Τετάρτη 29 Απριλίου 2020

Απόφαση Π.Ε. της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ

Α. Οικονομική κρίση

Η πανδημία του κορονοϊού πυροδοτεί τη βαθιά ύφεση του παγκόσμιου καπιταλισμού, μια δεκαετία μετά τη Μεγάλη Ύφεση του 2008-9. Η οικονομική ύφεση ήταν ήδη προ των πυλών. Τα επιτελεία του παγκόσμιου καπιταλισμού το είχαν διαπιστώσει αυτό. Το ΔΝΤ στην έκθεσή του για την παγκόσμια οικονομία τον Οκτώβριο του 2019 διαπίστωνε ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε «συγχρονισμένη επιβράδυνση».[i] Η μεγέθυνση της παγκόσμιας οικονομίας για το 2019 εκτιμούνταν προς τα κάτω, στο 3%, το οποίο είναι το χαμηλότερο επίπεδο από την κρίση του 2008-9.
 Μάλιστα, το ΔΝΤ εκτιμούσε τότε, τον Οκτώβριο του 2019, ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης για το 2019 θα ήταν κατά 0,5% χαμηλότερος, αν οι Κεντρικές Τράπεζες, σε αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες, δεν διατηρούσαν τα επιτόκια δανεισμού σε πολύ χαμηλά επίπεδα και αν δεν πρόσφεραν έτσι φθηνό χρήμα στους καπιταλιστές. Φαίνεται, όμως, ότι ακόμα και το επίπεδο ρυθμού ανάπτυξης του 3% είναι πολύ αισιόδοξο για το 2019. Στην επικαιροποίηση τού Ιανουαρίου του 2020, όπου ακόμα η κρίση της πανδημίας δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν, η εκτίμηση του ΔΝΤ είναι ότι ο ρυθμός ανάπτυξης για το 2019 θα είναι στο 2,9%.[ii]

Οι χαμηλές πτήσεις του παγκόσμιου καπιταλισμού δεν μπορούν να εξηγηθούν από τα συμπτώματά τους ή από εξωγενείς παράγοντες, όπως κάνουν οι απολογητές του καπιταλισμού. Για παράδειγμα, οι εμπορικοί πόλεμοι –ιδιαίτερα ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα– τα τελευταία χρόνια, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως αιτίες της επιβράδυνσης από τα επιτελεία του παγκόσμιου καπιταλισμού, είναι αποτέλεσμα των συγκρούσεων των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων σε μια κατάσταση όπου η πίτα των κερδών μικραίνει και οι δυνατότητες εξεύρεσης νέων πόρων εκμετάλλευσης συρρικνώνονται. Κάθε εθνικός ιμπεριαλισμός προσπαθεί να προστατέψει τα δικά του κεφάλαια και κέρδη σε βάρος των άλλων, ακριβώς γιατί υπάρχουν λιγότερα κέρδη.

Τα αστικά επιτελεία, όπως και οι αστικές κυβερνήσεις, φαίνεται να βρίσκονται σε πλήρη σύγχυση για το τι συμβαίνει. Έχοντας καταντήσει την οικονομική επιστήμη σε χυδαία απολογητική του καπιταλισμού, εξέφραζαν την αισιοδοξία ότι το 2020 τα πράγματα θα πήγαιναν καλύτερα για τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Η αιτιολογία μάλιστα του ΔΝΤ είναι ότι η κάμψη που υπήρχε το 2019 είχε φτάσει στο τέλος της, είχε πιάσει δηλαδή πάτο, και επομένως τον επόμενο χρόνο, το 2020, θα υπήρχαν καλύτεροι ρυθμοί ανάπτυξης.

Όμως, τέτοιες αναλύσεις εκφράζουν στην καλύτερη περίπτωση ευσεβείς πόθους. Στην χειρότερη, οι οικονομολόγοι του καπιταλισμού απλώς κολακεύουν τα αφεντικά τους αντί να τους πουν τα άσχημα νέα.

Στις εκθέσεις όλων των διεθνών επιτελείων του καπιταλισμού διαπιστώνονται διάφορες αρνητικές εξελίξεις, για τις οποίες τίποτα ουσιαστικό δεν προτείνεται εκτός από ευχολόγια:
Το χρέος έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Μετά την κρίση του 2008, ενώ οι αστοί αναλυτές έκριναν ότι το χρέος ήταν βασικός παράγοντας της κρίσης –στην Ελλάδα μάλιστα όλη η κρίση θεωρήθηκε από τα αστικά επιτελεία ως «κρίση χρέους», ταυτίζοντας έτσι μια συνέπεια της κρίσης με την αιτία της–, τα χρέη συνέχισαν να αυξάνονται. Το συνολικό παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά 72 τρισ. δολ. ανάμεσα στο 2008 και το 2017 (αύξηση κατά 74%), από 97 τρισ. σε 169 τρισ. δολ. Το κρατικό χρέος αποτελεί το 43% αυτής της αύξησης ενώ το 41% της αύξησης αυτής οφείλεται στο χρέος των ιδιωτικών μη χρηματιστικών επιχειρήσεων.[iii]

Ειδικά το χρέος της Κίνας αυξήθηκε πάνω από 32 τρισ., κυρίως λόγω του χρέους των επιχειρήσεών της.

Ένα μεγάλο τμήμα αυτής της αύξησης αφορά τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες κατέφυγαν στην έκδοση ομολογιακών δανείων για να χρηματοδοτηθούν. Ενώ το 2007 είχαν εκδοθεί από εταιρείες ομόλογα αξίας 800 δισ., το 2017 εκδόθηκαν ομόλογα αξίας 2 τρισ. δολ. Όμως, ένα μεγάλο μέρος αυτών των ομολόγων έχει κατηγοριοποιηθεί ως «σκουπίδια» (40% και πάνω ανήκει στην κατηγορία ΒΒΒ και κάτω). Από το 2018 έως το 2022, θα ωριμάζουν ομόλογα επιχειρήσεων ύψους από 1,6 τρισ. δολ έως 2,1 τρισ. δολ. μόνο στις αναπτυγμένες οικονομίες. Πολλές από τις εταιρείες που τα είχαν εκδώσει μετά βίας καταφέρνουν να επιβιώνουν, δηλαδή, να αποπληρώνουν τα χρέη και να συντηρούν το κόστος λειτουργίας τους. Οποιαδήποτε άνοδος των επιτοκίων θα αύξανε το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους κάνοντας αδύνατη την αποπληρωμή του και επομένως θα υπήρχαν αλυσιδωτές χρεοκοπίες. Η κατάσταση αυτή έρχεται πιο κοντά τώρα, όχι λόγω της ανόδου των επιτοκίων, αλλά λόγω της κάμψης των εσόδων.
Οι επενδύσεις στον παραγωγικό τομέα της οικονομίας παραμένουν χαμηλές. Παρόλο που υπάρχει αύξηση του χρέους και παροχή φθηνού χρήματος, οι επενδύσεις δεν αυξήθηκαν. Ίσα-ίσα σε όλες τις οικονομίες, αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες, οι παραγωγικές επενδύσεις μειώνονται μετά από μια σχετική άνοδο του 2017-2018. Οι επενδύσεις των καπιταλιστών είναι το πιο σίγουρο σημάδι ότι οι καπιταλιστές βλέπουν ευκαιρία κέρδους και επομένως επεκτείνουν την παραγωγή. Αντιθέτως, όταν δεν διαβλέπουν υψηλά, με τα δικά τους κριτήρια, περιθώρια κέρδους δεν επενδύουν στην παραγωγή: ή θα αφήσουν τα χρηματικά τους κεφάλαια να λιμνάσουν σε λογαριασμούς ή θα τα επενδύσουν σε αγορά μετοχών και ομολόγων (πλασματικό κεφάλαιο στο βαθμό που δεν μεταφράζεται σε επένδυση στην παραγωγή) προσδοκώντας ένα εισόδημα από μερίσματα και τόκους. Το γεγονός βέβαια ότι και αυτές οι επενδύσεις αποδίδουν πλέον πολύ λίγο, δείχνει ότι οι προοπτικές για μελλοντικά κέρδη έχουν στενέψει πολύ.
Η πτώση της παραγωγικότητας. Στο βαθμό που η παραγωγή δεν εκσυγχρονίζεται και δεν επεκτείνεται, η δυνατότητα των εργατών να παράγουν μεγαλύτερη υπεραξία ανά ώρα εργασίας για τα αφεντικά τους, χρησιμοποιώντας πιο εξελιγμένα και περισσότερα μέσα παραγωγής, μειώνεται δραστικά. Τα επιτελεία των καπιταλιστών έχουν διαπιστώσει ότι η παραγωγικότητα της εργασίας φθίνει τα τελευταία χρόνια. Όμως, οι καπιταλιστές αντί να εξελίξουν την παραγωγή προτιμούν να προσλαμβάνουν εργαζόμενους σε θέσεις με μερική και γενικά με επισφαλή εργασία (υπενοικιαζόμενους, ανασφάλιστους, με ελαστικές σχέσεις εργασίας, κτλ). Αυτό τους παρέχει τη δυνατότητα να διατηρούν τα κέρδη τους χωρίς να επενδύουν. Έτσι, σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού, η κυριαρχία των επισφαλών σχέσεων εργασίας έχει οδηγήσει στη μείωση της ανεργίας και στην αύξηση των εργαζομένων που μετά βίας τα φέρνουν βόλτα.
Η πτώση της κερδοφορίας και των κερδών. Σε ένα σύστημα που παράγει με κριτήριο την ιδιοποίηση κέρδους από τους ιδιώτες ιδιοκτήτες μέσων παραγωγής, η κινητήρια δύναμη της παραγωγής είναι η προοπτική κέρδους. Παρά τη σχετική ανάκαμψη του 2017-2018 που δημιουργήθηκε κυρίως από την δραστική μείωση της φορολογίας των καπιταλιστών, ιδιαίτερα με τα μέτρα του Τραμπ στις ΗΠΑ, η κερδοφορία δεν έχει ανακάμψει στο επίπεδο πριν την κρίση του 2007-8, και ιδιαίτερα εντός του 2019 εμφάνισε κάμψη. Ο πακτωλός χρημάτων που οδηγήθηκε στις τσέπες των καπιταλιστών δεν κατάληξε στην παραγωγή. Σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, ανάμεσα στο 2007 και το 2016 οι μεγαλύτερες εταιρείες του δείκτη S&P500 του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, επένδυσαν το 96% των εσόδων τους στην επαναγορά των μετοχών τους έτσι ώστε αυτές να γίνουν πιο ακριβές (καθώς προκαλείται μεγαλύτερη ζήτηση και σπανιότητα στην αγορά), να συγκεντρωθούν σε λιγότερα χέρια και επομένως οι ιδιοκτήτες να έχουν στα χέρια τους μετοχές μεγαλύτερης αξίας, ενώ οι διευθυντές εισπράττουν παχυλά μπόνους για την αύξηση της αξίας των μετοχών. Η μείωση της φορολογίας προς το μεγάλο κεφάλαιο του Τραμπ στις ΗΠΑ το 2017, ένα δωράκι αξίας περίπου 2 τρισ. δολ., οδηγήθηκε κατά μεγάλο μέρος στην επαναγορά μετοχών.[iv]

Οι καπιταλιστές δεν επενδύουν τα κέρδη τους γιατί δεν αναμένουν υψηλότερα κέρδη από πραγματικές επενδύσεις στην παραγωγή. Η εύκολη λύση για τους καπιταλιστές είναι οι επενδύσεις πλασματικού κεφαλαίου που αποδίδουν γρήγορα κέρδη (αγορά μετοχών, αγορά ομολόγων). Όμως, η αύξηση της αξίας των μετοχών και του όγκου του χρέους έχει νόημα μόνο αν υπάρχουν μελλοντικά κέρδη. Αν αυτά αδυνατούν να πραγματοποιηθούν, τότε απλώς έχουμε μια φούσκα, η οποία είναι ζήτημα χρόνου να συγκρουστεί με κάτι που θα την σπάσει.

Αυτό το κάτι είναι η κρίση που προκαλεί η πανδημία. Είναι η ακίδα που σπάει τη φούσκα που έχει δημιουργηθεί στον παγκόσμιο καπιταλισμό την τελευταία 10ετία. Τα χαρακτηριστικά αυτού του μοντέλου παραγωγής είναι ακριβώς αυτά στα οποία οδηγήθηκε ο καπιταλισμός ακολουθώντας τη νεοσυντηρητική στρατηγική, τη μόνη που μπορούσε να ακολουθήσει για την ανάταξη της κερδοφορίας, και η οποία εκφράστηκε με το τσάκισμα των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, την απελευθέρωση της αγοράς, την ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα, τη διάλυση του δημόσιου τομέα παραγωγής και της κοινωνικής πολιτικής, κτλ. Τα χαρακτηριστικά που βλέπουμε είναι: αύξηση του πλασματικού κεφαλαίου (χρηματιστήριο και χρέη), μείωση της παραγωγικότητας, μείωση της ανεργίας αλλά με μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης να επιβιώνουν με δυσκολία, συσσώρευση πλούτου στα χέρια όλο και λιγότερων καπιταλιστών, πτώση της παραγωγικότητας, πτώση των επενδύσεων και το κύριο: πτώση του ποσοστού κέρδους που είναι η τελική αιτία όλων των παραπάνω.

Τώρα όλα τα επιτελεία των καπιταλιστών μιλάνε για ύφεση. Επειδή όμως πρόκειται για απολογητές του καπιταλισμού θεωρούν ότι αυτή θα είναι προσωρινή.

Εδώ θα πρέπει να παρατηρήσουμε μερικά πράγματα.

Σε σχέση με την κρίση του 2008-9 τα υπάρχουν μερικές σοβαρές διαφορές.

Και τότε οι καπιταλιστές και τα επιτελεία τους πιάστηκαν απροετοίμαστοι για την έλευση της κρίσης και η κρίση ήταν βαθύτερη από ό,τι υπολόγιζαν. Όμως, η κρίση εκείνη παρόλο που επέδρασε σε όλον τον πλανήτη δεν είχε τις ίδιες συνέπειες παντού. Σε μερικές χώρες έφτασε λίγο αργότερα, όπως η Ελλάδα. Άλλες χώρες, πολλές από τις λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες (π.χ., η Κίνα), διατήρησαν ρυθμούς ανάπτυξης, έστω και χαμηλότερους. Τώρα, η κρίση χτυπάει τους πάντες ταυτόχρονα. Ιδιαίτερα, οι αναδυόμενες οικονομίες θα χτυπηθούν πιο σφοδρά.

Τότε, η κυρίαρχη απάντηση δόθηκε κυρίως μέσω της νομισματικής πολιτικής: χαμηλά επιτόκια δανεισμού (κοντά στο μηδέν), παροχή ρευστότητας, και ανορθόδοξα μέτρα, όπως τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης. Τώρα, αυτά δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα. Τα επιτόκια είναι ήδη στο μηδέν και η εξαγορά χρέους από τις Κεντρικές Τράπεζες δεν πρόκειται να βοηθήσει κανέναν. Οι αεροπορικές εταιρείες, οι αυτοκινητοβιομηχανίες, οι πετρελαϊκές εταιρείες δεν έχει νόημα καν να κάνουν επενδύσεις αφού οι επιβάτες και η οικονομική δραστηριότητα μειώνονται. Το ίδιο και σε μεγαλύτερο βαθμό συμβαίνει και στη βιομηχανία του τουρισμού.

Οπότε το κυρίαρχο αστικό σύνθημα είναι να υπάρξει επεκτατική δημοσιονομική πολιτική: αύξηση των δαπανών του κράτους για τη δημιουργία έργων υποδομής, μείωση της φορολογίας, κτλ.

Όμως, τίποτα δεν φαίνεται ικανό να αποσοβήσει μια βαθιά κρίση ακριβώς γιατί οι αιτίες προϋπήρχαν. Δεν πρόκειται απλώς για ένα εξωγενές σοκ που μπορεί εύκολα να ξεπεραστεί. Η αδυναμία των καπιταλιστικών επιχειρήσεων να κάνουν επενδύσεις και να παράγουν περισσότερα κέρδη δεν πρόκειται να σταματήσει επειδή το κράτος θα αναλάβει να κάνει δικές του επενδύσεις. Έτσι, και αλλιώς οι επενδύσεις του κράτους σε σχέση με τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα ήταν μικρότερες. Στις πιο ισχυρές ιμπεριαλιστικές οικονομίες, όπως οι ΗΠΑ, αυτό συνέβαινε επειδή το κράτος έχει αποσυρθεί από τις επενδύσεις για να αφήσει χώρο για το μονοπωλιακό κεφάλαιο· στις μικρότερες, επειδή, εκτός από τη συρρίκνωση του κράτους, υπάρχουν και μεγάλα χρέη και η λιτότητα έχει περιορίσει τη δραστηριότητα του κράτους στο ελάχιστο. Η μαζική ένεση κεφαλαίων από την πλευρά του κράτους απαιτεί, για να έχει αποτέλεσμα, την πλήρη υποκατάσταση του ιδιωτικού τομέα. Κάτι τέτοιο, εκτός από τη σωτηρία όσων ιδιωτικών επιχειρήσεων κινδυνεύουν, τις οποίες θα διασώσει το κράτος με λεφτά των εργαζομένων για να τις αποδώσει στο μέλλον καθαρές στο μεγάλο κεφάλαιο, σημαίνει να εξωθηθεί το κεφάλαιο έξω από την οικονομία, κάτι που το μεγάλο κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι αντιλαμβάνονται ως πολύ επικίνδυνο.

Επιπλέον, αυτό είναι περίπου αδύνατο για πολλές οικονομίες, όπως η Ελλάδα αλλά και πολλές από τις λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες –Βραζιλία, Ρωσία, Νότια Αφρική, κτλ–, οι οποίες, για να ακολουθήσουν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, θα πρέπει να αυξήσουν τα ελλείμματά τους και να δανειστούν για τα καλά. Ποιος θα δανείσει αυτές τις οικονομίες;

Ο μοναδικός τρόπος που γνωρίζει ο καπιταλισμός για να ξεπερνάει τις κρίσεις του δεν είναι ο νομισματικός ούτε ο δημοσιονομικός. Είναι να μην αποφύγει την κρίση αλλά να τη βιώσει στο έπακρο: να επιτρέψει δηλαδή στους νόμους της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής να δράσουν ανεμπόδιστοι καταστρέφοντας παραγωγικές δυνάμεις. Μόνο όταν καταστραφεί όλο εκείνο το κεφάλαιο που είναι χαμηλής παραγωγικότητας και κερδοφορίας, μαζί φυσικά με τη μαζική καταστροφή της βασικής παραγωγικής δύναμης, της εργατικής δύναμης, μπορεί να μείνει χώρος για τα πιο ανταγωνιστικά κεφάλαια να ξεκινήσουν την παραγωγή με υψηλότερη κερδοφορία. Για να το πούμε απλά με βάση μια αναλογία που καταλαβαίνουμε όλοι σήμερα από τις διαφορετικές πολιτικές που ακολουθούνται για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης: ο καπιταλισμός μπορεί να σωθεί από την αρρώστια του, την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, με το να αφεθεί να εξοντώσει το πιο αδύνατο τμήμα των παραγωγικών δυνάμεων, ακριβώς όπως για τους θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού η απάντηση στην πανδημία ήταν να αφεθεί να αρρωστήσει όλος ο πληθυσμός, να εξοντωθούν οι πιο αδύναμοι για να επιβιώσουν οι πιο παραγωγικοί (εννοείται, παραγωγικοί από τη σκοπιά της παραγωγής κέρδους για τους καπιταλιστές). Αυτή είναι η ουσία του καπιταλισμού.

Ο καπιταλισμός είναι βαθειά άρρωστος, ένα κοινωνικό σύστημα σε σήψη που η συνεισφορά του στην ανθρωπότητα έχει ξεπεράσει την ημερομηνία λήξης του και πρέπει να ανατραπεί. Μπορεί να επιβιώνει μόνο με καταστροφές μεγάλης έκτασης. Αυτή είναι η γενική κατάσταση πάνω στην οποία λαμβάνουν χώρα όλες οι εξελίξεις. Η υγειονομική κρίση έρχεται να τονίσει με το δικό της αυτόνομο τρόπο, για ακόμα μια φορά, την παραπάνω διαπίστωση.


Β. Η υγειονομική κρίση

Ο βασικός λόγος που έχουμε έξαρση των επιδημιών τα τελευταία τριάντα χρόνια είναι η εισβολή του καπιταλισμού στην άγρια φύση και η βιομηχανοποιημένη αγροκτηνοτροφία. Ιοί που βρίσκονται σε άγρια ζώα ή σε ζώα βιομηχανικής παραγωγής έρχονται σε επαφή με τον άνθρωπο ή μεταλλάσσονται και περνάνε στον άνθρωπο. Το κυνήγι του κέρδους εμποδίζει τον έλεγχο αυτών των αιτιών. Η παγκοσμιοποιημένη φύση του καπιταλισμού κάνει πιο εύκολο και γρήγορο να μεταδοθούν οι ιοί και άλλοι παθογόνοι οργανισμοί σε ολόκληρο τον πληθυσμό της υφηλίου (ακριβώς όπως κάνει πιο εύκολη τη μετάδοση της οικονομικής κρίσης). Η διάλυση της δημόσιας υγείας, η πλήρη απαξίωση της προστασίας των εργαζομένων κάνει αδύνατη την αντιμετώπιση της επιδημίας αφού ξεσπάσει. Όλα αυτά καταδεικνύουν τον πραγματικό ένοχο: είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός που είναι άρρωστος και σε σήψη.

Οι απολογητές του καπιταλισμού προσπαθούν να εξαφανίσουν τις ευθύνες του καπιταλιστικού συστήματος στην ανάπτυξη και διάδοση των μεταδοτικών ασθενειών. Ειδικά, το επάγγελμα το ειδικών της υγείας, που αναλαμβάνει να μας ενημερώνει για τα μέτρα και την καταμέτρηση θυμάτων και νοσούντων, αποδεικνύει ότι η χρησιμότητά του για το καπιταλισμό είναι να καθαρίζει το χάος που αφήνει πίσω του.

Το βασικότερο μέτρο για την αντιμετώπιση της επιδημίας, χωρίς να γίνει πλήρης περιορισμός των μετακινήσεων, είναι μαζικά τεστ και περιορισμός όσων βρεθούν θετικοί σε αυτά. Αυτό απαιτεί προληπτικά μέτρα, διευρυμένο κρατικό μηχανισμό και σύστημα υγείας που να μπορεί να διενεργήσει τα τεστ και να θεραπεύει όσους νοσούν. Σημαίνει κεντρικό, κρατικό σχεδιασμό ώστε να μεταφέρονται πόροι εκεί που υπάρχει ανάγκη. Η κατάσταση της επιδημίας έδειξε την αδυναμία του καπιταλισμού και της άναρχης φύσης του να αντιμετωπίσει τέτοιες προκλήσεις.

Οι καπιταλιστές και οι κυβερνήσεις τους υποτίμησαν τον κίνδυνο. Προτίμησαν κατά βάση να κρατήσουν ανοικτές τις επιχειρήσεις βάζοντας τούς εργαζόμενους σε κίνδυνο, γιατί υπολόγισαν το οικονομικό κόστος στα κέρδη τους. Στις αγγλοσαξονικές χώρες αυτό είναι πιο έντονο, παρόλο που είχαν μπροστά τους τα παραδείγματα της Κίνας και της Ιταλίας και αρκετό χρόνο να προετοιμαστούν.

Οι θεωρίες για την «ανοσία της αγέλης» είναι αποτέλεσμα της αθλιότητας της καπιταλιστικής λογικής να σκέφτεται με όρους οφέλους/ζημιάς για τα κέρδη των επιχειρήσεων.

Οι εργαζόμενοι στο χώρο της υγείας αλλά και σε άλλους χώρους, δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια. Διεκδικούν αγωνιστικά τα δικαιώματά τους και μέτρα προστασίας της υγείας τους και της υγείας του λαού. Τέτοιες κινητοποιήσεις έγιναν στην Ιταλία, στην Ελλάδα και αλλού και στο επόμενο διάστημα μπορούν να ενταθούν και να γενικευτούν.

Σε ολόκληρο τον κόσμο, η υγειονομική κρίση σε συνδυασμό με την οικονομική που σοβούσε, αποτελεί για τους πολιτικούς εκπροσώπους του κεφαλαίου ευκαιρία για να επιτεθούν στην εργατική τάξη. Οι κυβερνήσεις, η μία μετά την άλλη, παίρνουν μέτρα διάσωσης των καπιταλιστών, παρέχοντας δισεκατομμύρια και τρισεκατομμύρια σε ενισχύσεις, δάνεια, εγγυήσεις. Την ίδια ώρα εκατομμύρια εργάτες μένουν χωρίς δουλειά και χωρίς στήριξη. Στις ΗΠΑ μόνο τις δύο πρώτες εβδομάδες του Μαρτίου γύρω στα 10 εκ. εργαζόμενοι έμειναν χωρίς δουλειά, στην Ισπανία 800.000 εντός του Μαρτίου, στην Ελλάδα έγιναν 40 χιλ. απολύσεις τις πρώτες δύο εβδομάδες και σε όλη τη διάρκεια του μήνα 140.000 απολύσεις σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, φθάνοντας του άνεργους στο 1.200.000.

{1.Το σύνολο των εγγεγραμμένων ανέργων, με κριτήριο την αναζήτηση εργασίας (αναζητούντων εργασία), για τον μήνα Φεβρουάριο 2020, ανήλθε σε 1.069.285 άτομα. Από αυτά 510.646 (ποσοστό 47,76%) είναι εγγεγραμμένα στο μητρώο του ΟΑΕΔ για χρονικό διάστημα ίσο ή και περισσότερο των 12 μηνών και 558.639 (ποσοστό 52,24%) είναι εγγεγραμμένα στο μητρώο του ΟΑΕΔ για χρονικό διάστημα μικρότερο των 12 μηνών. Οι άνδρες ανέρχονται σε 396.900 (ποσοστό 37,12%) και οι γυναίκες ανέρχονται σε 672.385 (ποσοστό 62,88%).

2. Το σύνολο των εγγεγραμμένων λοιπών (μη αναζητούντων εργασία), για τον μήνα Φεβρουάριο 2020, ανήλθε σε 61.194 άτομα. Οι άνδρες ανέρχονται σε 20.152 (ποσοστό 32,93%) και οι γυναίκες σε 41.042 (ποσοστό 67,07%).

3. Το σύνολο των επιδοτούμενων ανέργων , για τον μήνα Φεβρουάριο 2020, (αφορά τον αριθμό των δικαιούχων που πληρώθηκαν εντός του αντίστοιχου μήνα) ανέρχεται σε 233.416 άτομα, από τα οποία οι 141.115 (ποσοστό 60,46%) είναι κοινοί και λοιπές κατηγορίες επιδοτουμένων και οι 92.301 (ποσοστό 39,54%) είναι εποχικοί τουριστικών επαγγελμάτων. Οι άνδρες ανέρχονται σε 106.412 (ποσοστό 45,59%) και οι γυναίκες σε 127.004 (ποσοστό 54,41%).

4. Από το σύνολο των επιδοτουμένων ανέργων 118.855 (ποσοστό 50,92%) είναι κοινοί, 3.321 (ποσοστό 1,42%) είναι οικοδόμοι, 92.301 (ποσοστό 39,54%) είναι εποχικοί τουριστικών επαγγελμάτων, 17.971 (ποσοστό 7,70%) είναι εποχικοί λοιποί (αγροτικά), 528 (ποσοστό 0,23%) είναι εκπαιδευτικοί, και 440 (ποσοστό 0,19%) είναι λοιποί.}



Καθώς υπήρχε ήδη δημιουργημένο ένα καθεστώς επισφαλούς εργασίας και υποαπασχόλησης για εκατομμύρια εργαζόμενους, η κρίση μετατρέπει αυτό το καθεστώς σε καθεστώς ανεργίας και εξαθλίωσης.

Σε ολόκληρο τον κόσμο έρχεται στην επιφάνεια όλη η ταξικότητα του καπιταλισμού. Η εργατική τάξη εργάζεται με κίνδυνο για την υγεία της για να μπορούν όλοι οι υπόλοιποι να έχουν τα απαραίτητα. Εκείνο το τμήμα της που έπαψε να εργάζεται οδηγείται στην απελπισία. Τα μεσαία στρώματα παραμένουν σπίτι, σκέφτονται τις απώλειες τους και τρώνε από τα έτοιμα. Οι καπιταλιστές μεταφέρονται στις επαύλεις τους ή στα καταφύγια τους. Η κρίση φέρνει στην επιφάνεια τον κεντρικό ρόλο της εργατικής τάξης στην ίδια τη διατήρηση της ζωής και αποδεικνύει τον κατά βάση παρασιτικό χαρακτήρα πολλών επαγγελμάτων (βλ. διοικητική γραφειοκρατία, παπάδες, κατασταλτικοί μηχανισμοί, μηχανισμοί δικαιοσύνης, χρηματιστικός τομέας της οικονομίας, κτλ). Δείχνει επίσης ότι μια σειρά από επαγγέλματα είναι απολύτως απαραίτητα για την παραγωγή, αν και δεν συμβάλλουν άμεσα στην παραγωγή εμπορευμάτων: για παράδειγμα, το υγειονομικό, το εκπαιδευτικό προσωπικό, το προσωπικό της δημόσιας καθαριότητας, των δημόσιων συγκοινωνιών. Οι εργαζόμενοι σ’ αυτά τα επαγγέλματα είναι απαραίτητοι για την αναπαραγωγή και διατήρηση της εργατικής δύναμης σε καλή κατάσταση.

Η συνειδητοποίηση αυτών των πραγμάτων από πλατιά στρώματα της εργατικής τάξης, και μάλιστα στις μητροπόλεις του καπιταλισμού, όπου μέχρι τώρα η εργατική τάξη αποκοιμιόταν από την ιδεολογική προπαγάνδα για την ανωτερότητα του καπιταλισμού και των ίδιων των καπιταλιστών, μπορεί και πρέπει να οδηγήσει σε αυξημένη ταξική δράση του προλεταριάτου. Η αστική τάξη φοβάται πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο ακριβώς αυτό και θα κάνει ότι μπορεί για να αποσοβήσει μια γενικότερη αμφισβήτηση του καπιταλισμού.

Η αντίδραση των αστικών κυβερνήσεων με το «μάντρωμα» όλου του λαού, τον περιορισμό όλων των δημοκρατικών ελευθεριών με αφορμή την αντιμετώπιση της πανδημίας κάνει πιο ξεκάθαρο ότι αυτή δεν είναι μια ενέργεια σε ακραίες καταστάσεις αλλά η ουσία του αστικού κράτους που απλώς αποκρύπτεται στις ομαλές περιόδους.

Ειδικότερα στην Ελλάδα, η απάντηση ήταν απλώς κατασταλτική. Και δεν μπορούσε να είναι αλλιώς. Δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε τη ζωή μας σ’ αυτούς που όλο το προηγούμενο διάστημα επινοούσαν νέους τρόπους για να την κάνουν χειρότερη, που διέλυσαν όλες τις δημόσιες δομές, καταρράκωναν μισθούς και εργατικά δικαιώματα, δούλευαν δραστήρια για τη σωτηρία των τραπεζών και του μεγάλου κεφαλαίου εξωθώντας τη μεγάλη εργατική μάζα στην ανέχεια. Οι κυβερνώντες απλώς εύχονται να μην αυξηθούν δραστικά οι νοσούντες και φανεί η γύμνια του δημόσιου συστήματος υγείας που οι ίδιοι οδήγησαν σε κατάρρευση. Δεν κάνουν τίποτα για να το στηρίξουν. Αντιθέτως, αφήνουν ελεύθερο τον ιδιωτικό τομέα να πλιατσικολογεί. Η βασική τακτική τους για να αντιμετωπίσουν την επιδημία («Μένουμε σπίτι») δεν στηρίζεται στους εργαζόμενους (υγειονομικούς αλλά και την υπόλοιπη εργατική τάξη που κάνει δυνατό να επιβιώνουμε όλοι με την εργασία της) αλλά στους αστυνόμους, στα διοικητικά και κατασταλτικά μέτρα. Το «Μένουμε σπίτι» μεταφέρει την ευθύνη για την επιδημία στους ίδιους τους εργαζόμενους, η περιβόητη «ατομική ευθύνη», και απαλλάσσει το κράτος και τους κυβερνώντες από τη δική τους.

Οι κυβερνώντες στηρίζουν την απάντησή τους στο δίπολο της εθνικής ενότητας-ατομικής ευθύνης. Η κυβέρνηση καλλιεργεί συστηματικά την αντίληψη ότι σ’ αυτή τη μάχη είμαστε όλοι στο ίδιο μέτωπο. Η κατάσταση όμως προδίδει τις προθέσεις της. Ως μια ακραία αστική και νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, η οποία αναδείχτηκε στο έδαφος της ήττας της εργατικής τάξης και της αποτυχίας της να επιβάλλει τη δική της θέληση στο προηγούμενο διάστημα της κρίσης, όταν η αστική εξουσία κλονίστηκε σοβαρά, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι θα αντιμετωπίσει την κρίση ως ευκαιρία για ακόμα μεγαλύτερη επίθεση στην εργατική τάξη. Ο ιδεολογικός μανδύας της εθνικής ομοψυχίας και της εθνικής προσπάθειας θα διαρραγεί σύντομα. Ήδη η κυβέρνηση φροντίζει να εξασφαλίσει πρωτίστως τα συμφέροντα των καπιταλιστών παρέχοντάς τους οικονομικές ενισχύσεις και φοροαπαλλαγές (στους καναλάρχες, στους ιδιοκτήτες των εθνικών οδών, στους καπιταλιστές στον χώρο της υγείας, κτλ). Αντίθετα, στους εργαζόμενους δεν έχει να προσφέρει τίποτα εκτός από μείωση μισθού (800 ευρώ για δύο μήνες), εκ περιτροπής εργασία με μισό μισθό, ελευθερία στην απόλυσή τους από τα αφεντικά, ή απλή και ανόθευτη ανεργία και ανέχεια. Η κατάσταση δίνει την ευκαιρία στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις να υπερεκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους τους και μάλιστα χωρίς να τους προσφέρουν μέσα προστασίας από την πανδημία. Οδηγεί στην επέκταση των ελαστικών σχέσεων εργασίας και στην υποαπασχόληση. Και βέβαια οδηγεί στην έξαρση της καταστολής και της αστυνόμευσης. Το μέτρο της απαγόρευσης συναθροίσεως στοχεύει πιο πολύ στις αντιδράσεις παρά στις συναθροίσεις αυτές καθαυτές, οι οποίες επιτρέπεται να γίνονται κανονικότητα στους χώρους εργασίας (όπως βέβαια γίνονται και διάφορες θρησκευτικές εκδηλώσεις για τις οποίες η κυβέρνηση κάνει τα «στραβά μάτια»). Η απαγόρευση συναθροίσεων ήρθε εδώ για να μείνει. Μόνο η αντίσταση των εργαζομένων μπορεί να την καταργήσει.

Η εργατική τάξη δεν μπορεί να έχει καμιά ομοψυχία και ενότητα με τους εκμεταλλευτές της. Η δικής της ευθύνη είναι ταξική: είναι η ευθύνη για τη διατήρηση της ενότητας της και της πραγμάτωσης της ιστορικής της αποστολής, της ανατροπής αυτού του σάπιου συστήματος.


Γ. Τι κάνουμε τώρα; 

Η κατάσταση που διαμορφώνεται, όσο δύσκολη και ιδιόμορφη κι αν είναι, θέτει καθήκοντα στους επαναστάτες.

Βρισκόμαστε σε περίοδο δυσκολότερη από την περίοδο της κρίσης του 2010. Η εργατική τάξη έχει δεχθεί συντριπτική ήττα, αποτέλεσμα του γεγονότος ότι δεν κατάφερε να ανατρέψει την επίθεση του καπιταλιστών το προηγούμενο διάστημα. Το ίδιο ισχύει και για τις οργανώσεις της, συνδικαλιστικές και πολιτικές, οι οποίες αποδείχθηκαν κατώτερες των περιστάσεων. Η ανασυγκρότηση των δυνάμεων της εργατικής τάξης είναι βασικό καθήκον αυτής της περιόδου που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί έξω από τη δράση για την προάσπιση των συμφερόντων της και την υλοποίηση της ιστορικής της αποστολής.

Όσοι λέμε ότι είμαστε επαναστάτες και κομμουνιστές πρέπει να αναλογιστούμε πολύ προσεκτικά τις ευθύνες μας. Η επίθεση των καπιταλιστών θα οξυνθεί το επόμενο διάστημα, παγκόσμια αλλά και ειδικότερα στη χώρα μας. Η Ελλάδα εκτός από την ύφεση που θα δημιουργήσει η πανδημία σε παγκόσμιο επίπεδο έχει να αντιμετωπίσει και το γεγονός ότι δεν είχε καταφέρει να εξέλθει από την προηγούμενη κρίση. Είναι καταχρεωμένη ως χώρα και υπό αυστηρό δημοσιονομικό έλεγχο από τις πιστώτριες χώρες. Ο στόχος και η ελπίδα της κυβέρνησης, πριν ξεσπάσει η υγειονομική κρίση, ήταν να καταφέρει να προσελκύσει επενδύσεις, πράγμα που σήμαινε να επιτεθεί με κάθε τρόπο στα δικαιώματα της εργατικής τάξης, να μειώσει την αξία της εργατικής δύναμης, να ισοπεδώσει κάθε εμπόδιο στην ανεξέλεγκτη δράση του κεφαλαίου (βλ. τον αναπτυξιακό νόμο, τις αλλαγές στο ασφαλιστικό, κτλ). Και ακόμα και έτσι δεν κατάφερε και πολλά πράγματα, καθώς όρος της επιτυχίας της ήταν να υπάρξει και μεγέθυνση της παγκόσμιας οικονομίας, πράγμα, όμως, που δεν προβλεπόταν πριν ακόμα από το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης. Τώρα, τα περιθώρια κινήσεων μειώνονται δραστικά. Ο ελληνικός καπιταλισμός δεν μπορεί να περιμένει ότι οι ξένοι και ντόπιοι καπιταλιστές θα τρέξουν να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους στην Ελλάδα, τη στιγμή που σε παγκόσμιο επίπεδο το κεφάλαιο επιστρέφει στις χώρες της που έχει την έδρα του, ενισχύεται ο «οικονομικός εθνικισμός» και προστατευτισμός, καταρρέει η λογική της παγκοσμιοποίησης, και μειώνονται οι δυνατότητες για κερδοφόρες επενδύσεις, πράγματα που είχαν ξεκινήσει ήδη πολύ πριν ξεσπάσει η επιδημία. Πολύ σύντομα τα ελλείμματα θα πρέπει να καλυφθούν με νέο δανεισμό και ο δανεισμός θα φέρει νέα μέτρα. Η προσπάθεια της κυβέρνησης να στηριχθεί στα μεσαία στρώματα, η οποία λειτούργησε το προηγούμενο διάστημα, δεν μπορεί να συνεχιστεί.

Επομένως, πολύ σύντομα η εργατική τάξη της χώρας θα βρεθεί σε μια πολύ ζοφερή κατάσταση. Είναι σίγουρο ότι δεν θα δεχθεί να θυσιαστεί χωρίς μάχη για να αποκτήσει ο ελληνικός καπιταλισμός αξιοπιστία και δανεικά από τους πιο ισχυρούς καπιταλισμούς. Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι οι πολιτικές δυνάμεις που δρουν τουλάχιστον αυτή τη στιγμή στο χώρο της αριστεράς δεν μπορούν, και δεν θέλουν, να μεταφράσουν τις αντιδράσεις της εργατικής τάξης σε επαναστατική δράση για την ανατροπή του καπιταλισμού. Επιπλέον, δεν υπάρχουν καν ταλαντευόμενες, ρεφορμιστικές δυνάμεις, όπως ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο του 2010-12, που να υιοθετούν τις διεκδικήσεις του κινήματος. Αντίθετα, τέτοιες δυνάμεις υιοθετούν τους στόχους για μια πιο κεϋνσιανή διαχείριση της κρίσης από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διεκδίκηση αυτών των δυνάμεων εξαντλείται στην έκδοση ευρω-ομολόγου με τις πλάτες της Γερμανίας.

Η διεκδίκηση αφορά πρωτίστως την Ιταλία η οποία χρειάζεται επειγόντως να δανειστεί αλλά δεν είναι διατεθειμένη να το κάνει με μνημόνια. Για αυτό διεκδικεί από την Γερμανία το ευρω-ομόλογο, δηλαδή φτηνό χρήμα χωρίς μνημόνιο. Κάτι που η Γερμανία δεν πρόκειται να δεχθεί και ήδη η έκδοση ευρω-ομόλογου έχει φύγει από το τραπέζι. Την ίδια στιγμή διαμορφώνονται οι συμμαχίες: η Γερμανία σέρνει μαζί της τη Φιλανδία, την Αυστρία, την Ολλανδία. Η Ιταλία κοιτάζει προς τη Ρωσία, η Γαλλία παζαρεύει την αναβάθμιση της θέσης της με τη Γερμανία σπρώχνοντας το νότο σε διεκδικήσεις απέναντι στη Γερμανία κλπ.

Είναι ξεκάθαρο, όμως, πως και το παραμικρό αίτημα που μπορεί να προσφέρει ανακούφιση στη εργατική τάξη, π.χ., η άμεση ενίσχυση ενός δημόσιου και δωρεάν συστήματος υγείας, η προστασία των ανέργων, κτλ., δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς σύγκρουση με όλο το αστικό πλαίσιο εξουσίας.

Αυτή η κατάσταση θέτει τα καθήκοντα των κομμουνιστών. Οι λιγοστές δυνάμεις κομμουνιστών που υπάρχουν είτε σε αυτόνομες οργανώσεις, είτε εντός μεγαλύτερων ρεφορμιστικών δυνάμεων, είτε παραμένουν ανένταχτες πρέπει να αρχίσουν να ανασυντάσσονται και να αποκτούν κοινό βηματισμό και δράση. Η βάση για τον κοινή δράση είναι ότι οι διεκδικήσεις που εκφράζουν τις ανάγκες της εργατικής τάξης δεν μπορούν σε τελική ανάλυση να ικανοποιηθούν από τον καπιταλισμό και επομένως στο ερώτημα ποιος θα τις υλοποιήσει, η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι η προλεταριακή επανάσταση.

Η περίοδος διαμορφώνει ένα πρόγραμμα το οποίο πρέπει να γίνει όπλο πάλης των πλατιών εργατικών μαζών:
  • Επίταξη των ιδιωτικών μονάδων υγείας και ένταξή τους στον κεντρικό κρατικό σχεδιασμό. Αμεση επίταξη των κλινών και των Μ.Ε.Θ. του ιδιωτικού τομέα, κατάσχεση φαρμακευτικού υλικού, εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση και κάτω από εργατικό έλεγχο φαρμακαποθηκών, φαρμακοβιομηχανιών και λειτουργία τους στο πλαίσιο του ΕΣΥ σαν Εθνικής Βιομηχανίας Φαρμάκου.
  • Προμήθεια των νοσοκομείων με όλα τα αναγκαία μέσα που ζητάνε οι ίδιοι οι υγειονομικοί που γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τι χρειάζεται εδώ και τώρα. Οι εταιρείες που τα παράγουν να επιταχθούν. Οι εργαζόμενοι σ’ αυτές να αρνηθούν την εντατικοποίηση και την υπερεκμετάλλευση.
  • Λειτουργία όλων των Μ.Ε.Θ. με την πρόσληψη όλου του αναγκαίου μόνιμου υγειονομικού και τεχνικού προσωπικού.
  • Απαγόρευση των απολύσεων με νόμο και κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση των μονάδων παραγωγής που κλείνουν και λειτουργία τους κάτω από εργατικό έλεγχο. Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι που τα αφεντικά θα οδηγήσουν σε απολύσεις πρέπει να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους καταλαμβάνοντας εργοστάσια, δημιουργώντας απεργιακές επιτροπές και επιτροπές εργατικού ελέγχου στις διεργασίες για τις οποίες πρέπει να συμμετέχουν όλοι οι εργαζόμενοι.
  • Πλήρης αμοιβή για όσους εργαζόμενους αναγκάζονται να παραμείνουν σπίτι, είτε επειδή η επιχείρηση αναστέλλει τις λειτουργίες της, είτε επειδή πρέπει να φροντίσουν άλλα μέλη της οικογένειας. Να πληρώσουν για αυτά τα ίδια τα αφεντικά.
  • Μέτρα τώρα για τους άνεργους και επίδομα ανεργίας μέχρι να βρουν δουλειά. Ο χρόνος ανεργίας να υπολογίζεται ασφαλιστικός χρόνος.
  • Καμία αποπληρωμή του χρέους, καμία νέα θυσία για τα κέρδη των τραπεζιτών. Να χρησιμοποιηθούν τα χρήματα που έχει συσσωρεύσει το κράτος και οι καπιταλιστές από το ξεζούμισμα των εργαζομένων για την ανάταξη των δημόσιων υποδομών και τη στήριξη κεντρικά σχεδιασμένης παραγωγής.
  • Εθνικοποίηση των τραπεζών και της ΤτΕ χωρίς αποζημίωση και κάτω από εργατικό έλεγχο. Διαγραφή των χρεών των εργατικών οικογενειών προς τις τράπεζες και την εφορία.
  • Έξοδο από Ευρωζώνη-ΕΕ-ΝΑΤΟ.


Για να το πούμε διαφορετικά: απέναντι στα μέτρα έκτακτης ανάγκης που υιοθετεί το αστικό κράτος και τα οποία αναδεικνύουν τη φύση του, ως δικτατορία της αστικής τάξης, η εργατική τάξη πρέπει να προωθήσει τα δικά της μέτρα έκτακτης ανάγκης. Μέτρα που την αναδεικνύουν ως την ηγέτιδα τάξη για την οργάνωση της παραγωγής και της κοινωνίας προς όφελος της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας. Ως την τάξη η οποία μπορεί και πρέπει να αναλάβει την εξουσία.

Δηλώνουμε την ετοιμότητά μας να συζητήσουμε με κάθε οργάνωση που έχει αναφορά στην εργατική τάξη και την ιστορική της αποστολή το περιεχόμενο ενός τέτοιου προγράμματος και την από κοινού δράση για την προώθησή του μέσα στους κόλπους της εργατικής τάξης. Θέλουμε και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να κατανοηθεί ότι ένα πρόγραμμα που εκφράζει τις ανάγκες της εργατικής τάξης απαιτεί και ένα κοινωνικό-οικονομικό σύστημα όπου η παραγωγή θα στηρίζεται στις ανάγκες των ίδιων των παραγωγών, δηλαδή, της εργατικής τάξης, και όχι στο κέρδος των καπιταλιστών. Αλλά η εγκαθίδρυση ενός τέτοιου συστήματος απαιτεί προηγουμένως τη βίαιη ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος, του καπιταλισμού. Το έργο των επαναστατών είναι να κάνουν την επανάσταση, όχι να περιμένουν τον σοσιαλισμό ως Δευτέρα Παρουσία. Η ΠΕ θα προχωρήσει άμεσα στο κάλεσμα σε όσες δυνάμεις αντιλαμβάνονται την πολιτική κατάσταση και τα καθήκοντα της περιόδου με ανάλογο τρόπο για να προχωρήσουμε σε κοινή δράση, ώστε να προβληθεί αυτό που η ίδια η πραγματικότητα θέτει και θα θέσει με ένταση το επόμενο διάστημα, το ζήτημα της εξουσίας.

Η οργάνωση πρέπει να ανασυνταχθεί για να μπορέσει να παίξει χρήσιμο, δηλαδή, επαναστατικό, ρόλο για την εργατική τάξη. Πρέπει να βρούμε τους τρόπους για καλύτερη λειτουργία των οργανώσεων μας και των μεμονωμένων συντρόφων και την παρουσία μας σε χώρους εργασίας, ώστε η οργάνωση να μετρά αύξηση της επιρροής της, της ικανότητας να συνενώνει τις επαναστατικές δυνάμεις, τις δυνάμεις της αριστεράς και την ίδια την εργατική τάξη σε επαναστατική κατεύθυνση.

Μπροστά στην Πρωτομαγιά, η εργατική τάξη πρέπει να απεργήσει. Ιδιαίτερα, στο χώρο της υγείας πρέπει να δυναμώσει η αγωνιστική δράση των εργαζομένων, με στόχο τη στάση εργασίας και με αιτήματα και της διεκδικήσεις που γίνονται επίκαιρες σήμερα.

Η οργάνωση πρέπει να στηρίξει τέτοιες κινήσεις εκεί που διαθέτει δυνάμεις. Επίσης, σπάζοντας τις απαγορεύσεις κυκλοφορίας, οι κομμουνιστές θα πρέπει να αποτίσουν φόρο τιμής στους εκτελεσθέντες της Καισαριανής. Σε συνεννόηση με άλλες οργανώσεις να γίνει κατάθεση στεφάνου στον χώρο της Καισαριανής.

Η Π.Ε. της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗΣ

Απρίλης 2020


[i] IMF: World Economic Outlook, October 2019. Global Manufacturing Downturn, Rising Trade Barriers, Οκτώβριος 2019, στη διεύθυνση: https://www.imf.org/en/Publications/WEO/Issues/2019/10/01/world-economic-outlook-october-2019.


[ii] IMF, World Economic Outlook:Tentative Stabilization, Sluggish Recovery?, Ιανουάριος 2020, στη διεύθυνση: https://www.imf.org/en/Publications/WEO/Issues/2020/01/20/weo-update-january2020


[iii] McKinsey Global Institute, Visualizing Global Debt, Ιούνιος 2018. Στη διεύθυνση: https://www.mckinsey.com/business-functions/strategy-and-corporate-finance/our-insights/visualizing-global-debt


[iv] “Workers are creating massive wealth. Why are corporations hoarding it all?”, The Guardian, 24 Απριλίου 2019, στη διεύθυνση: https://www.theguardian.com/commentisfree/2019/apr/24/workers-are-creating-massive-wealth-why-are-corporations-hoarding-it-all

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου