Τετάρτη 19 Μαΐου 2021

Μαθήματα Aπό Tις Πρόσφατες Περιφερειακές Εκλογές Στη Μαδρίτη

Lucha de Classes - ισπανικό τμήμα της ΙΜΤ

 Απόσπασμα της ανάλυσης που δημοσίευσε στα αγγλικά στην ιστοσελίδα www.marxist.com το ισπανικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης, Lucha de Clases (Πάλη των Τάξεων), στις 5 Μαΐου για τα αποτελέσματα των περιφερειακών εκλογών της Μαδρίτης (έλαβαν χώρα στις 4 Μαΐου).

Η Αριστερά υπέστη σκληρή ήττα στις περιφερειακές εκλογές της Μαδρίτης. Η βάση της Αριστεράς πρέπει να διδαχθεί τα μαθήματα από αυτή την ήττα. Οι συνολικοί ψήφοι για τη Δεξιά έφτασαν το 57,4% (2.080.000) και για την Αριστερά το 41% (1.486.000). Το δεξιό μπλοκ πήρε 400.000 περισσότερες ψήφους σε σχέση με τις περιφερειακές εκλογές του Μαΐου του 2019 και περισσότερες από 200.000 σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2019. Σε αυτές τις εκλογές, οι Πολίτες (Ciudadanos, το μετριοπαθές κεντρώο κόμμα) εξαφανίστηκε από το πολιτικό προσκήνιο. Το αριστερό μπλοκ έχασε 60.000 και 140.000 ψήφους, σε σχέση με τις δύο αντίστοιχες εκλογικές αναμετρήσεις, παρά το γεγονός ότι υπήρξε υψηλότερη εκλογική συμμετοχή στις πρόσφατες εκλογές (3.650.000) απ’ ότι στις δύο προηγούμενες (3.251.000 και 3.558.000, αντίστοιχα).

Παρότι το Más Madrid (μέρος του Más País, μιας δεξιάς διάσπασης από τους Podemos) (16,97%) και οι Unidas Podemos (7,21%) βελτίωσαν κάπως τα εκλογικά τους ποσοστά και τον αριθμό των ψήφων τους, (φτάνοντας από το 20,29% το 2019 στο 24,18% τώρα) αυτό δεν ήταν αρκετό για να καλυφθεί το κενό που άφησε η κατάρρευση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ισπανίας (PSOE), το οποίο έπεσε στο 16,85% από το 27,31%.

Γιατί κέρδισε η Δεξιά;

Η Δεξιά κατέφυγε σε κάθε είδους κόλπα και τεχνάσματα στην εκλογική εκστρατεία, προκαλώντας διαθέσεις βίας ως το καλύτερο μέσο κινητοποίησης της κοινωνικής της βάσης και αμφισβητώντας την αυθεντικότητα των απειλών για δολοφονία που δέχθηκε ο Πάμπλο Ιγκλέσιας και οι υπουργοί του PSOE.

Ο υποψήφιος του PSOE, Γκαμπιλόντο, κράτησε «ίσες αποστάσεις». Συμφώνησε με τη Δεξιά ότι «όλες» οι περιπτώσεις βίας πρέπει να καταγγελθούν. Έτσι, όταν το Vox (ακροδεξιό κόμμα της Ισπανίας) προσπάθησε προκλητικά να κάνει εκστρατεία στη Vallecas (παραδοσιακή αριστερή εργατική γειτονιά της Μαδρίτης), και οι κάτοικοι της περιοχής διαμαρτυρήθηκαν και στη συνέχεια ξυλοκοπήθηκαν άγρια από την αστυνομία, ο υποψήφιος του PSOE δεν έκανε τίποτα για να αμφισβητήσει την απεικόνιση των κατοίκων ως «εγκληματίες» και τη Vox και τη δεξιά ως τα «θύματα».

Η απάντηση του Ιγκλέσιας, που επέμενε στο δίλλημα «Δημοκρατία εναντίον Φασισμού», δεν είχε τον αντίκτυπο που περίμενε. Οι λέξεις όπως «δημοκρατία» και «φασισμός» δεν σημαίνουν τίποτε από μόνες τους για τους απλούς ανθρώπους, αλλά αντίθετα θα πρέπει να γεμίσουν με ταξικό περιεχόμενο. Πρώτον, δεν ήταν σωστό που μίλησε για τον κίνδυνο του «φασισμού», υπερβάλλοντας σχετικά τη δύναμη του Vox και ισχυριζόμενος ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε ένα μαζικό κίνημα που στοχεύει στη συντριβή του εργατικού κινήματος, κάτι για το οποίο οι κοινωνικές δυνάμεις δεν υπάρχουν επί του παρόντος.

Οι άνθρωποι είναι σκεπτικοί με τη «δημοκρατία» και τους νόμους της. Άλλωστε σε καθεστώς αστικής δημοκρατίας κλείνουν οι μικρές επιχειρήσεις, η ανεργία αυξάνεται, τα ενοίκια και οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος έχουν αυξηθεί και η διαχείριση της πανδημίας είναι εγκληματική. Αντί ο Ιγκλέσιας να καλεί τους εργαζόμενους σε σεβασμό στο Σύνταγμα και τους νόμους, θα έπρεπε να ξεσκεπάσει όλη αυτή την υποκρισία της κυβέρνησης Σάντσεθ και να αποκαλύψει τις ευθύνες της. Επιπλέον, θα έπρεπε να υπερασπίσει προεκλογικά ένα επαναστατικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα που θα είχε ως κεντρικό άξονά του την απαλλοτρίωση των μεγάλων επιχειρήσεων και των τραπεζών και τη λειτουργία τους υπό εργατικό έλεγχο και διαχείριση, ως μόνη λύση για το ξεπέρασμα των μεγάλων κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων της χώρας.

Αντίθετα, ο Ιγκλέσιας και οι Unidas Podemos (UP), συμμαχώντας και σχηματίζοντας κυβέρνηση με το PSOE τον Ιανουάριο του 2020, αθέτησαν τις προεκλογικές τους υποσχέσεις σχετικά με την εργατική μεταρρύθμιση, τη μείωση των ενοικίων και των λογαριασμών, την αύξηση της φορολογίας στους πλούσιους, την απαγόρευση των απολύσεων από τις μεγάλες και κερδοφόρες επιχειρήσεις και τη φορολόγηση της Εκκλησίας. Στην πραγματικότητα τα ηγετικά στελέχη των Podemos και της Ενωμένης Αριστεράς (συμμαχία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ισπανίας), που συναποτελούν τη συμμαχία Unidas Podemos, έγιναν υπουργοί σε συγκυβέρνηση με το σοσιαλδημοκρατικό PSOE εφαρμόζοντας μια αντιλαϊκή πολιτική, στον αντίποδα των προεκλογικών τους υποσχέσεων. Συνεπώς, το ψεύτικο δίλημμα «Δημοκρατία ή Φασισμός» και ο κοινοβουλευτικός κρετινισμός του Ιγκλέσιας δεν δημιούργησαν κανένα ενθουσιασμό στις εργατικές οικογένειες της Μαδρίτης, αλλά αντιθέτως τις έκαναν αδιάφορες απέναντι στην υποστήριξη των Unidas Podemos.

Εξαιτίας των πεπραγμένων του PSOE και των Unidas Podemos στην κεντρική κυβέρνηση, η Δεξιά και η Ακροδεξιά κατάφεραν δημαγωγικά να συσπειρώσουν ευρύτερα μικροαστικά στρώματα σε υποστήριξη του Λαϊκού Κόμματος (PP) και της Vox. Η βασική προπαγανδιστική γραμμή της Δεξιάς ήταν κατά της «σοσιαλ-κομμουνιστικής» κυβέρνησης. Η Αγιούσο (υποψήφια περιφερειάρχης του PP) κατάφερε δημαγωγικά να κερδίσει τις εκλογές αυξάνοντας τις ψήφους και τα ποσοστά για το κόμμα της. Το πρόγραμμά της μιλούσε για το «άνοιγμα της οικονομίας», κάτι που τράβηξε δεκάδες χιλιάδες καταστηματάρχες και εργαζόμενους με επισφαλείς συνθήκες εργασίας και τους ώθησε στο να ψηφίσουν το PP. Φυσικά πολύ σύντομα θα απογοητευτούν από τις αντιδραστικές πολιτικές της Αγιούσο και του κόμματός της.

Στο στρατόπεδο της Αριστεράς, νικήτρια βγήκε η Μόνικα Γκαρσία και το Más Madrid, επειδή είναι μια σχετικά νέα πολιτικός που έχει φθαρεί λιγότερο στα μάτια των μαζών (σε αντίθεση με τον Γκαμπιλόντο του PSOE και τον Ιγκλέσιας των UP). Η Γκαρσία και το κόμμα της κατάφεραν να ξεπεράσουν σε ψήφους το PSOE, το οποίο είχε το χειρότερο εκλογικό αποτέλεσμα στη Μαδρίτη στην ιστορία του. Το Más Madrid, όπως και το Más País με ηγέτη τον Ερεχόν, βρίσκεται στα δεξιά των UP και επωφελήθηκε από τη θετική προβολή που απολάμβανε από τα ΜΜΕ σε αντίθεση με τους UP και τον Ιγκλέσιας. Αυτό, σε συνδυασμό με τη «φρέσκια» εικόνα της Γκαρσία, ωφέλησε το Más Madrid που είχε καλύτερα εκλογικά αποτελέσματα, τόσο σε σχέση με το PSOE, όσο και σε σύγκριση με τους UP.

Η παραίτηση του Πάμπλο Ιγκλέσιας

Αμέσως μετά τις εκλογές, ο Πάμπλο Ιγκλέσιας παραιτήθηκε από ηγέτης των Podemos και των UP, καθώς και από βουλευτής, χρίζοντας ο ίδιος (χωρίς καμιά δημοκρατική διαδικασία) ως αντικαταστάτριά του στην ηγεσία των UP την Γιολάντα Ντίαζ, υπουργό Εργασίας και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, η οποία βρίσκεται πολιτικά στα δεξιά του Ιγκλέσιας. Αυτή η κατάληξη της πολιτικής καριέρας του Ιγκλέσιας ήταν φυσικό επακόλουθο της οπορτουνιστικής πολιτικής του και των συνεχών αριστερών και δεξιών ζιγκ-ζαγκ της πολιτικής του κατεύθυνσης.

Η έλλειψη ενός ξεκάθαρου προγράμματος, πολιτικής και εμπιστοσύνης στις δυνατότητες της εργατικής τάξης να αλλάξει την κοινωνία, σύγχυσε και αποπροσανατόλισε την κοινωνική βάση που τον υποστήριζε κατά το δεύτερο μισό της προηγούμενης δεκαετίας. Η συμμετοχή του στην κυβέρνηση του Σάντσεθ ήταν το «κερασάκι στην τούρτα» και αποτέλεσε τον επίλογο της πολιτικής του καριέρας.

Προοπτικές

Βραχυπρόθεσμα, η δεξιά θα είναι μεθυσμένη από αλαζονεία και υπεροψία. Οι συνωμοσίες του κρατικού μηχανισμού και η αυθάδεια των αφεντικών θα αυξηθούν, επιταχύνοντας έτσι την κρίση και την πτώση της κυβέρνησης.

Ο Σάντσεθ και οι σύμβουλοί του θα καταλήξουν πιθανώς στο συμπέρασμα ότι «κινήθηκαν υπερβολικά προς τ’ αριστερά»· όταν στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο. Θα ενισχύσουν την πολιτική της ταξικής συνεργασίας και θα στραφούν προς τα δεξιά. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οι σημερινοί υπουργοί των Unidas Podemos θα αντισταθούν στο ίδιο επίπεδο, αντίστοιχο με αυτό του Ιγκλέσιας, όταν το PSOE απέτυχε να εκπληρώσει τη συμφωνία της κυβέρνησης συνασπισμού. Η δεξιά πορεία που θα πάρουν οι UP υπό την ηγεσία της Ντίαζ, θα αποδυναμώσει ακόμα περισσότερο την κοινωνική και εκλογική τους βάση.

Βρισκόμαστε σε μια στιγμή μετάβασης. Ελλείψει ενός καθαρού πολιτικού σημείου αναφοράς, τα πιο ενεργά στρώματα της εργατικής τάξης, που δυσπιστούν και μισούν τη δεξιά, θα έχουν ως μοναδικά επιλογή να σηκώσουν ξανά τη σημαία του αγώνα.

Οι εκλογές είναι μόνο ένας μηχανισμός που, από καιρό σε καιρό, μετρά την κατάσταση και την πολιτική ωριμότητα των καταπιεσμένων τάξεων και στρωμάτων σε μια δεδομένη στιγμή, κάτω από συγκεκριμένες χρονικές και τοπικές συνθήκες. Αλλά η ταξική πάλη είναι δυναμική διαδικασία. Γεγονότα λαμβάνουν χώρα από μέρα σε μέρα. Τα απρόβλεπτα ζητήματα έχουν ισχυρό αντίκτυπο στη συνείδηση και επιφέρουν γρήγορες αλλαγές στις προοπτικές όλων των τάξεων. Κόμματα και ηγέτες αναδύονται και εξαφανίζονται καθώς δοκιμάζονται. Ο θυμός και η απογοήτευση συνεχίζουν να συσσωρεύονται, και οι προκλήσεις και οι αντιδραστικές φαιδρότητες της ακροδεξιάς, που ακόμα δεν μπορούν να κερδίσουν έδαφος στις γειτονιές της εργατικής τάξης, είναι ικανά να εξαπολύσουν μια θυμωμένη αντεπίθεση από την εργατική τάξη.

Αυτό που είδαμε στη Μαδρίτη είναι μια προσωρινή και ασταθής συμμαχία μεταξύ της μικροαστικής τάξης (μικροί ιδιοκτήτες, επαγγελματίες κ.λπ.) και ενός εύπορου στρώματος εργατών και οπισθοδρομικών τμημάτων της εργατικής τάξης, οι οποίοι προσπαθώντας να βαδίσουν εν μέσω του ανεμοστρόβιλου αυτής της κολοσσιαίας κρίσης μέσα στην οποία ζούμε, είναι πρόθυμοι να πιστέψουν σε κοινωνικά θαύματα. Θα έχουν ένα σκληρό ξύπνημα. Και αυτό, αργά ή γρήγορα, θα δημιουργήσει μια αριστερή στροφή ανάμεσα σε όλα αυτά τα στρώματα.

Το πιο σημαντικό από όλα, είναι ότι χιλιάδες νέοι και εργαζόμενοι μπόρεσαν να δουν τους περιορισμούς των ρεφορμιστικών πολιτικών για την επίλυση κοινωνικών προβλημάτων. Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για μια ολοκληρωμένη, επαναστατική εναλλακτική λύση στο σύστημα θα γίνεται όλο και πιο εμφανές. Η ανάγκη για μια μαζική επαναστατική μαρξιστική τάση ριζωμένη στην εργατική τάξη και τη νεολαία είναι πιο πιεστική από ποτέ.

Μετάφραση: Κωνσταντίνος Αυγέρος

Πηγή : marxismos

1 σχόλιο:

  1. Κατά πρώτον,δεν υπάρχει "αστική δημοκρατία".Αυτό είναι ένας ψευδεπίγραφης τίτλος.Η δημοκρατία είναι το "κράτος του δήμου",νεοελληνικά,η εξουσία της μάζας.Κατά δεύτερον,"αν οι εκλογές μπορούσαν να φέρουν την αλλαγή,θα ήταν απαγορευμένες".Τρίτον,οι επαναστάτες κομμουνιστές υιοθέτησαν από την αρχή τη συμμετοχή στις εκλογές,για να αναδείξουν τις θέσεις τους.Κατά "σύμπτωση" όμως οι εργατικές-λαϊκές επαναστάσεις νίκησαν μόνο στις χώρες,όπου δε λειτουργούσε ο κοινοβουλευτισμός.Ερώτημα:Τί ανάγκη υπάρχει,να μετρηθή η κατάσταση κ η πολιτική ωριμότητα των καταπιεσμένων τάξεων από τις εκλογές;Αυτό γίνεται πασιφανές από την ίδια την κατάσταση κ το δυναμισμό του λαϊκού κινήματος.Τελευταίο:Είναι συτονόητο,ότι το σύστημα της αντιπροσώπευσης χειραγωγεί κ αποδυναμώνει το λαό,ενώ διαφθείρει τους διπρόσωπους-αντιπρόσωπους κ υπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής ολιγαρχίας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή