Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2023

«Η Ανάρρωση Θα Είναι Μια Συλλογική, Χειραφετική Διαδικασία Κοινωνικής Απελευθέρωσης»

 ΤΟ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ


 

Ντίνα Δασκαλοπούλου  - Πηγή : Εφημερίδα Των Συντακτών

 «Κανείς δεν μιλάει για εργασιακές συνθήκες, για τις εργασιακές σχέσεις μέσα στις οποίες γίνεται η παραγωγή, για την ασφάλεια στην εργασία, για σταθερούς αξιοπρεπείς μισθούς κ.ο.κ. Κανείς δεν μιλάει για όλα όσα μας σκοτώνουν. Το κοινό εκπαιδεύεται διαρκώς να βλέπει τα προβλήματά του ως ατομικά. Η εργασιακή ανασφάλεια βαφτίζεται εργασιακό στρες, η αγανάκτηση από τις συνθήκες εργασίας βαφτίζεται διαταραχή προσωπικότητας, ο φόβος από την καταιγιστική νεκροπολιτική τα χρόνια της πανδημίας και του εγκλεισμού αντιμετωπίζεται ως κρίση πανικού κ.ο.κ.»

Γνωριστήκαμε πολλά χρόνια πριν, το 2009, όταν δημιουργήθηκε το ελληνικό τμήμα του διεθνούς «Δικτύου Ανθρώπων που Ακούνε Φωνές» (Hearing Voices Network - HVN), ένα ριζοσπαστικό κίνημα λαϊκής βάσης που δημιουργήθηκε από και για ανθρώπους που ακούνε φωνές ή έχουν παρόμοιες ασυνήθιστες εμπειρίες, καθώς και φίλους, συγγενείς και εργαζόμενους. Είναι μάχιμος ψυχίατρος, με μια βαθιά πολιτική ματιά απέναντι στην επιστήμη του αλλά και στα κοινωνικά φαινόμενα που αβασάνιστα πολλές φορές ονομάζουμε και αντιμετωπίζουμε ως ψυχικές διαταραχές. Επιμελήθηκε την ελληνική έκδοση του βιβλίου τής εμβληματικής μορφής του Δικτύου Κριτικής Ψυχιατρικής Joanna Moncrieff («Ο μύθος της χημικής ίασης - Μια κριτική της ψυχιατρικής φαρμακοθεραπείας», εκδ. Oposito).

Ζητήσαμε από τον Λυκούργο Καρατζαφέρη να διαβάσουμε μαζί τα στοιχεία για την κατανάλωση ψυχοφαρμάκων, πίσω από τις γραμμές της «ψυχο-φλυαρίας» που μας κατακλύζει.

 Από διαφορετικές πηγές επιβεβαιώνεται αύξηση της χρήσης ψυχοφαρμάκων. Τι λέει η κλινική σας εμπειρία;

Στην Ελλάδα, φαίνεται πως η πρώτη «έκρηξη» στη χρήση των ψυχοφαρμάκων πραγματοποιήθηκε στην εποχή των Μνημονίων. Η αποκλιμάκωση στη χρήση τους ξεκίνησε το 2016, ωστόσο αυξήθηκε και πάλι την περίοδο της πανδημίας.

Μόλις πριν από λίγες μέρες, ανακοίνωσαν πως το 1/4 του πληθυσμού πάσχει από κάποια ψυχιατρική διαταραχή και μας παρότρυναν –τι άλλο;– να επισκεφτούμε ειδικούς. Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούνται σε όλον τον «δυτικό» κόσμο. Στη Μεγάλη Βρετανία είναι σαφές πως ψυχοφάρμακα είναι πιο πιθανό να συνταγογραφηθούν σε ασθενείς που ζουν σε πιο υποβαθμισμένες περιοχές – πιθανότατα κάτι τέτοιο συμβαίνει και στη χώρα μας.

Παράλληλα, όλο και πιο συχνά διαπιστώνουμε πως στον γενικό πληθυσμό διαμορφώνεται μια συνεχής άνοδος καταστάσεων που χαρακτηρίζονται ως αγχώδεις ή/και καταθλιπτικές διαταραχές, μαζί με κατάχρηση αγχολυτικών και αύξηση της επιθετικότητας, συχνά με τη μορφή αυτοτραυματισμών στον νεαρό πληθυσμό και των αυτοκτονιών. Ολα αυτά ίσως είναι έκφραση της αγωνίας που δημιουργούν κρίσεις οι οποίες αναδύονται μέσα σε μια διαρκώς επιταχυνόμενη καπιταλιστική αναδιάρθρωση που συχνά αναφέρεται ως Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση. Τα σώματά μας είναι πλέον σε διαρκή κίνηση, πάνω σε έναν διαρκώς επιταχυνόμενο διάδρομο, αναζητώντας συντήρηση, ευεξία και ρώμη. Παράλληλα βρίσκονται σε διαρκή ανταγωνισμό σε ένα «χρηματιστήριο αξιών», όπου δεν μπορούν να ευτυχήσουν όλοι και όλες. Σε αυτή την ιστορική φάση, οι συζητήσεις γύρω από τα κοινωνικά και πολιτικά αίτια της δυστυχίας απαλείφονται και κατασκευάζεται μια κυρίαρχη αφήγηση που τείνει σε βιοϊατρικές ερμηνείες.

 Εχουν αυξηθεί τα περιστατικά που χρειάζονται φαρμακευτική υποστήριξη; Μήπως πια ζητάμε όλοι βοήθεια χωρίς ταμπού; Ή μήπως οι γιατροί συνταγογραφούν πιο εύκολα από ποτέ;

Με την πλειονότητα των ψυχιάτρων εκπαιδευμένη σε βιολογικές ερμηνείες, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί το σύνηθες είναι ύστερα από μια σύντομη συζήτηση να ακολουθεί άμεσα η συνταγογράφηση. Τέτοια ερωτήματα με πολιτικές προεκτάσεις κινδυνεύουν να συσκοτιστούν μέσα από αυτό που έχει ονομαστεί «επιστημονική ή/και τεχνολογική ψυχολογία και ψυχιατρική», όπου προτεραιότητα δίνεται στις επεξηγήσεις μέσω αιτιοκρατικών επιστημονικών μοντέλων όπου το πλαίσιο απαλείφεται.

Σε ένα νέο άρθρο του ο Jose Luis Turabian, καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Complutense στην Ισπανία, καταλήγει πως η επικέντρωση σε βιοϊατρικές προσεγγίσεις και παρεμβάσεις στην ψυχική υγεία έχουν οδηγήσει στη χρήση ψυχοφαρμάκων πολύ νωρίς, πολύ συχνά και πολύ καιρό. Καθημερινά προβλήματα ιατρικοποιούνται, ανάγονται σε βιολογικές ανισορροπίες και αντιμετωπίζονται φαρμακευτικά.

Η «κουλτούρα της ρύθμισης» ή, όπως το έχει θέσει ο κοινωνιολόγος Nikolas Rose, η ιδέα του «νευροχημικού εαυτού» έχει στηριχθεί πάνω σε λαθροχειρίες που αρχικές βιολογικές υποθέσεις γίνονται βεβαιότητες και ενσωματώνονται στη λαϊκή κουλτούρα. Ολο και πιο πολλοί γιατροί, όλο και πιο εύκολα για όλο και μεγαλύτερο διάστημα συνταγογραφούν ψυχιατρικά φάρμακα.

 Μέσα σε αυτή την κουλτούρα ποιος είναι ο ρόλος της φαρμακοβιομηχανίας;

Εχουν γραφτεί τόσα και τόσα για τον ρόλο των φαρμακοβιομηχανιών ως καπιταλιστικών επιχειρήσεων που εμπλέκονται στην κατασκευή επιθυμιών. Στοχεύουν ξεκάθαρα στο κέρδος και κατανοούν το φάρμακο ως εμπορικό προϊόν, αλλά και ελέγχουν την έρευνα, η οποία συχνά είναι κατευθυνόμενη, με εμπλοκή των ιατρών σε όλα τα επίπεδα, για παράδειγμα, ως «συγγραφείς φαντάσματα», απόκρυψη πολλών δεδομένων που «δεν συμφέρουν» και την κατασκευή ασθενειών και νέων διαγνωστικών κατηγοριών.

 Ζούμε πάνω από μια δεκαετία πια σε αλλεπάλληλες και επάλληλες κρίσεις. Η απάντηση μέρους της ΨΥ κοινότητας είναι η ανάπτυξη της περίφημης «ανθεκτικότητας» και της «ψυχολογικής ευημερίας» – μου ακούγεται σαν το νέο μάντρα που αντικατέστησε τη «θετική σκέψη». Τι σκέφτεστε εσείς;

Σύμφωνα με την Εύα Ιλούζ, η αναδυόμενη επιστήμη της ευτυχίας και της θετικής ψυχολογίας με γενναίες χρηματοδοτήσεις εδραιώθηκε ως μια αμφιλεγόμενη μεν αλλά εξαιρετικά επιδραστική τάση, που κυριάρχησε, συμπλέοντας με οικονομικούς, πολιτικούς και άλλους ισχυρούς κύκλους επιρροής, θέτοντας την ευτυχία στην κορυφή της ακαδημαϊκής, οικονομικής, πολιτικής και οικονομικής ατζέντας. Βασίζεται στην πεποίθηση ότι οι συνθήκες ζωής έχουν αμελητέα επίδραση στην ευτυχία και ότι, αντιθέτως, οι άνθρωποι πρέπει να σκέφτονται πιο θετικά για τις ζωές τους – πρόκειται για τον πυρήνα της κοσμοαντίληψης του νεοφιλελευθερισμού. , η έννοια της ανθεκτικότητας εξυπηρέτησε την αφήγηση ενός για πάντα ανθεκτικού και προσαρμοστικού ανθρώπου. Η ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορούν να συνεχίζουν να αισθάνονται καλά παρά την αδιάκοπη πτώση των αντικειμενικών δεικτών της ποιότητας ζωής είναι ομολογουμένως θελκτική.

Αυτό που προσφέρει η θετική ψυχολογία στον επιχειρηματικό-βιομηχανικό τομέα είναι ένας πολύ βοηθητικός τρόπος διαχείρισης του, συχνά δικαιολογημένου από ηθική σκοπιά, ηθικού θυμού των εργαζόμενων. Λέει στον εργοδότη: «Αν οι υπάλληλοί σας είναι θυμωμένοι, δεν χρειάζεται να αλλάξετε τις τακτικές σε έναν τοξικό εργασιακό χώρο, μπορείτε να αλλάξετε τις αντιλήψεις τους. Θα μάθουν να γίνονται πιο ανθεκτικοί, πιο προσεκτικοί».

Εκπαιδεύει τους εργαζόμενους να είναι ευέλικτοι, να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της αγοράς, να αντιμετωπίζουν την πηγή του θυμού τους σαν προσωπικό, παθολογικό τρόπο σκέψης και να «καταπίνουν» τα αρνητικά τους συναισθήματα.

 Επομένως, σκοπίμως λησμονείται πως το προσωπικό είναι πολιτικό.

Και κανείς δεν μιλάει για εργασιακές συνθήκες, για τις εργασιακές σχέσεις μέσα στις οποίες γίνεται η παραγωγή, για την ασφάλεια στην εργασία, για σταθερούς αξιοπρεπείς μισθούς κ.ο.κ. Κανείς δεν μιλάει για όλα όσα μας σκοτώνουν. Το κοινό εκπαιδεύεται διαρκώς να βλέπει τα προβλήματά του ως ατομικά. Η εργασιακή ανασφάλεια βαφτίζεται εργασιακό στρες, η αγανάκτηση από τις συνθήκες εργασίας βαφτίζεται διαταραχή προσωπικότητας, ο φόβος από την καταιγιστική νεκροπολιτική τα χρόνια της πανδημίας και του εγκλεισμού αντιμετωπίζεται ως κρίση πανικού κ.ο.κ. Παράλληλα, προσφέρονται οδηγίες και τακτικές αντιμετώπισης αντί ενός ολιστικού τρόπου σκέψης που θα μπορεί, μεταξύ των άλλων, να κρίνει και να αξιολογήσει την εξουσία που του ασκείται.

 Μοιάζει όλο αυτό να μην έχει διέξοδο.

Οντως, η πρώτη αίσθηση που μου δημιουργείται και εμένα συχνά είναι ένα πνίξιμο. Το πνίξιμο μαλακώνει, αλαφραίνει και γίνεται έως και χαρά όταν ανακαλώ αυτή τη μικρή φρασούλα που με καλεί να κινηθώ «ενάντια στην απαισιοδοξία της λογικής, για την αισιοδοξία της πράξης». Σε ένα πρώτο επίπεδο, για εμένα πράξη σημαίνει να κρατήσω τα ερωτήματα ανοιχτά, να αντισταθώ σε μονοσήμαντες ερμηνείες, να κρατήσω ανοιχτή τη συζήτηση και να επιμείνω πως κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα χρειάζονται συζητήσεις και απαντήσεις σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Σημαίνει να μιλάμε μεταξύ μας ακούγοντας πέρα από την ευκολία των διαγνώσεων και να διανύσουμε πάλι την αντίστροφη διαδρομή από το άτομο στην κοινότητα.

Μπορεί να σημαίνει να κάνουμε παύσεις, να αρνηθούμε τη βίαιη προσαρμογή, να επανεφεύρουμε τις κοινότητες που μας τρέφουν, να αναζητήσουμε συμμαχίες στη βάση μιας συλλογικής ηθικής για απόδοση δικαιοσύνης. Εκεί μπορούμε να δούμε πώς η χειραφέτησή μας και εντέλει η ανάρρωσή μας περνά από συναντήσεις όπου η καταπίεση ενός πρόσφυγα που παίρνει ψυχοφάρμακα σε ένα camp συνδέεται με την καταπίεση του εργαζόμενου που καταναλώνει αγχολυτικά και μιας γυναίκας που έχει κακοποιηθεί και βαφτίζεται οριακή. Η διέξοδος, η ανάρρωσή μας ή θα είναι μια συλλογική, χειραφετική διαδικασία κοινωνικής απελευθέρωσης ή δεν θα είναι ανάρρωση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου