Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

Αιτίες Και Συνέπειες Της Κατάρρευσης Της Silicon Valley Bank

 

 Πώς προέκυψε η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και ποιες είναι οι συνέπειές της για την παγκόσμια οικονομία;

 Νίκλας Άλμπιν Σβένσον και Χόρχε Μαρτίν

 

Σήμερα (σ.: 13 Μαρτίου) το πρωί, οι τραπεζικές μετοχές στις ΗΠΑ αλλά και σε όλο τον κόσμο, υποχώρησαν ραγδαία, στον απόηχο της κατάρρευσης των αμερικανικών περιφερειακών τραπεζών Silicon Valley Bank (SVB) Financial και Signature το Σαββατοκύριακο. Τι προκάλεσε την κατάρρευσή τους και ποιες είναι οι ευρύτερες επιπτώσεις;

Ένας από τους παράγοντες που πυροδότησαν την κατάρρευση της SVB είναι η συνεχής αύξηση των επιτοκίων. Κατά την περίοδο των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων (μια πολιτική που υιοθετήθηκε για την αντιμετώπιση της ύφεσης του 2008), οι τράπεζες δανείστηκαν μαζικά μέσω της αγοράς ασφαλών κρατικών ομολόγων.

Σε αντίθεση με την περίπτωση της κατάρρευση της επενδύτριας κρυπτονομισμάτων FTX, η SVB δεν τζογάριζε με τα χρήματα των καταθετών της. Επένδυε τα χρήματα τους με έναν τρόπο που θα χαρακτηριζόταν ο ορισμός της υπευθυνότητας μόλις πριν από 18 μήνες: σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Όταν όμως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια, η αξία των ομολόγων μειώθηκε (αφού ομόλογα με υψηλότερο επιτόκιο βρίσκονταν πλέον διαθέσιμα στην αγορά).

Ταυτόχρονα, η SVB ήταν μια τράπεζα που ειδικευόταν στο δανεισμό σε εταιρείες τεχνολογίας. Οι τελευταίες αντιμετωπίζουν μια σειρά προβλήματα πρόσφατα, με αποτέλεσμα να προχωρούν σε μαζικές απολύσεις και σε αναλήψεις των τραπεζικών τους αποθεμάτων, καθώς οι απώλειες τις ανάγκασαν να αρχίσουν να «τρώνε» τα χρήματα που είχαν αποταμειεύσει. Επιπλέον, τα υψηλότερα επιτόκια έκαναν τον δανεισμό πιο δύσκολο και λιγότερο ελκυστικό ως επιλογή.

Ορισμένες εταιρείες τεχνολογίας άρχισαν πέρυσι να «σηκώνουν» χρήματα από τις τραπεζικές καταθέσεις τους, αναγκάζοντας τράπεζες όπως η SVB να αναζητήσουν τα μετρητά για να τις πληρώσουν πουλώντας ομόλογα, των οποίων όμως η τιμή ήταν τώρα χαμηλότερη. Αυτό οδήγησε την SVB να προσπαθήσει να αντλήσει κεφάλαια με την έκδοση νέων μετοχών, γεγονός που ανέδειξε τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε.

Αυτό πυροδότησε έναν κλασικό «τραπεζικό πανικό» (“bank run”). Οι καταθέτες, ιδιαίτερα όσοι έχουν καταθέσεις πάνω από τη μέγιστη ομοσπονδιακή εγγύηση των 250.000 δολαρίων, ζήτησαν την Πέμπτη να κάνουν ανάληψη συνολικά 42 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι ανασφάλιστοι οφειλέτες αντιπροσωπεύουν ένα πολύ υψηλό ποσοστό στην περίπτωση της SVB, αρκετά μεγαλύτερο από το σύνηθες σε μια «κανονική» τράπεζα. Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.

Φοβούμενη τις πολιτικές συνέπειες, η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσπάθησε να αποφύγει μια διάσωση, λέγοντας ότι δεν θα προσφέρουν καμία εγγύηση πέρα από τα 250.000 δολάρια. Ωστόσο αυτό γρήγορα οδήγησε σε γενίκευση του προβλήματος, ωθώντας τους καταθέτες να αρχίζουν να αποσύρουν χρήματα κι από άλλες μικρές τράπεζες. Άρχισε επίσης να γίνεται εμφανές ότι αυτό θα σήμαινε καταστροφή για ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανίας τεχνολογίας στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα για τις νεοφυείς επιχειρήσεις (“startups”), οι οποίες δεν θα μπορούσαν να πληρώσουν μισθούς και λογαριασμούς όσο οι καταθέσεις τους παρέμεναν παγωμένες, με αποτέλεσμα έναν κύκλο πτωχεύσεων και απολύσεων. Σύμφωνα με πληροφορίες, περίπου 250.000 εργαζόμενοι απασχολούνται σε εταιρείες που συνεργάζονταν με την SVB.

Έτσι, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα και η κυβέρνηση αναγκάστηκαν να κάνουν πανικόβλητοι μια στροφή 180 μοιρών, προκειμένου να περιορίσουν τις επιπτώσεις. Πριν ανοίξουν οι αγορές σήμερα (σ.: 13 Μαρτίου), η Ομοσπονδιακή Τράπεζα ανακοίνωσε ότι θα εγγυηθεί για το σύνολο των καταθετών (δηλαδή και για τις καταθέσεις πάνω από το όριο των 250.000 δολαρίων) και ότι τα χρήματα γι’ αυτό θα συγκεντρωθούν από μια έκτακτη εισφορά σε άλλες τράπεζες (δηλαδή όχι στους φορολογούμενους).

Η κίνηση αυτή θα δώσει σε τράπεζες και εταιρείες τεχνολογίας που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, φθηνό χρήμα. Έτσι, ουσιαστικά για άλλη μια φορά οδηγούνται στη μέθοδο της ποσοτικής χαλάρωσης, και ενός ακόμα προγράμματος διάσωσης, ακόμα και αν αναγκάζουν τους μετόχους να υποστούν μέρος των πληγμάτων. Κατά ειρωνικό τρόπο, μεγάλο μέρος του τεχνολογικού τομέα λατρεύει τις «λιμπερταριανές» ιδέες της ελεύθερης αγοράς, τη στιγμή που αυτό που περιγράφηκε είναι ουσιαστικά ένα πακέτο κρατικής διάσωσης γι’ αυτόν τον τομέα. Για άλλη μια φορά, όπως το έθεσαν οι Financial Times, έχουμε στη πράξη την «ιδιωτικοποίηση των κερδών και την κοινωνικοποίηση των ζημιών».

Το τμήμα της SVB στο Ηνωμένο Βασίλειο διασώθηκε από την HSBC, η οποία πλήρωσε γενναιόδωρα μια λίρα(!) για να αγοράσει ολόκληρη την τράπεζα. Και άλλοι επενδυτές επίσης ήλπιζαν ότι θα μπορούσαν να επέμβουν παίρνοντας «κοψοχρονιά» περιουσιακά στοιχεία της SVB, κάτι που θα είχε συμβεί αν δεν είχε παρέμβει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Τα στελέχη της SVB, φυσικά, άδραξαν την ευκαιρία να πουλήσουν όσες περισσότερες μετοχές της SVB μπορούσαν στις αρχές της προηγούμενης εβδομάδας. Ό,τι πρόστιμο και αν τους επέβαλε ο Μπάιντεν, όπως απείλησε ότι θα κάνει, θα ωχριούσε σε σχέση με τα χρήματα που εξοικονόμησαν μέσω αυτών των πωλήσεων.

Τις ημέρες που ακολούθησαν, οποιοσδήποτε έχει μεγάλες τραπεζικές καταθέσεις οπουδήποτε στον κόσμο άρχισε να ανησυχεί για την ασφάλεια των χρημάτων του. Πρόκειται για ένα σοβαρό πλήγμα στην εμπιστοσύνη προς τον τραπεζικό τομέα και αυξάνει τον κίνδυνο περαιτέρω τραπεζικών κρίσεων.

Την ίδια στιγμή, υπάρχουν και άλλοι, πιο συστημικοί, παράγοντες στο «παιχνίδι». Για μια ολόκληρη περίοδο, η ποσοτική χαλάρωση διοχέτευσε τεράστια ποσά φθηνού χρήματος στην οικονομία, χρήμα που κατά κύριο λόγο δεν βρήκε το δρόμο προς παραγωγικές επενδύσεις. Αντίθετα, κατέληξε σε κάθε είδους κερδοσκοπικές επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένης, όπως το έθεσε ένας αναλυτής της Rabobank, «της χρηματοδότησης, από καπιταλιστές επενδυτές, φίλτρων στο Instagram που κάνουν τις γάτες να μοιάζουν με σκύλους». Αλλά επίσης, το χρήμα αυτό κατέληξε βέβαια και σε ακίνητα, κάτι που είναι ιδιαίτερο πρόβλημα στην Κίνα.

Αφού επέκτειναν απίστευτα τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, και έχοντας μοιράσει μαζικά επιδόματα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το φθηνό χρήμα τελικά πήρε τη μορφή του πληθωρισμού. Για να τον ελέγξουν, οι κεντρικές τράπεζες αντέστρεψαν απότομα τις πολιτικές τους προχωρώντας σε γρήγορες αυξήσεις επιτοκίων. Προσπαθούσαν, και εξακολουθούν να προσπαθούν, να προκαλέσουν ύφεση για να περιορίσουν τον πληθωρισμό. Ωστόσο, όπως δείχνει αυτή η συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είναι πραγματικά έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες.

Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος τα τεράστια ποσά χρέους που συσσωρεύτηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο τα τελευταία 30-40 χρόνια να σημαίνουν ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων δεν θα προκαλέσουν απλώς μια μικρή οικονομική υποχώρηση, αλλά μια ύφεση. Ένας αναλυτής της Deutsche Bank αναφέρει:

«Μάθαμε δύο πράγματα τις τελευταίες μέρες. Πρώτον, ότι αυτός ο κύκλος σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής λειτουργεί με κάποια υστέρηση, όπως κάθε άλλος. Δεύτερον, ότι αυτός ο κύκλος σύσφιξης τώρα θα μεγεθυνθεί λόγω της πίεσης στο τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ».

Ακριβώς. Την Κυριακή, μια τράπεζα με το όνομα Signature, η οποία είχε εμπλακεί σε μεγάλο βαθμό στα κρυπτονομίσματα, αναγκάστηκε να κλείσει και άλλες τράπεζες βρίσκονται υπό πίεση να δείξουν ότι μπορούν να επιβιώσουν.

Μέχρι την περασμένη εβδομάδα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα δήλωνε ότι θα αυξήσει τα επιτόκια κατά τουλάχιστον 0,25 ποσοστιαίες μονάδες στην επόμενη συνεδρίασή της, αλλά τώρα φαίνεται ότι αυτό δεν θα συμβεί. Το φθινόπωρο επέμεναν ότι δεν θα αποκλίνουν από την πορεία που έχουν χαράξει για τη μείωση του πληθωρισμού, όποιες και αν είναι οι συνέπειες. Τώρα, αντιμέτωποι με τον πρώτο σοβαρό αντίκτυπο των αυξήσεών τους στα επιτόκια, φαίνεται να διστάζουν. Αυτό δεν αποτελεί καλό οιωνό για την ικανότητά τους να ελέγξουν τον πληθωρισμό.

Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός είναι από τους βασικούς παράγοντες που συντελούν στην αναζωογόνηση των απεργιακών αγώνων, για παράδειγμα στη Βρετανία, σε επίπεδα πρωτοφανή για εδώ και 30 χρόνια. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Μπάιντεν είπε πως ο φορολογούμενος δεν θα πληρώσει για τη διάσωση των καταθετών της SVB (που είναι κυρίως εταιρείες τεχνολογίας). Πρέπει να συνυπολογίσουν τη οργή εναντίον των καπιταλιστών και των τραπεζιτών που έχει παραμείνει ζωντανή από τη διάσωση που ακολούθησε την κρίση του 2008.

Η άρχουσα τάξη είναι σε αδιέξοδο. Ό,τι και να κάνουν είναι λάθος. Ολόκληρη η ισορροπία του καπιταλιστικού συστήματος έχει διαταραχθεί και κάθε λύση που προκρίνει η άρχουσα τάξη, δημιουργεί απλώς ίσα ή μεγαλύτερα προβλήματα αλλού. Η τραπεζική κρίση δεν είναι η αιτία της καπιταλιστικής κρίσης, αλλά ένα σύμπτωμά της, και θα ακολουθήσουν και άλλα.

Μετάφραση από την ιστοσελίδα marxist.com: Μάριος Καλομενόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου