξουσίας” θα λιανίσουν τους “μικρούς” στη δεύτερη κάλπη. Ελπίδα του Ανδρουλάκη -υπό όρους- μια κυβέρνηση ηττημένων με το ΣΥΡΙΖΑ. Οι μόνες ουσιαστικές πολιτικές που περιγράφονται στο φλύαρο, ανούσιο σχέδιο προγράμματός του ΠΑΣΟΚ -μείωση του ΦΠΑ, κάποια μέτρα προστασία της πρώτης κατοικίας και η φορολόγηση των κερδών των εταιρειών πετρελαιοειδών- θα εξασφάλιζαν ένα επίχρισμα προοδευτικότητας σε μια κυβέρνηση συνεργασίας σ’ ένα πλαίσιο διατήρησης του status quo. Αλλά και έτσι ακόμη, δύσκολα θα αποσοβηθεί η μαζική αποστασία προς τη ΝΔ. Γιατί η αλήθεια είναι ότι μια σχετική πλειοψηφία των μελών και των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ προτιμά τη συνεργασία με τη ΝΔ ακόμη και τώρα, μετά τις παρακολουθήσεις και τις μεταγραφές λοχαγών της δημοκρατικής παράταξης στο στρατό του Κυριάκου. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ συντηρείται από τη ρετρό-καλτ εξιδανίκευση του παπανδρεϊκού “ορθοδόξου ΠΑΣΟΚ του αληθινού” και από εφοπλιστές-καναλάρχες-ιδιοκτήτες ομάδων που ντρέπονται να διαπραγματευτούν συμβόλαια του δημοσίου με τον Κυριάκο Μητσοτάκη αυτοπροσώπως. Ο ρόλος που μερίδες της αστικής τάξης έχουν αναθέσει στο ΠΑΣΟΚ είναι η ανακοπή του ΣΥΡΙΖΑ στο δρόμο προς το κέντρο και η εμφάνισή του ως ώριμου εταίρου σε περίπτωση απώλειας της αυτοδυναμίας της ΝΔ. Ο οργανικός ρόλος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στο πολιτικό σύστημα είναι αντικειμενικά αμφισβητήσιμος. Ο Ανδρουλάκης, όπως η Φώφη Γεννηματά πριν από αυτόν, έχει επενδύσει στην υπόθεση του τρίτου πόλου και του διμέτωπου κατά ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή σ’ ένα παιχνίδι με το χρόνο.

Η διπλή ζωή της ανεξάρτητης δικαιοσύνης

Η άκρα δεξιά κατακερματισμένη σε φέουδα και χωρίς ισχυρή πολιτική ηγεσία δέχεται την ασφυκτική πίεση της Νέας Δημοκρατίας. Συνταγή επιτυχίας για τον Κυριάκο είναι η ηγεμονία στο χώρο του κέντρου και, παράλληλα, η απορρόφηση των ακροδεξιών κραδασμών. Η δημόσια πλέον και δίχως αναστολές αντιπαράθεση μέσα στους κόλπους των συντηρητικών, δεξιών και ακροδεξιών κύκλων της “ανεξάρτητης Ανώτατης Δικαιοσύνης” είναι στρατηγικής σημασίας. Ο νεοναζί Κασιδιάρης είναι ο μόνος ισχυρός ανήρ μέσα στον εσμό αδύναμων ηγετίσκων της ακροδεξιάς, που κυριαρχεί στο χώρο μετά την κατάρρευση της Χρυσής Αυγής και οι “Έλληνες” του το μόνο κόμμα που μπορεί να προστεθεί στην 6-κομματική βουλή και να ανατρέψει τα σχέδια του Κυριάκου για αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές του Ιουλίου. Απεναντίας η ύπαρξη πολλαπλών ακροδεξιών ψηφοδελτίων που θα συγκεντρώσουν ένα μη ευκαταφρόνητο εκλογικό ποσοστό αθροιστικά αλλά κανένα, μεμονωμένα, δεν θα μπει στη Βουλή είναι σενάριο που ευνοεί το πρώτο κόμμα στην κατανομή εδρών στις δεύτερες εκλογές που αναμένονται μέσα στο καλοκαίρι. Την ίδια ώρα η Νέα Δημοκρατία πλαγιοκοπεί το κόμμα του μακεδονομάχου, ρωσόφιλου, θεομπαίχτη Βελόπουλου ο οποίος έχοντας περάσει από το σχολειό του ΛΑ.ΟΣ με τους Καρατζαφέρη, Άδωνη και Βορίδη είναι έτοιμος να διαγράψει και τον ίσκιο του. Ακόμη κι αν “κερδίσει” η ΝΔ στη διελκυστίνδα στο εσωτερικό του “θεσμού” της Δικαιοσύνης και τον μίνι πόλεμο της ακροδεξιάς, η καταθλιπτική αλήθεια είναι ότι η πέραν της ΝΔ Ακροδεξιά διατηρεί μια πλατιά πραγματική κοινωνική απήχηση και δυναμική. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ενορχηστρώνει μια εναλλακτική στο φαιό συνονθύλευμα νεοφασισμού και τραμπισμού: μια συμμαχία από το κέντρο ως την άκρα δεξιά, με τη βοήθεια των υποκριτικών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με τις ευλογίες των καθεστωτικών ΜΜΕ, γύρω από την ιδέα ενός “αποδεκτού” ρατσισμού, του ρατσισμού ενάντια στους πρόσφυγες και τις προσφύγισσες, τους μετανάστες και τις μετανάστριες, κυρίως από τις μουσουλμανικές χώρες, που διασχίζουν τα χερσαία και θαλάσσια σύνορα με ταυτόχρονη “χαλάρωση” αλλά όχι καθολική άρση των παραδοσιακών συντηρητικών προκαταλήψεων και διακρίσεων απέναντι στην LGBT κοινότητα, τις γυναίκες, τα άτομα με αναπηρία και τα θύματα του body-shaming.

Για μια αριστερά που μιλάει καλά τα γαλλικά

Η Αριστερά έχει δεχτεί σίγουρα μια ώθηση από τις μαζικές κινητοποιήσεις που ακολούθησαν το δυστύχημα στα Τέμπη. Η Ευρώπη αναπνέει τον αέρα των μεγαλύτερων απεργιακών διαδηλώσεων της τελευταίας εικοσαετίας. Ο Κουτσούμπας πάει στα SUD και στη CGT και δεν τους ζητάει να ενταχθούν στο ΠΑΜΕ. Μπορεί να κάνει τη διαφορά σ’ αυτές τις εκλογές; Το ΚΚΕ βρίσκεται σε μια φάση λιγότερο τόλμης και περισσότερο γοητείας. Παρέμβαση σε νέους εργασιακούς κλάδους (κούριερ) και δειλά βήματα συνεννόησης αγωνιστικών σωματείων και παρατάξεων. Συναυλία για το Σταύρο Ξαρχάκο, guest star Κουτσούμπας στο luben.tv, γαλλικά στους απεργούς του Παρισιού, στρατολογήσεις παλιών Συριζαίων. Διατυπώνει με τη μία ή την άλλη μορφή τα τελευταία 2 χρόνια με την άνοδο του πληθωρισμού ένα μίνιμουμ πρόγραμμα διεκδικήσεων (8 σημείων στη σημερινή του μορφή “ενάντια στη φτώχεια και την ενεργειακή ακρίβεια”) ξεκομμένο από τη διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας και πολιτική συμμαχιών, από μια οποιαδήποτε λογική μετάβασης. Η επιμονή στη μεσσιανική αποστολή του κόμματος, στο ανέφικτο της εφαρμογής μιας άλλης πολιτικής χωρίς συνολική αλλαγή των συσχετισμών καθιστά τα άμεσα, επείγοντα προγράμματα δράσης του ΚΚΕ απλά κούφια, ανέξοδα, χωρίς αντίκτυπο. Όσοι και όσες δεν σχετίζονται οργανωτικά με το ΚΚΕ και ενδεχομένως πολλά από τα μέλη του θα το ψηφίσουν σαν έκφραση “στάσης ζωής”, σαν “πολιτική δήλωση” όχι για τις διατυπωμένες προγραμματικές θέσεις του. Δεν είναι ασήμαντο αλλά είναι ένδειξη της διαρκούς πολιτικής limbo στην οποία βρίσκεται το κόμμα του Περισσού. Από την άλλη πλευρά, δεν είναι δυνατό να παραγνωρίσουμε μερικές απαράδεκτες και επικίνδυνες θέσεις του κόμματος: 1. Άρνηση της κλιματικής αλλαγής και επιμονή στο… λιγνίτη για λόγους εθνικού συμφέροντος. 2. Αντιδραστικές θέσεις για τα δικαιώματα των LGBT. παρότι οι παλιότερες συστηματικές κατηγορίες ότι οι LGBT είναι “άρρωστοι” ή “προϊόν του εκφυλισμού της αστικής κοινωνίας” έχουν υποχωρήσει στον επίσημο λόγο του ΚΚΕ. 3. Εθνικιστική γραμμή στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση βάσει της παράλογης παραδοχής ότι η Τουρκία είναι υποχείριο των ΗΠΑ και του ΝΆΤΟ στην προσπάθειά τους υπονόμευσης της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας. Το 1 και 2 καθιστούν το ΚΚΕ ιδεολογικό σάκο του μποξ για να ξεσπούν αστοί και φιλελεύθεροι και απογοητεύουν ανθρώπους που η κοινωνική θέση και ιδεολογικές αναζητήσεις τους διαφορετικά θα τους οδηγούσαν στην κατεύθυνση των κομμουνιστικών ιδεών. Το 3 μετατρέπει το ΚΚΕ σε ουρά της ελληνικής αστικής τάξης για να μιλήσουμε στη γλώσσα του. Το ΚΚΕ είναι ένα κόμμα μαζικής στράτευσης με εργατική ταξική βάση και δεν αμφιβάλουμε ότι πολλά μέλη του τρέφουν κομμουνιστικά οράματα που πιθανά υπερβαίνουν σε εύρος και βάθος την επίσημη ιστορική απολογία του σταλινισμού. Όμως με τη σημερινή ηγεσία, πολιτικές θέσεις και πρόγραμμά του δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι “το ΚΚΕ αποτελεί τον κύριο πόλο αντίστασης στις πολιτικές του κεφαλαίου, για την προάσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης και των κοινωνικών στρωμάτων που πλήττονται” όπως θα ήθελε να μας κάνει να πιστέψουμε ο συντρ. Γιάννης Μηλιός.

Η συμμαχία ΜεΡΑ25-ΛΑΕ είναι επιλογή πολιτικής επιβίωσης, μια καθυστερημένη σύμπραξη με κοινό παρονομαστή την τραυματική εμπειρία του ‘15 και απόδειξη της ανικανότητας του ΚΚΕ και τηρουμένων αναλογιών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να αποτελέσουν εναλλακτικούς πόλους στη διάλυση των ψευδαισθήσεων για τα πλατιά τμήματα της κοινωνίας που αγωνίστηκαν την περίοδο 2009-2015 και συντάχθηκαν εκλογικά πίσω από το ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και αν δεν είχαν πάντα οργανική οργανωτική σχέση μαζί του. Από κάποιες απόψεις η συνεργασία ΜεΡΑ25 και ΛΑΕ μοιάζει με αταίριαστο γάμο. Από άλλες είναι δυνατό κανείς να δει τη γρήγορη ανάπτυξη ενός πρακτικού πνεύματος συνεργασίας. Όμως, η κριτική στη “ριζοσπαστική” ΛΑΕ ότι πήγε με το “σοσιαλδημοκράτη Βαρουφάκη” και όχι με το εξωκοινοβούλιο είναι ανιστόρητη. Η συμμαχία στηρίζεται στην κοινή κληρονομιά της κοινοβουλευτικής μεταρρυθμιστικής αριστεράς για το μεγαλύτερο μέρος των συμμετεχόντων. Η “αριστερά της δραχμής” επιλέγει ξανά να προσδεθεί στην κυρίαρχη μερίδα της αντινεοφιλελεύθερης αριστεράς, όπως το είχε κάνει στις αρχές της δεκαετίας του 2010 επιλέγοντας τότε το ΣΥΡΙΖΑ από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ για παράδειγμα, για τους ίδιους λόγους που το έκανε και τότε: Αδυνατεί από μόνη να συγκροτήσει ένα ηγεμονικό πολιτικό ρεύμα και θεωρεί ότι δεν μπορεί να διεκδικήσει οποιαδήποτε ηγεμονία εκτός κοινοβουλίου. Τον τόνο στη συμμαχία προφανώς τον δίνει το ΜεΡΑ25 και το μέγα “εγώ” του Γιάννη Βαρουφάκη. Αν συγκρίνουμε το μίνιμουμ πρόγραμμα της εκλογικής συμμαχίας (τις “7+1 τομές”) με τα άμεσο πρόγραμμα του ΚΚΕ (τα “8 σημεία” – κάποιοι και στα δύο κόμματα συμφωνούν ότι το 8 είναι ένας καλός αριθμός) θα βρούμε χτυπητές ομοιότητες και βασικά σημεία όπου το πρόγραμμα του ΜεΡΑ25 είναι καλύτερο από τη διακήρυξη του ΚΚΕ (π.χ. περιβάλλον, αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή) και κάποια άλλα για τη μείωση της φορολογίας στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που ιστορικά δεν θα έβρισκαν το ΚΚΕ, παλιό φίλο των ΕΒΕ, σε διαφωνία αλλά είναι καλύτερα που δεν υπάρχουν σήμερα στο δικό του κατάλογο. Αν υπήρχε Σοβιετική Ένωση θα μετέτρεπε το Βαρουφάκη σε δεύτερο Μακάριο με την πρόταση του για Νέο Κίνημα Αδεσμεύτων και δεν θα κοίταζε το γάιδαρο στα δόντια. Οι προκείμενες και οι αξίες πίσω από το πρόγραμμα του Βαρουφάκη δεν είναι διαφορετικές από τη φιλοσοφία που διέπει τη διακήρυξη του ΚΚΕ με τη διαφορά ότι ο πρώτος έχει broadband internet και παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις. Τσεκάρει μερικά από τα κουτάκια, κατέχει τα βασικά SOS στις εξετάσεις που δίνει η διεθνής αριστερά ενώ το ΚΚΕ επιμένει στα λιγνιτωρυχεία (και το Αριστερό Ρεύμα της ΛΑΕ αλλά κάνει τώρα την πάπια) και στην ετεροκανονικότητα. Ο “ριζοσπαστικός ρεαλισμός” του ΜεΡΑ25 κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να πάψει να είναι ριζοσπαστικός ή να πάψει να είναι ρεαλισμός αλλά η επειδή δεν είναι ιστορικό κόμμα ή έχει μικρότερη επαφή με το χαμηλά αμειβόμενα στρώματα εργαζομένων δεν σημαίνει ότι το ΜεΡΑ25 είναι φύσει και θέσει διαφορετικό από το ΚΚΕ.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να επανασυνδεθεί με ορισμένους ψηφοφόρους και παλιούς φίλους της στο κοινωνικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί μετά τις κινητοποιήσεις για τα Τέμπη. Ωστόσο είναι σκιά του εαυτού της, ένα πολιτικό ζόμπι που σηκώνεται από τον τάφο του μόνο όταν έχει εκλογές. Η απλή υπενθύμιση στους ρεφορμιστές ότι είναι ρεφορμιστές στην οποία επιδίδεται δεν αλλάζει το γεγονός ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι μια αποτυχία πάνω απ’ όλα στα ματιά πολλών από εκείνους και εκείνες που την πίστεψαν, τους ανεξάρτητους αγωνιστές και ανεξάρτητες αγωνίστριες που της έχουν γυρίσει την πλάτη. Η αδυναμία κοινού πολιτικού βηματισμού, η ανυπαρξία κοινών οργανωτικών δομών, η πολιτική αφασία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η αδυναμία στοιχειώδους κοινής παρέμβασης στους αγώνες είναι αναντίστοιχα ακόμη και προς το πραγματικό βάρος των οργανώσεων και των αγωνιστών/τριών που τη συναπαρτίζουν. Πιστεύουμε στην οικοδόμηση μιας πραγματικά ζωντανής, μαχητικής στο δρόμο, στα κινήματα, στην ταξική πάλη – και ενδεχόμενα υπό όρους αλλά όχι πάση θυσία στις εκλογές – αντικαπιταλιστικής δύναμης μαζί και με συντρόφους και συντρόφισσες που βρίσκονται στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά με μια βασική διαφορά: όχι μόνο μαζί τους και όχι ακολουθώντας το οργανωτικό της παράδειγμα. Οι αυτοδιοικητικές εκλογές του ερχόμενου Φθινοπώρου είναι ένα πεδίο που ευνοεί συγκλίσεις χωρίς αγκυλώσεις και αυταπάτες.

Ένα κοκκινισμένο κοινοβούλιο ανεξάρτητα από τις διαφωνίες μας με το ένα ή το άλλο από τα κόμματα της αριστεράς στέλνει ένα ηχηρό μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις. Ψήφος στην αριστερά, μεγαλύτερη ή μικρότερη, σημαίνει αμφισβήτηση των μονόδρομων και της λογικής του “there’s no alternative” που έχει χαραχτεί στη συνείδηση των θυμάτων της εκμετάλλευσης στη χώρα μας και άλλου στον κόσμο, ειδικά μετά το συμβιβασμό του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015.

Οι εκλογές της 21ης Μαΐου είναι παρολαυτά ένα σπάνιο τεστ της σοβαρότητας της Αριστεράς που ομνύει στην απλή αναλογική. Ένα δυνητικά μικρό ποσοστό της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ και μεγάλα ποσοστά των κομμάτων της αριστεράς θέτουν αναπόφευκτα το ζήτημα των κυβερνητικών συνεργασιών. Αν φανταστούμε την εφαρμογή ανόθευτης απλής αναλογικής ως μόνιμου εκλογικού συστήματος, η πίεση θα έπεφτε βαριά ακόμη και πάνω στη σημερινή “εξωκοινοβουλευτική” αριστερά. Σ’ αυτό το πλαίσιο, δεν βρίσκουμε εκ των πρότερων κάθε συζήτηση για προοδευτική κυβέρνηση απαράδεκτη. Ψήφο ανοχής σε μια προοδευτική κυβέρνηση χωρίς συμμετοχή σε κυβερνητικό σχήμα είναι μια τακτική που δεν θα μπορούσαμε να αποκλείσουμε στην υποθετική περίπτωση μιας ανεξάρτητης “αντικαπιταλιστικής” κοινοβουλευτικής ομάδας στο ελληνικό κοινοβούλιο και παιδαγωγικά να την προτείνουμε σε άλλες αριστερές ομάδες του κοινοβουλίου χωρίς αυταπάτες. Δεν υπάρχουν εύκολες και απλές τακτικές όταν συμμετέχεις στις κοινοβουλευτικές εκλογές και ορκίζεσαι στην απλή αναλογική. Παρολαυτά, οι δεύτερες εκλογές που θα ακολουθήσουν πιθανά στο κατακαλόκαιρο θα θέσουν επιτακτικά με διαφορετικό τρόπο το πιεστικό δίλημμα, πρώτα και κύρια στους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες και έπειτα στα κόμματα της αριστεράς και τις κοινοβουλευτικές τους ομάδες, γύρω από το ζήτημα του ποιος θα κυβερνά αυτή τη χώρα από την επόμενη μέρα και για την επόμενη τετραετία.

Editorial

«4» τεύχος 10, Μάης 2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου